ελληνική κρίση

Σκέψεις για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα

 *

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

1.

Σε περιόδους παρακμής διαπιστώνεται μια ταλάντωση μεταξύ των λεπτότερων αποχρώσεων της πιο σχολαστικής υπερευαισθησίας και της ξαφνικής συχνά υστερικής κτηνωδίας. Επίσης μια βαθιά δυσαρέσκεια με την κουλτούρα του παρόντος, μια δυσφορία, μια εξέγερση εναντίον της, αλλά μια εξέγερση στην οποία ο «εξεγερμένος» δεν θέλει να δει τα δικά του παρασιτικά προνόμια και την κοινωνική τους βάση να θίγονται σε καμιά περίπτωση, και έτσι το καλωσορίζει με ενθουσιασμό όταν ο επαναστατικός χαρακτήρας αυτής της δυσαρέσκειας επιδοκιμάζεται φιλοσοφικά, αλλά ταυτόχρονα, ως προς το κοινωνικό του περιεχόμενο, μετατρέπεται σε άμυνα κατά οποιασδήποτε αλλαγής του υφιστάμενου καθεστώτος.
ΓΚΕΟΡΓΚ ΛΟΥΚΑΤΣ

Στο περιβάλλον της προχωρημένης μετανεωτερικότητας, όπου η ιδεολογία ζει και βασιλεύει και τους ανθρώπους κυριεύει, παρά τα όσα αντίθετα λέγονται, η πολιτική ως κυβερνητικό φαινόμενο, δηλαδή ως άσκηση της εξουσίας και «διαχείριση» της κυριαρχίας από το πολιτικό προσωπικό των ελίτ, παράλληλα με την εξάρθρωση της λαϊκής υποκειμενικότητας, αδυνατεί να προκαλέσει την γνήσια εκδίπλωση εκείνων των συγκρουσιακών καταστάσεων που αποτελούν τον πυρήνα της Δημοκρατίας.

Το πολιτικό προσωπικό των αρχηγεσιών που ηγείται σήμερα μετριέται στην ικανότητα να «αλλάζει γήπεδο», να φαντάζεται και να εφευρίσκει νέες ευκαιρίες για σύγκρουση, μέσω όμως των οποίων επιτυγχάνεται πάντοτε η συναίνεση στα προκαθορισμένα σημεία εντός ενός δεδομένου πλαισίου. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο μεταξύ της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας του εκλογικού σώματος, αλλά και εντός της ίδιας της πλειοψηφίας, των κομμάτων –ή των ρευμάτων– τεστάροντας συνεχώς τα αναχώματα του αντιπάλου, προσπαθώντας να συγκεντρώσει τη ροή των εξερχόμενων ψήφων.

Σε αντίθεση με όσους είχαν ελπίσει ότι η βαθιά πολύπλευρη κρίση που διέρχεται η χώρα θα οδηγούσε σε στοιχειώδη ποιοτική αλλαγή της συμπεριφοράς των πολιτικών κομμάτων της χώρας, η αδήριτη πραγματικότητα δικαιώνει όλους όσοι είχαν τολμήσει να υποστηρίξουν (-ζουν) ότι αντιθέτως αυτή όχι μόνο θα παραμείνει η ίδια αλλά και θα κατρακυλήσει σε χειρότερα επίπεδα. Μάλιστα η συμπεριφορά των πολιτικών κομμάτων οδηγεί σε οδυνηρές σκέψεις ότι τελικά «δεν υπάρχει πολιτικό κόμμα που να μη μαίνεται κατά της πατρίδας».[1]

Δυστυχώς κανένα πολιτικό κόμμα για το ζήτημα αυτό δεν δίνει καμία εξήγηση. Καθένα έχει τα δικά του σκοτεινά σημεία, τις κρυφές του εκατόμβες και τα ανομολόγητα όνειρά του. Τους θησαυρούς του από απερίσκεπτα πράγματα και από προπέτειες. Όσα λησμόνησε στα σχέδιά του και όσα θέλει να κάνει να ξεχάσουν οι άλλοι. Αποσύρουν, προκειμένου να επιβιώσουν, όλα εκείνα τα οποία υπόσχονται προκειμένου να εξασφαλίσουν την ύπαρξή τους. Συμπεριφέρονται «λαϊκιστικά» όσο βρίσκονται εκτός εξουσίας και άλλο τόσο και περισσότερο όταν βρίσκονται στην εξουσία. (περισσότερα…)

Μικρές σκέψεις για την ελληνική οικονομία 200 χρόνια μετά την επανάσταση του 1821

«Η οποιαδήποτε θεωρία είναι απείρως απλούστερη
από οποιαδήποτε ιστορική κατάσταση» Π. Κονδύλης

του ΚΩΣΤΑ Ι. ΜΕΛΑ

Η σωστή απεικόνιση της φυσικής και κυρίως κοινωνικής πραγματικότητας, αποτελεί διαχρονικά το ζητούμενο για όλες τις φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρήσεις.

Δεν υπάρχει τίποτε πιο σημαντικό στη ζωή από το να ανακαλύψεις το ακριβές σημείο, από το οποίο πρέπει να παρατηρούνται και να κρίνονται όλα τα πράγματα, και ύστερα να παραμείνεις σ’ αυτό το σημείο, υποστηρίζει χαρακτηριστικά ο φὸν Κλαούζεβιτς.[1]

«Στο ακίνητο σημείο του περιστρεφόμενου κόσμου», κατά τη ρήση του Έλιοτ.[2]

Το βασικό λάθος που συνήθως γίνεται συνίσταται στη συνεχή σύγχυση σχετικά με το είναι και το δέον, μεταξύ περιγραφικών και κανονιστικών προτάσεων. Υπάρχουν μακροσκελείς αναλύσεις με βάση του πώς θα έπρεπε να είναι η κοινωνική πραγματικότητα αδιαφορώντας πλήρως για το πώς πράγματι είναι η κοινωνική πραγματικότητα.

«Οι φιλόσοφοι αντιλαμβάνονται τα πάθη που μας βασανίζουν ως διαστροφές, στις οποίες οι άνθρωποι ενδίδουν από δικό τους φταίξιμο. Γι’ αυτό και συνηθίζουν να τα περιγελούν, να τα οικτίρουν, να τα στηλιτεύουν ή (όσοι θέλουν να δείχνουν πιο ευσεβείς) να τα καταριώνται. Πιστεύουν ότι έτσι επιτελούν έργο θεάρεστο και αγγίζουν την υπέρτατη σοφία, εφόσον έμαθαν να εξυμνούν με χίλιους τρόπους μιάν ανθρώπινη φύση που δεν υπάρχει πουθενά και να κατακεραυνώνουν με τους λόγους των την πραγματική. Τούτο συμβαίνει επειδή αντιλαμβάνονται τους ανθρώπους όχι όπως είναι, αλλά όπως θα τους ήθελαν οι ίδιοι να είναι. Γι’ αυτό και, ως επί το πλείστον, αντί για ηθική έγραψαν σάτιρα και δεν συνέλαβαν ποτέ μια πολιτική που να μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη».[3]

Οι αναλύσεις τέτοιου είδους στερούνται της ικανότητας απεικόνισης της κοινωνικής πραγματικότητας, με αποτέλεσμα αυτή να παρουσιάζεται ως άλλη, γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε λανθασμένες ενέργειες σε σχέση με το επιδιωκόμενο.

(περισσότερα…)