ανθρωπολογία

Πραξικόπημα ενάντια στη φύση

*

του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

~.~

α. Η καταστροφή των σημασιών

Ο 21ος αιώνας ανέτειλε στον αστερισμό τής ανησυχίας. Χωρίς το εκκοσμικευμένο απολυτρωτικό όραμα της ιστορίας, που κατήγγειλαν οι «μεταμοντέρνοι» δημαγωγοί, κανένας φραγμός δεν έμεινε ικανός να ανασχέσει τον τρόμο τού μέλλοντος. Η φιλοσοφική σκέψη, που η κρίση της είχε προειδοποιητικά αναγγελθεί από την τρίτη δεκαετία τού 20ου αιώνα, οδηγήθηκε με ανεξήγητους πανηγυρισμούς στην αυτοκτονία της στο τέλος τού ίδιου αυτού αιώνα. Εγκαταλείποντας τον μοναδικό ρόλο απ’ όπου αντλούσε την ανανεούμενη ζωτικότητάς της στους αιώνες που σφράγισε με την παρουσία της, τον ρόλο τού «διορθωτικού τής ιστορίας» (Χορκχάιμερ), γονάτισε μπροστά στις ιστορικές δυνάμεις τής καταστροφής που απεργάζονται το πραγματικό τέλος τού ανθρώπου και της γης. Αναθαρρυμένοι από την αδυναμία τού αντιπάλου, οι κήρυκες της ανθρώπινης υποδούλωσης εκφωνούν απερίφραστα τις μακάβριες δημηγορίες τους: από Το τέλος τής ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος (1992)1 του Francis Fukuyama και Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης (1996)2  του Samuel Huntington, μέχρι το Homo Deus. Μια σύντομη ιστορία τού μέλλοντος (2016)3  του Yuval Noah Harari και τo Η μεγάλη επανεκκίνηση (2020)4 των Klauss Schwab και Thierry Malleret, η σχεδιαζόμενη από την κορυφή τής διεθνούς κεφαλαιοκρατικής ελίτ δυστοπία έχει αναγγελθεί με ανατριχιαστική ακρίβεια.

Στην τελευταία αυτή πράξη τού παγκόσμιου ταξικού αγώνα, η έκβαση —προσωρινή, δικαιούμαστε ακόμα να ελπίζουμε— καθορίστηκε όχι μόνο από τη συντριπτική υπεροπλία και τη μακράν υπέρτερη ικανότητα οργάνωσης των κρατούντων, αλλά κι από ένα ανυπολόγιστης εμβέλειας όπλο που μπόρεσε να σπείρει τη σύγχυση στους «από κάτω», φαλκιδεύοντας την ικανότητά τους για συνεννόηση και οργάνωση: την καταστροφή των σημασιών ή, ακριβέστερα, τoν σφετερισμό τής γλώσσας τους και τη μεθοδευμένη αλλοίωση των νοημάτων της.

Το στρατήγημα αυτό έχει δύο συμπληρωματικές όψεις. Η μία είναι η πληθωριστική εισαγωγή νέων όρων για να σημάνουν περιεχόμενα τα οποία περιγράφονταν επαρκώς (με μια ερμηνευτική διεύρυνση ενδεχομένως) από ήδη υπάρχοντες με τους οποίους ήμασταν καλά εξοικειωμένοι. Δεν μιλάμε πια για νεοαποικιοκρατία αλλά για παγκοσμιοποίηση· δεν μιλάμε για ολοκληρωτισμό αλλά για μετα-δημοκρατία ή έστω τεχνοφεουδαρχία· δεν μιλάμε για εκμετάλλευση αλλά για ανθρώπινους πόρους, ούτε βέβαια για συμφέροντα αλλά για δικαιώματα· είναι αναχρονισμός να αναφερόμαστε σε καπιταλισμό και ταξική πάλη αλλ’ ακούγεται ορθό να λέμε πλουραλιστική κοινωνία και αγώνες αναγνώρισης· παρωχημένο να μιλάμε για εμπορευματοποίηση αλλά δέον να λέμε αξιοποίηση ή καινοτομία· δεν πρέπει να λέμε πραγμοποίηση αλλά απο-υποκειμενοποίηση· όχι θέσμιση αλλά μερισμός τού αισθητού· να μη λέμε ιδεολογία αλλά λογοθετικές πρακτικές· ούτε άγχος ευνουχισμού αλλά δυσφορία φύλου· όχι πια οικολογική καταστροφή αλλά κλιματική αλλαγή· κ.ο.κ. Δεν πρόκειται μόνο για την εγκλωβιστική επαναφορά τού ίδιου με την αμφίεση της διαφοράς (στο οποίο αναμφίβολα συνέβαλε η ματαιοδοξία διανοητών που θέλησαν να παρουσιάσουν εαυτούς ως καινοτόμους ελλείψει πραγματικών ιδεών), αλλά κυρίως για τη δημιουργία μιας τεχνητής ρηγμάτωσης στη σκέψη που διαλύει το συνεχές τής εμπειρίας και παραλύει την ικανότητα δράσης και προσανατολισμού στο ιστορικό παρόν. Είναι το αρχαίο στρατήγημα της Βαβέλ που τη χρησιμότητά του διείδαν σωστά οι κυρίαρχες τάξεις τού καιρού μας. (περισσότερα…)

Ο ρόλος του αξιολογικού μηδενιστή στην πολιτική και κοινωνική δράση

*

Σημειώσεις για την κονδύλεια κοινωνική οντολογία
και φιλοσοφική ανθρωπολογία 2

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

«Η σκέψη μου, όπως κάθε σκέψη, έχει μιάν πεμπτουσία, όμως αυτήν πρέπει να την αποστάξει ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μέσα από το σύνολο του έργου μου. Αλλιώς η οποιαδήποτε φόρμουλα όχι μόνον δεν θα κατανοηθεί, αλλά και σίγουρα θα παρανοηθεί»[1].
Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ

~.~

Σε συνέχεια του προηγούμενου σημειώματός μου, παραθέτω αποσπάσματα από το έργο του Κονδύλη προς επίρρωση όσων είχα αναφέρει εκεί και συγκεκριμένα :

1 . Ό,τι η περιγραφική θεωρία της απόφασης και της ισχύος, η οποία εδράζεται στη διάκριση εχθρού-φίλου, αποτελεί μεθοδολογική αρχή για τον αξιολογικό μηδενισμό της επιστημονικής περιγραφής. «Επί πλέον, μερικές φορές ελλοχεύει και ο φόβος ότι η συνεπής και ολόπλευρη θεμελίωση της αξιολογικής ελευθερίας θα της αφαιρούσε τον χαρακτήρα αυστηρής επιστημολογικής αρχής και θα την μετέτρεπε σε μια καινούργια μορφή ύποπτης ιδεολογικής ερμηνείας του κόσμου».[2]

2 . Η περιγραφική θεωρία της απόφασης δίνει τη δυνατότητα αντικειμενικής γνώσης αλλά όχι τη δυνατότητα αντικειμενικά έγκυρων κανονιστικών αρχών: «Πράγματι, ενάντια στη θεωρία της απόφασης και στον σκεπτικισμό- των οποίων η αναγκαία λογική συνάφεια με την αξιολογικά ελεύθερη θεώρηση ορθά διαπιστώνεται από τους αντιπάλους, έστω κι αν αυτό γίνεται απλώς για λόγους πολεμικής…Άλλωστε ο σκεπτικισμός εκείνος, ο οποίος συνδέεται με την (περιγραφική) θεωρία της απόφασης δεν αφορά τη δυνατότητα αντικειμενικής γνώσης, παρά μόνο τη δυνατότητα διατύπωσης αντικειμενικά έγκυρων κανονιστικών αρχών. Τούτη η αντιδιαστολή μεταξύ αντικειμενικής γνώσης και αντικειμενικών κανονιστικών αρχών συνεπάγεται ότι η πρώτη παρεμποδίζεται σε κάθε της βήμα από την προσπάθεια να πορισθεί κανείς τις δεύτερες».[3] Φυσικά η άποψη της δυνατότητας αντικειμενικής γνώσης θα πρέπει να τεθεί υπό διερεύνηση με βάση τα επιστημολογικά κριτήρια που την προϋποθέτουν.[4] (περισσότερα…)

Immanuel Kant, Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική

*

Σχολιασμός – Μετάφραση
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική (Anthropologie in pragmatischer Hinsicht), επιλεγμένα αποσπάσματα της οποίας παρουσιάζουμε με τη σημερινή ανάρτηση,  είναι το τελευταίο έργο του Ιμμάνουελ Καντ το οποίο εξέδωσε ο ίδιος (1798). Προέκυψε από τα μαθήματα που παρέδιδε ο Καντ για το αντικείμενο τούτο στο Πανεπιστήμιο της Καινιξβέργης (Königsberg, το σημερινό Κaliningrad), από το έτος 1772/73 έως το 1795/96, στηριζόμενος στα καλύτερα συγγράμματα εμπειρικής Ψυχολογίας και πρακτικής Φιλοσοφίας της εποχής του, αλλά και στις απέραντες γνώσεις του στα πεδία των επιστημών και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, αρχαίας και νεότερης. Η σημασία και η αξία του έργου αναγνωρίζεται καθολικά και διεθνώς, όχι μόνο μέσα στα όρια της ακαδημαϊκής φιλοσοφίας, αλλά και στο πλαίσιο των κοινωνικών επιστημών. Θεωρείται από τα θεμελιακά έργα του κλάδου της Ανθρωπολογίας, και μάλιστα τόσο της φιλοσοφικής όσο και της εμπειρικής και επιστημονικά τεκμηριωμένης. Ως προς το περιεχόμενό του, καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τους κλάδους της φιλοσοφικής Ανθρωπολογίας, της Ηθικής, της Ψυχολογίας, εν μέρει και της Κοινωνιολογίας.

Αλλά τι είναι η Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική;[1] Ο παρακάτω Πρόλογος του έργου[2] επεξηγεί με επάρκεια το ερώτημα αυτό, αλλά δεν περιττεύουν μερικές διευκρινίσεις. Σε αντιδιαστολή προς μια μονάχα θεωρητική, αφηρημένη ή μεταφυσική πραγμάτευση των ζητημάτων των σχετικών με τον άνθρωπο, η πραγματιστική Ανθρωπολογία, όπως την εννοεί ο Καντ, έχει στόχο κυρίως πρακτικό, δηλ. να συμβάλλει στην καθοδήγηση των πράξεων και στην επίτευξη των στόχων που θέτει κάποιος. Ειδικότερα όμως έχει και στόχο πραγματιστικό με το νόημα να συμβάλλει στο κοινό όφελος και στην ευδαιμονία όλων, καθώς «το ανθρώπινο γένος οφείλει και δύναται να γίνει το ίδιο ο δημιουργός της ευτυχίας του» (Ανθρωπολογία, 7:328).  Σ’ ένα γράμμα του προς τον προσφιλή μαθητή του, ιατρό Marcus Herz (το 1773), γράφει ότι η Ανθρωπολογία αποβλέπει στο «να αποκαλύψει τις πηγές όλων των επιστημών [που ασχολούνται με] τα ήθη, με την ικανότητα των συναναστροφών, και με τη μέθοδο της εκπαίδευσης και διακυβέρνησης των ανθρώπων, άρα με όλα όσα είναι πρακτικά».

Ειδικότερα, η Ανθρωπολογία αποτελεί το εμπειρικό υπόβαθρο και σύστοιχο, δηλ. το εμπειρικό και εφαρμοσμένο μέρος της πρακτικής και ηθικής φιλοσοφίας. Εκθέτει την εμπειρική Ψυχολογία, στηριγμένη σε διεξοδική ανάλυση των ψυχικών ή πνευματικών ικανοτήτων του ανθρώπου: των γνωστικών ικανοτήτων, του συναισθήματος της ηδονής ή ευχαρίστησης και της δυσαρέσκειας ή λύπης, καθώς και του επιθυμητικού ή της θέλησης. Παρουσιάζει εκτεταμένες αναλύσεις των διαφορετικών «χαρακτήρων» (χαρακτηριστικών) των ιδιοσυγκρασιών, των φύλων, των λαών και των φυλών με αφάνταστη πληθώρα περιγραφών και παρατηρήσεων, οι οποίες στηρίζονται λ.χ. στην ιστορία, στη λογοτεχνία και στην εμπειρία. Τέλος, προσφέρει μια σύνοψη της φιλοσοφίας της ιστορίας του Καντ. Η Ανθρωπολογία προσφέρει εκτεταμένο και ανεκτίμητο υλικό για μια νέα προσέγγιση και κατανόηση του ανεξάντλητου κριτικού έργου του. Δίχως υπερβολή, αποτελεί, στην ωριμότερη ώρα του Διαφωτισμού, τον κορυφαίο πρόδρομο και πρωτοπόρο της εμπειρικής θεμελίωσης των κοινωνικών επιστημών και των «επιστημών του ανθρώπου». Σε αντίθεση με τη συχνά στριφνή και δύσβατη γλώσσα των συστηματικών κύριων έργων του Καντ, η Ανθρωπολογία είναι γραμμένη σε μια γλώσσα πολύ πιο γλαφυρή, ζωντανή και κατανοητή. Σωστά λέει ο Ε. Π. Παπανούτσος (βαθύς γνώστης του Καντ και, με τον τρόπο του, Νεοκαντιανός ο ίδιος) ότι ο σοφός δάσκαλος της Καινιξβέργης «άμα ήθελε, μπορούσε να γράφει (όπως άλλωστε και μιλούσε στις παραδόσεις του) όχι μόνο με εμβρίθεια, αλλά συνάμα με χάρη και χιούμορ».[3]

(περισσότερα…)

Gottfried Benn, Η προβληματική της ποιητικότητας

*

Επιμέλεια στήλης – Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

Το θέμα του ποιητή και του συγγραφέα, της ουσίας τους, της κατάστασής τους και των αμοιβαίων τους σχέσεων, έγινε πρόσφατα και επανειλημμένα αντικείμενο λογοτεχνικής συζήτησης, και μάλιστα σχεδόν πάντα με το νόημα ότι παρήλθε η εποχή για τον ποιητή, στη θέση του ήλθε ένα άλλο φαινόμενο. Μέχρι και στις ύψιστες πνευματικές θέσεις επεκτάθηκε η συζήτηση αυτή, και προς τα κάτω σε διάφορα επίπεδα μέχρι την περιοχή των κάπως απλών οργάνων που απαιτούν έναν καθαρά κομματικό χαρακτήρα της καλλιτεχνικής έκφρασης. Έπειτα, στο περιοδικό τούτο, έκαμε ο Φλάκε μερικές παρατηρήσεις που έχουν θεμελιώδη χαρακτήρα. Δεν αποδίδει καμιά σημασία στην ποίηση, το μυθιστόρημα είναι ανώτερό της. Το μυθιστόρημα είναι πολύ περιεκτικότερο, νομίζει, είναι πιο πολύ η φωνή της εποχής, οι σύγχρονοι άνθρωποι μπορούν μόνο με τα μέσα του να αναπαρασταθούν. Αυτή η αιώνια αναζήτηση του ποιητικού, δηλώνει! Οι κοινωνικές προϋποθέσεις για την ποιητική συντεχνία δεν υφίστανται πια διόλου, δεν είναι πια πιστευτές, κάθε μέρα και λιγότερο. Παρατηρεί ακόμη: «Η ποιητικότητα κατανοείται αφ’ εαυτής όπως και η ηθικότητα, δεν είναι ανάγκη να την εκφράζει κανείς σε κάθε αράδα, αρκεί να βρίσκεται ανάμεσα στις αράδες». Τούτο το τελευταίο θα πρέπει συνεπώς μάλλον να το κατανοήσομε έτσι, ώστε το έργο τέχνης που άφησε, παραδείγματος χάριν, ο Ρίλκε να μπορούσε να βρει θέση και στα σύγχρονα μυθιστορήματα, «ανάμεσα στις αράδες», αν κατόρθωνε κάποιος να το παρεμβάλει εκεί. Ο Φλάκε μιλά έπειτα για το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στον ποιητή και στο παρόν. Τέλος χρησιμοποιεί μια λέξη, βέβαια όχι για την ποίηση ως τέτοια αλλά για ένα από τα εκφραστικά της μέσα, τον στίχο, που είναι πολύ σημαντική, λέει: αρχαϊκός. Κοινό σε όλες αυτές τις εργασίες, εκφράσεις και παρατηρήσεις είναι ότι δεν γίνεται εντελώς σαφές τι ακριβώς εννοούν στην πραγματικότητα: τον ποιητή ή την ποιητικότητα, τον λυρικό ή τη λογοτεχνία, κάτι θεματικό ή κάτι μεθοδικό, το έργο ή την ίδια τη διαδικασία του δημιουργείν. Η παρούσα εργασία εξ αρχής δεν στρέφεται σε αξιολογικές αποτιμήσεις μεταξύ των επιμέρους μορφών της τέχνης, ούτε περιγράφει τον ποιητή στην κοινωνική του παρουσία και στην ιστορική εξέλιξη, παρά αναλαμβάνει την προσπάθεια να συλλάβει με μια νέα υπόθεση την ποιητικότητα ως έννοια και ως Είναι και να την εντοπίσει ως φαινόμενο πρωταρχικού χαρακτήρα εντός της βιολογικής διαδικασίας.

Οι γνώμες που αναφέρθηκαν στην αρχή θα μπορούσαν, αν συνοψισθούν, να χαρακτηριστούν ως η κοινωνιολογική θεωρία της ποιητικότητας. Ως θεμέλιό της υπόκεινται οι ακόλουθοι συλλογισμοί γενικότερης φύσης. Ζούμε σε μιαν εποχή συλλογικών σχηματισμών, ευρέα στρώματα του πληθυσμού είναι οργανωμένα σε ενώσεις που κατά κανένα τρόπο δεν σημαίνουν μόνο έναν κοινωνικό ή διεκδικητικό συνασπισμό, αλλά πνευματική διάρθρωση, τάξη σχετική με τη νοοτροπία. Όλα τούτα τα στρώματα έχουν αποδεχθεί μια κατ’ αρχήν αισιόδοξη κοσμοθεωρία που αποβλέπει στο τεχνικά βέλτιστο αποτέλεσμα, που θεωρεί ότι τα δεινά εξαρτώνται κατ’ αρχήν από τους θεσμούς και είναι θεραπεύσιμα, και γι’ αυτό ευλόγως και δικαίως απαιτεί μια τέχνη που ανταποκρίνεται στη νοοτροπία της, υιοθετεί τις τάσεις της, με την κυριολεκτική σημασία διασκεδάζει τον χρόνο μέχρι την εκπλήρωση των οικονομικών της ελπίδων. Μια κατ’ αρχήν πραγματιστική και θετική στάση, η οποία άλλωστε και κατά αξιοσημείωτο τρόπο διόλου δεν θεμελιώνεται ούτε περιορίζεται πολιτικά ή κοινωνικά, αντιθέτως, όσο ψηλότερα βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι πνευματικοί άνθρωποι, τόσο περισσότερο παρατηρεί κανείς στις εκφράσεις τους μια δηλωμένη κλίση προς την ευφροσύνη και τη διαύγεια, μιαν εκπλήσσουσα κατάφαση της ζωής, μιαν απροσδόκητη πίστη στη γνώση, μια νεανικότητα, έτοιμη να εξορίσει όλους εκείνους που τα βλέπουν όλα μαύρα, στο περίφημο χθόνιο στοιχείο να αντιπαραθέσει το ορθολογικό ως υψηλότερη τάξη, και ό,τι είναι σκοτεινό, να το αρνηθεί ως φούμαρα, δημαγωγία και απαισιοδοξία που παίζει τη φλογέρα.

Το πλαίσιο για όλες αυτές τις γνώμες, στάσεις, νοοτροπίες σχηματίζει πολύ έντονα η έννοια της εποχής, έπειτα εκείνη του αιώνα, σπάνια ή ποτέ, σε αντίθεση με προηγούμενες περιόδους, η έννοια του λαού, τέλος περιλαμβάνοντας το Όλον, ο σημερινός ευρωπαϊκός τύπος της ανθρώπινης φυλής, τον οποίο νομιμοποιεί μια σειρά πνευματικών περιόδων που μπορούν να ελεγχθούν βάσει ντοκουμέντων. Το μέτρο μετρήσεως είναι, με μια λέξη, ο πολιτιστικός τύπος, μια έκφραση που δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε παραπάνω από τον τύπο του μέσου όρου, τον οποίο δημιούργησε ο περασμένος αιώνας. (περισσότερα…)

Η δική μου βιολογία

*

του ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΜΟΥΖΑΚΗ

Βρίσκομαι σε μια υπέροχη αίθουσα ενός ιστορικού σχολείου. Στην αιχμή απολήξεως της συνέντευξης ερωτώμαι γιατί ένας μαθητής πρέπει να παρακολουθήσει το μάθημά μου. Στο νου μου έρχεται η παιδική μου εικόνα, πολύ πριν η βιολογία έρθει στη ζωή μου.

Μισούσα τον αριθμό δεκατρία επειδή ήταν γρουσούζικος. Δε γνώριζα, όμως, ότι ο Μπ. Φ. Σκίννερ έκλεισε περιστέρια σε κλουβιά που περιείχαν ένα πλήκτρο, το οποίο, όταν πατιόταν από τους ράμφος τους, έστελνε τροφή μες στο κλουβί˙ αγνοούσα ότι ο νους των περιστεριών ανακάλυψε αυτό το μηχανισμό τροφοδοσίας, οπότε τα πτηνά πατούσαν το κουμπί για να σβήσουν την πείνα τους. Όταν, όμως, ο επιστήμονας αποσυνέδεσε την παροχή τροφής από το πάτημα του κουμπιού, τα περιστέρια άρχισαν να συνδέουν άλλες συμπεριφορές τους με την παροχή τροφής. Νόμιζε το περιστέρι ότι το πού κοιτούσε σχετιζόταν με την παροχή τροφής˙ όμως έκανε λάθος. Ο νους του περιστεριού, όπως κι ο νους του ανθρώπου, αναζητά αυθόρμητα συσχετίσεις. Οι λανθασμένες συσχετίσεις είναι οι προλήψεις που όλοι γνωρίζουμε: μοχθηροί αριθμοί, μαύρες γάτες, σπασμένοι καθρέφτες: ανοησίες που η βιολογία αποδόμησε μέσα μου με κρότο.

Μισούσα κάθε πεντάμορφη που απορρίπτει το τέρας. Αγνοούσα, όμως, ότι η έλξη δεν είναι επιλογή, αλλά δύναμη επιβίωσης και πρόκρισης γονιδίων που σχετίζονται με την αντίσταση σε ασθένειες, την αναπτυξιακή σταθερότητα, τη σωματική ευρωστία, κι ότι σχετίζεται άμεσα με τη γενετική ιδιοσυστασία. Το πείραμα της Τζούντιθ Λανγκλουά που έδειξε ότι βρέφη προσηλώνουν στατιστικώς σημαντικά περισσότερο το βλέμμα τους σε προεπιλεγμένες ως ελκυστικές φωτογραφίες ενηλίκων σε σχέση με προεπιλεγμένες ως μη ελκυστικές ζύμωσε μέσα μου ό,τι θεωρούσα σκληρότητα και ξιπασιά σε έναν ωκεανό κατανόησης για εκείνη. Όχι, η πεντάμορφη που απορρίπτει το τέρας δεν ήταν άκαρδη, δεν ήταν καν ελεύθερη, απλώς εν αγνοία της έτεινε να εξυπηρετήσει την επιβίωση του είδους με έναν τρόπο που, παρεμπιπτόντως, πλήγωνε το τέρας. (περισσότερα…)