πορνεία

Λογοθεσίες β΄

*

του ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

Μοντέρνοι καπιταλιστές

Ενώ ο ιστορικός καπιταλισμός προέκυψε από τον, ομολογουμένως σκαμπρόζικο, συνδυασμό του τυχοδιωκτικού πνεύματος των corsairs-capitalists και της προτεσταντικής ηθικής, οι κατιόντες επίγονοί του έφτιαξαν ένα καινούργιο κοκτέιλ με τα πιο απεχθή συστατικά του προηγούμενου. Από τους κουρσάρους κράτησαν τη ληστρική ροπή αλλά όχι την παράτολμη διάθεση και από τους προτεστάντες τη φιλαργυρία αλλά όχι και την προθυμία επανεπένδυσης ιδίων κεφαλαίων.

Οι σημερινοί πολυεκατομμυριούχοι λοιπόν, δεν είναι τίποτε αετονύχηδες αλλά κοράκια που κόβουν κύκλους πάνω από την κάθε εθνική οικονομία, προτιμώντας να παίζουν με ξένα λεφτά και ελάχιστο ρίσκο. Ιδρύουν επενδυτικές εταιρείες σπεκουλάροντας πάνω στην πλάτη όσων τους εμπιστεύονται και εξασφαλίζουν με δωροδοκίες σκανδαλωδώς ευνοϊκούς όρους σε κρατικές παραγγελίες. Όταν οι μπίζνες πάνε καλά τσεπώνουν τα κέρδη φοροδιαφεύγοντας ανενόχλητοι κι αν το πράγμα στραβώσει καταφεύγουν στο δημόσιο για να τους ξελασπώσει με το υστέρημα των φορολογούμενων.

Οι πιο θρασείς ανάμεσά τους, τύποι σαν τον Μπερλουσκόνι, τον Τράμπ και εσχάτως τον Ρίσι Σούνακ, σκέφτονται μάλιστα ότι αφού ο δημόσιος κορβανάς έχει μετατραπεί λαθραία σε παράπλευρο ιδιωτικό τους ταμείο, ήρθε ο καιρός να επισημοποιήσουν την μετατροπή αναλαμβάνοντας οι ίδιοι τη διαχείρισή του. Μ’ αυτή τη φιλοδοξία βγαίνουν στην αγορά, ηγούνται παλαιών παρατάξεων ή φτιάχνουν νέα κόμματα και κατεβαίνουν στις εκλογές. Αντί δηλαδή, όπως συνέβαινε άλλοτε, ν’ αφήνουν το υπηρετικό πολιτικό τους προσωπικό να κάνει διακριτικά τη βρώμικη δουλειά, ανακατεύονται οι ίδιοι με τα πίτουρα — και το πιο θλιβερό: οι πολίτες των δυτικών δημοκρατιών είναι πλέον τόσο μεταλλαγμένες κότες που όχι μόνο δεν τους τρώνε αλλά τους ψηφίζουν! (περισσότερα…)

περαστικά & παραμόνιμα | 10:22

*

Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Ο Ηρόστρατος απέβλεπε στην υστεροφημία – και με τον άρρωστο τρόπο του την εξασφάλισε. Ετούτοι εδώ αγωνίζονται για την 15λεπτη δόξα του Ουώρχολ – και, ταιριαστά, χρησιμοποιούν τα μέσα που εκείνος τούς δίδαξε. Ας μην παρίσταναν, τουλάχιστον, πως μια τοματόσουπα περιχυμένη πάνω στα «Ηλιοτρόπια» του Βαν Γκογκ, ή ένας πουρές πάνω σ’ ένα ειδύλλιο του Μονέ συνιστούν «διαμαρτυρία», αγώνα τάχα υπέρ του περιβάλλοντος… Όλη η εξηλιθίωση της Δύσης σε ένα στιγμιότυπο.

~.~

Τι παρέχουν στον άθεο τα έργα της πίστης; Μια ματιά στα παθήματα της ιστορίας; Τη βύθιση στη ζεστή συλλογική αγκαλιά; (Παλιά πικρή αλήθεια: οι αμφισβητίες αναμεταξύ μας δεν συγκροτούμε κοινότητα, ζούμε και πορευόμαστε φερέοικοι…) Τη λύτρωση από τα έσχατα ερωτήματα, έστω και με τη μέθοδο του γόρδιου ξίφους; Τη νοσταλγία των Ουρανών; Την γνώση πως όλα είναι μάταια, ακόμη και η ίδια αυτή διαπίστωση; Τη φιλύποπτη αναζήτηση της ρωγμής στην ομολογία του άλλου; Τον αυτεπίστροφο καγχασμό του υπερόπτη που καθαιρεί τον Παντογνώστη μόνο και μόνο για να καταλάβει εκείνος τον θρόνο του; Ή απλώς τελικά μια επαλήθευση: ότι τ’ ανθρώπινα σ’ όποια τους πάντα εκδοχή, ένθεν και ένθεν κάθε «πιστεύω», μένουν τα ίδια; (περισσότερα…)

Εξομολογήσεις της Κολλέτ

*

Η Colette υπήρξε πόρνη της Μασσαλίας στη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Τα γραπτά της συλλέχθηκαν από τους αστυνομικούς που τη βρήκαν στραγγαλισμένη στο κρεβάτι της, την Άνοιξη του 1922. Ο δολοφόνος της δεν αποκαλύφθηκε ποτέ.

*

…Δεν ξεχνώ το βλέμμα των ανδρών που κοιτώντας με εισχωρούνε μέσα μου.

Έμαθα να το εκτιμώ πάντα περισσότερο από τα κλειστά βλέφαρα άλλων που ούτε για λίγο δεν μου αποκαλύπτουν γυμνή και την ψυχή τους.

Εκθέτω όσο μπορώ το αιδοίο και τον πρωκτό μου στην απόλυτή τους διάκριση. Βαστάω τα πόδια μου ανοιχτά για νά ’ρθουν κοντά μου, βαθιά μες στο κορμί μου, όσο πιο πολύ γίνεται, να δω το πρόσωπο με τους σπασμούς των μυών γύρω απ’ το στόμα, το μέτωπο και τα φρύδια, τα μάτια τους.

Μάτια άλλοτε λαμπερά, υγρά απ’ τη συγκίνηση, άλλοτε θολά από μέθη ή λαγνεία, κάποιες φορές κόκκινα, φλογερά, τρομακτικά που κρύβαν βία. Ματιές γεμάτες πόθο, χαρά, έπαρση κατακτητή ή θηρευτή που μόλις κατέβαλε το θήραμα του και το απολαμβάνει. Ματιές απροσπέλαστες ανθρώπου που βλέπει όραμα σε έκσταση βακχική και το βλέμμα του δεν εστιάζει πουθενά αλλού από τον δικό του κόσμο. Μάτια τρυφερά, χαρούμενα, μάτια σκληρά, μάτια τρελά, μάτια γεμάτα υποτίμηση ίσως κι αηδία, αδιάφορα μάτια.

Τους παρατηρώ καθώς η ανάσα τους βαραίνει, τα ρουθούνια τους διευρύνονται, μια κοκκινίλα απλώνεται στο πρόσωπο και το λαιμό τους, κουβέντες ακαταλαβίστικες βγαίνουν από τα χείλη τους που ξέρω πως συνήθως δεν με αφορούν. Ο ρυθμός της διείσδυσής τους επιταχύνεται όσο πλησιάζουν στην κορύφωση. Απολαμβάνω τότε να έρχομαι ακόμα πιο κοντά αυξάνοντας τον ερεθισμό τους. Θέλω να νοιώσω και τα σκληρά τους χέρια στο λαιμό και τα μάγουλά μου, θέλω να γευτώ τον ιδρώτα, το σάλιο και το χνώτο τους και τότε τους κοιτώ ίσια στα μάτια προσπαθώντας να μπω μέσα τους πιο βαθιά απ’ ό,τι εκείνοι σε μένα.

Σπάνια κρατούν τα μάτια ανοιχτά ως το τέλος. Οι περισσότεροι σαν πλησιάζουν στην κορυφαία στιγμή κλείνουν τα βλέφαρα σφιχτά και με έναν σπασμό στο πρόσωπο τελειώνουν. Όταν πάλι ανοίξουν τα βλέφαρά τους είναι ξανά άλλοι άνθρωποι. Σε άλλη διάσταση εκστασιάζονται, βακχεύουν και σε άλλη ζούνε την καθημερινή τους τη ζωή. Αυτό για μένα είναι γνώση και εμπειρία ανεκτίμητη.

Σε εκείνους ωστόσο που με κοιτούν αδιάκοπα ως το τέλος, τους θαρραλέους που δε φοβούνται –όποια προαίρεση φωτεινή ή σκοτεινή κι αν έχουν– να αφήσουν τη ψυχή τους να φανεί και να ενωθεί μαζί μου, σε εκείνους χαρίζω εγώ τον οργασμό μου. Σ’ αυτούς που ξέρουν τα ένστικτά τους και δε τα κρύβουν. Σ’ αυτούς που δεν λογοδοτούν για τον πόθο, τη λαγνεία, την όποια τους επιθυμία. Με αυτούς αφήνομαι, με αυτούς ταξιδεύω, χάνομαι και πια δεν τους παρατηρώ. Ακολουθώ το ρυθμό τους, εγκαταλείπω κάθε μου άμυνα, κλείνω τα μάτια και μαζί τους τελειώνω.

Α.Χ.

*

*