Νίκος Λεβέντης

Θα μπορούσε να ’χε φορέσει τις πυτζάμες του…

Νίκος Λεβέντης (1947-2024)

~.~

Μια πραγματική εκ των προτέρων βίωση
του θανάτου ενός συγγραφέα

της ΗΡΩΣ Τ.

~.~

Αλλά και τι θα άλλαζε, αφού πήγαινε κατευθείαν κατά Εκεί!

Ρούχο (σλαβ. ruho), ένδυμα, φόρεμα, ιμάτιο… Ήξερε, είχε έρθει η ώρα να απεκδυθεί κάθε κάλυμμα του σώματός του. Τώρα πια δεν χρειαζόταν τίποτε από αυτά. Ήταν γραφτό να πάρει πάλι τη μορφή με την οποία μπήκε από την πόρτα της μάνας του στον κόσμο, νυμνός[i].

Όταν είχε τηλεφωνήσει στη Χλόη να έρθει να του κάνει παρέα, δεδομένης της σε πλήρη εξέλιξη μετακόμισής του σε νέα γειτονιά, δεν ήταν και πολύ στα καλά του. Μετά από παρακλήσεις της φίλης του υποσχέθηκε ότι την επομένη θα πήγαινε στο Νοσοκομείο να κάνει τις απαραίτητες εξετάσεις, μια που ανάσαινε με μεγάλη δυσκολία. Την είχε ωστόσο παρακαλέσει να του φέρει πυτζάμες για να έχει να φορέσει εκεί που θα πήγαινε.

Εκεί που πήγε τελικά, μα και σε Νοσοκομείο να είχε προλάβει να πάει, η Νοσοκόμα θα του έλεγε ή θα έλεγε στη συνοδό του, ότι τα ρούχα ήταν πια περιττά. Και όπως συνήθιζε, μετά από τα θέσφατα της λειτουργού του Νοσοκομείου, θα έφερνε στο μυαλό του τις συγκεκριμένες σχετικές γραμμές της επιστολής του Ρομπέρ Ντεσνός από το στρατόπεδο συγκέντρωσης de Flöha en Saxe στην αγαπημένη του Youki:

«Στείλε μου πακέτα πολλά πακέτα… γέμισέ τα με τρόφιμα, κάλτσες, σαπούνι, καπνό… Όχι ρούχα…»

και στα τελευταία του (1945), τότε που πήγαν να τον βρουν καλλιτέχνες, ποιητές, ανάμεσά τους ο Ελυάρ, συνεχίζοντας να της γράφει:

«Μόνο τροφές, ταμπάκο, σαπούνι… Όχι ενδύματα πολιτικά… Το μόνο καταφύγιο που μου μένει είναι η ποίηση».

Τον Γάλλο ποιητή τον βασάνιζαν οι ναζί, ετούτον εδώ, τα βάσανα της καθημερινότητάς του που τον έκαναν να μετακομίζει μια ζωή από σπίτι σε σπίτι και να μην βρίσκει παρηγοριά. Η μόνη του ανάσα ήταν και σ’ αυτόν τα βιβλία και η ποίηση, που συνοδευόταν πάντα και από την αγάπη της ζωγραφικής κυρίως, αλλά και της μουσικής.

Οι τελευταίες δοξαριές της ζωής του ήταν η αγκαλιά με αυτά τα σπάνια βιβλία που συντρόφευαν τα τελευταία του χρόνια, τους τελευταίους μήνες, τις τελευταίες στιγμές. Ίσως και οι γυναίκες. Αλλά δεν είχε άλλο κουράγιο, ίσως και να ήθελε να μείνει στη μία, αλλά και αυτή είχε απομακρυνθεί. (περισσότερα…)

Ἀποχαιρετισμὸς στὸν ἄνθρωπο, ποιητὴ καὶ φίλο Νίκο Λεβέντη καὶ ὥριμο Καλωσόρισμα στὸ ἔργο του

*

του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΤΙΛΗ

 (ἐπιμνημόσυνο τρίπτυχο)

I.

1976-1977. Ἦ­ταν κά­ποι­ο ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­να τὰ ζε­στὰ Κα­λο­καί­ρια τῆς Με­τα­πο­λί­τευ­σης, ὅ­ταν τὰ δύ­ο ζευ­γά­ρια ἔ­βγαι­ναν μα­ζὶ γιὰ κά­ποι­ον και­ρὸ βρά­δυ Σαβ­βά­του – δι­ά­λειμ­μα δρο­σε­ρὸ μὲ φόν­το τὴν πυ­ρε­τώ­δη ἀ­με­ρι­μνη­σί­α τῆς Ἐ­πο­χῆς. Τὸ ἄ­κου­γα κα­θα­ρὰ σὰν τώ­ρα ἀ­πὸ τὴν Ἰ­ω­άν­να Ζερ­βοῦ, τὴν πα­ρά­φο­ρη Ὑ­πα­τί­α ἀ­πὸ τὸ φι­λο­σο­φι­κὸ πρω­το­ξύ­πνη­μα τῆς ἔμ­φυ­λης νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τας στὴ ρὶβ γκὼς τοῦ Ση­κουά­να: Ὑ­πάρ­χουν τρεῖς Ἕλ­λη­νες ἐ­κεῖ ποὺ ἡ ἐ­πι­στρο­φή τους στὴν Ἑλ­λά­δα θὰ ἀλ­λά­ξει τὸ το­πί­ο τῶν ἑλ­λη­νι­κῶν γραμ­μά­των! Κα­τά­πλη­κτος ἄ­κου­γα τρί­α ἐν­τε­λῶς ἄ­γνω­στά μου ὀ­νό­μα­τα συ­νο­μι­λή­κων: Κω­στῆς Πα­πα­γι­ώρ­γης, Ἀν­τώ­νης Ζέρ­βας, Νί­κος Λε­βέν­της! Πῶς!; Δὲν ἦ­ταν ἡ γε­νιὰ τοῦ ‘70, ὁ Γιά­ννης Κον­τός, ὁ Βα­σί­λης Στε­ριά­δης, ἡ Τζέ­νη Μα­στο­ρά­κη ποὺ ἔ­γρα­φαν τὶς φρέ­σκες λαμ­πρὲς ποι­η­τι­κὲς σε­λί­δες τῶν χρό­νων μας;…

Τὴν ἀ­πάν­τη­ση τὴν ἔ­δω­σε χρό­νια με­τὰ ὁ ποι­η­τὴς Δη­μή­τρης Ἀρ­μά­ος: «Δὲν θὰ εἶ­ναι ἡ μο­να­δι­κὴ ἐ­πο­χὴ ποὺ οἱ καρ­ποί της ὡ­ρί­μα­σαν στὸ ὑ­πέ­δα­φος.»

Ἡ ὑ­περ­κρα­τού­σα γε­νιὰ τοῦ ’70, αὐ­το­τε­λει­ώ­θη­κε θε­α­μα­τι­κῶς στὸ πα­λιμ­παι­δι­κὸ reunion της στὶς 19:30 τῆς Δευ­τέ­ρας τῆς 23ης Ὀ­κτω­βρί­ου 2017 στὸν κι­νη­μα­το­γρά­φο Ἀ­τλαν­τίς, στὸν ἀ­ριθ­μὸ 245 τῆς Λε­ω­φό­ρου Βου­λι­αγ­μέ­νης:

*

*

Οἱ νέ­οι θέ­λουν πάν­τα νὰ φθά­σουν νω­ρίς. Γέ­μι­σε γρή­γο­ρα ἡ Δι­ψα­σμέ­νη Με­τα­πο­λί­τευ­ση ἀ­πὸ νέ­ους φθα­σμέ­νους. Τὸ φθά­σι­μο κλη­ρο­δο­τή­θη­κε ὡς ὑ­ψη­λὴ αὐ­τα­ξί­α στὶς ἑ­πό­με­νες γε­νι­ές. Οἱ μη­χα­νὲς πα­ρα­γω­γῆς τους στὴν Ἑ­ται­ρεί­α Συγ­γρα­φέ­ων καὶ στὸν Κύ­κλο Ποι­η­τῶν δου­λεύ­ουν νυ­χθη­με­ρόν. Δὲν προ­λα­βαί­νεις νὰ ξε­φυλ­λί­σεις πιὰ τὰ (συ­νή­θως κα­τα­σκευ­α­σμέ­να) πει­στή­ρια… (Γιὰ τοὺς ἀ­πέ­ξω φρον­τί­ζει ἱ­πτά­με­νος ἕ­νας Ἵ­κα­ρος-Μπαμ­πα­σά­κης-στὸν-Κό­σμο-Του.) (περισσότερα…)