Μαίρη Όλιβερ

Mary Oliver, Λάμπες

*

Στίς ὀκτώ, ὄχι ἀργότερα
Ἀνάβεις τίς λάμπες,

Τή μεγάλη πλάι στό φαρδύ παράθυρο,
Τή μικρή πάνω στό γραφεῖο σου.

Δέν προορίζονται γιά νά βλέπεις περνώντας –
Ἔξω πλανιέται τό λυκόφως πάνω ἀπό τήν ἄμμο,

Τίς χαμηλές βελανιδιές καί τά κούμαρα.
Ἀκόμη καί τά μικρόπουλα δέν ἔχουν καταλαγιάσει

Πέφτοντας γιά ὕπνο, ἀνέγγιχτα (περισσότερα…)

Ὀξύ

*

ΟΞΥ

Στήν Τζακάρτα
ἀνάμεσα στούς ἐμπόρους
λουλουδιῶν καί ἀναψυκτικῶν,
εἶδα ἕνα παιδί
μ’ ἕνα φρικιαστικό στόμα,
νά ζητιανεύει,
καί κατάλαβα πώς ἡ πληγή εἶχε προκληθεῖ
γιά νά παραμείνει μ’ ἕναν τρόπο ζωντανό.
Αὐτό πού τοῦ ἔδωσα
δέν θά μποροῦσε οὔτε σκύλο νά κρατήσει ζωντανό.
Αὐτό πού μοῦ ἔδωσε
ἀπό τό μαῦρο νόμισμα
τοῦ ἱδρωμένου του προσώπου
ἦταν μιά πανούργα ματιά.
Τήν κουβαλάω
σάν σταγόνα ἀπό ὀξύ
γιά νά θυμᾶμαι πῶς,
μιά στά τόσα,
μπορεῖς νά συρθεῖς ἔξω ἀπό τή δική σου ζωή
καί νά γίνεις κάποιος ἄλλος –
ἐκπυρσοκρότηση
ἐκείνου τοῦ συρμάτινου πλέγματος
πού ἀποκαλοῦμε φαντασία.
Ὑποθέτω δέν θά τό ξαναδῶ ποτέ.
Ἀλλά τί θά γίνει μ’ αὐτό τό ράκος,
τούτη τή σκιά
ἀποριγμένη σάν σῶμα ἀγοριοῦ
στούς τοίχους
τοῦ νοῦ μου, αἱμορραγώντας
τήν πικρόχολη γεύση του –
ὕβρη καί ὀργή,
τούς μεγάλους ὑποκινητές;

ΜΑΙΡΗ ΟΛΙΒΕΡ

New and Selected Poems, Vol. 1, Beacon Press, 1992

~.~

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης
ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

*

*

*

Μαίρη Όλιβερ, Πέρα ἀπό τή ζώνη τοῦ χιονιοῦ

*

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

Πέρα ἀπό τή ζώνη τοῦ χιονιοῦ

Ἐκφωνητές ἀπό τοπικούς σταθμούς, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλον, ἀπαριθμοῦν καταστροφές σάν ἀπαγγελίες σκοτεινῶν ποιημάτων
Ὅπως συμβαίνει πάντα στά δόντια τοῦ χειμώνα.
Ἀλλά γιά ἄλλη μιά φορά ἡ θύελλα μᾶς προσπερνᾶ:
Συνηθισμένα μέτριο κι ὄμορφο, τό χιόνι στρώνεται
Ἐνῶ παιδιά μέ ξεφωνητά ἐπιστρέφουν στό παιχνίδι,
Καί γελαστοί πολίτες κουκουλωμένοι ἀκόμη μιά φορά
Καθαρίζουν τά ἄνετα τους μονοπάτια τῆς καύχησης καί τῆς φιλικῆς ὑποδοχῆς.

Καί τί ἄλλο θά μπορούσαμε νά κάνουμε; Ἄς εἴμαστε εἰλικρινεῖς.
Δυό πολιτεῖες βόρεια, ἡ θύελλα πῆρε ζωές.
Δυό πολιτεῖες βόρεια, γιά μᾶς, εἶναι πάρα πολύ μακριά, –
Μιά χώρα δέντρων, μιά περιοχή πάνω σέ χάρτη,
Ἕνας ἄγριος τόπος, οὔτε πῆγε κανείς ἐκεῖ ποτέ, – ἔτσι κι ἐμεῖς
Εὔκολα λησμονᾶμε κάθε μακρινό θανατικό.

Εἰρηνικά ἀπό τίς παγωμένες μας αὐλές παρακολουθοῦμε
Τά παιδιά μας νά τρέχουν στούς ἥπιους λευκούς λόφους.
Αὐτό εἶναι τό τοπίο πού κατανοοῦμε, –
Κι ὅσο ἡ ἀρχή τῶν πραγμάτων παραμένει ριζωμένη,
Πῶς τά παραδείγματα νά μᾶς βγάλουν ἀπό τήν ἡρεμία μας;
Δέν λέω πώς δέν εἶναι σφάλμα.
Λέω μόνον πώς, παρεκτός κι ἄν ἔχουμε ἀγαπήσει,
Ὅλα τά νέα καταφθάνουν σάν ἀπό μιά πολύ μακρινή χώρα.

MARY OLIVER

*

 

 

Μαίρη Ὄλιβερ, Οἱ λιμνοῦλες

*

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

ΟΙ ΛΙΜΝΟΥΛΕΣ

Κάθε χρόνο
τά νoύφαρα
ἀνθίζουν τόσο ἀψεγάδιαστα
Δέν πιστεύω στά μάτια μου πώς

εἶναι τό φῶς τους αὐτό πού πληθαίνοντας ἀγκαλιάζει
τίς μαῦρες,
λιμνοῦλες τοῦ μεσοκαλόκαιρου.
Κανείς δέν θά μποροῦσε νά τά μετρήσει ὅλα τους –

Τά μοσχοπόντικα κολυμπώντας
ἀνάμεσα στά πέταλα τῶν νούφαρων καί τά χορτάρια
μποροῦν ν’ ἁπλώσουν
τά μυώδη τους μπράτσα καί ν’ ἀγγίξουν (περισσότερα…)

Μαίρη Όλιβερ, Γεθσημανή

*

Μετάφραση Νατάσα Κεσμέτη

ΓΕΘΣΗΜΑΝΗ

Τό γρασίδι ποτέ δέν κοιμᾶται.
Οὔτε τά ρόδα.
Τό νερόκρινο δέν ἔχει κάποιο κρυφό βλέφαρο κλειστό ὥς τό ξημέρωμα.

Ὁ Ἰησοῦς εἶπε, περιμένετε μαζί μου. Ἀλλά οἱ μαθητές κοιμήθηκαν.

Ὁ γρύλος ἔχει μιά τόσο λαμπερή οὔγια στά πόδια του,
καί, τό παρατηρήσατε, τραγουδάει μέ ὅλο του τό σῶμα,
κι ἕνας θεός ξέρει ἄν ποτέ κοιμᾶται.

Ὁ Ἰησοῦς εἶπε, περιμένετε μαζί μου. Κι ἴσως τ’ ἀστέρια περίμεναν, ἴσως
ὁ ἄνεμος τυλιγμένος τόν ἑαυτό του σάν ἀσημένιο δέντρο, δίχως νά σαλεύει,
ἴσως
ἡ λίμνη μακριά, ἐκεῖ ὅπου κάποτε περπάτησε λές πάνω σέ
γαλάζιο ὁδόστρωμα,
ἔμεινε ἀκίνητη καί περίμενε, ὁλότελα ἀφυπνισμένη.

Ὤ τ’ ἀγαπημένα σώματα, καμπουριασμένα, καί μέ μάτια κλειστά, ἀνίκανα
νά φρουρήσουν τήν ἐπαγρύπνηση, πόσους λυγμούς θά εἶχαν κλάψει,
τόσο ἀνθρώπινα, γνωρίζοντας πώς κι αὐτό
πρέπει ν’ ἀποτελεῖ μέρος τῆς ἱστορίας.

MARY OLIVER
Ἀπό τήν ποιητική συλλογή Δίψα, 2006
Πίνακες: Ὀρέστη Κανέλλη (1910, Σμύρνη-1979, Ἀθήνα), Ἐλιές

*

*

Τό παράδειγμα τῆς Μαίρης Ὄλιβερ καί ἡ αἱμομεικτική κακοποίηση μικρῶν παιδιῶν στήν ποίηση

Εἰσαγωγή, Μετάφραση, Ἐπίμετρο, Νατάσα Κεσμέτη

Ἐπειδή τό θέμα τῶν ποιημάτων πού ἀκολουθοῦν εἶναι περισσότερο ἀπό ἀκανθῶδες, θεώρησα πώς πρέπει νά προηγηθοῦν οἱ λόγοι πού μέ ὁδήγησαν στό νά τά διαλέξω, καί κατόπιν νά ἀκολουθήσουν οἱ μεταφράσεις. Μπορῶ νά βεβαιώσω τόν ἀναγνώστη πώς οὔτε ἡ εἰλικρίνεια τῆς Ἀμερικανίδας ποιήτριας, οὔτε ἡ γενναιοδωρία τῆς καρδιᾶς της, οὔτε ἡ διακριτική λεπτότητα τῆς πνευματικότητάς της κινδυνεύουν νά θιγοῦν ἀπό τούτη τήν εἰσαγωγή. Οὔτε ἐπίσης θά χαθεῖ τό ξάφνιασμα πού μᾶς προκαλεῖ ἡ καλή ποίηση, μέ ὅποιο θέμα κι ἄν ἔχει νά κάνει. Καθώς ὅμως ἡ ἐλαφρότητα μέ τήν ὁποία προσεγγίζονται σήμερα, ἴσως ὅσο ποτέ ἄλλοτε, τά ζοφώδη μυστήρια τοῦ ἀνθρώπου, αἰσθάνομαι πώς ὀφείλω νά τονίσω πώς δέν εἶναι τοῦ καθενός νά προχωρεῖ στίς μεγάλες σκοτεινιές τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, πόσο μᾶλλον νά τίς ἐκθέτει γράφοντας γι’ αὐτές – καί δή ποιήματα!


Θεώρησα ἀκόμη πώς μποροῦν νά ἀποτελέσουν ὁδοδεῖκτες σ’ἕνα ἐπίφοβο καί κρημνῶδες μονοπάτι, πρωτίστως ἀποτρέποντας τούς ἀνέτοιμους καί ἀνώριμους νά τό πάρουν, μιμούμενοι, ἴσως, τό παράδειγμά της. Ἡ πρώτη ἀποτροπαϊκή λειτουργία ἀφορᾶ στήν προληπτική φροντίδα τοῦ ἀποπειρώμενου νά χειριστεῖ μοιραῖες πληγές ὡς ὑλικό ποίησης, κάτι ἐπισφαλές γιά τήν ψυχική του ἰσορροπία, ἰδιαίτερα στούς καιρούς μας. Ἡ δεύτερη ἀποτροπαϊκή προειδοποίηση ἔχει νά κάνει μέ τήν διασφάλιση τοῦ ποιητικοῦ γεγονότος – τήν ἴδια τήν ποιητική πράξη. Καί τοῦτο, ἐπειδή τά βογγητά τῆς ὀδύνης καί τοῦ μίσους μπορεῖ νά δίνουν μικρή ἀνακούφιση σέ ἐξόχως ἀλγεινά τραύματα, δέν δημιουργοῦν ὅμως ἀπό μόνα τους τέχνη. Μᾶλλον τήν καταστρέφουν. Τό διατύπωσε θαυμάσια ὁ Φρόστ. (περισσότερα…)