Ευριπίδης

Οικείο και ανοίκειο στις έμφυλες ζεύξεις του Ευριπίδη

*

της ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ ΜΑΚΗ

~.~

«Κάθε άνθρωπος αλλάζει, όταν περάσει στη σιγουριά απ’ τη θέση του κινδύνου.»[1] Η φράση αυτή καταγράφει μια από τις κεντρικές δραματουργικές αρχές του Ευριπίδη: τις συνεχόμενες μεταβολές των ανθρώπων, καθώς αλλάζουν οι όροι της ζωής τους. Στις τραγωδίες του, η αρχή αυτή γίνεται ιδιαίτερα πολύσημη στις γυναικείες μορφές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται ο χορός των Τρωαδιτισσών γυναικών και των Βακχών. Στον Ευριπίδη οι έμφυλες κανονικότητες αντιστρέφονται, ό,τι θεωρείται οικείο στις ηγεμονικές κατασκευές της θηλυκότητας μεταλλάσσεται με αποτέλεσμα το οικείο να γίνεται ανοίκειο και τα όρια ανάμεσά τους να χαρακτηρίζονται από ρευστότητα. Η ρευστότητα αυτή του ανοίκειου στις έμφυλες ζεύξεις που παρατηρούνται στις τραγωδίες του Ευριπίδη καταγράφονται με πολυφωνικούς όρους που αποφεύγουν τον διδακτισμό. Το έμφυλο κατασκευάζεται μέσα σε συγκεκριμένες ιστορικότητες που μαρτυρούν την πρωτοτυπία και τους νεωτερισμούς του. Σε μια επικαιροποιημένη ανάγνωση των κειμένων με όρους παροντικούς η θεωρία του κοινωνικού κονστρουξιονισμού για το φύλο πραγματώνεται. Το φύλο δεν είναι μια συνεχής ουσιοκρατική παγίωση αλλά επιτελεστική πράξη. Οι λόγοι λοιπόν για τα φύλα κατασκευάζονται κοινωνικά και αλλάζουν διαρκώς ως προς το περιεχόμενό τους με βάση τους εκάστοτε κοινούς τόπους και το ιστορικό, κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής. Οι αλλαγές δεν είναι απλώς ατομικές και προσωπικές. Αντίθετα, είναι έμφυλες, κοινωνικές και πολιτικές. Το οικείο – η μητρότητα, ο γάμος, οι σχέσεις των γυναικών μεταξύ τους και με τους άλλους μετατρέπονται σε ανοίκειες καταστάσεις κάθε φορά που εγγράφονται σε νέες ιστορικές και πολιτικές συνθήκες.

Όπως αναφέρει η Μεσσάρη[2], οι γυναίκες στις τραγωδίες του Ευριπίδη βγαίνουν από τον περιορισμένο χώρο του οίκου. Παύουν να είναι σιωπηλές και υπάκουες, και «σιγᾶν δ’ ὅπου δεῖ» γίνονται «θυελλώδεις», εκδικητικές και διεκδικητικές. Είναι επιπλέον αυτές που δίνουν φωνή και αποδίδουν δικαιοσύνη σχετικά με την αντιπολεμική συλλογιστική του Ευριπίδη που δεν διστάζει να ασκήσει κριτική στους νικητές του Τρωικού πολέμου, να δώσει φωνή στους ηττημένους και ηττημένες και να αμφισβητήσει ακόμα και την παντοδυναμία των θεών, μιλώντας για τους παραλογισμούς τους. (περισσότερα…)

Τόλμα δ᾽ ἐρῶσα…

*

(Ευριπίδη, Ιππόλυτος, στ. 476)

Τα λευκά μου μαλλιά τα κρεμώ στη λεύκα μπροστά στο παράθυρό σου
τα βράδια που λικνίζονται αργά νανουρίζουν το άδειο σου κρεβάτι.
Εκεί δίπλα στεκόταν παλιά η φωνή μου
αγγελιαφόρος της μεσότητας, μικρή μου Φαίδρα.
Όλοι αξιώνονται την παρηγοριά μιας πίστης στο ξέφωτο
μετά το τέλος του δρόμου
Μονάχα εγώ φάνηκα τόσο σκληρή και την αρνήθηκα
Τώρα η λογική μ’ οδηγεί στην ποινή μου.
Τα ξανθά σου μαλλιά χωρίζουν μικρούς σβώλους χώμα σε δρόμους.
Ψάχνω φτερά από περιστέρια να σ’ τα πλέξω,
όπως όταν ήσουν μικρή
και βρίσκω μόνο το σχοινί στον λαιμό σου. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος Η΄: Χριστός Πάσχων

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Χριστὸς Πάσχων

Έμμετρη απόδοση Θρασύβουλου Σταύρου

Παρότι για πρώτη φορά ο τίτλος εμφανίζεται στην πρώτη έκδοση του έργου (1542), σε όλα τα χειρόγραφα που μας παραδόθηκε, ο Χριστός πάσχων μνημονεύεται ως δημιούργημα του Γρηγόριου Ναζιανζηνού. Κι ενώ σχεδόν ομόφωνα ομονοούν πως δεν προέρχεται από την γραφίδα του Ναζιανζηνού, οι μελετητές συζητούν ακόμη τον χρόνο της δημιουργίας του, με τους περισσότερους πλέον να τοποθετούν τη συγγραφή του κατά τον ενδέκατο-δωδέκατο αιώνα κι ελάχιστους να επιμένουν σε μια προγενέστερη εποχή από τον έκτο αιώνα και εντεύθεν. Παραταύτα, η συζήτηση δεν έχει λήξει ακόμη μα κι ούτε έχει ειπωθεί και η τελευταία λέξη, όχι μόνο για τον χρόνο συγγραφής μα ούτε και για το πρόσωπο του συγγραφέα· εξακολουθούν να προσφέρονται διάφορες εικασίες και υποθέσεις. Ιδιόμορφο και άτεχνο για θεατρικό έργο (προσφέρεται μάλλον περισσότερο για ανάγνωση), ο Χριστός πάσχων παραμένει γνωστός ως η μόνη σχεδόν βυζαντινή τραγωδία, γραμμένη σε ιαμβικά τρίμετρα. Το ένα τρίτο του κειμένου προέρχεται από επτά τραγωδίες του Ευριπίδη (ιδιαίτερα τη Μήδεια και τις Βάκχες), τον Αισχύλο και την Αλεξάνδρα του Λυκόφρονα. [Την ευριπίδεια εμπνοή και προθετικότητά του ο συγγραφέας την δηλώνει ανοιχτά ήδη από τους προλογικούς στίχους του έργου.] Παράλληλα παρουσιάζει και πολλά δάνεια από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και από Απόκρυφα Ευαγγέλια, όπως του Νικοδήμου και το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου. Η δράση ξεκινά με τη σύλληψη του Ιησού και τελειώνει με την αναστάσιμη εμφάνιση του Χριστού στους μαθητές και την Παναγία στο σπίτι όπου ήταν συγκεντρωμένοι. Παρά το γεγονός πως το έργο μιλά για τα Πάθη του Ιησού, κύριο τραγικό πρόσωπο δεν είναι ο πάσχων Χριστός αλλά η πάσχουσα Μητέρα του, και δια μέσου του θρήνου και των δραματικών διαλόγων της με τα άλλα πρόσωπα, όπως ένας χορός παρθένων, ο Μαντατοφόρος, ο Ιωάννης ο Θεολόγος, η Μαγδαληνή, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος μεταξύ άλλων εκτυλίσσεται η υπόθεση. Ο Αλέξης Σολομός βλέποντας σε αυτό το έργο «το απαραίτητο γεφύρι ανάμεσα στην αρχαία τραγωδία και στη σύγχρονη δραματική αρχιτεκτονική», αποφαίνεται: «ο Χριστός Πάσχων είναι, σ’ εσωτερική διάθεση, η πρώτη πεντάπρακτη ευρωπαϊκή τραγωδία».

Από τους συνολικά 2610 (συν επιπλέον 30 στίχους του προλόγου), επιλέξαμε ορισμένους που εκφράζουν πιο έντονα και ζωηρά τον θρήνο της Παναγίας για το Πάθος του Χριστού, και σε ορισμένα σημεία μάλιστα απηχούν μια ορισμένη εκφραστική/γλωσσική οικειότητα/ομοιότητα με τους ψαλλόμενους μέχρι σήμερα εκκλησιαστικούς ύμνους και τα Εγκώμια του Επιταφίου. Η έμμετρη μετάφραση (δεκατρισύλλαβοι ίαμβοι) του Θρασύβουλου Σταύρου έγινε για την πρώτη σύγχρονη θεατρική παράσταση του έργου από το –τότε Βασιλικό- Εθνικό Θέατρο, στις 23 Απρίλη του 1964, και εκδόθηκε από την Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη. Οι φωτογραφίες της παράστασης, που συνοδεύουν την παρούσα ανάρτηση, προέρχονται από το Αρχείο του Θεάτρου.

~·~

*

(περισσότερα…)

Ευριπίδης, Ηλέκτρα (Μετάφραση-Επίμετρο Στρατής Πασχάλης)

 

*
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Δύο Στάσιμα και ένα απόσπασμα από το Επίμετρο της Ηλέκτρας του Ευριπίδη που θα κυκλοφορήσει σε λίγο καιρό από την Κάπα Εκδοτική, εν όψει της καλοκαιρινής παράστασης σε σκηνοθεσία Γιώργου Λύρα με την Μαρία Κίτσου και τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο στους κεντρικούς ρόλους.

~.~

ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ

Λαμπρά καράβια για την Τροία,
τ’ αμέτρητα κουπιά σάς οδηγούσαν,
κι εσείς δοσμένα στο χορό των Νηρηίδων,
ενώ πηδούσε το δελφίνι απ’ τη φλογέρα
γητεμένο πλάι στην πλώρη,
κι εκείνη σαν γαλάζιο αλέτρι
όργωνε τα νερά,
κατευοδώνατε της Θέτιδας τον γιο
που ’χε φτερά σε πόδια αλαφροπάτητα,
μα και τον Αγαμέμνονα,
καθώς ξεκίναγαν να παν στην τρωική
του ποταμού Σιμόεντα την όχθη.

Οι Κόρες του Νηρέα είχανε φύγει
απ’ τ’ ακρωτήρια της Εύβοιας
τ’ άρματα φέρνοντας και την ασπίδα –
έργα του ΄Ηφαιστου, που μόχθησε
για να τα πελεκήσει
σ’ αμόνι από χρυσό – (περισσότερα…)