ελληνικός κινηματογράφος

Ο Κόκκινος Δάσκαλος | Νύχτες του Ιουλίου 2025

*

Τετάρτη 16 Ιουλίου, 9μμ, Κινηματογραφική προβολή

Προβολή και Συζήτηση

Ο Κόκκινος Δάσκαλος

(σε σύμπραξη με τις Κινηματογραφικές Παραγωγές Περίπλους)

Δημοδιδάσκαλος και κομματικός καθοδηγητής, εθνικός ηγέτης επί Κατοχής και προδομένος από τους ίδιους τους συντρόφους του, ο Νίκος Πλουμπίδης είναι μια τραγικότερες μορφές της ελληνικής Αριστεράς. Και ως τέτοια τον βιογραφεί το ντοκυμανταίρ του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου που φέρνει στο φως ένα πλήθος στοιχείων για τη δράση και την προσωπικότητά του. Μετά το τέλος της προβολής, με τον σκηνοθέτη της ταινίας θα συνομιλήσει ο Κώστας Κουτσουρέλης.

Είσοδος ελεύθερη

*

Αστέρω | Νύχτες του Ιουλίου 2025

*

Τετάρτη 9 Ιουλίου, 9μμ
Κινηματογραφική προβολή με συνοδεία πιάνου

Προβολή και Συζήτηση

«Η Αστέρω»

(σε σύμπραξη με την Ταινιοθήκη της Ελλάδος)

Η Αστέρω, ποιμενικό ειδύλλιο γυρισμένο στις κορυφές των Καλαβρύτων τo 1929, υπήρξε η πρώτη μεγάλη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία του ελληνικού κινηματογράφου. Πρόκειται για μια βουκολική ματιά της Ελλάδας κατά τις αρχές του 20ού αιώνα μέσα από τον φακό των Αδελφών Γαζιάδη. Ο διακεκριμένος συνθέτης Φίλιππος Τσαλαχούρης που θα συνοδεύσει ζωντανά το φιλμ στο πιάνο αναβιώνοντας την παράδοση των μετά μουσικής προβολών του βωβού κινηματογράφου, συνέθεσε το έργο που θα ερμηνεύσει έπειτα από παραγγελία της Ταινιοθήκης της Ελλάδος και το παρουσίασε έκτοτε επανειλημμένα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, μεταξύ άλλων στη σκηνή του Ηρωδείου. Μετά το τέλος της προβολής, με τον συνθέτη θα συζητήσει ο Κώστας Κουτσουρέλης.

Είσοδος ελεύθερη

*

*

*

Σμιλεμένες ψυχές: Σκέψεις με αφορμή την τελευταία ταινία του Σταύρου Ψυλλάκη 

*

της ΛΙΛΑΣ ΤΡΟΥΛΙΝΟΥ

Ο Σταύρος Ψυλλάκης με τα ντοκυμαντέρ του σμιλεύει πορτρέτα ανθρώπων που αφηγούνται ιστορίες θάρρους, γενναιότητας, αυτογνωσίας. Με κύριο χαρακτηριστικό τους την σπαραχτική και φεγγοβόλα σωματικότητά τους, συνθέτουν μια συνταρακτική γλυπτοθήκη – 2000, “Ο άνθρωπος που ενόχλησε το σύμπαν” με το οδυνηρό παραλήρημα της τρέλας, 2009, “Άλλος δρόμος δεν υπήρχε” πέρα από εκείνον της αξιοπρέπειας που ακολούθησαν επικηρυγμένοι αντάρτες στα Χανιά με το τέλος του Εμφυλίου, 2014, “Μικρές ιστορίες Ρομά” ταπεινές ζωές και πολύχρωμα όνειρα, 2015, η “Ολυμπία” με την εγκυμοσύνη της να συμβαδίζει και να αντιπαλεύει με τον καρκίνο της, 2019, “Για χωρίς λόγους – συναντήσεις με τον Γιώργο Μανιάτη” τον εμπρηστικό του λόγο και τον εκκεντρικό του βίο, 2021, “Οφειλή”, απόδοση τιμής στη φιλία και στον Αλέκο Ζούκα, ξεφαντώματα στην Πυρσόγιαννη και εκμυστηρεύσεις του ρεπόρτερ για την εμπειρία του με τον καρκίνο, 2022, “Αποχαιρετισμός – Η Μνήμη του Τόπου”, ταξίδι μνήμης του πρώην αντάρτη του Δημοκρατικού Στρατού Γιάννη Λιονάκη στα θαλάσσια απόκρημνα σπήλαια του Αποκόρωνα όπου έζησε κρυμμένος επί 14 χρόνια με άλλους συντρόφους μετά το τέλος του Εμφυλίου, –για να αναφερθώ στις ταινίες του που είδα και μου έκαναν ισχυρή εντύπωση.

Διατρέχοντας το νήμα της συνολικής παραγωγής του μέχρι σήμερα, μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα πως η κινηματογραφική του γραφή είναι προσανατολισμένη στην αποτύπωση της πνευματικότητας του ανθρώπου, στην ανάδειξη της βαθύτερης ουσίας του που είναι η ευγένεια και η ανθρωπιά. Και νομίζω πως αυτό το πετυχαίνει περισσότερο στην τελευταία ταινία του “Σμιλεμένες ψυχές” (2025) που διαγωνίστηκε και κέρδισε πολύ σημαντικές διακρίσεις στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Το έργο εστιάζεται στην προσωπικότητα του φιλέλληνα οδοντιάτρου Ζυλιέν Γκριβέλ, που, ορμώμενος από την Ελβετία, με δική του απόφαση γίνεται για πολλά χρόνια (1972-1998) ο οδοντίατρος των λεπρών στο νοσοκομείο λοιμωδών νόσων Αγία Βαρβάρα, στο Αιγάλεω, όπου είχαν μεταφερθεί οι χανσενικοί από την Σπιναλόγκα και άλλα μέρη, μετά το 1957. Το θέμα της ταινίας δεν είναι η λέπρα καθεαυτή, αλλά η καταβύθιση του ανθρωπιστή γιατρού στα έγκατα της ζωής μέσα από την πυκνή και άφοβη συναναστροφή του με την λέπρα, στη μεθόριο εκείνη όπου η τρομερή ασθένεια της ζωής συνορεύει με τον θάνατο. (περισσότερα…)

«Σε κυνηγάνε;» Σχολιάζοντας την ταινία του Νίκου Κούνδουρου «Ο Δράκος»

*

του ΞΑΝΘΟΥ ΜΑΪΝΤΑ

Στον Στέλιο Χαραλαμπόπουλο 

Έτσι, σιγά, υποβλητικά! Σχεδόν συνωμοτικά.

— Σε κυνηγάνε;

Κι ύστερα με λίγες λέξεις αλλά ξεκάθαρα,

— Πες μου. Δεν καταλαβαίνεις είμαι μαζί σου.

Αυτή τη φορά ψιθυριστά.

— Αν ξανάρθουν το βράδυ, πρόσεξε να μη σε βρούν. Σκαρφάλωσε την πίσω μάντρα της αυλής σου, ύστερα άλλο ένα σπίτι, μια αυλή και μετά είναι το δικό μου. Έλα έχω τον τρόπο μου. Μπορώ να σε κρύψω.

Η φράση που αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του έργου.  Σε κυνηγάνε; Ο Δράκος του Κούνδουρου, 1956.  Ο Ντίνος Ηλιόπουλος, του λείπει το μουστάκι, αλλιώς θα ήτανε ίδιος ο Νίκος Πλουμπίδης. Κι αυτόν στο κάτω-κάτω ένας δικός του τον κάρφωσε στο τέλος.

Στην ανάκριση του Δράκου-Ντίνου Ηλιόπουλου ο εξευτελισμός και τα χάχανα των χωροφυλάκων. Γι’ αυτό πάντοτε έλεγες: Το βράδυ στο κρεββάτι με τα ρούχα. Να μην μας πιάσουν με τα σώβρακα, είναι θέμα τιμής. Κι όταν γύρισες σπίτι, κάπου αρχές Δεκεμβρίου, έπεφτες με το παντελόνι να πλαγιάσεις. Για ύπνο ποιος μιλάει τώρα;

Όχι δεν το θέλω έτσι. Προκαλώ την ταινία  και συνεχίζω με άλλο τρόπο. Αντίθετο, εντελώς αντίθετο. Ανακατεύω σκηνές.

— Γιατί σε φέρανε εσένα εδώ;

— Γιατί με πιάσανε.

— Γιατί σε πιάσανε;

— Δεν έτρεξα αρκετά γρήγορα. (περισσότερα…)

Ὁ Παπαδιαμάντης καὶ ἡ μεθερμηνεία τῶν ἰδεῶν

*

του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Ἕνα πρόσφατο ζήτημα στὸν ἑλληνικὸ μικρόκοσμο τῶν ἰδεῶν εἶναι κατὰ πόσο διαστρεβλώνεται ἢ ὄχι ὁ Παπαδιαμάντης ἀπὸ τὸ woke κίνημα καὶ τὴν ταινία Φόνισσα. Αὐτὸ ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ σκεφτοῦμε εἶναι, πρῶτον, κατὰ πόσο ἡ κατάσταση ποὺ περιγράφει ὁ Παπαδιαμάντης στὸ συγκεκριμένο διήγημα καὶ ἡ ταινία ἦταν ἡ συνηθισμένη στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο τοῦ 1900. Καθένας ἔχει τὶς δικές του οἰκογενειακὲς καὶ τοπικὲς ἀφηγήσεις καὶ ἀναμνήσεις. Ὅσοι δὲν ἔζησαν σὲ περιβάλλοντα ὅπου οἱ ἄντρες σήκωναν χέρι πάνω στὶς γυναῖκες, ὅπου οἱ γυναῖκες ἦταν μεταφορικὰ ζῶα, καὶ ὅσοι δὲν ἔχουν τέτοιες ἀναμνήσεις ἀπὸ τὴ (προ)γιαγιά τους ἢ τὴν (προ)γιαγιὰ τοῦ γείτονα καὶ τοῦ παραδιπλανοῦ γείτονα στὸ χωριό, ὅλοι αὐτοὶ ἀντικρίζουν τὴν σχετικὴ καταγγελία, παπαδιαμαντικὴ καὶ τῆς ταινίας, μὲ κάποια μικρὴ ἔκπληξη: Ἀφορᾶ ἕναν κόσμο ποὺ γι’ αὐτοὺς ἦταν ἀνύπαρκτος, πλάι στὸν δικό τους, τὸν μόνο ὑπαρκτό.

Ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ μὴν ἦταν παραδεισένιος ἢ κόσμος ἴσων δικαιωμάτων, ἀλλὰ σίγουρα οἱ γυναῖκες σὲ αὐτὸν δὲν δέρνονταν, δὲν δούλευαν στὰ χωράφια, δὲν τὶς ἀπατοῦσαν, καὶ σὲ αὐτὲς οἱ ἄντρες ἐμπιστεύονταν τὴ διαχείριση τοῦ εἰσοδήματος τῆς οἰκογένειας· ἄλλοτε, ἡ πολὺ συχνὴ ἀπουσία τοῦ Πατέρα, μακροχρόνια ἢ μόνιμη (λόγῳ ξενιτιᾶς ἢ θανάτου) συνεπαγόταν μιὰ οἰκογένεια προνεοτερικὴ στὴν ὁποία ἡ Μητέρα ἀσκοῦσε τὴν ἐξουσία, γιὰ νὰ μὴν σκεφτοῦμε γυναικεῖες μορφὲς ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἐπαναστατικὴ ἱστορία. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ δυὸ αὐτοὶ κόσμοι συνυπῆρχαν, καὶ ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς δύο δὲν ἦταν ἡ ἐξαίρεση κάποιου ἀνύπαρκτου κανόνα. Καὶ οἱ δύο ἦταν παρατηρήσιμα φαινόμενα. Κάθε καπέλωμα ἢ λήθη τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ ἀπὸ τὴν ἐποχή μας εἶναι σφάλμα· ὁ Παπαδιαμάντης φυσικὰ δὲν ἔκανε τέτοιο σφάλμα. (περισσότερα…)

Νίκος Ξανθόπουλος (14 Μαρτίου 1934 – 22 Ιανουαρίου 2023)

*
ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Νίκο Ξανθόπουλε, κοντεύεις τα ενενήντα
και ΤΟ ΠΑΙΔΙ είσαι ΤΟΥ ΛΑΟΥ μέχρι τα τώρα.
Εξήντα χρόνια κι αν απέχει το εξήντα,
ίδιος λαός κι ακόμα ίδια αυτή η χώρα.

Κι αν όλα «αλλάζουνε το δέρμα σαν το φίδι»₁
– όπως το γράφει ο ποιητής – ίδιο φαρμάκι
πίνει ο λαός, κι ίδια στημένο το παιχνίδι
από την Γαύδο ώς το Ιόνιο κι ώς την Θράκη.

Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΕΝΟΣ ΞΕΡΙΖΩΜΕΝΟΥ ξαναρχίζει:
απ’ την Μικρά Ασία πάλι στην Ελλάδα.
Το κύμα δάκρυ αρμυρό, που αίμα αφρίζει,
σαν σε ταινία που ξανάδες και ξανάδα.

Ο ΓΙΑΚΟΥΜΗΣ ΤΟΥ ΛΙΜΑΝΙΟΥ κάθε χαμάλης
που κουβαλά μία ζωή όλο το δίκιο
κι όλο το άδικο του κόσμου υπό μάλης
αλλά με μάτια καθαρά και λόγο αντρίκιο.

ΑΠΟΚΛΗΡΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, όποιος έχει
ΖΗΤΙΑΝΟΣ ΜΙΑΣ ΑΓΑΠΗΣ καταντήσει.
Κι εγώ ΑΓΑΠΗΣΑ ΚΑΙ ΠΟΝΕΣΑ, μα αντέχει
αυτός που ξέρει τον καημό του να γλεντήσει.

Λίγα ΤΑ ΨΙΧΟΥΛΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, όποιος προφτάσει.
Όμως Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΓΥΡΙΣΕ ΑΠ’ ΤΟΝ ΠΟΝΟ,
μπορεί με μια καλή κουβέντα να χορτάσει
και να ντυθεί με μια ζεστή ματιά σου μόνο.

Φταίει Η ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ή φταίει η τόση
απανθρωπιά, που «των τεράτων παίρνει όψη»;₂
Ποιος ΑΕΤΟΣ ΤΩΝ ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΩΝ θα σηκώσει
κεφάλι, δίχως ο αφέντης να το κόψει;

Νίκο Ξανθόπουλε, μας έφαγε η κουλτούρα,
τα ειδικά effe, τα τέλειας λήψης πλάνα,
η foul και high-definition σαβούρα,
και λησμονήσαμε εντελώς την λέξη «μάνα»

και «φίλος», φίλος γκαρδιακός, «λόγο» και «μπέσα» –
γίναν ασπρόμαυρα σαν φιλμ μελό, φθαρμένο.
Την κοινωνία μου γαμώ, να χέσω μέσα
στο νέο που ’ν’ απ’ το παλιό πιο παλιωμένο.

Νίκο Ξανθόπουλε, μεγάλωσα μ’ εσένα,
με τις ταινίες, τα τραγούδια σου τα ωραία.
Όλα φτωχά και ταπεινά, μα στο καθένα
υπάρχει η αγάπη, που τα κάνει όλα σπουδαία!

Νίκο Ξανθόπουλε, την ποίηση απαρνιέμαι
στον χρόνο πίσω εάν δέχεσαι να πάμε.
Γίνε πατέρας μου, αφού ορφανός λογιέμαι,
κι εγώ φτωχόπαιδο, όπως ήμουν, θέλω να ’μαι

και να δουλεύω γκαρσονάκι εκεί στο πλάι
του παλαιοβιβλιοπωλείου της ταινίας,
γιατί εδώ που ζω – ο Θεός να με φυλάει! –
είμ’ ο Ξανθόπουλος μιας ξένης κοινωνίας.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΣ
Από το βιβλίο Μαύρη Βίβλος της σύγχρονης ελληνικής ποίησης, 2021

___________
₁ Μιχάλης Γκανάς
₂ Οδυσσέας Ελύτης

*