Month: Σεπτεμβρίου 2025

Διπρόσωπος εαυτός

Η συλλογή Εσύ που νομίζω της Αντωνίας Γουναροπούλου αποτελεί μια σύνθεση που κινείται ανάμεσα στη μνήμη και στη λήθη, ανάμεσα στην καθημερινή εμπειρία και στη συμβολική της μεταμόρφωση. Ο λόγος της ποιήτριας δεν επιδιώκει την ευθύγραμμη αφήγηση αλλά κατασκευάζει έναν κόσμο θραυσμάτων, όπου οικογενειακές φιγούρες, ιστορικά ίχνη και προσωπικά βιώματα διασταυρώνονται για να συγκροτήσουν έναν ποιητικό χάρτη ταυτότητας. Η γραφή της Γουναροπούλου συλλαμβάνει την αμφισημία του εαυτού και την αποτυπώνει με γλώσσα ελλειπτική, μουσική και συχνά οδυνηρή, δημιουργώντας μια συλλογή που λειτουργεί ταυτόχρονα ως τόπος μνήμης και ως άσκηση αυτογνωσίας.

Από τα σημαντικότερα ποιήματα της συλλογής είναι «Η μητέρα» (σελ. 4), αλληγορία για τη μνήμη, τη γυναικεία ταυτότητα και τη σχέση μάνας και κόρης μέσα στον χρόνο. Η μητέρα οδηγείται από «ξεναγούς» σε λεωφόρους, πλατείες, οικοδομές και μαιευτήρια. Μια πορεία που συμπυκνώνει τις φάσεις της ζωής της, από τη γέννα ως την κοινωνική της παρουσία. Η κορύφωση έρχεται όταν φτάνειΚριτική στη ποιητική συλλογή «Εσύ που νομίζω» της Αντωνίας Γουναροπούλου στην «Ωραία Πύλη», εικόνα που συνδυάζει το ιερό με το απειλητικό, καθώς πίσω από τον καθρέφτη διακρίνεται μια «σκαλιστή λαιμητόμος». Η μητέρα εδώ στέκει μπροστά σε ένα όριο ανάμεσα στο παρελθόν και στη λήθη.

«Στράφηκε τότε η μητέρα
και με αναζήτησε,

αλλά εγώ είχα γίνει
η γυναίκα που ήμουν»

Το απόσπασμα αυτό συνιστά την κορύφωση μιας πορείας που ξεκινά με τη μητέρα ως καθοδηγούμενη φιγούρα και καταλήγει σε μια στιγμή αναγνώρισης που όμως έρχεται πολύ αργά. Το στρέψιμο της μητέρας είναι κίνηση τρυφερότητας και αναζήτησης, αλλά η κόρη, έχοντας ήδη «γίνει η γυναίκα που ήταν», έχει απομακρυνθεί ανεπιστρεπτί από τον μητρικό δεσμό. Εδώ βρίσκεται το τραγικό στοιχείο του ποιήματος: η στιγμή που θα μπορούσε να σημαίνει την επανένωση, φανερώνει αντίθετα την οριστική απομάκρυνση. Το ποίημα λειτουργεί ως μεταφορά της ενηλικίωσης αλλά και της απώλειας. Η μητέρα δεν είναι απλώς πρόσωπο αλλά συμβολίζει τη μήτρα της μνήμης, τον τόπο της αρχής. Η κόρη, αναγνωρίζοντας τον εαυτό της ως «τη γυναίκα που ήταν», κλείνει τον κύκλο. Για να υπάρξει ως αυτόνομο υποκείμενο πρέπει να αφήσει πίσω της τη μητρική σκιά. Η φράση αποκτά ιδιαίτερη δύναμη μέσα από την επανάληψη: το να γίνεις «αυτό που ήσουν» σημαίνει ότι η ταυτότητα δεν οικοδομείται ως πρόοδος αλλά ως επιστροφή σε έναν πυρήνα που περιμένει να επιβεβαιωθεί. Η ένταση ανάμεσα στη μητέρα και την κόρη εδώ δεν είναι αμιγώς προσωπική αλλά υπαινίσσεται μια ευρύτερη συνθήκη, δηλαδή τη μόνιμη διαπραγμάτευση ανάμεσα στο παρελθόν που μας συγκροτεί και στην ανάγκη να σταθούμε έξω από αυτό. Το ποίημα μετατρέπεται έτσι σε στοχασμό για τη μνήμη και την αυτονομία, φωτίζοντας την πικρή αλλά αναγκαία στιγμή όπου η αναζήτηση του άλλου συναντά την επιβεβαίωση του εαυτού. (περισσότερα…)

Το δάχτυλο της σιωπής

*

του ΔΗΜΗΤΡΗ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΥ

~.~

Όλα τα κυπαρίσσια δείχνουνε μεσάνυχτα
Όλα τα δάχτυλα
Σιωπή
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Να βρεις γυναίκα στην Αθήνα μοιάζει εύκολο, μα λίγα πράγματα είναι εύκολα όταν φαίνονται εύκολα. Εννοώ γυναίκα για σχέση, όχι απλώς για πήδημα. Αν και το «απλώς» δεν είναι καθόλου απλό άμα πρόκειται για γυναίκα, και το «πήδημα» εμπεριέχει την πτώση: απ’ τον παράδεισο, από ύψος, απ’ οπουδήποτε μπορείς να τραυματιστείς, τέλος πάντων – όμως το πήδημα εις βάθος είναι το τρομακτικότερο, αλλά στον τρόμο εμπεριέχεται και η ανατριχίλα, η ξαδέρφη του πόθου και μητέρα της ηδονής. Εκεί, στα άδυτα των αδύτων της γυναίκας, στους κοραλλιογενείς υφάλους των επιθυμιών, δύτης παράτολμος ο άντρας αλιεύει διάπυρα μαργαριτάρια, κλεισμένα στο σαρκοφάγο στρείδι του κορμιού της.

Γυναίκες υπάρχουν πολλές στην Αθήνα, διαλέγεις και παίρνεις. Τρόπος του λέγειν, δηλαδή, το «διαλέγεις». Βασικά παίρνεις ό,τι πιάνει το χέρι σου. Και πιάνει ό,τι φτάνει η τσέπη σου κι ό,τι αξίζει το ταλέντο σου. Γιατί αλλοίμονο αν δεν ήθελε και ταλέντο η κατάκτηση ενός σάρκινου ποιήματος: της γυναίκας, του πολυπλοκότερου μηχανισμού της φύσεως, του άλυτου γρίφου της ζωής, μετά του χάσματος της μάζας στην θεωρία των Yang-Mills και των εξισώσεων Navier-Stokes, που παραμένουν άλυτοι 43 και 150 χρόνια αντίστοιχα.

Η γυναίκα μυρίζει το ταλέντο από μακριά, όπως τα λεφτά, και τα λεφτά όπως τα κεφτεδάκια στην κουζίνα.

Εσύ, αν ήσουν εμπόρευμα, πόσο θα πλήρωνες να σε αποκτήσεις; Κι αν δεν θα πλήρωνες, γιατί να (την) πληρώσει εκείνη; Πιστεύουμε πως αξίζουμε περισσότερο απ’ όσο αξίζουμε. Κι όσοι λένε πως δεν αξίζουν, πιστεύουν πως αξίζουν περισσότερο απ’ όσους πιστεύουν πως αξίζουν. Είμαστε υπερτιμημένα προϊόντα, δεν μας προτιμά το κοινό και βγαίνουμε σε προσφορά στις εκπτώσεις.

Να βρεις γυναίκα είναι δύσκολο, είτε στην Αθήνα είτε στην Ανδρομέδα, που να μην νιώθεις μόνος όταν δεν είσαι μόνος, που ν’ αδημονείς να την συναντήσεις κι όχι ν’ ανυπομονείς να την αφήσεις, που να δένετε σαν κόμπος ναυτικός, να κουμπώνετε σαν παλτό χειμωνιάτικο και να κολλάτε σαν μαγνητάκια στο ψυγείο.

Τέλος πάντων, το κουράσαμε το θέμα.

Ας μείνουμε στην αρχική πρόταση:

«Να βρεις γυναίκα στην Αθήνα μοιάζει εύκολο». Αλλά δεν είναι! Κι επειδή δεν είναι, χρειάζονται διαμεσολαβητές: Να μου γνωρίσεις μια φίλη σου, να σου γνωρίσω έναν φίλο μου και πάει λέγοντας.

Έτσι προέκυψε το ραντεβού που μου ’κλεισε ο Γιάννης με την Τούλα, αλλά με προειδοποίησε:

«Έχει ένα τικ!» (περισσότερα…)

Λεκτικά πολεμοφόδια, θεολογικές γομώσεις

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 09:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Τι σημαίνει ιδεολογική ηγεμονία; Να εξαναγκάζεις και τον εχθρό σου ακόμη να χρησιμοποιεί τη δική σου γλώσσα, τις δικές σου έννοιες, τη δική σου ρητορική.

Ο Παναγιώτης Κονδύλης εντοπίζει την συμβολική οριστικοποίηση της ήττας του Ancien Régime στην υιοθέτηση από τους αριστοκράτες απολογητές του της γλώσσας του κοσμικού διαφωτισμού. Γύρω στα 1800, ακόμη και οι οπαδοί της ελέω θεού μοναρχίας επιχειρηματολογούν κοσμικά και πεφωτισμένα. Αν θέλουν να ακουστούν, δεν μπορούν να κάνουν κι αλλιώς…

Η εξαέρωση της αριστεράς δηλώνεται καθαρά μετά το 1989 με τη νέα ρητορική των σοσιαλιστικών και εργατικών κομμάτων: εγκαταλείποντας την ταξική ανάλυση και την κριτική κατά του πλούτου, οι διάφοροι Μπλαιρ αρχίζουν να πιθηκίζουν το φιλελεύθερο ζαργκόν περί «ευκαιριών» και «ατελεύτητων δυνατοτήτων» του καπιταλισμού.

Σήμερα, ζούμε μια παρόμοια ιστορική στιγμή. Σε μια κυκλική κίνηση, το φιλελεύθερο ζαργκόν ξαναδίνει τη θέση του στην ωμή θεολογία. Δεν υπάρχει θέση για πολιτική λεπτολογία και ανάλυση. Στην κονίστρα δεν πολεμούν πλέον σκληρά συμφέροντα ή εξωραϊσμένες προσδοκίες: γιγαντομαχούν αυτοπροσώπως το Αγαθό και το Πονηρό, οι μάρτυρες και οι εγκληματίες, ο Θεός και οι εχθροί του.

Φυσικά οι ΗΠΑ, η Δύση ολόκληρη, έχουν μακρά παράδοση στην εκκοσμίκευση της θεολογικής γλώσσας του μεσσιανισμού. Όλα τα πολιτικά κινήματα των Νέων Χρόνων είναι μασκαρεμένες θρησκείες. Όμως αυτή η νέα πολιτική η ασκούμενη ουσιαστικά από του άμβωνος είναι ποιοτικά ένα σημείο καμπής.

Ήδη ο γουοκισμός και η πολιτική ορθοέπεια άνοιξαν τον δρόμο προς αυτή την αποκοσμίκευση της πολιτικής και έγιναν άθελά τους η Κερκόπορτα για την εν θριάμβω επιστροφή των ιεροκηρύκων. Οι δικαιωματιστές, μεθυσμένοι από την ισχύ τους, έφτιαξαν μια γλωσσική Ιερά Εξέταση όπου, κατά το πρότυπο της παλαιάς βλασφημίας των θείων, μια και μόνο λέξη κάποτε αρκούσε για να στείλει κάποιον απευθείας στο κολαστήριο. Θυμίζω το προφητικό Ανθρώπινο στίγμα του Φίλιπ Ροθ.

Τώρα λαμβάνουν τα επίχειρα. Διότι τα λεκτικά τους πολεμοφόδια όσο κι αν είναι θεολογικής γομώσεως, απέναντι στην γνήσια, την γυμνή, την φωναχτή θεολογία είναι ανίσχυρα. Τι να σου κάνει η διαρκής δαιμονολογία κατά της «ακροδεξιάς», όταν οι άλλοι σου μιλούν ευθέως για τον Σατανά τον ίδιο; (περισσότερα…)

Τροφή νεφών

*

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΜΕ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ | 28.ix.25
Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΤΡΟΦΗ ΝΕΦΩΝ

«Μη μου προσφέρετε βράχια για μεσημεριανό, δεν μπορώ να τα μασήσω», παρακάλεσε το προσγειωμένο πάνω στον βραχώδη λόφο νέφος με τον σχηματισμό σιαγόνας και ικετευτικού ματιού. Και, τότε, αφού νόμιζα ότι μου είχε απευθυνθεί, του υπέδειξα κάποιες μακρινές ομίχλες που φωσφόριζαν και κάτι σκόρπια βαμβακοχώραφα που άνθιζαν μέσα στις βελουτέ άχνες τους, για να σκύψει και να τραφεί. Αναζήτησα το λευκό ως σύμμαχο και συμμέτοχο της ανάερης παρουσίας του. Και είπα, ναι, δεν υπάρχει τίποτα ομορφότερο από αυτά τα περίεργα συμβάντα ενός θεσσαλικού μεσημεριού.

*

* (περισσότερα…)

Seamus Heaney, Ὑστερόγραφο

*

Καί κάποια στιγμή βρές χρόνο νά ὁδηγήσεις δυτικά
Στήν κομητεία Clare, κατά μῆκος τῆς Ἀκτῆς Flaggy,
Σεπτέμβρη ἤ Ὀκτώβρη, ὅταν ὁ ἄνεμος
Καί τό φῶς αλληλοσυμπληρώνονται
Ἔτσι πού ὁ ὠκεανός ἀπ’ τή μιά πλευρά εἶναι ἄγριος
Μέ ἀφρούς και λάμψη, καί στήν ἐνδοχώρα ἀνάμεσα στίς πέτρες
Ἡ ἐπιφάνεια μιᾶς γκρίζας τοῦ σχιστόλιθου λίμνης ἀνάβει
Ἀπό τό γήϊνο ἄστραμμα ἑνός κοπαδιοῦ κύκνων
Μέ τά φτερά τους τραχιά καί ἀνακατωμένα, λευκό πάνω στό λευκό,
Τά πλήρως ἐνήλικα πεισματάρικα, ὅπως μοιάζουν, κεφάλια τους
Χωμένα ἤ ὀρθά στήν κορυφή τους ἤ ἀπασχολημένα κάτω ἀπ’ τά νερά.
Μάταιο νά σκεφτείς πως θά παρκάρεις καί θά τό ἀπαθανατίσεις
Πιό βαθιά. Δεν εἶσαι οὔτε κεῖ οὔτε ἐδῶ
Μιά βιασύνη ἀπ’ ὅπου γνωστά καί παράξενα πράγματα περνοῦν
Λές ἔρχονται μεγάλα μαλακά ραπίσματα ἀπ’τίς πλευρές τοῦ ἁμαξιοῦ
Καί ἀδράχνουν τήν καρδιά ἀφρούρητη καί τήν παρασύρουν ὀρθάνοιχτη.

(Ἀπό τήν συλλογή Τhe Spirit Level, 1996)

Μετάφραση Νατάσα Κεσμέτη

*

*

*

Ο ασκητής Μακάριος και το κηποτάφιο στη μέση της ερήμου

*

Προλεγόμενα-Μετάφραση
Κωνσταντίνος Χρυσόγελος

~.~

Η πρωτοβυζαντινή συλλογή Λαυσαϊκὴ ἱστορία του Παλλαδίου (5ος αι.) περιέχει θαυμαστές αφηγήσεις για ασκητές και μοναχούς της περιοχής της Αιγύπτου. Το παρακάτω διήγημα προέρχεται από το κεφάλαιο για τον Μακάριο Αλεξανδρέα (4ος αι.). Όπως συμβαίνει με παρόμοιες ιστορίες από αυτή ή από άλλες συλλογές, συνδυάζεται ελεύθερα το ρεαλιστικό (ενίοτε νατουραλιστικό) με το φανταστικό στοιχείο. Παρότι φαινομενικά τέτοια μικροαφηγήματα έχουν διδακτικό σκοπό, η ωμή αποτύπωση της σκληρής ασκητικής δοκιμασίας μέσα σε τόπους άνυδρους και εχθρικούς αναδεικνύει τελικά και το υπαρξιακό στοιχείο και τον δύσκολο αγώνα του ανθρώπου απέναντι στα στοιχεία της φύσης.

Τρεις προκαταρκτικές σημειώσεις: α) Διατήρησα την ωραία λέξη «κηποτάφιο(ν)», που σημαίνει πολύ απλά: «τάφος μέσα σε κήπο». β) Τα ονόματα Ιαννής και Ιαμβρής απαντούν στη δεύτερη επιστολή προς Τιμόθεο (3,8) και αναφέρονται σε δύο μάγους οι οποίοι «αντιστάθηκαν στον Μωυσή».  γ) Ο «στύλος της νεφέλης» απαντά στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο της Εξόδου (13,21).

///

Κάποια στιγμή [ο Μακάριος] θέλησε να μπει μέσα στο κηποτάφιο των Ιαννή και Ιαμβρή, όπως μας αφηγήθηκε ο ίδιος. Αυτό το κηποτάφιο δημιουργήθηκε από τους παντοδύναμους μάγους εκείνης της εποχής, που ασκούσαν μεγάλη επιρροή στον Φαραώ. Καθώς λοιπόν αντλούσαν την εξουσία τους από μία μακρά χρονική περίοδο, ανέγειραν το κτίσμα σε τετραποδικούς λίθους, και κατασκεύασαν το μνήμα τους εκεί ακριβώς, εναποθέτοντας μαζί πολύ πλούτο. Φύτευσαν μάλιστα και δέντρα, διότι ο τόπος έχει σχετική υγρασία, και σκάβοντας έφτιαξαν και μία δεξαμενή νερού. (περισσότερα…)

«Ένα αντίο δεν είναι ποτέ αρκετό»

*

Σαν και σήμερα πριν οκτώ χρόνια
Στην αλμυρίδα ξέπλυναν
Τα κύματα την ζωή του
Και πριν την τελευταία του πνοή
Συλλαβιζε το μην φοβάσαι

Έτσι και τώρα
Τα αλμυρά δάκρυα στην θάλασσα κυλούν
Και προσπαθώ να τον αποχαιρετήσω
Με λέξεις που δεν έχω
Με πόνο που δεν βγαίνει
Σαν βράχος αντιστέκεται
Και ας λίγο λίγο ξύνεται

Ένα αντίο δεν είναι ποτέ αρκετό
Γιατί όσο ζεις θυμάσαι
Και ποτέ δεν αποχαιρετάς.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ ΚΟΥΤΗ

*

*

*

Ο Μίκης Θεοδωράκης, το Βραβείο Νομπέλ και η Προεδρία της Δημοκρατίας

*

2025: Έτος Μίκη Θεοδωράκη – Μύθοι και πραγματικότητες #7

γράφει ο Θάνος Γιαννούδης

Σειρά άρθρων που καλύπτουν όλη τη διάρκεια του «Αφιερωματικού έτους Μίκη Θεοδωράκη». Ερευνώνται οι διαφορετικές πτυχές της ζωής και του έργου του, οι ιδεολογικές του μεταστροφές, οι συνάφειές του με το μοντερνισμό, καθώς και με άλλους καλλιτέχνες. Τι μένει εντέλει από το πολύπλευρο έργο του πλέον μείζονος Έλληνα δημιουργού του 20ού αιώνα εκατό χρόνια μετά τη γέννησή του.

***

Κατά την ύστερη περίοδο της ζωής και του έργου του και κατά τη φάση της πάνδημης και διεθνούς του αναγνώρισης, ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε υποψήφιος για το Νομπέλ Ειρήνης το 2000 για τη κοινωνική του δράση για τη Δημοκρατία ανά την υφήλιο μέσα στις δεκαετίες. Πέντε χρόνια αργότερα, η λήξη της θητείας του Κωστή Στεφανόπουλου στην Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας το 2005, είχε φέρει έντονα στο προσκήνιο το όνομα του συνθέτη για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα, ως μια προσωπικότητα κοινής αποδοχής που ήταν σε θέση να ενώσει έμπρακτα τον ελληνικό λαό πέρα από κόμματα και ιδεολογίες. Σήμερα, γνωρίζοντας καλά πως και οι δύο υποψηφιότητες (αν η δεύτερη υπήρξε όντως πέραν των αρχικών σκέψεων και των διαρροών) δεν ευδοκίμησαν, αξίζει τον κόπο να στήσουμε στο πλαίσιο της σταθερής φετινής μας στήλης ένα ακόμα ακαδημαϊκό σενάριο, εξετάζοντας τις πιθανές κατευθύνσεις μιας εναλλακτικής πραγματικότητας με τον Μίκη Θεοδωράκη νομπελίστα ή Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σε τι μπορεί να είχαν αλλάξει η φωνή του, οι δημόσιες τοποθετήσεις του ή η πρόσληψη του έργου του σε μια τέτοια περίπτωση;

///

–> Αν ο Μίκης Θεοδωράκης είχε τιμηθεί με το βραβείο Νομπέλ, η κίνηση αυτή θα προσέδιδε ένα ακόμα μεγαλύτερο κύρος στην ήδη σπουδαία διεθνή του ακτινοβολία, δρώντας, ταυτόχρονα, υποστηρικτικά τόσο για τη διαφήμιση (και) του καλλιτεχνικού του έργου όσο και της ίδιας της Ελλάδας και του πολιτισμού της εν γένει. Συγχρόνως, ο συνθέτης θα ήταν ο μοναδικός Έλληνας καλλιτέχνης που θα βραβευόταν και με το βραβείο Νομπέλ και με το βραβείο Λένιν, γεγονός που δεν θα μπορούσε ντε φάκτο να επαναληφθεί ποτέ ξανά εξαιτίας των ιστορικών ανατροπών που μεσολάβησαν, ξεπερνώντας, έτσι, τις περιπτώσεις Σεφέρη, Ελύτη και Ρίτσου, αντίστοιχα και αποδεικνύοντας το καθολικό εκτόπισμά του mανεξαρτήτως πολιτικών ιδεολογιών και γεωπολιτικών μπλοκ δυνάμεων. (περισσότερα…)

«Το μηδέν βαθιά στα πράγματα βρυχάται»

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΗΛΙΚΙΑ
Ρουμπάι

Es muss sein

Περνά και ξανανθίζουνε χρυσά οι στίχοι έπη
κορίτσι είκοσι χρονών. Περνά – και δεν με βλέπει.
Και η Ζωή, βασίλισσα, με ακουμπά στον ώμο
και ψιθυρίζει μες στον νου τον Νόμο:
                                                                    «Έτσι πρέπει».

~.~

ΘΕΜΑ ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ

Το νερό μες στην κλεψύδρα λιγοστεύει
και στερεύει το νερό στην ιπποκρήνη.
Ο Αιώνας σου παράξενα αγριεύει.
Ένα τίποτε τα πάντα καταπίνει.

Ό,τι πέρασε για πάντα έχει περάσει
κι ό,τι έρχεται δεν έρχεται για σένα.
Ό,τι έγινε γραφτό είναι να χαλάσει.
Τα γραφτά θα εξισωθούν με τα σβησμένα.

Το αλύγιστο αφύσικα λυγίζει
και το αήττητο ηττάται, δεν αντέχει.
Νέος άνεμος σαρώνει και σφυρίζει.
Μέλλον λέγεται και δεν σε περιέχει.

*    *    *

Οτιδήποτε στα χέρια σου κι αν πιάσεις,
πάντα ο θάνατος και μόνο σ’ αγκαλιάζει.
Τον ταΐζεις… αλλά δεν θα τον χορτάσεις,
το κορμί σου αλέθει όλο και σπαράζει. (περισσότερα…)

Η συμφορά τού να γράφει κανείς μυθιστόρημα

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

~

Η συμφορά τού να γράφει κανείς μυθιστόρημα

Κάποτε οι μυθιστοριογράφοι κάθονταν ήσυχα-ήσυχα κι έγραφαν την ιστορία τους, έσπρωχναν τους ήρωες τους στο μπαλκόνι κι αν ήθελαν ένα επιπρόσθετο μερίδιο δόξας έβαζαν και τον εαυτό τους, λιγάκι μεταμφιεσμένο, στα πρόσωπα της δράσης. Δεν το έκαναν όμως με ψευδενοχικές διαμαρτυρίες και κούφιες τύψεις ούτε με την κοκεταρία της άρνησης που υποκύπτει στο τραβάτε με κι ας κλαίω. Ο Γκαίτε και ο Ντίκενς, ο Χένρυ Τζαίημς, ο Μαρσέλ Προυστ και ο Τόμας Μαν, ασφαλώς ιδροκοπούσαν πάνω στο χαρτί, αναγνώριζαν όμως χωρίς τσιριμόνιες πως η απόλαυση υπερτερούσε του μόχθου και δεν έκρυβαν πως η λογοτεχνία ήταν για τη ζωή τους μιά ευλογία που τους εξασφάλιζε ηθικό κύρος και πνευματική καταξίωση.

Έκτοτε όμως τα πράγματα άλλαξαν — και αφού πέρασε η μόδα των καταραμένων συγγραφέων, ήρθε το κακέκτυπό της, η μόδα των βασανισμένων. Άνθρωποι που δεν έφαγαν σφαλιάρες, δεν έκαναν βαριές δουλειές και πληρώνουν άνετα το νοίκι τους, αισθάνονται την ανάγκη να περιφέρονται με κατεβασμένα μούτρα στα λογοτεχνικά στέκια και να διαδηλώνουν σε όλους τους τόνους τη δυστυχία που τους βρήκε διότι – άδικη μοίρα και σκληρή! – κατάντησαν συγγραφείς. Βεβαιώνουν ότι θέλουν να κατεβούν από τον λογοτεχνικό συρμό αλλά επειδή δεν έχουν βρει την προσήκουσα έξοδο, είναι αναγκασμένοι να σιγοπίνουν τη σαμπάνια τους στρογγυλοκαθισμένοι στην πρώτη θέση των καλλιτεχνικών ειδησαρίων ή σε τηλεοπτικά τραπέζια στα οποία – εννοείται – προσάγονται με το ζόρι.

Τελευταία μάλιστα, κάτω από τη μάσκα της αυθιστόρησης, της αυτομυθογραφίας, της ημερολογιακής ενδοσκόπησης ή όπως αλλιώς τέλος πάντων ονομάζουν τη συνήθεια να ξύνεις το κακάδι απ’ το κακό σπυρί οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας, τελευταία λέω, κυκλοφορούν ολόκληρα μυθιστορήματα με αποκλειστικό θέμα τη συμφορά τού να γράφει κανείς ένα μυθιστόρημα. Έτσι, ένας Ισπανός, όμορφος άντρας στον καιρό του, διάσημος και πολυμεταφρασμένος – δεν θ’ αναφέρω τ’ όνομά του επειδή φέρεται ενοχλημένος από την πολλή δημοσιότητα – έγραψε 350 σελίδες για να εκθέσει τη λογοτεχνία ως κακοήθη και μολυσματική νόσο. Μία αρρώστια λέει, που τον κατατρώει διαμέσου των πασχόντων ηρώων του, αλλά και από την οποία, παραδόξως, δεν θέλει να απαλλαγεί ούτε να απαλλάξει τους αναγνώστες από την περιγραφή των μαρτυρίων που τραβάει όταν αναγκάζεται να δίνει συνεντεύξεις με το κιλό, να εισπράττει παχυλές αμοιβές ή να καταχειροκροτείται σε διεθνή λογοτεχνικά συνέδρια. Τέτοια κακοτυχία! — τι να πω, τον λυπάμαι εκ βάθους καρδίας τον άνθρωπο. (περισσότερα…)

Η ποιητική οντολογία του Κώστα Γουλιάμου

*

του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

~.~

Η έβδομη ποιητική συλλογή του Κώστα Γουλιάμου με τον ποιητικότατο τίτλο Το μάτι της λέξης αποτελεί ένα συνθετικό έργο ωριμότητας που επεκτείνει τους βασικούς θεματικούς και μορφολογικούς άξονες μιας δύσβατης και πολύσημης ποιητικής, η οποία συνυφαίνει λειτουργικά και αισθητικά πρωτότυπα τις ποιητικές και πολιτικές (επίκαιρες και διαχρονικές), αλλά και τις υπαρξιακές και οντολογικές ανησυχίες ενός λόγιου ποιητή (poeta doctus) και πολιτικού άνδρα μπροστά σε ένα δυστοπικό μέλλον. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, πως σε όλο το μήκος και πλάτος της συλλογής επιχειρείται ένας διακειμενικός διάλογος τόσο με την προγενέστερη ποίηση (ελληνική και παγκόσμια) όσο και με ποικίλες άλλες μορφές τέχνης (π.χ. ζωγραφική, μουσική. γλυπτική), καθώς και μια αγωνιώδης επαναδιαπραγμάτευση του προσωπικού και συλλογικού παρελθόντος της ελληνικής Αριστεράς, το οποίο επανέρχεται δυναμικά και ανασημασιοδοτεί το παγκοσμιοποιημένο, αλλά παρόλα αυτά αλλοτριωμένο και απάνθρωπο πολιτικό και ποιητικό μας παρόν.

Μέσα στα λεκτικά κύτταρα, επομένως, του ανά χείρας συνθετικού ποιήματος, τίθεται ως ατομικό, κοινωνικό, εθνικό και παγκόσμιο ζητούμενο να ανοίξει μέσα μας  «το μάτι της λέξης», με άλλα λόγια να εξανθρωπιστούμε μέσω της ποίησης, αλλά και να αναζητήσουμε κρυμμένες οντολογικές και υπαρξιακές αλήθειες πέρα από τον θάνατο και το ορατό. Η ποίηση, επομένως, εννοείται εδώ ως οντολογική διείσδυση στη βαθύτερη, την κρυμμένη ουσία των πραγμάτων, με άλλα λόγια ως καταβύθιση στο κατά Παρμενίδην «Είναι». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Η συλλογή αποτελείται από τρία και περίπου ίσα μέρη: «Η λάμψη των οστών», «Φλόγα σωμάτων» και «Στην ερημιά της ύλης». Στο πρώτο μέρος του βιβλίου που φέρει τον τίτλο «Η λάμψη των οστών» δεσπόζει η πολύσημη και καταλυτική λειτουργία του φωτός που φωτίζει οντολογικά, ποιητικά και πολιτικά το άδικα χυμένο αίμα των νεκρών συντρόφων, ζωντανεύοντας το τραύμα της ήττας του εμφυλίου μέσα στη μνήμη. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι το πρώτο ποίημα με τίτλο «Ημερολόγιο λαού (3 Δεκέμβρη 1944)» επαναφέρει το θέμα των Δεκεμβριανών, ενώ το πρώτο μέρος κλείνει επίσης με τρεις σαφείς και τραυματικές αναφορές στον εμφύλιο: το ποίημα «Σαϊδόνα της Μάνης (27/03/1942)» αναφέρεται στο κάψιμο του συγκεκριμένου χωριού κατά τον εμφύλιο, το ποίημα  [«11.9.1943 Αετός Μεσσηνίας» στο ολοκαύτωμα του χωριού Αετός από γερμανικά αντίποινα στις 11 Σεπτεμβρίου 1943, και, τέλος, το ποίημα «16 Αυγούστου 1949 Συνέσοβα Αρκαδίας»] αναφέρεται στην τραγική ιστορία του  ανταρτοεπονίτη  Καπετάν Πέρδικα, ο οποίος αφού σκοτώθηκε σε ενέδρα χωροφυλάκων στις 16 Αυγούστου 1949 στην τοποθεσία Συνέσοβα, κρεμάστηκε παραδειγματικά στην πλατεία Άρεως στην Τρίπολη στο τέλος του εμφυλίου. (περισσότερα…)

Η ενοχή είναι η καλύτερη εκδίκηση

*

του ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΤΣΟΓΙΑΝΝΗ

~.~

Στα 2018 ο Δανός Γκούσταβ Μέλλερ σκηνοθετεί το Guilty, κλειστοφοβική ταινία που διαδραματίζεται μέσα σε ένα τηλεφωνικό κέντρο, που αρχίζει με μια επείγουσα τηλεφωνική κλήση, προβάλλει το ηθικό δίλημμα του πρωταγωνιστή και αφήνει εκκρεμή την έκβαση της ιστορίας: τα ίδια στοιχεία του εκκρεμούς μέσα σε ένα ετεροτοπικό κλίμα θα συναντήσουμε αρκετά χρόνια μετά και στους Δεσμώτες, ταινία με μεταφορικό και έντονα εκφραστικό τίτλο, που προσπαθεί να αποδώσει έτσι το νόημα του περιεχομένου της, ενώ ο αυθεντικός της τίτλος είναι η Φρουρός.

H υπόθεση μας εισάγει σε ένα σωφρονιστικό κατάστημα, αλλιώς φυλακή στη δανέζικη εκδοχή της, φυλακή για βαρυποινίτες, επικίνδυνους ή και λιγότερο επικίνδυνους, διακριτά χωρισμένους, τέλος πάντων: σκανδιναβικό πνεύμα ευταξίας και πειθαρχικού ανθρωπισμού φαίνεται να βασιλεύει στον χώρο και στη δομή τούτης της εμπνευσμένης από το σύγχρονο πνεύμα σωφρονιστικής ετεροτοπίας, που δεν είναι ωστόσο, ως εκ τούτου, λιγότερο αυστηρή και τυπολατρική από άλλες εκδοχές της περισσότερο «παραδοσιακές». Το ενδιαφέρον του σκηνοθέτη δεν εντοπίζεται εκεί. Απλώς αποσκοπεί να δημιουργήσει ένα δεδομένο, μια προϋπόθεση, ένα κλίμα πάνω στα οποία θα στηρίξει την έκθεση ενός ηθικού προβληματισμού που αφορά στη μνησικακία, στην εκδίκηση, στην κατάχρηση εξουσίας, στη βίαιη αντιπαράθεση του συναισθήματος με την αίσθηση του καθήκοντος, αλλά και ακόμη στη διαχείριση του κακού.

Το κεντρικό πρόσωπο είναι μια γυναίκα, η Εύα, που υπηρετεί ως δεσμοφύλακας. Και μόνο αυτό αρκεί για να μας μετατοπίσει από τη θεματολογία που θα παρέπεμπε σε ταινίες φυλακής όπως, για παράδειγμα, το Εξπρές του μεσονυχτίου ή το Μια άλλη χώρα, δηλαδή σε ταινίες που, αφενός, εξετάζουν τα όρια του ατόμου μέσα σε ένα συντριπτικά πιεστικό περιβάλλον και, αφετέρου, δακτυλοδεικτούν μια καταγγελία για τις σύγχρονες, ακόμη, σωφρονιστικές μεθοδεύσεις. Έτσι, με μια γυναίκα ως δεσμοφύλακα, το ερώτημα που προκαλείται είναι κατά πόσο είναι ικανή ως γυναίκα να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις του περιβάλλοντος μιας φυλακής, όπου η σωματική βία δεν έχει ακόμη αποκλειστεί τελείως ως μέσο επιβολής και αποτροπής; Και μόνο η παρουσία της σκυθρωπής και αυστηρής μεν αλλά εύθραυστης σωματικά Σίντσε Μπαμπέτ Κνούτσεν αρκεί για να θέσει το εν λόγω ερώτημα. (περισσότερα…)