σύγχρονος κόσμος

Υπαίθριες σκέψεις για την βία, την ασχήμια και την ομορφιά

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

~.~

Αχνοφαίνεται πέρα μακριά. Ένα κομμάτι βουνοκορφής. Αχνό μέσα απ’ τη ζέστη που ανεβαίνει κι απλώνεται αργά αργά μαζί με το φως της μέρας, τους ήχους από τα τζιτζίκια και ότι άλλο σκιρτά στην ύπαιθρο.

Κοιτάζεις από ένα ψηλό σημείο. Είσαι σε σπίτι εξοχής, σε ύψωμα, κι αγναντεύεις πέρα τη βουνοκορφή. Αχνοφαίνεται κι όμως ελκύει. Μπορεί να θυμίζει κάτι άλλο, μια ανεπαίσθητη μορφή, μια εικόνα που έρχεται από το παρελθόν, άσβηστη, χαμένη ποιος ξέρει σε ποιο άβρετο βάθος που κάτι υπονοεί, κάτι υποβάλλει.

Και ο όγκος; Δεν σημαίνει κάτι, δεν φανερώνει; Διακρίνεις από μακριά δέντρα και βλάστηση. Όλα αχνά, σαν πίνακας ακουαρέλας, νεροχρώματα. Από πάνω απλωμένος ουρανός, αυτό το γαλάζιο, κάπως θαμπό, σίγουρα λόγω υδρατμών ζέστης που κόρωσε αυτές τις μέρες.

Άραγε ποιος λόγος σ’ έκανε να σταματήσεις σ’ αυτό το σημείο του βουνού; Ένα τοπίο ανοιχτό, όπου το βλέμμα περιφέρεται ελεύθερο, ζητάει κάτι να βρει, σίγουρα όμορφο, διάφανο, απλό αν όχι αδρό. Γραμμές, σχήματα, όγκοι, φύλλα, φυλλωσιές, κλαδιά, κορμοί μισοκαμένοι από την σχετικά πρόσφατη πυρκαγιά, ξερά χόρτα που τα χρυσίζει ο ήλιος, κυπαρίσσια καταπράσινα υψωμένα λίγο πιο ’κει που γλύτωσαν το κάψιμο, το μικρό νεκροταφείο του χωριού που πας να το πεις κοιμητήριο –αυτό είναι το σωστό, αλλά προϋποθέτει πίστη στην Ανάσταση–, πουλιά εξαφανισμένα –δεν ακούστηκε λαλιά–, το τσιτσίρισμα των τζιτζικιών, θάμνοι ξεραμένοι αλλά και άλλοι ολοζώντανοι και βέβαια ένας ολόκληρος μικρόκοσμος, εκατοντάδες λιλιπούτια πλάσματα αφανή, που αυλακώνουν το χώμα κρυμμένα.

Τώρα κοιτάζω φοίνικες. Δεν έχουν «ανδρωθεί» ακόμη, μοιάζουν παιδικοί. Είναι φουντωτοί, πράσινοι, τα μυτερά τους φύλλα σαν σπαθιά, περιβάλλουν το σπίτι, ακοίμητοι φρουροί ανήλικες, αντικρίζουν μικρές πεταλούδες που φάνηκαν μια στιγμή και χάθηκαν. Τις στροβιλίζει κι αυτές η αύρα και πετούν ανάμεσα στις πρασινάδες, ψάχνουν να βρουν κανένα λουλούδι να χαρούν την ευωδιά του ή να χαϊδευτούν στα πέταλά του.

Υπάρχει απουσία τρυφερότητας. (περισσότερα…)

Nicanor Parra, Οικοποιήματα

*

Εισαγωγή-Μετάφραση: ΝΑΝΣΥ ΑΓΓΕΛΗ

Τα Οικοποιήματα του Χιλιανού ποιητή Νικανόρ Πάρρα (1914-2018), τα Ecopoemas όπως τα τιτλοφορεί ο ίδιος, δεν αποτελούν απλώς μια κριτική στο σύχρονο οικοδόμημα του κοινωνικοπολιτικού συστήματος, μα μια σφοδρή καταγγελία κατά του Δυτικού κόσμου συλλήβδην. Ο Πάρρα, πάντα πρωτοπόρος, εξέθεσε από πολύ νωρίς τον προβληματισμό του για τη διαλεκτική σχέση ανθρώπου-φύσης ενσωμάτωντας την οικολογική ευαισθησία και την αγάπη για τη φύση στην ευρύτερη μεταμοντερνιστική προσέγγιση που χαρακτηρίζει το έργο του. Πολλά από τα σύγχρονα προβλήματα απορρέουν από την έλλειψη οικολογικής συνείδησης, μας λέει ο ποιητής, και η επιστήμη της οικολογίας προσφέρει ένα νέο πεδίο κριτικής θεώρησης όσων μαστίζουν τον πλανήτη.

Τα ποιήματα «Οι μάστιγες του σύγχρονου κόσμου» και «Μονόλογος του ατόμου» που ακολουθούν συμπεριλαμβάνονται στην περίφημη συλλογή Ποιήματα και Αντιποιήματα του Πάρρα που κυκλοφόρησε το 1954 και έθεσε τις βάσεις της «αντι- ποίησης». Ο όρος που έγινε ευρύτερα γνωστός υπαγορεύοντας τη ρήξη με την παραδοσιακή ποίηση, έχει τις ρίζες του στη διαμονή του ποιητή στην Οξφόρδη κατά την περίοδο 1949- 1952 και την επαφή του με το έργο των Πάουντ, Έλιοτ, Κάφκα, Μπλέηκ, με τη φροϋδιανή θεωρία και τον υπερρεαλισμό. Χρόνια μετά, το ποίημα «Ιδιωτικός εξακριβωτής» που δημοσιεύεται στον Τύπο το 1981 παρωδώντας τον εθνικό ύμνο της Χιλής, αποτελεί την πρώτη αποκλειστικά οικολογική διακήρυξη του ποιητή σε μια εποχή που η βιομηχανική ανάπτυξη βρίσκεται στο απόγειο της και το κίνημα της οικολογίας σε συνδυασμό με την επιστημονική κοινότητα εκπέμπουν τα πρώτα ανησυχητικά σήματα κινδύνου: Ο επερχόμενος θάνατος του πλανήτη δεν είναι μακριά.

///

Οι μάστιγες του σύγχρονου κόσμου

Οι σύχρονοι εγκληματίες
έχουν ελεύθερη πρόσβαση σε κήπους και πλατείες.
Εφοδιασμένοι με ισχυρά ματογυάλια και με ρολόγια τσέπης
μπουκάρουν σε πέργκολες όπου πλανιέται ο θάνατος
και εγκαθιστούν ανάμεσα στις ανθισμένες τριανταφυλλιές τα εργαστήρια τους.
Από κει εποπτεύουν τυχόν φωτογράφους και ζητιάνους που γυρνάνε στα πέριξ
φροντίζοντας να στήσουν ένα μικρό βωμό αφιερωμένο στην αθλιότητα
κι αν βρουν ευκαιρία κάνουν δικό τους κάποιον μελαγχολικό λουστράκο.
Η αστυνομία τρομοκρατημένη τρέχει μακριά απ’ αυτά τα τέρατα
με κατεύθυνση το κέντρο της πόλης
όπου μεγάλες πυρκαγιές ξεσπούν παραμονές πρωτοχρονιάς
και ένας γενναίος κουκουλοφόρος επιτίθεται σε δυο φιλάνθρωπες Μητέρες.

Οι μάστιγες του σύγχρονου κόσμου:
Τα τετράτροχα κι ο ομιλών κινηματογράφος,
οι φυλετικές διακρίσεις,
ο αφανισμός των ερυθρόδερμων
τα κόλπα του τραπεζικού συστήματος,
η εξόντωση των ηλικιωμένων,
το παράνομο εμπόριο λευκής σαρκός από σοδομιστές διεθνώς,
η αυτοέπαρση και η απληστία,
οι εργολάβοι κηδειών,
οι προσωπικοί φίλοι της Αυτού Μεγαλειότητος, (περισσότερα…)

Ὄχημα τοῦ Καλοῦ | Ἀπηχήματα βυζαντινοῦ λόγου β΄

Ἠ ἐπανατοποθέτησή μας ἀπέναντι στὸ Βυζάντιο μπορεῖ νὰ συμβάλει σὲ ἕναν ἐπαναπροσανατολισμὸ τοῦ σύγχρονου κόσμου; Μὲ μίτο ὁδηγητικὸ τὸ ἐρώτημα αὐτό, συνευρεθήκαμε τὸν Μάιο ποὺ μᾶς πέρασε στὸ Ἵδρυμα Τάκη Σινόπουλου καὶ συνομιλήσαμε ἐμπρὸς στὴν κάμερα τοῦ Ἀντίφωνου καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Βεργῆ τέσσερις: ὁ Ἄγγελος Καλογερόπουλος μὲ τὸν Βαγγέλη Σταυρόπουλο ἀπὸ τὸ Κοινὸν τῶν Καλῶν Τεχνῶν καὶ ὁ Θανάσης Γαλανάκης μὲ τὸν Κώστα Κουτσουρέλη ἀπὸ τὸ Νἐο Πλανόδιον. Εὐχαριστίες θερμὲς στὸν Ἄγγελο γιὰ τὴν πρωτοβουλία καὶ τὴν πρόσκληση καὶ στὸν Κωνσταντίνο γιὰ τὴ κινηματογράφηση καὶ τὴν διαδικτυακὴ φιλοξενία. Σήμερα τὸ δεύτερο μέρος. (Τὸ πρῶτο μέρος ἐδῶ.)

*

*

*

Ὄχημα τοῦ Καλοῦ | Ἀπηχήματα βυζαντινοῦ λόγου α΄

Ἠ ἐπανατοποθέτησή μας ἀπέναντι στὸ Βυζάντιο μπορεῖ νὰ συμβάλει σὲ ἕναν ἐπαναπροσανατολισμὸ τοῦ σύγχρονου κόσμου; Μὲ μίτο ὁδηγητικὸ τὸ ἐρώτημα αὐτό, συνευρεθήκαμε τὸν Μάιο ποὺ μᾶς πέρασε στὸ Ἵδρυμα Τάκη Σινόπουλου καὶ συνομιλήσαμε ἐμπρὸς στὴν κάμερα τοῦ Ἀντίφωνου καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Βεργῆ τέσσερις: ὁ Ἄγγελος Καλογερόπουλος μὲ τὸν Βαγγέλη Σταυρόπουλο ἀπὸ τὸ Κοινὸν τῶν Καλῶν Τεχνῶν καὶ ὁ Θανάσης Γαλανάκης μὲ τὸν Κώστα Κουτσουρέλη ἀπὸ τὸ Νἐο Πλανόδιον. Εὐχαριστίες θερμὲς στὸν Ἄγγελο γιὰ τὴν πρωτοβουλία καὶ τὴν πρόσκληση καὶ στὸν Κωνσταντίνο γιὰ τὴ κινηματογράφηση καὶ τὴν διαδικτυακὴ φιλοξενία. Σήμερα τὸ πρῶτο μέρος.

*

*