Στέλιος Μανουσέλης

Η κυρία Νίκη

*

Η κυρία Νίκη

Τ’ απογέματα ποτίζει τα λουλούδια της
κι έπειτα φοράει τα καλά της τα ρούχα, τα γοβάκια της
και το νυφιάτικο το ψευτομαργαριταρένιο της το κολιέ
βάφεται ανεπιτήδευτα, χτενίζεται
και κάθεται στο μπαλκονάκι της
προσμένοντας να περάσει
το τελευταίο το παλληκάρι της ζωής της
καβάλα στ’ άλογό του.
Κι αυτό διαβαίνει από μπροστά της καθημερινά
και πάντα χαμογελαστά της νεύει
αν και ποτέ δε σταματάει να ξεπεζέψει
νερό να της ζητήσει και μαζί του να την πάρει.
Κι είναι το παλληκάρι αυτό
απ’ τη βιτρίνα της Lacoste,
λίγο πιο πέρα απ’ το σπίτι της,
που φεύγει κάθε απόγεμα
για να διαβεί και να τη χαιρετίσει
μόνο που άλογο δεν έχει
και πώς να ξεπεζέψει; (περισσότερα…)

Άκληροι τράφοι || Το χειμωνιάτικο βράδυ ενός ηλικιωμένου ζευγαριού

*

Άκληροι τράφοι

Τα πρωινά βλέπαμε στις στράτες
πέτρες ξετραφισμένες, σωρούς από ξερολιθιές,
τρύπες να χάσκουνε να τις γυρολογά οκνά ο άνεμος.
Μην κι αποκάμανε να στέκουνε άπραγοι κι ανωφέλευτοι
και να ’ναι μόνο μέρη ενός τοπίου;
Μην τους χαλούνε οι καημοί των πεθαμένων
σαν ξαποσταίνουν πάνω τους όταν περνούνε;
Μην είναι αυτό το κεφαλιάτικο του χρόνου
και των στοιχειών το μερτικό;
Μην είναι οι πετρομάστορες που τους τρανώσαν
και παίρνουν τώρα πίσω την αγκούσα και τον μόχθο τους
γιατί δεν είναι πια κανείς την αξιοσύνη τους να την παινέψει
κι ένα κρασί να βάλει να φραθούνε;

Κι είναι νυχτιές πολλές που ακούγονται βελάσματα,
σφυρίγματα, κουδούνια, αχός από κοπάδια που διαβαίνουνε
και το πρωί μήτε κοπριές μήτε πατήματα
μήτε σημάδι από το πέρασμά τους
μονάχα ξετραχηλισμένοι τράφοι και πετροπέρδικες. (περισσότερα…)