σάτιρα

Σύγχρονη σολομωνική

*

Δυὸ πόδια βατράχου καὶ μία ἀράχνη,
λάχανο κόκκινο καὶ ζάχαρη ἄχνη,
τὸ δόντι τῆς κόμπρας κι ἑπτὰ μανδραγόρες
βρασμένοι σὲ γάλα γιὰ δώδεκα ὧρες.

Δαγκάνα σκορπιοῦ στὸ ἴδιο καζάνι
καὶ λάδι ἀπὸ τρούφα μισὸ φλιτζάνι,
μπισκότα βουτύρου χωρὶς γλουτένη
σιρόπι ἀγαύης, μιὰ πρέζα τσιμένι.

Πλοκάμια σουπιᾶς καὶ γλῶσσα ἰγκουάνα
– μ’ ἂν εἶσαι βῆγκαν ἀρκεῖ μιὰ μπανάνα –
λίγο ἁλάτι, καγὲν πιπέρι,
κινόα μιὰ φοῦχτα καὶ γκότζι μπέρρυ. (περισσότερα…)

Για τον Μανόλη Αναγνωστάκη με την ευκαιρία της εκατονταετηρίδας από τη γέννησή του

*

του ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Καθώς κοντεύουμε πια στο έβγα του Έτους Αναγνωστάκη και των ποικίλων τιμητικών εκδηλώσεων που το συνόδευσαν, προσωπικά συγκρατώ το παράδοξο. Ο προ της «σιωπής» ποιητής, αυτός που το έργο του κατακλείεται, όπως μας είπαν, με τον Στόχο, άντε και με το Περιθώριο ’68-’69, αυτός ο λάλος ποιητής, ο πολυδιαβασμένος και πολυμελετημένος και πολυτραγουδισμένος, επιγόνους σήμερα ποιητικούς δεν διαθέτει. Το ίχνος του στους στίχους που γράφονται στις μέρες μας είναι δυσδιάκριτο, αν υπάρχει καν. Με μία έννοια, ο τελευταίος σημαντικός μαθητής του, μεταστάς πια κι εκείνος, ήταν ο Διονύσης Σαββόπουλος.

Αντιθέτως, ο μετά τη «σιωπή» Αναγνωστάκης, ο εν πολλοίς παραγνωρισμένος σατιρογράφος «Μανούσος Φάσσης» δηλαδή, και ο προσωπικός ανθολόγος της Χαμηλής φωνής, έχει και παραέχει συνεχιστές και επιγόνους. Μαζί του συνδέονται αναπόσπαστα οι δύο σημαντικότερες συλλογικές τάσεις της μετά το 1980 ποίησής μας: αφενός μεν, η επιστροφή των έμμετρων μορφών, αφετέρου δε, η αναβίωση της σάτιρας.

Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης. Η ζωή και το έργο του πρωτοεκδίδεται (σε 3.000 αντίτυπα, παρακαλώ, που εξαντλήθηκαν γρήγορα) το 1987. Η Χαμηλή φωνή. Τα λυρικά μιας περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς το 1990 (επίσης σε 3.000 αντίτυπα). Και η επιρροή που άσκησαν σε μια μεγάλη ομάδα νεώτερων ποιητών, αλλά και σε μερίδα των φιλολόγων και των μελετητών της παλαιότερης ποίησής μας, είναι προφανής. (περισσότερα…)

Σονέττα πρὸς παλαίμαχο Μεσσία

*

Ι.

Ἐκεῖνοι ποὺ ἀνακήρυξαν πατέρες
τοὺς ἑαυτούς τους δίχως νἄχουν σπείρει,
χειρότεροι εἶναι ἀπὸ κάποιες μητέρες
ποὺ τριγυρνοῦν στὰ ἄνθη γιὰ τὴ γύρη

γιατὶ δίχως ἀπόγονους νομίζουν
πὼς πλήθυναν τὴ γῆ μὲ φωτοκόπιες.
Πτηνὰ ἐνδημικὰ ποὺ ἀλληθωρίζουν
σὲ πτήσεις διεθνεῖς, μὰ μόνο ἐντόπιες

μικρὲς κι’ ἀδέξιες διαδρομὲς πετᾶνε
θυμίζοντας φραγκόκοτα ἢ κότα
λειράτη, γερασμένη. Μὲ τὰ χνῶτα

τὸ ἀνάστημα τοῦ ἀετοῦ μετρᾶνε.
Κι’ αὐτὸ ποὺ ἴσως γιὰ γάλα τοὺς μυρίζει
ἡ νιότη εἶναι ποὺ τοὺς κατακρημνίζει.

///

ΙΙ.

Ἀρνητικὸ ἀντὶ φωτοτυπία
ἐπέλεξα νὰ εἶμαι ‒ νὰ τὸ ξέρεις.
Καὶ τῆς καριέρας σου ἡλιοτυπία
διορθώνω ἀργά, γι’ αὐτὸ καὶ ὑποφέρεις. (περισσότερα…)

Στιχάκιας, Τα γηρατειά έχουν ανάγκες…

*

Τα γηρατειά έχουν ανάγκες
κι εμείς που κάναμε τους μάγκες
κάπως κουλάραμε
Οι τσαμπουκάδες έχουν πέσει
(λένε ο γέρος άμα χέσει,
τη σκαπουλάραμε)

Ακούς; Θ’ αλλάζαμε τον κόσμο
Και τώρα; Τσάι μέντα-δυόσμο
(Καλή ανάσταση!)
Ας αναλάβουνε τα νιάτα
(να τα ’χαμε πανάθεμά τα)
την επανάσταση (περισσότερα…)

Ὁ παπαγάλος

*

Πάνω σὲ ἕνα ποίημα τοῦ Ζ. Παπαντωνίου

Σὰν ἔμαθε τὴν φράσι «εἶναι φασίστας»
ὁ παπαγάλος εἶπε ξαφνικά:
«εἶμαι ἀνώτερος ἀπ’ ὅλους φυσικά!
Τί κάθομαι ἔτσι ἄπραγος τουρίστας;»

Τὴν πράσινη μετάβασι φορεῖ
καὶ στὶς Βρυξέλλες τὶς φτεροῦγες του ἀνοίγει
νὰ δώσῃ ἀπ’ τὴν σοφία του ὀλίγη·
παίρνει μιὰ στάσι κάπως σοβαρή
–κάτι ἐν μέσῳ κατανύξεως καὶ νύστας–
καὶ λέει μὲ προφορά: «εἶναι φασίστας!»

Ὁ λόγος του εὐθὺς χειροκροτήθη,
κατέρρευσαν μεμιᾶς ὅλοι οἱ μῦθοι,
«τί διαβασμένος!» λένε εὐλαβῶς,
«ἂς προχωρήσουμε λοιπὸν γιὰ τὸ Νταβός!
Μ’ αὐτὸν ἀέρα θἄχουμε στὰ ἱστία,
τοῦ Χάρβαρντ παπαγάλος, ὄχι ἀστεῖα!
Τῶν πιὸ καινούργιων θεωριῶν μεγάλος ῥέκτης
καὶ στὴν ὁμάδα μας πολύτιμος ὡς παίκτης!
Κὺρ παπαγάλε μας, γιά πὲς καὶ παρακάτω,
στὰ σίγουρα θὰ πᾷς γιὰ νομπελίστας!»

Κι ὁ παπαγάλος, τί νὰ πῇ στὸ ἐκλεκτορᾶτο;
Ξανάπε μοναχά: «Εἶναι φασίστας!»

ΑΑΡΩΝ ΜΝΗΣΙΒΙΑΔΗΣ

*

**

Έρασμος του Ρόττερνταμ, Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον Παράδεισο [2/2]

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Τον Φεβρουάριο του 1513 πεθαίνει ο πάπας Ιούλιος Β΄, ο πιο διαβόητος και κακόφημος ποντίφικας μιας εποχής περικλεούς παπικής παντοκρατορίας. Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του αρειμάνιου πάπα, άρχισαν να κυκλοφορούν στα κρυφά, χειρόγραφα αντίτυπα ενός ανώνυμου διαλόγου πρωτοφανούς ανευλάβειας απέναντι στο πρόσωπο του. Ο ξεκαρδιστικός διάλογος κατέληξε να φέρει παραδοσιακά τον τίτλο «Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον παράδεισο». Στο έργο, ο Ιούλιος λογομαχεί με τον Άγιο Πέτρο μπροστά στις πύλες του παραδείσου, διότι ο πρώτος βικάριος του Χριστού δεν είναι ούτε στο ελάχιστο διατεθειμένος να επιτρέψει σε έναν τόσο διεφθαρμένο διάδοχό του να εισέλθει στους ουρανούς. […]

Η συνέχεια του εισαγωγικού σημειώματος και το Α΄ Μέρος της μετάφρασης εδώ.

~.~

ΕΡΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΡΟΤΤΕΡΝΤΑΜ

Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον Παράδεισο

 

Μέρος Β΄

Πέτρος. Αλλά αν ο Χριστός είχε κάνει το ίδιο, τότε αυτή η εκκλησία, για την οποία είσαι τόσο περήφανος που την κυβέρνησες, δεν θα υπήρχε τώρα. Και δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν ο άνδρας που χαίρεται να αποκαλείται Βικάριος του Χριστού να βαδίζει σε τόσο διαφορετικά μονοπάτια από εκείνον. Εξήγησέ μου, τώρα, με ποιο τέχνασμα κατάφερες να αποτρέψεις εκείνη τη «σχισματική» -όπως την αποκάλεσες- σύνοδο.

Ιούλιος. Πολύ καλά, λοιπόν, θα σου πω. Μόνον φρόντισε να με ακούσεις προσεκτικά. Παρόλο που ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός (αυτό είναι το όνομά του, αν και στην πραγματικότητα ο άνθρωπος αυτός με έχει δυσκολέψει ελάχιστα[1], και λιγότερο από κάθε άλλον) είχε συγκαλέσει με κάθε επισημότητα τη σύνοδο, εντούτοις τον κατάφερα να υποχωρήσει -δεν θα σου πω τι μεθόδους χρησιμοποίησα. Πάντως παρόμοιες μεθόδους χρησιμοποίησα για να μεταπείσω ορισμένους καρδιναλίους. Τούτοι είχαν θέσει σε ισχύ τη σύνοδο με δημόσια πρακτικά, ωστόσο εγώ τους έκανα να τα ανακαλέσουν με τη βοήθεια δικηγόρων και μαρτύρων.

Πέτρος. Μα γίνεται αυτό;

Ιούλιος. Γιατί να μην γίνεται, αφού το εγκρίνει ο ανώτατος ποντίφικας; Αν το θέλει αυτός, ο όρκος δεν είναι όρκος, μιας και έχει όλη τη δύναμη να απαλλάξει κάποιον από τη δέσμευσή του. Βέβαια, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, στην προκειμένη περίπτωση το παρατράβηξα, αλλά δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Αντιλαμβανόμουν ξεκάθαρα τι θα γινόταν: θα βρίσκονταν ορισμένοι να πουν ότι αντιμετώπιζα κακόπιστα τη σύνοδο, ιδίως αφού τούτη είχε συγκληθεί κατά τρόπο που δεν με απέκλειε. Άλλωστε, με είχαν προσκαλέσει και μου είχαν ζητήσει να προεδρεύσω. Άκου, λοιπόν, τι τέχνασμα χρησιμοποίησα. Ακολουθώντας το παράδειγμα των προκατόχων μου, ανήγγειλα με τη σειρά μου σύνοδο, προφασιζόμενος ότι ο χρόνος και ο τόπος που είχαν επιλεγεί ήταν ακατάλληλοι. Συγκάλεσα άρον άρον σύνοδο στη Ρώμη[2], θεωρώντας ότι δεν θα ερχόταν κανείς που να μην ήταν φιλικά διακείμενος προς τον Ιούλιο, ή, τουλάχιστον κανείς που θα του εναντιωνόταν (τους το είχα διαμηνύσει αυτό με πολλούς τρόπους) και ευθύς όρισα νέους καρδιναλίους που θα συμβάδιζαν με τα σχέδιά μου.

Πνεύμα. …μιλάμε για τα μεγαλύτερα λαμόγια… (περισσότερα…)

Έρασμος του Ρόττερνταμ, Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον Παράδεισο [1/2]

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Τον Φεβρουάριο του 1513 πεθαίνει ο πάπας Ιούλιος Β΄, ο πιο διαβόητος και κακόφημος ποντίφικας μιας εποχής περικλεούς παπικής παντοκρατορίας. Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του αρειμάνιου πάπα, άρχισαν να κυκλοφορούν στα κρυφά, χειρόγραφα αντίτυπα ενός ανώνυμου διαλόγου πρωτοφανούς ανευλάβειας απέναντι στο πρόσωπο του. Ο ξεκαρδιστικός διάλογος κατέληξε να φέρει παραδοσιακά τον τίτλο «Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον παράδεισο». Στο έργο, ο Ιούλιος λογομαχεί με τον Άγιο Πέτρο μπροστά στις πύλες του παραδείσου, διότι ο πρώτος βικάριος του Χριστού δεν είναι ούτε στο ελάχιστο διατεθειμένος να επιτρέψει σε έναν τόσο διεφθαρμένο διάδοχό του να εισέλθει στους ουρανούς.

Το 1517 εμφανίζεται η editio princeps, και το έργο γνωρίζει έντεκα εκδόσεις μέσα σε διάστημα μόλις τριών ετών. Για το έργο μιλά σύσσωμη η ανθρωπιστική Ευρώπη και οι εικασίες, φυσικά, για την ταυτότητα του συγγραφέα πληθαίνουν. Το ευρύ αναγνωστικό κοινό, όμως, υιοθετεί σχεδόν άμεσα την πιο εύλογη υπόθεση. Ο συγγραφέας δεν ήταν άλλος από τον πιο πολυδιαβασμένο και επιδραστικό διανοούμενο της εποχής: τον Έρασμο του Ρόττερνταμ. Ο ίδιος ο Έρασμος, πάντως, αποκηρύσσει επανειλημμένως και δημοσίως το έργο και διατυμπανίζει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί ότι δεν το έχει συντάξει εκείνος. Σε χρόνους κατά τους οποίους η dictio erasmica αποτελούσε το απόλυτο πρότυπο πρόζας σε όλη την Ευρώπη, θα ήταν εύκολο να πιστέψει κανείς ότι το έργο γράφτηκε κατά μίμηση του Έρασμου, και όχι από την ίδια την πένα του Ολλανδού ανθρωπιστή. Ωστόσο, αν και η συζήτηση περί της πατρότητας του έργου συνεχίζεται έως και σήμερα, ελάχιστοι είναι πια εκείνοι που αμφισβητούν -ιδίως μετά την κριτική έκδοση του 2013- ότι η διαίσθηση των πρώτων αναγνωστών ήταν απολύτως ορθή: το έργο το συνέταξε πράγματι ο Έρασμος από το 1513 έως το 1514 στην Αγγλία, προορίζοντάς το για έναν πολύ στενό και έμπιστο κύκλο φίλων ανθρωπιστών. Eίναι δε βέβαιο ότι δεν επιμελήθηκε ο ίδιος την πρώτη του έκδοση, τρία χρόνια αργότερα. Το διάστημα πάντως αυτό ήταν αρκετό για να μεταβάλει ριζικά την πρόσληψη και ερμηνεία του διαλόγου. Ένα έργο που γράφτηκε με εμφανώς κωμική διάθεση και με σκοπό να αποτυπώσει ανάγλυφα -και ακραία- τα ιδεώδη του χριστιανικού ανθρωπισμού και της επιστροφής στην ecclesia primitiva, τυπώνεται τελικά όταν άρχεται η άνοδος του προτεσταντισμού και φθάνει να ερμηνεύεται και να αξιοποιείται ως ανελέητο σφυροκόπημα της Ρώμης και του παπισμού.

Στον διάλογο λαμβάνουν μέρος τρεις μορφές: ο Πέτρος, ο Ιούλιος και το «Πνεύμα»-προστάτης του Ιουλίου. Το Πνεύμα παρεμβάλλει κυρίως σκωπτικά σχόλια εναντίον του Ιουλίου, αλλά δεν μετέχει ουσιαστικά στον διάλογο. Τούτος αναπτύσσεται ως αυστηρός «έλεγχος» του Ιουλίου από τον Πέτρο, με τον Έρασμο να μας χαρίζει μια πρώτης τάξης ανάλυση των κινήτρων και των ενεργειών ενός πάπα που οδήγησε όλη την Ευρώπη σε πόλεμο. Η αναπαράσταση των διαφορών των δύο ανδρών μέσα στον διάλογο είναι ανεπανάληπτη και καταλήγει στο μόνο δυνατό αποτέλεσμα: την απολάκτιση του Ιουλίου από τη βασιλεία των ουρανών.

Η μετάφραση του έργου θα δημοσιευθεί στο ΝΠ σε δύο συναπτές αναρτήσεις, στις 7 και 8 Δεκεμβρίου.

(περισσότερα…)

«Όλος ο κόσμος φιλόσοφος. Ουάου!»

*

του ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΚΡΙΔΗ

Όλος ο κόσμος φιλόσοφος. Ουάου! Δέν ξέρεις με πόση,
πόση στʼ αλήθεια χαρά τις σοφές-του μοιράζει ο καθένας
σκέψεις τόσο σʼ αυτούς που τις ζήτησαν όσο σʼ εκείνους
που προτιμάν τη σιωπή – τη δική-τους μαζί με των άλλων.

«Τί, δέν μπορείς να πετάξεις; Τρέξε λοιπόν.» «Θα σε βλάψει
πιό πολύ το πάρα πολύ παρά το καθόλου.»
«Μάθε να βλέπεις παντού κάποιο νόημα. Μόνο τυχαία
δέν είναι αυτά που σου τύχαν.» «Θυμήσου τα χόρτα στις στέγες
κάθε που βρέχει, τ’ αστέρια την ώρα που πέφτει σκοτάδι.»
«Πίσω απʼ τον άντρα η γυναίκα. Και πίσω απʼ αυτήν η μαμά-της.»
«Πές το όπως θέλεις: κύκλο, ροή, φτεροκόπημα, κύμα.
Πάντως για μένα λέγεται αγάπη.» «Μέσα απʼ το μίσος
ο άνθρωπος βγαίνει μισός.» «Τα δόντια σου βούρτσιζε τώρα
πού ʼναι γερά. Θα σʼ τα βγάλουν και τότε τί θα βουρτσίζεις;»
«Κάθε, μα κάθε νιφάδα κολλάει ακριβώς όπου πέφτει.»

— Τί, δέ σʼ αρέσει το Φέιζμπουκ; — Μʼ αρέσει. Και δέν αμφιβάλλω
διόλου πως κάθε λάικ κολλάει ακριβώς όπου πέφτει.

///

Όλος ο κόσμος απόπατος. Πίφ! Τα μάτια-σου κράτα
πάντα ανοιχτά, ζηλωτή, κι άν δείς την κουράδα να πέφτει
φρέσκια, σφιχτή σάν γροθιά, το χέρι-σου φέρε στη μύτη
πρίν σου θολώσει τον νού της βαριάς ανθρωπίλας η μπόχα. (περισσότερα…)

Γιάννης Υφαντής, Από το ημερολόγιό μου

*

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 1994:
ΤΟΥ ΝΤΟΥΛΑ ΤΟ ΣΤΕΦΑΝΙ

Οι Τούρκοι παιδομάζωμα έκαμαν στο Πυργί.
Πρόκριτοι, δημογέροντες, παπάς και χωριανοί
κρύψαν τους γιους τους κι έδωσαν της χήρας το παιδί,
τον Ντούλα τον μονάκριβο και μήτε η Παναγία
μήτε ο Χριστός σταμάτησαν αυτή την αδικία.
Δέρνεται η μάνα σέρνεται και τους παρακαλεί
κι ανυπεράσπιστο θρηνεί φωνάζει το παιδί.
Μα ούτε οι πέτρες άκουγαν ούτε και οι καρδιές.
Πήραν τον Ντούλα κι έφυγαν σε στράτες μακρινές.
Γενίτσαρο τον κάμανε, τσαούση στρατολάτη,
μ’ αυτός ποτέ δεν λησμονεί, του έμεινε γινάτι.
Διαβαίνουν χρόνοι και καιροί κι ένα πρωί προβαίνει
καβάλα με στρατό πολύ, στην εκκλησιά πηγαίνει
κεφάλια σκίζει αγίων, καίει την εκκλησιά
κι έξω μαχαιρωμένη σέρνει την Παναγιά.
Όλους τους άντρες μάζωξε, κοπάδι να τους κάμει
και στο γκρεμό τους έριξε, μες στο βαθύ ποτάμι.

~.~

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ, 1996:
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ ΠΕΡΙΦΡΟΝΩ

Δεν είναι πως περιφρονώ
τον κάθε μέτριο ποιητή
είναι που για ν’ αντέξω εγώ
τη φρίκη πού ’χει η ζωή
ήθελα δόσεις δυνατές
από μεγάλους ποιητές
κι έγινα ποιητομανής
όσο ποτέ άλλος κανείς
κι αδιάφορος στο κάθε τι
που δεν γιατρεύει τη ζωή.

~.~ (περισσότερα…)

Στις ακρογιαλιές των ομήρων

*

Τ’ ανώτερα μαθηματικά μου τα έκανα στο Σχολείο του 2024. Ιδού και μερικές πράξεις για παράδειγμα:

1: Εάν αποσυνδέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν ένας κομματάρχης, ένας μαφιόζος κι ένας Κινέζος μεσίτης. Που σημαίνει: με άλλους τόσους την ξαναφτιάχνεις.

2: Το γινόμενο της αναγραφόμενης τιμής επί τον βασικό μισθό δίνει πάντοτε το σχήμα κάποιου καρτέλ.

3: Η ευτυχία είναι η ορθή σχέση ανάμεσα στις κιλοβατώρες (του κλιματισμού) και στα τιμολόγια (πράσινα, κίτρινα και μπλε). Η ζωή μας κόβεται, και οφείλει να κόβεται, στα μέτρα που έκοψε τα χρωματιστά χαρτιά της η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού.

4: Όπου υπάρχουν καμένα υπάρχει Ελλάδα. Όπου προεξέχει το βουνό απ’ τη λέξη του υπάρχει επενδυτής. Η ηδονή είναι αφαιρετέα.

5: Ένα δειλινό στο Αιγαίο περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη σε τόσο ίσες δόσεις που δε μένει στο τέλος παρά το μοχίτο.

ΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΑΚΗΣ

*

*

*

 

Χάρης

Sir Thomas Rowlandson (1756-1827),  L’Homme de la Rénaissance,
Bristol Museum & Art Gallery

*

Χ ά ρ η ς

Τὸ θέλω τοῦ κισσοῦ τὸ πλάνο ψήλωμα
σὲ ξένα ἀναστυλώματα δεμένο,
μ’ ἕνα βιβλιογραφικώτατο ξεχείλωμα
τὸ κάθε μου ἁμάρτημα ξεπλένω.

Το θέλω τὸ ἀδήλωτο τὸ δάνειο
σ’ αὐτὴ τὴν ὑψηλή μου ἐνατένισι,
στὸ στύλ μου τὸ ἀσυγχώρητα βαλκάνιο
προσδίδει μιὰ essence ἀπὸ Ἀναγέννησι.

ΑΑΡΩΝ ΜΝΗΣΙΒΙΑΔΗΣ

~.~

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Χρησιμοποιήθηκαν τὰ Φωτερὰ Σκοτάδια  τοῦ Γεωργίου Δροσίνη. Ὁ τίτλος ἀποτελεῖ ὀρθογραφικὸ ἐξελληνισμὸ ὁμώνυμου σονέττου τοῦ Λορέντζου Μαβίλη.

~.~

Βλ. ακόμη

Μιχάλης Παπαδόπουλος
Η «ΚΡΙΤΙΚΗ» ΚΑΙ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΗ ΒΛΑΒΙΑΝΟΥ

Γ. Μπλάνας, Γ. Πατίλης, Δ. Σολδάτος κ.ά.
ΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΡΡΑΦΕΙΣ: ΜΙΑ ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΣΑΤΙΡΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ

Σοφία Κολοτούρου
ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΑΡΩΝ ΜΝΗΣΙΒΙΑΔΗ

*

*

*

 

Κατόπιν εορτής

*

Χρόνια πολλά! (Πόσα κιλά
στις ζυγαριές αθροίσατε;)
Πώς τα περάσατε, καλά;
Σουβλίσατε; Σουβλίσατε;

Πέρασε το Πάσχα, και οι χριστιανοί
γύρισαν με κέφι στις δουλειές τους.
Φάγαν του σκασμού, χωνέψανε τ’ αρνί
και τριπλασιάσαν τις διπλοκοιλιές τους.

Πέρασε το Πάσχα, τόσο ειρηνικά,
μέσα σε φωνές κι αυγομαχίες.
Θύματα δυο-τρεις απ’ τα βεγγαλικά
κι απ’ τη μάσα κάτι οδοντοστοιχίες.

Πέρασε το Πάσχα, και με τον Χριστό
νεκραναστηθήκαν κι οι εμπόροι,
που το θρήσκο πλήθος έτρεξε πιστό
στους ναούς του Shopping, φέτος με το ζόρι.

Πέρασε το Πάσχα κι εν τω μεταξύ
έφτασε του Μάιου η χάρη.
Πιάνουν το μαγιόξυλο με το δεξί
τώρα ή ζευγαρώνουν όπως οι γαϊδάροι.

Αχ, τι κόσμος, Θέ μου, σε χαρές φτωχός·
πλούσιος σε φόβο και σε πάθος.
Τόσο που έχει γίνει αβάσταχτα ρηχός,
μια φτυσιά τού πρέπει – ν’ αποχτήσει βάθος!

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΣ

Από το βιβλίο Nobel λόγω ατεχνίας, 2008

*

*

*