πλούτος

Ὁ Μπιροττώ, ὁ Μπόρκμαν κι ἐμεῖς

*

τοῦ ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

~.~

Τὸν homo oeconomicus, τὸν ἄνθρωπο τῆς οἰκονομίας καὶ τοὺς τρόπους του, ἡ λογοτεχνία τὸν εἶδε ἐξ ἀρχῆς κριτικά. Μοτίβα σὰν κι αὐτὰ τῆς φιλοχρηματίας, τῆς κερδοσκοπίας, τῆς πλουτοθηρίας ἐπανέρχονται διαρκῶς στὶς σελίδες της. Νὰ νουθετήσουν, νὰ διαφωτίσουν τὸν ἀναγνώστη γιὰ τὶς ὀλέθριες συνέπειές τους ζητοῦν ἀνὰ τοὺς αἰῶνες στὰ γραφτά τους ποιητὲς τόσο διαφορετικοὶ ὅσο ὁ Ὁράτιος ἢ ὁ Καισάριος Δαπόντες. Ἀπαράμιλλα περιγράφει ὁ Πετράρχης τὴν καθηλωτικὴ δύναμη τοῦ χρυσοῦ:

«Σέ μας, φίλε, εἶναι τὰ πάντα ἀπὸ χρυσό: οἱ ἀσπίδες καὶ τὰ δόρατα, οἱ ἁλυσίδες καὶ τὰ στέμματα. Ὁ χρυσὸς μᾶς συνέχει καὶ μᾶς συγκρατεῖ. Ὁ χρυσὸς μᾶς κάνει πλούσιους καὶ φτωχούς, ἐλεεινοὺς καὶ εὐδαίμονες. Ὁ χρυσὸς ἐξανδραποδίζει τοὺς ἐλεύθερους καὶ ἀπελευθερώνει τοὺς ἡττημένους. Καταδικάζει τοὺς ἀθώους καὶ ἀπαλλάσσει τοὺς ἐνόχους. Δίνει μιλιὰ στοὺς μουγγοὺς καὶ βουβαίνει τοὺς εὐφραδέστερους ρήτορες… Συμφιλιώνει θεοὺς ἤ –ὅπως μερικοὶ διατείνονται– καὶ ἀνθρώπους ἀκόμη. Τίποτα δὲν τοῦ ἀντιστέκεται. Τίποτα δὲν εἶναι γιὰ ἐκεῖνον ἀνέφικτο.»

Ἀμίμητοι εἶναι οἱ στίχοι τοῦ Ἀχιλλέα Παράσχου μὲ τοὺς ὁποίους τὴ δεκαετία τοῦ 1870 κατακεραυνώνει τὴν παντοδυναμία τοῦ κεφαλαίου στὴν Εὐρώπη:

Κ’ ἔπεσαν, ὅλα ἔπεσαν! Τὸ πᾶν εἰς τέφραν κεῖται!
Ὑψοῦνται μόνον τράπεζαι καὶ μόνον τραπεζῖται…

Ὁ Παράσχος ἀνήκει ἀκόμη στοὺς νοσταλγούς. Θρηνεῖ τὸν χαμὸ τοῦ παλιοῦ κόσμου τοῦ πνεύματος καὶ τῆς πίστης. Σὲ τραπεζίτες καὶ τράπεζες βλέπει τοὺς ἀποστόλους τῆς νέας ὑλοφροσύνης, σατανικὲς μηχανὲς ποὺ ἐξαργυρώνουν τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις. Μέσα στὴν ἀναπόλησή του, προανακρούονται ὅμως καὶ οἱ αὐριανοὶ ἀρνητὲς τοῦ νέου καθεστῶτος. Ἡ ἱερεμιάδα τοῦ Πάουντ κατὰ τῶν πιστωτικῶν θεσμῶν («Μὲ τὴν τοκογλυφία, / δὲν φτιάχνουν οἱ ἄνθρωποι σπίτια γερά…»), γιὰ παράδειγμα. Ἢ ἡ ὀργίλη πολεμικὴ τοῦ Μπρέχτ («Τί εἶναι ἡ ληστεία μιᾶς τράπεζας ἐμπρὸς στὴν ἵδρυσή της;»). Ὁ παλαιορομαντικός, ὁ ἀκροδεξιός, ὁ μαρξιστὴς ἐδῶ συμπλέουν, ἐπειδὴ τὸ ἀντίπαλον δέος εἶναι κοινό: ὁ καπιταλισμός. Κοινὴ εἶναι καὶ ἡ ἐπιθυμία τῆς ὑπέρβασής του. (περισσότερα…)

Πεντάστερα ξενοδοχεία με οικογενειακούς βόθρους

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

~

Πεντάστερα ξενοδοχεία με οικογενειακούς βόθρους

Τα βλαστάρια ολίγων οικογενειών με μεγάλο δόντι πιστεύουν από τα μικράτα τους ότι έχουν κληρονομικό δικαίωμα στην εξαγορασμένη ασυδοσία. Εξασφαλισμένη άνεση στη φοροκλοπή και ανοιχτή πρόσβαση στη δωροδοκία, εκβιαστική ατιμωρησία και ελευθερία στον βιασμό. Μια πεποίθηση διόλου αδικαιολόγητη αφού ως επιφανή καθάρματα δρουν με την ανοχή και κάποτε με την προστασία των οργάνων της ελληνικής Πολιτείας. Ενίοτε φυσικά το τείχος ραγίζει και άθλια συμβάντα, όπως αυτό της Θεσσαλονίκης, φέρνουν στην επικαιρότητα το καταραμένο τρίγωνο εξουσίας, σεξισμού και βίας. Η σκοτεινή συλλειτουργία των πλευρών αυτού του τριγώνου, στο οποίο η βία κρατά σταθερά τη θέση της υποτείνουσας, είναι έκδηλη σε μια σειρά συγγραφέων από τον Σαντ ως τον Ζενέ. Στη σεξουαλική κακοποίηση, αυτό που μετρά είναι περισσότερο η βία και λιγότερο το σεξ. Στόχος του επιτιθέμενου είναι η ενδυνάμωση της εξουσιαστικής σχέσης που τον συνδέει με το θύμα και η επιδίωξη της υποτέλειας του ανίσχυρου. Η δική του ηδονή αντλείται από την οδύνη του άλλου. Όταν ο δυνάστης γδύνει έναν μισοναρκωμένο άνθρωπο, δεν τον εξάπτει μόνο η θέαση του σώματός του αλλά, κυρίως, η ντροπή του. Η βασανιστική του αδυναμία ν’ αντιδράσει και ο εξαναγκασμός του σε μία ολοσχερώς αντιερωτική έκθεση. Ο εξουσιαστής δεν είναι πρωτίστως ηδονοβλεψίας αλλά οδυνοβλεψίας. Βιαστής που υποβιβάζει το δώρο της σεξουαλικότητας σε ταπεινό προσάναμμα του εγκλήματος. Όσο κι αν είναι ξαναμμένος ενεργεί εν ψυχρώ. Βαθιά ανηδονικός απέναντι σε ό,τι βρίσκεται έξω από την επικράτεια ενός θανάσιμου ζόφου, αποσκοπεί να προσβάλλει ως εξοντώσεως τη σεξουαλικότητα του θύματός του. Χαίρεται με την καταστροφή της χαράς του. Ανήκει στην κατηγορία των βασανιστών και μάλιστα του ειδεχθέστερου είδους, επειδή σχεδόν οποιαδήποτε σωματική πληγή επουλώνεται πιο γρήγορα από την πληγωμένη σεξουαλικότητα. Τα τιποτένια υποκείμενα ωστόσο που πρωταγωνιστούν σε τέτοιες υποθέσεις δεν πέφτουν από τον ουρανό, ανεβαίνουν από τον οχετό. Και μια δικαιοσύνη που θα ήθελε να χτυπήσει το κακό στη ρίζα του, θα ’πρεπε να στραφεί ερευνητικά και στις πλουσιάθλιες οικογένειες που τους έμαθαν τη χυδαιότητα από τα γεννοφάσκια τους.

~.~ (περισσότερα…)

Η νοσταλγία για τον Οδηγητή

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Η σημερινή εποχή είναι διαποτισμένη από ένα μεγάλο παράδοξο: ενώ η δημοκρατία ως γενική έννοια, είναι τόσο δημοφιλής σήμερα και βρίσκεται στο στόμα όλων ανεξαιρέτως, διαπιστώνεται η δραστική συρρίκνωση της ονομαζόμενης «φιλελεύθερης δημοκρατίας» (κοινοβουλευτικής, αστικής ή συνταγματικής) καθιστώντας την ουσιαστικά σκιά αυτής που υπήρξε ειδικά την περίοδο μετά τνο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι βασικοί πυλώνες της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας –η συνταγματικότητα, η ισονομία, η ισότητα, οι πολιτικές, αστικές και κοινωνικές ελευθερίες– έχουν υποστεί σοβαρότατους κλυδωνισμούς κατά τη διεργασία της παγκοσμιοποίησης και του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου δόγματος, με αποτέλεσμα να έχουν καταρρεύσει σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Η δε φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει μεταλλαχθεί σε μαζικοδημοκρατική μεταδημοκρατία ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο για τον επερχόμενο απολυταρχισμό και αυταρχισμό.

Ο απολυταρχισμός καλπάζει. Δεν καλπάζει μόνο στις σχετικά φτωχές χώρες. Καλπάζει επίσης και στις ευημερούσες χώρες, συμπεριλαμβανομένων και των ΗΠΑ, της χώρας η οποία υπερασπίστηκε και προώθησε τη φιλελεύθερη δημοκρατία καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά και στο σύνολο των χωρών της ΕΕ. Η υποχώρηση της συλλογικής ρύθμισης και η άρνηση του ελέγχου της αγοράς, η κατάργηση του δημόσιου νοικοκυριού ως φορέα εξισορρόπησης των ανισοτήτων, η ιδιωτικοποίηση των πάντων, η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων αλλά όχι ανθρώπινου δυναμικού, η επικράτηση «ουδέτερων εκσυγχρονιστικών» μηχανισμών και ιδεολογιών, η απίστευτη διόγκωση της χρηματιστηριακής σφαίρας, ο υπερκαταναλωτισμός των οικονομικών ελίτ, έχουν προκαλέσει σοβαρότατες αλλαγές στις υλικές συνθήκες παραγωγής και κατανομής του πλούτου, οξύνοντας στο έπακρον τις υπάρχουσες ανισότητες έτσι ώστε ο πυλώνας της ισότητας και της ισονομίας ουσιαστικά να μην υφίσταται πλέον. (περισσότερα…)

Μπουονακόρσο ντα Μοντεμάνιο, Περί ευγενείας

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Ο Μπουονακόρσο ντα Μοντεμάνιο συνέθεσε την Αντιπαράθεση για την ευγένεια (Controversia de nobilitate) στη Φλωρεντία περί το 1428, λίγο πριν τον θάνατό του. Η Αντιπαράθεση υπήρξε ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του 15ου αιώνα. Πάνω από εκατό χειρόγραφα της πραγματείας σώζονται σήμερα σε βιβλιοθήκες της Ιταλίας. Μεταφράσεις σε άλλες γλώσσες εμφανίστηκαν πολύ γρήγορα, ενώ στην αυγή του 16ου αιώνα είχε ήδη τυπωθεί στα Λατινικά, τα Γαλλικά, τα Ιταλικά, τα Γερμανικά και τα Αγγλικά. Πέρα από εκδοτικό φαινόμενο, η πραγματεία στάθηκε αφορμή να βλαστήσει μια ολόκληρη γραμματειακή παράδοση έργων περί ευγενείας. Μετά την εμφάνισή της στους φλωρεντινούς κύκλους, σχετικά κείμενα συνέθεσαν ο Μπρατσιολίνι, ο Μαρσουπίνι, ο Λεονάρδος ο Χίος, ο Αντώνιος Φεράρις και πολλοί άλλοι, ενώ η σπουδαιότητα αλλά και η καθαρότητα των ζητημάτων που ήγειρε επηρέασε τον κοσμικό-ανθρωπιστικό μα και τον αυλικό ηθικό λόγο ανά την Ευρώπη.

Το έργο αποτελεί μια declamatio : μια ρητορική «μελέτη». Μεταφερόμαστε στην κλασική Ρώμη. Η ευγενής Λουκρητία (θρυλικό ρωμαϊκό όνομα) βρίσκεται σε ηλικία γάμου. Το χέρι της διεκδικούν δύο όμορφοι μα ολότελα διαφορετικοί νέοι: ο Πόπλιος Κορνήλιος, από το ένδοξο γένος των Κορνηλίων, και ο Γάιος Φλαμίνιος, άνδρας ενάρετος μα ταπεινότερης καταγωγής. Η Λουκρητία ανακοινώνει ότι θα παντρευτεί εκείνον που υπερτερεί σε «ευγένεια» (nobilitas). Επειδή το ζήτημα είναι «καινούργιο» και έχει εξάψει τόσο το ενδιαφέρον του ρωμαϊκού λαού, η διαμάχη μεταφέρεται στη Σύγκλητο, με τους ανταγωνιστές να ανεβαίνουν στο βήμα για να αποδείξουν ότι είναι ευγενέστεροι του αντιπάλου τους. Ο Κορνήλιος θεμελιώνει την ευγένεια στον πλούτο και την καταγωγή, ενώ στον αντίλογό του –που μεταφράζεται εδώ– ο Φλαμίνιος, ο (αδήλωτος) νικητής της διαμάχης, τη στηρίζει στην αρετή και το πνεύμα.

~.~ 

ΜΠΟΥΟΝΑΚΟΡΣΟ ΝΤΑ ΜΟΝΤΕΜΑΝΙΟ

Περί ευγενείας
(O λόγος του Γάιου Φλαμίνιου) [1]

Είναι μεγάλη μου τιμή, έγγραφοι πατέρες[2], να προσέρχομαι ενώπιόν σας, και να απευθύνομαι σε ανθρώπους με πνεύμα τόσο ευγενές όταν το αντικείμενο της ομιλίας μου είναι η ευγένεια· διότι πουθενά αλλού δεν βρίσκει κανείς συγκεντρωμένη και εδραιωμένη τόση ευγένεια. Είναι για μένα πολύ ευχάριστο, αληθινή ευλογία, να μιλώ σε κοινό τόσο αμερόληπτο, γνωστικό και ενάρετο, από το οποίο είναι αδύνατον να εκφερθεί μια κρίση άδικη, σκοτεινή ή αναπάντεχη. Μα στη σημερινή αντιδικία, έγγραφοι πατέρες, ένα καινούργιο ζήτημα τίθεται στην κρίση σας, και πρέπει να βαδίσετε με τεταμένη την προσοχή, αφού δεν θα αποφανθείτε για ζήτημα ιδιωτικό, αλλά για κάτι το οποίο, κατά τη γενική προσδοκία, το βούλευμά σας θα αποτελέσει καθολικό και αιώνιο νόμο για όλα τα έθνη. Παρόλο που δεν το συνηθίζει, σήμερα σύσσωμος ο ρωμαϊκός λαός αναμένει εναγωνίως την κρίση σας. Η προσοχή όλων των Ρωμαίων πολιτών αλλά και όλων των ξένων είναι στραμμένη πάνω σας. Τους ενδιαφέρει αφενός να μάθουν ποιον πρέπει να παντρευτεί η Λουκρητία, αφετέρου δε, και κυρίως, ποιος πρέπει να θεωρείται ευγενής. Σας ικετεύω, λοιπόν, περιφανείς συγκλητικοί, να λάβετε σοβαρά υπόψη τη σπουδαιότητα της υπόθεσης. Παρόλο που όλες οι υποθέσεις πρέπει να αποφασίζονται με γνώμονα τη δικαιοσύνη, τούτο απαιτείται ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις που αφορούν τα πιο σημαντικά και κρίσιμα ζητήματα. (περισσότερα…)