καισαρισμός

Οι ΗΠΑ δείχνουν τον δρόμο του μέλλοντός μας

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Πού οδεύει η ιστορική εποχή της μετανεωτερικότητας και της μαζικής δημοκρατίας, στον αστερισμό της οποίας βρισκόταν όλος ο πλανήτης κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα; Έχω την γνώμη ότι αργά αλλά σταθερά οδεύει προς το τέλος της έχοντας στο μεταξύ χαράξει βαθιά κοινωνίες και άτομα, νοοτροπίες και αντιλήψεις ζωής, τέχνη και πολιτισμό, φιλοσοφία και επιστήμη, και κάθε άλλη στιγμή του κοινωνικού γίγνεσθαι με τις αξίες της και τις απαξίες της.

Μαζί της παρασύρονται και τα κοσμοθεωρητικά και κοινωνικοπολιτικά ρεύματα –συντηρητισμός, φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός– τα οποία μπορεί να γεννήθηκαν και κυριάρχησαν την εποχή της νεωτερικότητας αλλά παρέμειναν, παρότι υπολειμματικά και φθίνοντα, στο επίκεντρο της μετανεωτερικής εποχής. Φυσικά, μαζί τους παρασύρονται και όλες οι γνωστές εκφάνσεις τους, καλυμμένες πίσω από το πρόθεμα νέο- (π.χ. νεοσυντηρητικοί, νεοεργατικοί κτλ.) ή το πρόθεμα μετά- (π.χ. μεταδημοκρατία).

Σε τελική ανάλυση, είναι οι ΗΠΑ που δείχνουν το δρόμο προς τις μελλοντικές κοινωνικές εξελίξεις στις χώρες της Δύσης και, έστω με κάποια υβριδική μορφή, στις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τα πρώτα αλλά σαφή δείγματα του «νέου κόσμου» που ξεδιπλώνεται μπροστά μας. Η εκλογή Τραμπ δίνει, κατά την άποψή μου, σαφείς απαντήσεις στο ερώτημα που έχει τεθεί στην αρχή αυτού του άρθρου. Δεν αποτελεί σπουδαία ανακάλυψη ότι οι ΗΠΑ αποτελούν τον προπομπό των εξελίξεων στον Δυτικό κόσμο, δεδομένης της ηγετικής θέσης που κατέχουν. Αλλά ακόμη περισσότερο, επειδή δεν ηγούνται μόνο, αλλά ηγεμονεύουν με την γκραμσιανή έννοια του όρου! Με απλά λόγια, τα πολιτιστικά, καλλιτεχνικά και κοινωνικά ρεύματα φθάνουν πια στον υπόλοιπο κόσμο από τις ΗΠΑ. Εκεί γεννιούνται, μεγαλώνουν και στη συνέχεια εξαπλώνονται, αρχικά στην Ευρώπη και στη συνέχεια στον υπόλοιπο κόσμο. (περισσότερα…)

Το τέλος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας

*

του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Από τις αρχές του 21ου αιώνα, όλα τα κράτη της Δύσεως και κατ’ εξοχήν οι ΗΠΑ περιήλθαν υπό την κυριαρχία μιας αλαζονικής ολιγαρχίας, με τους πολιτικούς να γίνονται, ο ένας μετά τον άλλο, υποτελείς της και τους λαούς απλώς να αγωνιούν για τον επιούσιο, να πληρώνουν φόρους και να τρέμουν το αύριο.

«Από τότε που το κράτος έπεσε στην εξουσία και την κυριαρχία λίγων ισχυρών ανδρών, οι βασιλιάδες και οι κυβερνήσεις έγιναν υποτελείς και οι λαοί και τα έθνη απλώς πληρώνουν φόρους. Όλοι οι υπόλοιποι, όσο δραστήριοι και άξιοι και αν είναι, είτε ευγενείς είτε πληβείοι, συγκροτούμε έναν όχλο χωρίς επιρροή, χωρίς βάρος, υποταγμένοι σε αυτούς στους οποίους, σε ένα ελεύθερο κράτος, θα ήμασταν αντικείμενο φόβου»

Αυτό το απόσπασμα δεν προέρχεται από μια πρόσφατη ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ ή της Μαρίν Λεπέν, αλλά από τον Ρωμαίο συγγραφέα Σαλλούστιο (Η συνωμοσία του Κατιλίνα, 20). Μπορεί η δεξιά να έχει εμμονή με τους παραλληλισμούς μεταξύ της τρέχουσας μεταναστευτικής κρίσης και της μετανάστευσης των λαών τον 5ο αιώνα μ.Χ., όμως η εποχή μας δεν θυμίζει τόσο την ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, όσο την παρακμάζουσα Ρωμαϊκή Δημοκρατία του 1ου αιώνα π.Χ., που έζησε ο Σαλλούστιος όταν η Ρώμη βυθιζόταν στην διαφθορά, την  εξαθλίωση, την ανεργία, την μαζική μετανάστευση, την διάλυση της οικογένειας, απώλεια ταυτότητας, την δημογραφική παρακμή, την παγκοσμιοποίηση (μεσογειακή τότε), την υποχώρηση της προγονικής θρησκείας και την έλευση ανατολίτικων λατρειών, για να μην αναφέρουμε τον φιλοσοφικό ηδονισμό, την χρηματοοικονομική κερδοσκοπία, τις ελίτ που απομονώνονταν από την πραγματικότητα, την απολιτική στάση από την πλευρά των μαζών, την βιοτική ανασφάλεια, τους ασύμμετρους πολέμους, την κουλτούρα του «άρτος και θεάματα». (περισσότερα…)

Φιλελευθερισμός κατά δημοκρατίας

*

Με το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, η φιλελεύθερη δημοκρατία φαινόταν να επικρατεί οριστικά. Οι σχετικές θριαμβολογίες επεσκίασαν για ένα διάστημα τις μεγάλες εσωτερικές αντιφάσεις αυτής της τελευταίας. Κατά μέρος τέθηκε το κρίσιμο ερώτημα: πόσο συμβατοί είναι μεταξύ τους ο φιλελευθερισμός και η δημοκρατία; Πώς συμβιβάζεται η αρχή του απαραβίαστου των ατομικών δικαιωμάτων και η αρχή της πλειοψηφίας;

H κλασσική αθηναϊκή δημοκρατία δεν αναγνώριζε ατομικές ελευθερίες και δικαιώματα του ανθρώπου. Ο Δήμος, δηλαδή η εκάστοτε πλειοψηφία, έπαιρνε στην κυριολεξία κεφάλια – ενίοτε και σπουδαία, όπως στην περίπτωση του Σωκράτη. Κάποτε παραλογιζόταν κανονικά, όπως με τους στρατηγούς στη ναυμαχία των Αργινουσών που καταδικάστηκαν σε θάνατο από την Εκκλησία του Δήμου, επειδή εν μέσω τρομερής θαλασσοταραχής δεν κατάφεραν να περισυλλέξουν τους νεκρούς και τους ναυαγούς.

Ο ευρωπαϊκός φιλελευθερισμός πάλι, αυτός του 19ου αιώνα, όπως αποκρυσταλλώθηκε στη Βρετανία, αναγνώριζε μεν δικαιώματα ατομικά, για μια μερίδα του πληθυσμού τουλάχιστον, όχι όμως και τη δημοκρατική αρχή. Δικαίωμα ψήφου είχαν ελάχιστοι κι αυτοί έπρεπε να έχουν περιουσία. Οι βουλευτικές έδρες ήταν κατανεμημένες αυθαίρετα, το σύστημα ήταν στην ουσία ένα μείγμα εμπορικής τιμοκρατίας και κληρονομικής αριστοκρατίας. Γενικά, ο φιλελευθερισμός, και τα αμιγώς φιλελεύθερα κόμματα, ήταν πάντοτε υπόθεση των λίγων, μιας μικρής αλλά δυναμικής μειοψηφίας.

Η σύζευξη των δύο αυτών –κατά βάση αντίθετων– πολιτικών αντιλήψεων είναι σχετικά πρόσφατη υπόθεση. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ενώπιον της πρόκλησης που αντιπροσώπευε για εκείνα το σοβιετικό στρατόπεδο και η σοσιαλιστική ιδεολογία, τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα συναίνεσαν πράγματι στην αναδιανομή ενός σημαντικού μέρους του παραγόμενου πλούτου προς τα κάτω. Έτσι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ό,τι αποκλήθηκε χρυσός αιώνας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.

Το αργότερο από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 φάνηκε ότι η συναίνεση αυτή δεν μπορούσε να μακροημερεύσει. Η εξάντληση της μεταπολεμικής αναπτυξιακής έκρηξης μείωσε τον παραγόμενο νέο πλούτο, αυξάνοντας την ένταση των αγώνων κατανομής. Και η κατάρρευση του κομμουνιστικού αντίπαλου δέους το 1989 έπεισε τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα ότι μπορούσαν ατιμωρητί να αποστούν από τις παλαιότερες δεσμεύσεις τους προς τις λαϊκές τάξεις.

Το αποτέλεσμα ήταν η γιγάντωση της οικονομικής ανισότητας. Αν τη δεκαετία του ’90 το 45% της αύξησης του ΑΕΠ των ΗΠΑ κατέληγε στις τσέπες του 1% του πληθυσμού, επί Μπους του νεώτερου (2000-08) το ποσοστό έφτασε στο 65% και επί Ομπάμα εκτοξεύθηκε στο 93%. Σήμερα, στις ΗΠΑ η ανισοκατανομή του εισοδήματος είναι παρόμοια με εκείνη του 1929, στη δε Ευρώπη ο καπιταλισμός του Ρήνου και η ασφάλεια που παρείχε αποτελεί μακρινό παρελθόν.

Πολιτικά, το νέο αυτό ταξικό χάσμα καθυστέρησε πολύ να εκφραστεί. Ο λόγος ήταν ότι τα παλαιά εργατικά κόμματα της Ευρώπης μετά το 1990 μήδισαν ιδεολογικά και υιοθέτησαν το φιλελεύθερο αφήγημα του μονοδρόμου της παγκοσμιοποίησης. Η δε “Αριστερά” μεταλλάχθηκε βίαια και από προασπιστής των εργατικών στρωμάτων έγινε φιλανθρωπικό σωματείο προυντονικού τύπου, απ’ αυτά που κορόιδευε τόσο ο Μαρξ.

Άρχισε να συνηγορεί έτσι γενικά και αόριστα υπέρ των “ανθρωπίνων δικαιωμάτων” και των ποικιλώνυμων “μειονοτήτων”, στρέφοντας την πλάτη στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της. Έφτασε στο σημείο, μάλιστα, να υποστηρίζει ομάδες όπως οι μετανάστες, που όπως ήδη οι Μαρξ και Ένγκελς κατάγγελλαν, με την παρουσία τους υπονόμευαν ευθέως τη θέση των εργατικών στρωμάτων και συμπίεζαν το εισόδημά τους.

Εγκαταλειμμένα από τα παραδοσιακά τους κόμματα, τα στρώματα αυτά στράφηκαν εντέλει σε αντισυστημικές πολιτικές δυνάμεις με συγκεχυμένο ιδεολογικά πρόγραμμα, αλλά σαφή αντιφιλελεύθερο, αντιολιγαρχικό και δημεγερτικό λόγο. Η απόπειρα των κατεστημένων κομμάτων να ανασχέσουν την άνοδο των νέων αυτών αντιπάλων έλαβε ποικίλες μορφές έως τώρα (δυσφημιστικές εκστρατείες από τα συστημικά ΜΜΕ, ορθοπολιτική τρομοκρατία, καταγγελίες για “λαϊκισμό” και εργαλειοποίηση από τους «εχθρούς της Δύσης», λογοκρισία κ.ά.), αλλά δεν απέδωσε.

Το αργότερο με το βρετανικό δημοψήφισμα και τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ οι αντισυστημικές δυνάμεις απέδειξαν ότι είναι ικανές να συγκεντρώσουν πίσω τους όχι μια μερίδα διαμαρτυρομένων, αλλά την δημοκρατική πλειοψηφία του πληθυσμού. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, το φιλελεύθερο “Κέντρο” συρρικνώθηκε σε μειοψηφία. Όπως έδειξαν οι κιτρινογέλεκοι της Γαλλίας, ακόμη και εκεί όπου δεν κυβερνούν οι “λαϊκιστές”, οι ιδέες τους είναι κοινωνικά πλειοψηφικές.

Σήμερα, οι δημοκρατικές πλειοψηφίες και οι φιλελεύθερες μειοψηφίες στέκουν αντιμέτωπες σε όλα σχεδόν τα κρίσιμα ζητήματα: ελευθερία των αγορών, μετανάστευση και προσφυγικό, πολυπολιτισμικότητα και εθνική ταυτότητα, εξωτερική πολιτική και αντίληψη για την παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Συναφείς είναι και οι δύο τάσεις που παρατηρούμε στα πολιτικά συστήματα των Δυτικών χωρών.

Όπου οι φιλελεύθερες μειοψηφίες έχουν το πάνω χέρι έχουμε την αμφίπλευρη υπόσκαψη της δημοκρατικής αρχής: Όλο και πιο πολλές αποφάσεις μεταφέρονται είτε σε υπερεθνικά και εξωκρατικά είτε σε εσωτερικά και τεχνοκρατικά θέσμια, τα οποία εκφεύγουν του λαϊκού ελέγχου. Παράδειγμα των πρώτων είναι ο ευρωπαϊκός φεντεραλισμός, οι ποικιλώνυμες πολυμερείς εμπορικές συνθήκες, η θέση των κανόνων του διεθνούς δικαίου πάνω από αυτούς της εσωτερικής συνταγματικής τάξης. Παράδειγμα των δεύτερων, οι λεγόμενες Ανεξάρτητες Αρχές, ενίοτε και η Τρίτη εξουσία που στο όνομα του δικαιωματισμού τείνει να αγνοεί την διάκριση των εξουσιών και να νομοθετεί από της έδρας.

Όπου οι δημοκρατικές πλειοψηφίες επιβάλλονται έχουμε την αντίστροφη τάση: Μέτρα κατά του Τύπου και της ανεξαρτησίας των αγορών, ύψωση φραγμών στο ρεύμα του δικαιωματισμού ή και ευθεία καταγγελία του. Αποδυνάμωση της αυτοτέλειας της Δικαιοσύνης και έναν νέο συγκεντρωτισμό, ο οποίος συχνά προσωποποιείται στη μορφή ενός ισχυρού ανδρός που αναλαμβάνει την προάσπιση των συμφερόντων της μάζας (του λαού ή του έθνους) απέναντι στην επιβουλή των ολίγων (του κατεστημένου ή των ελίτ).

Αν η διελκυστίνδα αυτή συνεχιστεί, όπως όλα δείχνουν, η πόλωση θα κορυφωθεί οδηγώντας τις δύο αυτές τάσεις στα άκρα. Την μεν, εφόσον επικρατήσει, στην επιβολή μιας θεσμοποιημένης πλέον ολιγαρχίας, όπου στο όνομα των ατομικών ελευθεριών η βούληση της πλειοψηφίας θα καταπνίγεται εν τη γενέσει της. Την δε, στην επιβολή ενός νέου καισαρισμού που θα παρακάμπτει κατά το δοκούν τους θεσμούς στο όνομα των συμφερόντων του Δήμου. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το ιστορικό διακύβευμα των προσεχών αμερικανικών προεδρικών εκλογών, ο Ρουβίκωνας της σημερινής Δύσης δύο χιλιετίες μετά εκείνον της Ρώμης: ο Νοέμβριος του 2024 θα είναι το αποφασιστικό πρόκριμα για το πού θα κλίνει εντέλει η πλάστιγγα. Και στην μία και στην άλλη περίπτωση πάντως, η σύζευξη των δύο αυτών διαφορετικών πολιτικών ιδεωδών, του φιλελεύθερου και του δημοκρατικού, θα αποδειχθεί ολιγόζωη και συγκυριακή.

ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ

*