ισπανόγλωσση ποίηση

Pablo Neruda, Το βιβλίο των Ερωτήσεων (Μτφρ.: Δημήτρης Αγαθοκλής)

~.~

Ο ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ ξεκίνησε νὰ γράφει τὸ Libro de las Preguntas  (λήψη ἐδῶ), μᾶλλον, τὸ 1971 ὅσο ἦταν στὴ Γαλλία. Τὸ ὁλοκλήρωσε σίγουρα στὴ Χιλὴ λίγους μῆνες πρὶν πεθάνει (Σεπτέμβριος τοῦ ’73). Τὸ ἔργο ἀποτελεῖται ἀπὸ 74 ποιήματα, τῶν 619 στίχων συνολικά, ποὺ συγκροτοῦν 319 ἐρωτήσεις. Κατὰ κάποιον τρόπο συνδυάζουν τὴν ἀπορία ἑνὸς παιδιοῦ, καθὼς μεγαλώνει, μὲ τὶς ἐμπειρίες ἑνὸς ἐνήλικα ―τοῦ ὁποίου ἡ εὐαισθησία δὲν ἔχει ἐξατμιστεῖ― ὁ ὁποῖος ἀνακαλεῖ στὴ μνήμη του τὶς μέρες ποὺ ἦταν νέος, τότε ποὺ διέθετε μιὰν ἄλλη ματιὰ γιὰ τὴ ζωή.

Τὸ παρὸν πόνημα εἶναι ἀποτέλεσμα ἑνὸς προσωπικοῦ στοιχήματος· νὰ δῶ ἐὰν μποροῦν νὰ «χωρέσουν» ὅλα σὲ ἐλεύθερους ἐνδεκασύλλαβους, στὰ ἑλληνικά, διατηρώντας ϕυσικὰ τὰ νοήματα. Ἐπὶ τούτου συμβουλεύτηκα τὴν ἀμερικανικὴ μετάφραση τοῦ William O’Daly (Copper Canyon Press, 1991), τὴ γαλλικὴ τοῦ Claude Couffon (Gallimard Jeunesse, 2008) καὶ τὴν ἑλληνικὴ τοῦ Βασίλη Λαλιώτη (Bibliothèque, 2016). Κάποιες δὲ μεταφραστικές μου αὐϑαιρεσίες ἐπὶ τὸ ἑλληνικώτερον (ϐλ. IX, XII, XIX, XXXI) ἐλπίζω νὰ εἶναι δόκιμες. Ἂν ὄχι, ἂς μοῦ συγχωρεθοῦν.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΓΑΘΟΚΛΗΣ
Καλοκαίρι 2020

(Σημείωση τοῦ ΝΠ: Οἱ φωτογραφίες τῆς ἀνάρτησης εἶναι ἔργα τοῦ μεταφραστῆ.)

(περισσότερα…)

«Εγώ δεν είμαι εγώ» – Αφιέρωμα στον Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (5/5)

*

Επιμέλεια Aφιερώματος-Mετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

~.~

Στην ανάρτηση αυτή μεταφράζουμε στην πλήρη τους μορφή τα ποιήματα του Χιμένεθ για τα οποία κάνει λόγο ο Αλφόνσο Αλέγκρε Χάιτσμαν στο δοκίμιό του για τον ποιητή, βλ. «Ποίηση μιας Ατλαντίδος», στο τέταρτο μέρος του παρόντος αφιερώματος. – Ε.Σ. 

~.~

Η πιστή του θέση 

Τα δέντρα και τα σύννεφα ριζώνουν
και ο ήλιος τα περνά με ειρήνη απτή.
Της ένωσης, τόσο μεγάλη η αγκάλη,
που την ποθεί ώς και η θάλασσα αυτή.
Η θάλασσα που, μακρινή, ζυγώνει,
η θάλασσα που ακούγεται αγριωπή.

Του σύμπαντος ο κύκλος αργοκλείνει,
και στη γαλάζια ώρα είναι εκεί
τα σύννεφα και κύματα μονάχα,
ως σύνθεση μια δόξας ύψιστης.
Το τέλος μες στο κέντρο ενυπάρχει,
του αιώνιου τη θέση την πιστή.

Γι’ αυτό εμείς εδώ ήρθαμε και παύει
το κάθε τι με λάμψη πρόσκαιρη.
Εδώ οι δρόμοι όλοι οδηγούνε,
και είσοδος και έξοδος μαζί.
Ανάπαυλα η ψυχή απολαμβάνει:
οι δρόμοι βρήκαν λήξη οριστική.

(Su sitio fiel)

~.~

(περισσότερα…)

«Εγώ δεν είμαι εγώ» – Αφιέρωμα στον Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (4/5)

*

Επιμέλεια Αφιερώματος-Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

~.~

Ποίηση μιας Ατλαντίδος

Ο ποιητικός πλούτος του Χουάν Ραμόν Χιμένεθ

 του Αλφόνσο Αλέγκρε Χάιτσμαν

Ξεκινώντας την εισήγησή μου θα ήθελα να αναφερθώ στα λόγια ενός σπουδαίου ποιητή, ο οποίος αποτελεί για μένα, πέρα από δάσκαλο αγαπημένο, και φίλο αείμνηστο. Δεν είναι άλλος, από τον Ισπανό Χοσέ Άνχελ Βαλέντε, ο οποίος απεβίωσε στη Γενεύη τον Ιούλιο του 2000. Με αφορμή την έκδοση στην Ισπανία, την άνοιξη του 1999, του τόμου Ποίηση μιας Ατλαντίδος (Lírica de una Atlántida), ο Βαλέντε έγραψε στις πολιτιστικές σελίδες εφημερίδας της Μαδρίτης ένα σύντομο, ωστόσο ιδιαίτερης βαρύτητας, άρθρο, ενά φωτισμένο σχεδόν σημείωμα, υπό τον τίτλο «Ο Χουάν Ραμόν Χιμένεθ στο δικό μας φως του». Εκεί εξέθετε τις ουσιώδεις παρατηρήσεις του, όχι μόνο ως προς την εσωτερική κριτική αξία του ποιητή, αλλά και ως προς τους λόγους για τους οποίους κατόρθωσε δίχως καμιά αμφιβολία να συνιστά έναν από τους σημαντικότερους ποιητές της ισπανικής γλώσσας στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Το άρθρο εκείνο εκκινούσε με την εικόνα του νεαρού τότε ποιητή, ο οποίος, μετά βίας δέκα εννιά ετών, έφτανε στα 1900 στη Μαδρίτη και ξεκινούσε την πορεία του στην ποίηση χαίροντας της στήριξης των μεγάλων ποιητών της προηγούμενης γενιάς. «Χρόνια αργότερα», γράφει ο Βαλέντε, «τη στιγμή που ο Εμφύλιος διασκόρπιζε τους Ισπανούς ανά την υφήλιο, ο Χουάν Ραμόν ήταν, από κοινού με τον Ματσάδο, ο κεντρικός ποιητής της ισπανικής ποιητικής παράδοσης εκείνου του αιώνα. Στα μετεμφυλιακά χρόνια, η απόσταση, η θλιβερή τροπή που πήρε η ποίηση της Ιβηρικής και η κακεντρέχεια των ανθρώπων μετέτρεψαν τον Χιμένεθ σε φιγούρα μεθοδικά αποσιωπημένη, απόμακρη, και της οποίας το έργο, προς ντροπή μας, δεν διέθετε βαρύτητα στον χώρο των γραμμάτων εκείνης της εποχής. Τα τελευταία βιβλία του τον πήγαν πολύ πιο μακριά στον κόσμο της ποιητικής εμπειρίας απ’ ό,τι κατάφερε να φτάσει η γενιά του ’27, η οποία διαθέτει δύο μόνο ποιητές του διαμετρήματός του ως προς τη δημιουργική ένταση: τον Λόρκα και τον Θερνούδα».

Την εικόνα του έφηβου ποιητή που στις αρχές του 20ου αιώνα καταφθάνει στη Μαδρίτη, την ξαναπιάνει ο Βαλέντε στο τέλος του άρθρου του, προκειμένου να τονίσει τη σπουδαιότητα της συγκεντρωτικής έκδοσης του ύστερου έργου του Χιμένεθ, και μάλιστα με το πέρας του ίδιου αυτού αιώνα, οι αρχές του οποίου είδαν την έκδοση των πρώτων βιβλίων του. Ο Βαλέντε επεδίωκε έτσι να υποδείξει συμβολικά πως ο αιώνας ξεκίνησε και τελείωσε με την ποίηση του Χιμένεθ: «Τώρα πια ο αναγνώστης θα έχει στη διάθεσή του τα βιβλία, τα οποία δεν είχαμε έως τώρα την ευκαιρία να διαβάσουμε με τον κατάλληλο τρόπο ή την κατάλληλη στιγμή: Από την άλλη πλευρά, Ένα ύψωμα μεσημβρινό, Θεός επιποθούμενος και επιποθών, Ποταμοί που φεύγουν. Αυτή η επανεμφάνισή τους, με ενωμένες πλέον δυνάμεις, έχει ως αποτέλεσμα εκείνος ο έφηβος του 1900 που αναφέραμε στις πρώτες αράδες να κλείνει τώρα τον αιώνα, επιβάλλοντας το ανάστημά του, με όλο το βάθος και τον πλούτο της γλώσσας του. Εκείνος μας συναθροίζει και εξήγει ο ίδιος τον λόγο: ‘Κάθε φορά που στην Ισπανία θα κυριαρχεί μια μειοψηφία, θα στρέφει το πρόσωπό της σε μένα όπως στον ήλιο’». (περισσότερα…)

«Εγώ δεν είμαι εγώ» – Αφιέρωμα στον Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (3/5)

*

Επιμέλεια Aφιερώματος – Mετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

~.~

Χ Ω Ρ Ο Σ

Στον Χεράρδο Ντιέγο που έκρινε δίκαια αυτό το πρώτο εδάφιο όταν πρωτοδημοσιεύθηκε πριν χρόνια στο Μεξικό. Με λυρικές ευχαριστίες για τη διαρκή τιμιότητα της ανταπόκρισής του. – ΧΟΥΑΝ ΡΑΜΟΝ ΧΙΜΕΝΕΘ

Εδάφιο πρώτο

«Οι θεοί ουσία περισσότερη δεν είχαν από αυτήν που έχω εγώ.» Εγώ έχω, όμοια με εκείνους, την ουσία κάθε τι βιωμένου και κάθε τι που μένει να βιωθεί. Δεν είμαι μονάχα παρών, μα και φυγή, ρεύμα απ’ άκρη σ’ άκρη. Και αυτό που βλέπω εδώ και εκεί σε τούτην τη φυγή (ρόδα, φτερά, σκιά και φως) είναι όλα δικά μου, ανάμνηση και αγωνία δικές μου, προαίσθημα και λήθη. Ποιος από μένα περισσότερα γνωρίζει, ποιος, ποιος άνθρωπος, ποιος θεός μπορεί, μπόρεσε ποτέ ή θα μπορέσει να πει σε μένα τι είναι η ζωή μου και ο θάνατός μου, και τι δεν είναι; Αν κάποιος υπάρχει που το γνωρίζει, εγώ περισσότερο ακόμη από εκείνον το γνωρίζω, και αν υπάρχει κάποιος που το αγνοεί, περισσότερο από εκείνον εγώ το αγνοώ. Πάλη ανάμεσα σε αυτήν την άγνοια και αυτήν τη γνώση η ζωή μου, η ζωή του, η ζωή. Άνεμοι διαβαίνουν σαν πουλιά, πουλιά ίδια λουλούδια, λουλούδια ήλιοι και φεγγάρια, φεγγάρια ήλιοι σαν εμένα, σαν ψυχές, σαν σώματα, σώματα σαν τον θάνατο και την ανάσταση – σαν θεοί. Και είμαι θεός δίχως ξίφος, δίχως κάτι από αυτά που οι άνθρωποι με τη διάνοια δημιουργούν, παρά μονάχα με ό,τι της ζωής είναι καρπός, με ό,τι όλα τα αλλάζει: ναι, από φωτιά ή από φως, φως. Γιατί να τρώμε και να πίνουμε πράγμα άλλο από φως και από φωτιά; Καθώς γεννήθηκα στον ήλιο, και από τον ήλιο ήρθα εδώ στη σκιά, να είμαι άραγε από ήλιο και σαν ήλιος να φωτίζω; Η νοσταλγία μου, όμοια με εκείνην της σελήνης, είναι που κάποτε υπήρξα του ήλιου ήλιος και τώρα μια αντανάκλαση μονάχα.

Περνά η ίριδα τραγουδώντας σαν τραγουδώ κι εγώ. Αντίο ίριδα, θα συναντηθούμε άραγε ξανά, σαν την αγάπη του παντός, όπως μου συνέβη στον ήλιο, με τον ήλιο, εντός μου με εμένα; Η θάλασσα ήρεμη, γαλήνιος ο ουρανός, φως θεϊκό και γήινο τα έσμιγε σε λευκό, σε ασήμι, σε χρυσό απεραντοσύνης, σε πραγματικότητα μονή και διπλή: μια νήσος επέπλεε ανάμεσα στα δυο, στα δυο και σε κανέναν, και μια στάλα ίριδος λαμπρής, πέρλα γκρι, έτρεμε μέσα της. Εκεί θα βρίσκεται, τρέμοντας μέσα μου, η αποστολή που ποτέ ώς εμένα από το αλλού δεν θα φτάσει. Στη νήσο εκείνη, εκείνη την ίριδα, το τραγούδι εκείνο θα πορευτώ, ελπίδα μαγική, τη νύχτα ετούτη. Πόση αναστάτωση στα φυτά τα έκθετα σε έναν ήλιο καθάριο, καθώς, επιστρέφοντας σε μένα, χαμογελώ επιστρέφοντας πια στον κήπο τον απαρνημένο! Να προσμένουν κάτι περισσότερο από το πράσινο, από το άνθος, από τον καρπό; Να περιμένουν, σαν εμένα, εκείνο που με περιμένει, κάτι παραπάνω από το χώρο που καλύπτουν στο φως, κάτι παραπάνω από τη ζωή τους όπως τη ζούνε, όπως τη ζούμε, κάτι παραπάνω από την απώλεια του φωτός, παραπάνω από τον ύπνο και το ξύπνημα; Μα υπάρχει –οφείλει να υπάρχει– ένα σημείο, μια εξόδος: το μέρος απ’ όπου θα συνεχίσουμε πιο αληθινοί, με όνομα όχι επινοημένο, διαφορετικό από αυτό που είναι διαφορετικό και επινοημένο, και που στην απόγνωσή μας ονομάζουμε Όαση, Παράδεισο, Εδέμ, Ουρανό, και που δεν είναι τέτοιος, και εμείς γνωρίζουμε πως δεν είναι, σαν τα παιδιά που γνωρίζουν πως δεν είναι αυτό που δεν είναι και που πλάι τους πορεύεται.

(περισσότερα…)

«Εγώ δεν είμαι εγώ» – Αφιέρωμα στον Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (2/5)

*

Επιμέλεια Aφιερώματος – Mετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

~.~

ΧΟΥΑΝ ΡΑΜΟΝ ΧΙΜΕΝΕΘ

Π ο ι ή μ α τ α 

ΕΦΗΒΕΙΑ

Κάποια στιγμή στο μπαλκόνι
μείναμε οι δυο μας μονάχοι.
Απ’ τη γλυκειά εκείνη μέρα
ήμαστε οι δυο μας μια αγκάλη.
—Το νυσταγμένο τοπίο
κοιμόταν σε τόνους σκόρπιους
κάτω από ουρανό γκρίζο
και ροδαλό, φθινοπώρου.—
Της είπα, θα την φιλούσα·
τα μάτια ήρεμα κλείνει
και θησαυρό σαν να χάνει
τα δυο της μάγουλα δίνει.
—Πέφταν τα φύλλα φρυγμένα
στο σιωπηλό μέσα κήπο,
και στον αέρα αιωρούνταν
άρωμα από ηλιοτρόπιο.—

Να με κοιτάξει, πού τόλμη;
Της είπα, είμαστε ένα,
…κι έμειναν τα δυο της μάτια
μελαγχολικά, βρεγμένα.

(ADOLESCENCIA)

~.~

Η ΑΛΛΑΓΗ

Το γήινο, για σένα,
εξαίσιο εγίνη,
ουράνιο.
Και τότε,
το ουράνιο, για μένα,
ευχάριστα εγίνη
επίγειο.

(EL CAMBIO)

~.~

ΓΕΓΟΝΟΣ

Σαν έχει φύγει εκείνη,
το μάτι τη διακρίνει.
Μετά, καθώς γυρνάει,
στο πουθενά σκορπάει.

(EL HECHO)

~.~ (περισσότερα…)

«Εγώ δεν είμαι εγώ» – Αφιέρωμα στον Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (1/5)

*

«ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ»
Καθρέφτες και είδωλα στη ζωή και το έργο του Χουάν Ραμόν Χιμένεθ

Επιμέλεια Αφιερώματος – Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

 

Εγώ δεν είμαι εγώ.
Είμαι εκείνος
που πλάι μου προχωρεί, μα δεν τον βλέπω,                         
που κάποτε ανταμώνω,                                                        
και κάποτε ξεχνάω.                                                              
Εκείνος που σιωπά όταν μιλώ,                                            
εκείνος που συγχωρεί όταν μισώ,                                        
εκείνος που περνά σαν λείπω,                                                         
εκείνος, ο όρθιος σαν πεθάνω.

Το ποίημα αυτό του Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (Juan Ramón Jiménez), το οποίο έδωσε και τον τίτλο στη συγκεκριμένη παρουσίαση, είναι ένα από τα γνωστότερα και σημαντικότερα ποιήματα του Ισπανού νομπελίστα. Ανήκοντας σε έναν ευρύτερο κύκλο «πνευματικών» ποιημάτων, όπως θα δούμε στη συνέχεια, θεματικά αναφέρεται στην πολλαπλότητα του εγώ, εξού και ο λόγος για Καθρέφτες και Είδωλα στη ζωή και το έργο του. Ας ξεκαθαρίσουμε όμως ευθύς εξ αρχής τι εννοούμε με τους όρους αυτούς και πώς τους χρησιμοποιούμε εδώ.

Ως Καθρέφτες, χαρακτηρίζουμε πρόσωπα, τάσεις λογοτεχνικές, φιλίες, αγάπες, όλα όσα μέσα τους συναντούμε τον εαυτό μας ή τους εαυτούς μας. Ως Είδωλα, ονομάζουμε τις διαφορετικές όψεις του Εγώ, είτε πρόκειται για ένα Εγώ, πολύπλευρο και πολυσχιδές, το οποίο κάθε φορά εκδηλώνεται κατά τρόπο διαφορετικό, είτε πρόκειται για πολλαπλά και ανεξάρτητα μεταξύ τους Εγώ, τα οποία συνυπάρχουν παράλληλα. Θα λέγαμε πως στην πραγματικότητα ισχύουν ταυτόχρονα και οι δύο παραπάνω εκδοχές, με άλλα λόγια το Εγώ μας είναι ένα και πολυσχιδές, αλλά ανάλογα με τον εκάστοτε Καθρέφτη-ερέθισμα, μπορούμε να αποκτήσουμε ένα Εγώ τόσο διαφορετικό από το πρωτεύον, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί δεύτερο Εγώ. Πρόκειται για την περίπτωση, την οποία αποδίδουμε λεκτικά με τη φράση «έγινα άλλος άνθρωπος».

Οι Καθρέφτες, μέσα από τους οποίους θα αντικρίσουμε εδώ τα είδωλα του Χιμένεθ, ως ποιητή και ως ανθρώπου, δεν είναι άλλοι από την παιδική ηλικία, την οικογένεια, την ασθένεια, τη θάλασσα, τον ανθρωπισμό, τον έρωτα, τον Πλατέρο, την ποιητική και το έτος 1956. (περισσότερα…)