Ελευθέριος Βενιζέλος

«Χαμένος ολότελα μες στο πλήθος»: Τα δυο ταξίδια του Κωστή Παλαμά στη Θεσσαλονίκη

Aπό την πρώτη επίσκεψη του Κωστή Παλαμά στη Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβριο του 1927. Εικονίζονται όρθιοι από αριστερά: Γιώργος Θ. Βαφόπουλος, Δ. Δάλλας, Δέξιππος Αντωνιάδης, Αναστάσιος Μισιρλόγλου, Αντώνιος Χαμουδόπουλος, Λέανδρος Παλαμάς. Καθήμενοι: Αιμίλιος Ριάδης, Αγλαΐα Σχοινά, Κωστής Παλαμάς, Άννα Χαμουδοπούλου, Νίκος Βέης, Κ. Ρέσσος.

~.~

της ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ

Στις αρχές του 20ού αιώνα, ανάμεσα στα πάμπολλα ιατρεία της οδού Αγίας Σοφίας βρισκόταν και το δικηγορικό γραφείο του Νικόλαου Δαρβέρη. Ο Δαρβέρης καταγόταν από τα Βέρβαινα της ορεινής Αρκαδίας και η οικογένειά του ήρθε στη Θεσσαλονίκη μετά την απελευθέρωσή της και αγόρασε ακίνητα στο κέντρο της πόλης. Βουλευτής ο ίδιος, εκδότης της εφημερίδας Ταχυδρόμος Βορείου Ελλάδος και άνθρωπος με δραστήρια κοινωνική ζωή, ο Δαρβέρης θέλησε να προσφέρει στη Θεσσαλονίκη έναν χώρο πολιτισμού, οπότε και έφτιαξε στον αριθμό 17 της οδού ένα εμβληματικό σινεμά –τα λαμπρά εγκαίνια έγιναν στις 26 Σεπτεμβρίου 1926–, με τ’ όνομα «Διονύσια». (Όνομα που δόθηκε κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης στους αναγνώστες της εφημερίδας και για το οποίο δόθηκαν ως βραβείο 1.000 δραχμές.) Ο κινηματογράφος που κατεδαφίστηκε το 1973, παρίστανε αιγυπτιακό ναό, με παραστάσεις ανάγλυφες των Φαραώ και ιερογλυφικά, με κίονες και αετώματα. Τα φεϊγβολάν που κυκλοφόρησαν για το κοινό τη μέρα της έναρξης έγραφαν

«Τα Διονύσια κρίνονται ως το τελειότερον οικοδόμημα του είδους εν Ανατολή και από απόψεως αρχιτεκτονικής και από απόψεως διακοσμήσεως. Περιλαμβάνει μετά των θεωρείων 1000 καθίσματα.»

Η μουσική των ταινιών ακουγόταν ζωντανά από μόνιμη ορχήστρα που έπαιζε επί σκηνής κοντά στην οθόνη, ενώ εκτός από προβολές, στους χώρους του διοργανώνονταν και άλλα καλλιτεχνικά γεγονότα.

Την Κυριακή 18 Δεκεμβρίου του 1927, έναν χρόνο περίπου μετά την ανέγερση του κτηρίου, ο Κωστής Παλαμάς μίλησε στην κεντρική αίθουσα με αφορμή την ανακήρυξή του σε επίτιμο δημότη της πόλης.  Έναν χρόνο πριν, συμπλήρωνε πενήντα χρόνια ποιητικής δημιουργίας και σε όλη τη χώρα έγιναν μια σειρά από εκδηλώσεις.

«Τη χρονιά που μας πέρασε δύο τρεις –καλά καλά δεν τα γνωρίζω τα ονόματά τους– φιλόμουσοι νέοι, συγκινημένοι από την ποίησή μου, φαντάστηκαν πως μπορούσανε να οργανώσουν γύρω στ’ όνομά μου κάποια γιορτή, με την αφορμή πενήντα χρόνων που είχανε κλείσει από την ημέρα που δημοσιεύθηκε στο Αττικόν Ημερολόγιον του Ειρηναίου Ασωπίου το πρώτο μου τάχα ποίημα».

Για την βράβευση της Θεσσαλονίκης πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν ο καθηγητής Αναστάσιος Μισιρλόγλου, ο Δέξιππος Αντωνιάδης, ο δημοσιογράφος Αντώνης Χαμουδόπουλος και ο μουσικός Αιμίλιος Ριάδης («πόσο μ’ ευχαρίστησε τ’ όνομα του κ. Δέξιππου παράπλευρα στο δικό σου! Τι συγκαταβατικός προς εμένα… πόσο υποχρεωτικός…»), οι οποίοι με ανακοίνωση στις εφημερίδες καλούσαν τον λαό της Θεσσαλονίκης στην υποδοχή του ποιητή. (περισσότερα…)

Παθολογία του εμφυλίου πολέμου

*

Εις τοιαύτας υπερβολάς ωμότητος έφθασεν ο εμφύλιος σπαραγμός, ο οποίος εθεωρήθη ακόμη ωμότερος της πραγματικότητος, λόγω του ότι υπήρξεν ο πρώτος. Διότι βραδύτερον τουλάχιστον, όλος σχεδόν ο Ελληνικός κόσμος συνεταράχθη, καθόσον ο ανταγωνισμός των αρχηγών των δημοκρατικών και των ολιγαρχικών, εις τας διαφόρους πόλεις, αποτέλεσμα είχεν οι μεν πρώτοι να επικαλούνται την βοήθειαν των Αθηναίων, οι δε δεύτεροι των Λακεδαιμονίων.

Και εν καιρώ μεν ειρήνης ούτε πρόφασιν είχαν, ούτε διάθεσιν να επικαλούνται την επέμβασίν των. Τώρα όμως που αι δύο αυταί πόλεις ευρίσκοντο εις πόλεμον, και οι δημοκρατικοί και oι ολιγαρχικοί των άλλων πόλεων επεδίωκαν βιαίας πολιτικάς μεταβολάς, εύρισκαν ευκόλως την ευκαιρίαν να εξασφαλίζουν συγχρόνως την βοήθειαν των συμμάχων, διά να κατατροπώσουν τους αντιπάλους των, και με το ίδιον μέσον να ενισχυθούν οι ίδιοι.

Ένεκα τωόντι εμφυλίων σπαραγμών, ενέσκηψαν εις τας πόλεις πολλαί και μεγάλαι συμφοραί, αι οποίαι παρουσιάζονται και θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζωνται πάντοτε, εφόσον η ανθρωπίνη φύσις μένει η ιδία, φέρουν όμως βαρύτερον ή ελαφρότερον χαρακτήρα και διαφέρουν κατά την μορφήν, αναλόγως της μεταβολής των παρουσιαζομένων εκάστοτε περιστάσεων. Διότι εν καιρώ μεν ειρήνης και ευημερίας και αι πόλεις και οι ιδιώται διαπνέονται από ευγενέστερα αισθήματα, καθόσον δεν περιπίπτουν υπό την πίεσιν αναποτρέπτων αναγκών. Αλλ᾽ ο πόλεμος, αφαιρών ολίγον κατ᾽ ολίγον από τους ανθρώπους την καθημερινήν ευμάρειαν, γίνεται διδάσκαλος βίαιος, και τείνει ν᾽ αφομοίωση τας διαθέσεις των πολλών προς την παρούσαν αυτών κατάστασιν.

Αι πόλεις λοιπόν ήρχισαν μαστιζόμεναι από στάσεις, και όσαι τυχόν περιέπιπταν εις αυτάς βραδύτερον, επειδή εμάνθαναν τα αλλαχού γινόμενα, εφιλοτιμούντο να υπερβάλουν εις εξεύρεσιν νέων επινοήσεων, διά της πολυμηχάνου υπουλότητος των επιθέσεών των και του πρωτοφανούς των εκδικήσεών των. (περισσότερα…)