ΝΠ | Επιστολές

Λογοκλοπή και διαστρέβλωση, κοινό αποτέλεσμα: Η παραπλάνηση

*

Από τον κ. Νώντα Παπαμιχαήλ λάβαμε και δημοσιεύουμε την ακόλουθη επιστολή.

 ~.~

Αγαπητό Νέο Πλανόδιον

Δύο υπουργοί της δεύτερης κυβέρνησης Μέρκελ (2009-2013), ο Καρλ-Τέοντορ τσου Γκούττενμπεργκ, Υπουργός Οικονομίας και Τεχνολογίας (2011) και η Ανέττε Σαβάν, Υπουργός Παιδείας και Αθλητισμού (2013) εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση. Ο πρώτος καταδικάστηκε πρόσθετα από αστικό δικαστήριο σε υποχρεωτική δωρεά 20.000 ευρώ υπέρ κοινωφελούς σκοπού. Ο λόγος; Αποκαλύφθηκε ότι οι εργασίες τους για διδακτορική διατριβή περιείχαν τμήματα άλλων συγγραφέων. Επρόκειτο δηλαδή για λογοκλοπή.

Θεωρώ ότι όταν ένας εκλεγμένος εκπρόσωπος των ψηφοφόρων επιχειρεί με δόλια μέσα να «εμπλουτίσει» το βιογραφικό του, είναι στην ίδια ηθική κατηγορία με έναν συγγραφέα/ επιμελητή που παραθέτει σκόπιμα παραποιημένα στοιχεία σε βιβλίο. Κοινός παρονομαστής, η διαστρέβλωση πραγματικών γεγονότων ή καταστάσεων. Στην πρώτη περίπτωση, οι διαδικασίες μιας συγκροτημένης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας επιτρέπουν την θεραπεία μέσω της αποπομπής ή αναγκαστικής παραίτησης. Στη δεύτερη –δυστυχώς– η όποια αποκατάσταση της αλήθειας επαφίεται στην εγρήγορση του αναγνωστικού κοινού και στην οξεία ματιά των κριτικών, με τις παρεμβάσεις τους.

Θα επισημάνω μια περίπτωση που με θίγει και προσωπικά. Ο κ. Ηρακλής Κακαβάνης, εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού Ατέχνως, εδώ και 8 χρόνια με το βιβλίο του στις ομώνυμες εκδόσεις Κώστας Βάρναλης: 39+1 Άγνωστα ποιήματα (2016) έχει επιδοθεί σε ένα σφυροκόπημα παραποιήσεων και διαστρεβλώσεων αναφορικά με μια συλλογή παιδικών ποιημάτων (Ο κορυδαλλός, 1937) του Κώστα Βάρναλη, δημοσιευμένη σε συνεργασία με τον εκπαιδευτικό και συγγραφέα αναγνωστικών πρωτοβάθμιας στην δημοτική Νώντα Έλατο, που ήταν παππούς μου. (περισσότερα…)

Δοκίμιο για την υπεραγορά τροφίμων

*

Αξιότιμε κύριε,

Σας ευχαριστώ που μου δίδετε την ευκαιρία να αναπτύξω σύντομα τις απόψεις μου για τις υπεραγορές (δεν σας πειράζει βέβαια που άλλαξα το θέμα από «super-markets» προς το ελληνικότερο), γιατί πάει καιρός που έγραψα οτιδήποτε σε κάποιο φίλο κι εγώ σας βλέπω έτσι. Σαν φίλο δηλαδή.

Στο σχολείο, λοιπόν, είχαμε κάνει ένα ποίημα του Πούλιου, «Αμέρικαν μπαρ στην Αθήνα», και μετά το ξανακάναμε στο πανεπιστήμιο. Τη δεύτερη φορά όμως μας είπαν ότι το πρότυπο του Πούλιου ήταν ο Γκίνσμπεργκ, δηλαδή και την πρώτη μας το είχαν πει, αλλά στο σχολείο δεν κάναμε τον κόπο να διαβάσουμε το ποίημα του δεύτερου. Και έλεγε το αμερικάνικο ποίημα για μια συνάντηση στην υπεραγορά και ήταν το πρώτο πράγμα που θυμήθηκα όταν μου δώσατε την κόλλα με την ερώτηση: «Τι σημαίνει για σας σούπερ-μάρκετ;» Θυμήθηκα έναν στίχο που μεταφρασμένος μου φάνηκε αστείος («Τι έκανες, Γκαρθία Λόρκα, ανάμεσα στα καρπούζια;»), ενώ στα αμερικάνικα μου φάνηκε ωραίος. Όπως και να ’χει, είναι ωραία να περπατάς σε τέτοιους χώρους και να συναντάς σπουδαίους ποιητές, έστω και μέσα στην παρακμή. (περισσότερα…)

Άρνηση υποψηφιότητας για λογοτεχνικό βραβείο

*

Από τον συγγραφέα κ. Θοδωρή Τσομίδη, λάβαμε και δημοσιεύουμε την ακόλουθη επιστολή. 

///

Αγαπητό Νέο Πλανόδιον

Πληροφορήθηκα πως το βιβλίο μου Η Γέννα περιλαμβάνεται στην βραχεία λίστα για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Αναγνώστης». Η είδηση αυτή με χαροποιεί στο επίπεδο που σημαίνει πως ορισμένοι πεπειραμένοι αναγνώστες, τα μέλη δηλαδή της κριτικής επιτροπής του βραβείου, εντόπισαν ποιότητες στο έργο μου και το έκριναν θετικά. Στις λίστες που ανακοινώθηκαν εξάλλου περιλαμβάνονται πολλά αξιόλογα βιβλία. Δηλώνω ωστόσο πως δεν είμαι σε θέση να δεχτώ την υποψηφιότητά μου για αυτό ή οποιοδήποτε άλλο λογοτεχνικό βραβείο.

Εκτιμώ τα μέλη της κριτικής επιτροπής και την συνεισφορά τους. Πιστεύω εξάλλου στην ανάγκη της εμπεριστατωμένης κριτικής, στην αξιολόγηση –θετική ή αρνητική– κάθε μορφής τέχνης. Τα βραβεία όμως καθαυτά δεν παράγουν κριτικό λόγο. Και ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι την γραφή δεν συνάδει με βραβεύσεις, επαίνους, τιμές. Τα βραβεία υπηρετούν μια λογική ιεράρχησης, επίδοσης και αθλοθέτησης που περισσότερο ταιριάζει στον αθλητισμό παρά στη λογοτεχνία. Κάθε βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου εξάλλου είναι ένα πρόωρο βραβείο.

Οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται τον θεσμό των λογοτεχνικών βραβείων ως ένα μέσο προώθησης και ανάδειξης της λογοτεχνίας, μια αφορμή να μιλήσουμε για όσα αγαπάμε σε αυτήν. Και ίσως να είναι πράγματι έτσι. Με την άρνησή μου όμως θέλω να θυμίσω πως ό,τι ονομάζουμε λογοτεχνία δεν τρέφεται από την αναγνώριση και την επιτυχία-γιατί η λογοτεχνία είναι μια υπόθεση χωρίς νικητές. Πως οι τύχες ενός συγγραφέα εξαρτώνται όχι από το αν θα πετύχει να αναγνωριστεί, αλλά από το αν θα αντέξει να μην λάβει καμία αναγνώριση. Πως η ιστορία της λογοτεχνίας είναι γεμάτη από αποτυχίες, ενίοτε φαντασμαγορικές, που αποδείχθηκαν καθοριστικότερες από πολλές επιτυχίες. Πως την λογοτεχνία την έπλασαν όχι μόνο οι συγγραφείς που διαβάστηκαν και επαινέθηκαν στον καιρό τους, αλλά και πολλοί άλλοι που αγνοήθηκαν ή κατακρίθηκαν και αποδοκιμάστηκαν. Πως η λογοτεχνία έχει τους δικούς της χρόνους, προσπερνά την επικαιρότητα και είναι γεμάτη από βιβλία που λησμονήθηκαν για να ξανανακαλυφθούν. (περισσότερα…)

«Οι αγαπημένοι ποιητές δεν μου μιλούν τώρα την ίδια γλώσσα»: Μια επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη στον Βέρνερ Κόντσε

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

///

Ο Werner Conze υπήρξε, με τα λόγια του ίδιου του Κονδύλη, ο άνθρωπος «που διαμόρφωσε και πλούτισε τα πρώτα μου χρόνια στην Χαϊδελβέργη όπως κανένας άλλος». Αυτή η διαπίστωση δεν ισχύει μόνο για τον Κονδύλη, καθώς ο Κόντσε υπήρξε ίσως ο επιδραστικότερος ιστορικός της μεταπολεμικής Δυτικής Γερμανίας, ο άνθρωπος που εισήγαγε καινοτόμες μεθόδους κατανόησης των ιστορικών φαινομένων και στο ερευνητικό πρόγραμμα του οποίου θήτευσαν μια πλειάδα διακεκριμένων ιστορικών. Επιλέξαμε να μεταφράσουμε την ακόλουθη επιστολή, αφ’ ενός επειδή καταδεικνύει τον βαθύ σεβασμό που έτρεφε ο Κονδύλης για τον καθηγητή του, αφ’ ετέρου επειδή αποκαλύπτει πτυχές της ανθρώπινης πλευράς του Έλληνα φιλοσόφου — μιας πλευράς που στα γραπτά του συχνά χάνεται κάτω από τη μυστηριώδη αχλύ του ασκητικού επιστήμονα.

Για την άδεια της δημοσίευσης, ευχαριστούμε θερμά την αδελφή του στοχαστή κ. Μέλπω Κονδύλη-Μπούμπουλη. Στο δεύτερο μέρος του μικρού δίπτυχου αυτού αφιερώματος στη σχέση των δύο επιφανών στοχαστών, θα αναρτηθεί αύριο η μελέτη μου «Η διαμόρφωση της ιστορικής μεθόδου του Κονδύλη: Κοινωνική ιστορία, ιστορία των εννοιών και ιστορία των προβλημάτων».

///

29.06.1980

Αξιότιμε κύριε καθηγητά,

Επιτρέψτε μου να σας απευθύνω μερικές γραμμές από την εξορία μου, ώστε να διατηρήσω τουλάχιστον ζωντανό το αίσθημα ότι οι δεσμοί μου με τους ευλογημένους σας τόπους, όπου το πνεύμα καταφέρνει ακόμη, σε κάποιο βαθμό, να ζει και να δημιουργεί, δεν έχουν διαρραγεί. Δυστυχώς, δεν έχω να σας καταθέσω σχεδόν καμία πνευματική πρόοδο από την πλευρά μου, καθώς οι λαλίστατοι και φιλοτάξιδοι εδώ φίλοι μου φροντίζουν να με αποτρέπουν από οτιδήποτε αξιοσημείωτο στον τομέα αυτό. (περισσότερα…)

«Ξέρετε καλά τι μάταιο πράμα είναι η κριτική»: Μια ανέκδοτη επιστολή του Νίκου Καζαντζάκη

*

Μεταγραφή-Σχολιασμός:
ΖΩΗ ΚΑΤΣΙΑΜΠΟΥΡΑ

Στα αποσπάσματα της αλληλογραφίας του Μάρκου Τσιριμώκου (τα οποία έφτασαν στα χέρια του συνθέτη Χάρη Βρόντου τα χρόνια της στρατιωτικής του θητείας, όταν ένας  συστρατιώτης του πληροφορήθηκε ότι τον ενδιέφεραν τα… γραμματόσημα) περιλαμβάνονται και πέντε επιστολές του Νίκου Καζαντζάκη. Ο παραλήπτης των επιστολών Μάρκος Τσιριμώκος γεννήθηκε στη Λαμία το 1872, σε οικογένεια με  πολιτική δραστηριότητα, και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και υπηρέτησε ως αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, μέχρι το 1914. Μετά ανέλαβε διοικητικές θέσεις (Νομάρχης Κέρκυρας, Γενικός Διοικητής Χίου) και, από το 1924 και μετά, έγινε Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Ασχολήθηκε από νωρίς με τα γράμματα και συνεργάστηκε με  τα περιοδικά Τέχνη, Παναθήναια, Νέα Εστία, Γράμματα, Νουμάς, κ.ά. Το ποιητικό του έργο (κυρίως υπό το ψευδώνυμο Στέφανος Ραμάς) περιλαμβάνει αρκετές συλλογές παρνασσικής διάθεσης (Δεκατρία σονέτα, 1914, Εκ Βαθέων, 1927, Ώρες του Δειλινού, 1930,  Δεκάστιχα και βιλανέλες, 1933) και μεταφράσεις των Λεκόντ ντε Λιλ, Σέλλευ, Γκέτε, Χάινε (Ξένα Ποιήματα). Ασχολήθηκε και με μελέτες: Τα παλιά και τα καινούργια (1904), Λοξοί στρατοκόποι (1909), Αν είχαμε παιδεία ελεύθερη (1912), Ιστορία του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1927), Ποιητική Τέχνη (1934). Κοινωνικά δραστήριος άνθρωπος, υπήρξε από τους ιδρυτές του κοινωνικού και εκπαιδευτικού συλλόγου «Εθνική Γλώσσα» (1905) και αργότερα του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» (1910). Πέθανε το 1939.

Ο Καζαντζάκης έγινε μέλος του περίφημου Εκπαιδευτικού Ομίλου το 1910, και με την υπόδειξη και την υποστήριξη του Ίωνα Δραγούμη,  γραμματέας του.[1] Μάλλον δεν υπήρχε από πριν γνωριμία με τον Τσιριμώκο, καθώς ο Καζαντζάκης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μόλις το 1910,  η συγκεκριμένη όμως στον Εκπαιδευτικό Όμιλο δείχνει να κράτησε, αρκετά θερμή, για αρκετά χρόνια.

Δεν έχω τη δυνατότητα να ερευνήσω στο αρχείο του Καζαντζάκη για αντίστοιχες επιστολές του Τσιριμώκου. Στο προσεχές έντυπο τεύχος του Νέου Πλανόδιου θα παρουσιάσω και τις πέντε σωζόμενες επιστολές του Καζαντζάκη. Στην παρούσα ανάρτηση προδημοσιεύεται μία εξ αυτών, η τρίτη κατά σειρά, με τον συνοδευτικό της σχολιασμό. Ακολουθείται η ορθογραφία και στίξη του συγγραφέα. – Ζ.Κ.

~.~

Επιστολή από το Γκόττεσγκαμπ

Gottesgab, 25-12-31

Αγαπητέμου κ. Τσιριμώκο,

Σίγουρα τα  «Σονέτα» Σας είναι το καλύτερο ωστόρα ποιητικό έργο Σας.

Σας χαίρουμαι, αληθώς, που, καθούμενος σε μια δημόσια υψηλή καρέκλα, DESABUSE[1] απ’ όλα, γιατί είδατε τα σύνορα που στενέβουν κ’ εξεφτελίζουν όλες τις ιδέες και τις φιλοσοφίες, κατορθόνετε να δουλέβετε με τόση τεχνική αρτιότητα και ψυχική αφοσίωση το βαθύτερο απ’ όλα τα παιχνίδια που βρήκε ωστόρα ο άνθρωπος – το στίχο.

Σας απόμεινε μονάχα – τελευταία Σας ανώτατη συντροφιά – το ιερό ζεβγάρι – η αγάπη κι ο θάνατος και με τις δυο αυτές υψηλές, αναπόφευκτες ανάγκες του ανθρώπου έχετε τη δύναμη και  παίζετε, κλαίγοντας, γελώντας και να τις θρονιάζετε εκεί που μονάχα τους αξίζει – στο στίχο.

(περισσότερα…)

Πολιτσιάνο, Επιστολή προς τον Μπαρτολομέο Σκάλα

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Από τον Μάιο έως τον Δεκέμβριο του 1479, ο Λαυρέντιος ο Μεγαλοπρεπής επέτρεψε στον ευνοούμενό του Άντζελο Πολιτσιάνο, εικοσιπεντάχρονο τότε, να διαμείνει στην προσωρινά άδεια Βίλα των Μεδίκων στο Φιέζολε. Κατά πάσα πιθανότητα τον Ιούνιο, ο Πολιτσιάνο ολοκλήρωσε εκεί την εμβληματική λατινική μετάφραση του Εγχειριδίου του Επίκτητου. Αν και είχε ήδη προηγηθεί η μετάφραση του Εγχειριδίου από τον Περόττι το 1450, η τελευταία πρέπει να διανεμήθηκε σε πολύ στενό κύκλο, είναι δε πολύ πιθανόν ο Πολιτσιάνο να την αγνοούσε. Άμεση γνώση της μετάφρασης του Πολιτσιάνο έλαβε ο Μπαρτολομέο Σκάλα, Καγκελάριος της Φλωρεντίας. Απευθυνόμενος στον Πολιτσιάνο, ο Σκάλα άσκησε κριτική στα «ασαφή», «ανεδαφικά» και «ψευδή» στωικά παραγγέλματα που αναπτύσσει στο Εγχειρίδιον ο Επίκτητος. Την κριτική του Σκάλα τη γνωρίζουμε σήμερα μόνον μέσα από τις αναφορές που κάνει ο ίδιος ο Πολιτσιάνο στη διάσημη απαντητική επιστολή του, η οποία υπογράφεται την 1η Αυγούστου. Για την υπεράσπιση του Επίκτητου απέναντι στον Σκάλα, ο Πολιτσιάνο αντλεί έμπνευση από το έργο του Σιμπλίκιου Εξήγησις εις το του Επικτήτου Εγχειρίδιον. Ακολουθώντας τον Σιμπλίκιο, προσφέρει μια συγκρητιστική, πλατωνίζουσα ερμηνεία των παραγγελμάτων του Επίκτητου, θεωρώντας ότι ο στωικός φιλόσοφος αντιλαμβάνεται το σώμα ως «εργαλείο» της ψυχής, κατά το υπόδειγμα του ‘πλατωνικού’ Αλκιβιάδη.

Ο Πολιτσιάνο θεωρούσε την επιστολογραφία υψηλή λογοτεχνική δραστηριότητα, θέτοντας απαιτήσεις ευγλωττίας που ξεπερνούσαν εκείνες των συγχρόνων του. Δεν είναι τυχαίο ότι, επί δύο αιώνες, οι συλλογές των επιστολών του γνώρισαν πολυάριθμες εκδόσεις σε όλη την Ευρώπη. Ο Έρασμος, χαρακτηριστικά, θεωρούσε την επιστολογραφία του Πολιτσιάνο ανώτερη κάθε άλλου συγγραφέα των νεότερων χρόνων. Στην επιστολή αυτή προς τον Σκάλα, ο Πολιτσιάνο υιοθετεί ένα ύφος κομψής εμφατικότητας, απαντώντας εύστοχα και ευσύνοπτα στις αιτιάσεις του Καγκελάριου.

~.~

ΠΟΛΙΤΣΙΑΝΟ

Επιστολή προς τον Μπαρτολομέο Σκάλα
σε υπεράσπιση του στωικού φιλοσόφου Επίκτητου [1]

Αγαπητέ μου Σκάλα, φαίνεται πως δεν αρκείσαι στο να εκτελείς τα καθήκοντα ενός γενναίου στρατιώτη και ενός ατρόμητου στρατηγού, αλλά, με τη χαρακτηριστική σου σχολαστικότητα, δεν επιτρέπεις και στους νεοσύλλεκτούς σου να μαραζώσουν στη σχόλη και την οκνηρία. Αντιθέτως, τους καλείς να εγκαταλείψουν τη σκιερή σκηνή για το σκονισμένο πεδίο, το ιδροκόπημα του πεδίου ασκήσεων και τα γυμνάσια, θεωρώντας ότι ολόκληρο το σώμα των στρατιωτών υπάγεται στη δική σου και μόνον δικαιοδοσία.

Από την πλευρά μου, πίστευα ότι είχα κάνει αρκετά μεταφράζοντας τον Επίκτητο από τα Ελληνικά. Αλλά τώρα με ξεσηκώνεις, σημαίνοντας τη σάλπιγγα για μάχη, να τον υπερασπιστώ κιόλας. Επομένως, όπως λέει ο Οράτιος,

σ’ αυτόν και κάθε άλλο πόλεμο πρόθυμα θα συγκρουστώ                                  
με μόνη ελπίδα την εύνοιά σου να κερδίσω[2]. (περισσότερα…)

Ο Seamus, o Χάρης και το Nobel

*

Από αναγνώστριά μας λάβαμε και δημοσιεύουμε την παρακάτω επιστολή. — ΝΠ

~.~

Κύριε Διευθυντά,

Με αφορμή την προχθεσινή επέτειο της εκδημίας του νομπελίστα Ιρλανδού ποιητή Seamus Heaney, θα ήθελα να αναφερθώ σε μία παρεξήγηση που έχει δημιουργηθεί σχετικά με τους συνταξιδιώτες του όταν περιηγήθηκε την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1995, όπου και πληροφορήθηκε τη βράβευσή του με το Νομπέλ Λογοτεχνίας εκείνης της χρονιάς κατά ένα περιπετειώδη τρόπο.

Όπως φρόντισε κι ο ίδιος να το διαδώσει με συχνές συνεντεύξεις, ο Σέιμους Χήνυ, που απεβίωσε στις 30 Αυγούστου 2013, εκείνες τις μέρες του Οκτώβρη βρισκόταν για πρώτη φορά διακοπές στην Ελλάδα. Επισκεπτόταν όλους τους μυθικούς τόπους που έθρεφαν ακόμη τη φαντασία πολλών δυτικών, αρχής γενομένης από την Ακρόπολη. Κι ενώ η Σουηδική Ακαδημία και όλος ο κόσμος τον έψαχνε, αυτός απολάμβανε τις διακοπές του στην Πελοπόννησο, όπως είχε δηλώσει στο Βήμα:

«Πρώτη φορά επισκέφθηκα την Πελοπόννησο το 1995 και καθώς περνούσαμε απ’ όλα αυτά τα μέρη με τις μυθικές ονομασίες το Αργος, τη Νεμέα, όπου ο Ηρακλής πάλεψε με το λιοντάρι δυσκολευόμουν να πιστέψω ότι ήταν αληθινά. Οταν μπήκαμε στην Αρκαδία, ο δρόμος ήταν σκεπασμένος από μήλα θα είχαν πέσει από κάποιο φορτηγόκαι εμείς τα πατήσαμε με το αυτοκίνητο, τα λιώσαμε. Αυτό μου φάνηκε σαν οιωνός, ένας καλός οιωνός, και κάτι σαν ευλογία – όχι όπου κι όπου, στην Αρκαδία! Στην Πύλο, μάθαμε ότι με έψαχνε όλος ο κόσμος, της Σουηδικής Ακαδημίας συμπεριλαμβανομένης. Το τέλος εκείνου του ταξιδιού με βρήκε σ’ ένα ελικόπτερο, να πετάω προς την Αθήνα, νιώθοντας μάλλον ταραγμένος, αλλά και ευγνώμων που είχα τον χρόνο να ανασυνταχθώ». (περισσότερα…)

«Ο επιστήμονας δεν υποκλίνεται δεξιά και αριστερά»: Μια ανέκδοτη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη

Πηγή φωτογραφίας: Αιμίλιος Καλιακάτσος, facebook

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Ο Stefan Breuer (1948) είναι ομότιμος καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου και εκ των σημαντικότερων μελετητών του βεμπεριανού έργου. Στο βιβλίο του Ανατομία της συντηρητικής επανάστασης (Anatomie der konservativen Revolution, 1993) επεξεργάστηκε με συστηματικό τρόπο ορισμένες βασικές θέσεις του Κονδύλη για τον συντηρητισμό. Στην επιστολή που ακολουθεί, την οποία παρουσιάζουμε για πρώτη φορά στη δημοσιότητα, ο Κονδύλης σχολιάζει εν συντομία μερικά βασικά πορίσματα του βιβλίου. Πέρα από ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις τεχνικής φύσεως, σημαντική είναι η διαπίστωσή του πως «κανείς δεν μπορεί να συγγράψει με επάρκεια γερμανική ιστορία, και γερμανική ιστορία ιδεών, αν δεν απαγκιστρωθεί από τα διάφορα μυθολογήματα και ιδεολογήματα περί γερμανικού ‘‘ξεχωριστού δρόμου’’». Κι αυτό διότι ο Κονδύλης υπήρξε, μεταξύ πολλών άλλων, ένας από τους δριμύτερους και συνεπέστερους πολέμιους κάθε θεωρητικού λόγου που, ρητώς ή αρρήτως, υποβαστάζεται από μια εξελικτικής υφής φιλοσοφία της ιστορίας. Θα ήταν ενδιαφέρον να εξεταστεί κάποτε πόσες διαφορετικές θεωρίες του 20ού αιώνα απέρριψε και εν συνεχεία κατέρριψε ο Κονδύλης με κύριο γνώμονα αυτό το κριτήριο.

Η επιστολή προς τον Μπρώυερ είναι η τρίτη και τελευταία ανέκδοτη επιστολή του Κονδύλη που εντοπίσαμε σε γερμανικά αρχεία και παρουσιάζουμε σε δική μας μετάφραση αυτόν τον Ιούλιο στο Νέο Πλανόδιον. Προηγήθηκε εκείνη προς τον ιστορικό Έρνστ Νόλτε και ακολούθησε μία ακόμη προς τον καθηγητή Michael Theunissen. Για την άδεια της δημοσίευσης, ευχαριστούμε θερμά για μία ακόμη φορά την κ. Μέλπω Κονδύλη-Μπούμπουλη.

Επιλέξαμε να συνοδεύσουμε την επιστολή με την μετάφραση μιας συνέντευξης που έδωσε ο Μπρώυερ στον Harald Dietz τον Δεκέμβριο του 2014 στo πλαίσιo πρωτοβουλίας του «Κύκλου Φίλων Παναγιώτη Κονδύλη» (Freundeskreis Panajotis Kondylis e.V.).

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΒΕΚΡΗΣ
υποψήφιος διδάκτωρ φιλοσοφίας
των Πανεπιστημιών Βόννης και Σαιντ Άντριους

~.~ (περισσότερα…)

«Επιτρέψτε σ’ έναν αμαρτωλό να διαπράξει μια βλασφημία»: Μια άγνωστη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη περί αληθείας

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Η ακόλουθη επιστολή στάλθηκε από τον Παναγιώτη Κονδύλη στον δεύτερο επιβλέποντα της διατριβής του, Michael Theunissen (1932-2015), καθηγητή της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Εκτιμάται ότι γράφτηκε ανάμεσα στον Δεκέμβριο του 1977 και τον Φεβρουάριο του 1978, δηλαδή αμέσως μετά την προφορική υποστήριξη της διατριβής και την απονομή του διδακτορικού τίτλου από το Πανεπιστήμιο. Η αφορμή που παρακίνησε τον Κονδύλη να συντάξει την επιστολή δεν είναι άλλη από την γνωστή έριδα που προέκυψε μετά την χαμηλή βαθμολόγηση της διατριβής του (έλαβε magna cum laude αντί για summa cum laude) — μιας διατριβής, που, θυμίζουμε, είχε ως θέμα την γένεση της διαλεκτικής μέσα στους κόλπους του γερμανικού ιδεαλισμού και η οποία ξεπερνούσε τις χίλιες σελίδες ανάλυσης (μεγάλο μέρος του μεταγενέστερου αυτοτελούς βιβλίου Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός ήταν ενσωματωμένο ήδη μέσα στην διατριβή).

Λίγο καιρό αργότερα, κι έχοντας πια αποδεχτεί την τελική έκβαση της υπόθεσης, ο Κονδύλης απευθύνει για τελευταία φορά τον λόγο στον καθηγητή του με την πρόθεση να καταστήσει σαφείς τους ανυπέρβλητους φραγμούς που χωρίζουν την ιστορική από την φιλοσοφική ερμηνεία της ιστορίας της φιλοσοφίας. Σχολιάζοντας το περιστατικό σε επιστολή του προς τον κορυφαίο Γερμανό ιστορικό Werner Conze (1910-1986), του οποίου υπήρξε μαθητής στο Πανεπιστημίο της Χαϊδελβέργης, ο Κονδύλης γράφει πως έχουμε εδώ να κάνουμε με μια σύγκρουση μεταξύ ενός «ιστορικά θεμελιωμένου σχετικισμού» και μιας «απολυταρχίας της αλήθειας». Ο Κονδύλης έμεινε πιστός μέχρι το τέλος της συγγραφικής του πορείας στον —σοφιστικών καταβολών— «ιστορικά θεμελιωμένο σχετικισμό», τον οποίον υπερασπίζεται, με τον χαρακτηριστικό πολεμικό του τόνο, σε αυτό το γράμμα. Δυστυχώς, ο Μίχαελ Τώυνισσεν δεν απάντησε ποτέ στις φιλοσοφικές ενστάσεις του μαθητή του, στερώντας μας την ευκαιρία να ακούσουμε την δική του οπτική.

(περισσότερα…)

Mario Andrea Rigoni, Αλληλογραφία με αγαπητή δεσποινίδα

*

Μάριο Αντρέα Ριγκόνι

Αγαπητή δεσποινίς Άμπρα,

μην αναρωτηθείτε πώς γνωρίζω το όνομά σας ούτε πώς κατάφερα να βρω τη διεύθυνση για να στείλω αυτό το γράμμα. Όταν θα το έχετε διαβάσει, ίσως και πριν φθάσετε στο τέλος, θα συνειδητοποιήσετε πως είναι περιττό το ερώτημα. Δεν υπάρχει τίποτε πιο εύκολο, πιστέψτε με, από το να εντοπίσει κανείς, αν το επιθυμεί, το όνομα και τη διεύθυνση ενός προσώπου˙ μέχρι και τον αριθμό του τραπεζικού λογαριασμού του. Επιπλέον, μένω σε ένα κτίριο που βλέπει στο δικό σας, σε διαμέρισμα (δεν σας λέω σε ποιον όροφο), από όπου φαίνεται τόσο η είσοδος όσο και τα παράθυρά σας. Το ερώτημα που πρέπει να θέσετε –ίσως πολύ περισσότερο θα έπρεπε να το θέσω εγώ– είναι άλλης φύσεως. Ας τα πάρουμε, όμως, με τη σειρά˙ μάλιστα, η απάντηση θα μπορούσε να βρίσκεται στο ίδιο το γράμμα, πιθανώς κρυμμένη ανάμεσα στις γραμμές.

Πρέπει να ξέρετε πως μια ξαφνική απόλυση –από εκείνες που σήμερα τρομοκρατούν πολύ κόσμο, αλλά που στην περίπτωσή μου συνοδεύτηκε και από μια μεγάλη αποζημίωση και από μιαν αξιοπρεπή σύνταξη, κάτι το οποίο όντως με εμποδίζει να παραπονιέμαι!– με έφερε στην αξιοζήλευτη κατάσταση να αφιερώνω όλο τον χρόνο μου σε έναν απλό σκοπό: την παρατήρηση του κόσμου. Θα σας φανεί παράξενο, όμως δεν μου είχε συμβεί ποτέ πριν. Για ποιον λόγο; Είναι απλό: ήμουν πολύ απασχολημένος. Εσείς, που κάθε πρωί ξυπνάτε στις επτά γιατί στις οκτώ πρέπει να είστε στο δικαστήριο και καμιά φορά καταλήγετε να μακιγιάρεστε στο αυτοκίνητο, μπορείτε να με καταλάβετε. (περισσότερα…)

«Χάιντεγκερ, ένας ιερέας του Είναι»: Μια άγνωστη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Ο Παναγιώτης Κονδύλης και ο σπουδαίος Γερμανός ιστορικός Ernst Nolte (1923-2016) ξεκίνησαν να αλληλογραφούν στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Έκτοτε διατήρησαν τακτική επικοινωνία μέσω επιστολών, οι οποίες συχνά συνοδεύονταν από την αποστολή κάποιου βιβλίου, αφορμής για περαιτέρω σχολιασμό και πνευματική εμβάθυνση. Από το ύφος και το περιεχόμενο των επιστολών αποκομίζει κανείς την εντύπωση πως οι δύο ιστορικοί ανέπτυξαν σχέση αμοιβαίας πνευματικής εκτίμησης και σεβασμού.

Στην επιστολή που επιλέξαμε να μεταφράσουμε και να παρουσιάσουμε εδώ, ο Κονδύλης υπερασπίζεται ένα σχόλιο κοινωνιολογικού χαρακτήρα στο οποίο είχε προβεί κατά την ανάλυση της φιλοσοφίας του Μάρτιν Χάιντεγκερ στο βιβλίο του Η κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη. Ο Νόλτε είχε προηγουμένως επιρρίψει στον Κονδύλη ότι το συγκεκριμένο σχόλιο δεν κινείται στο ύψος της συνήθους αναλυτικής δεινότητάς του, τονίζοντας παράλληλα πως μια τέτοια προσέγγιση αδικεί τον διεισδυτικό και πρωτότυπο χαρακτήρα της χαϊντεγκεριανής κριτικής στην τεχνική και τη βιομηχανία. Ο Κονδύλης, που ως γνωστόν δεν έτρεφε καμία συμπάθεια για το έργο του Χάιντεγκερ, επιχειρεί να διασαφηνίσει εν συντομία υπό ποιες προϋποθέσεις είναι γόνιμες οι κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της φιλοσοφίας. Για την διευκόλυνση του αναγνώστη, παραθέτουμε το εδάφιο γύρω από το οποίο περιστρέφεται η συζήτηση:

(περισσότερα…)

«Μη μου ζητάτε φιλολογικά προτερήματα»

*

Η είσοδος της Πηνελόπης Δέλτα στη λογοτεχνία
μέσα από την αλληλογραφία της με τον Κωστή Παλαμά

του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Δύο από τις σημαντικότερες πνευματικές μορφές του «βενιζελικού ευαγγελισμού», του πολύμορφου αυτού πολιτικού και πολιτισμικού κινήματος του εικοστού αιώνα για μια ισχυρή και σύγχρονη Ελλάδα, υπήρξαν ο Κωστής Παλαμάς και η Πηνελόπη Δέλτα. Οι δρόμοι τους συναντήθηκαν στο ζωογόνο ρεύμα του δημοτικισμού (η Δέλτα έγινε μέλος του «Αδερφάτου» των δημοτικιστών της Πόλης) και η αλληλογραφία τους φωτίζει τις ιδέες με τις οποίες εισήλθε στα ελληνικά γράμματα η μεγάλη συγγραφέας, από τη γέννηση της οποίας συμπληρώνονται φέτος 150 χρόνια.

Η Δέλτα διάβαζε συστηματικά τα έργα του Παλαμά. Αφορμή για την πρώτη τους  επικοινωνία ωστόσο ήταν η έκδοση το 1907 του Δωδεκάλογου του Γύφτου. Ο Παλαμάς, με παρότρυνση του κοινού τους φίλου Αλέξανδρου Πάλλη, στέλνει ένα αντίτυπο στην Πηνελόπη Δέλτα που ζει εκείνο τον καιρό στη Φρανκφούρτη. Όμως η Δέλτα είχε ήδη φροντίσει να το παραγγείλει και μάλιστα το είχε προπληρώσει. Γράφει ο Παλαμάς σε σχετικό γράμμα (2/15 Αυγούστου 1907):

«Είχα ακούσει πως κάπως διαφορετικά από τα συνηθισμένα σ’ εμάς, προσέχετε στην οποιαδήποτε κίνηση της νέας μας λογοτεχνίας και αγαπάτε την ποίησή μας και τη γλώσσα της. Για τούτο χάρηκα με την ευκαιρία που μου εδόθη και φρόντισ’ αμέσως να σας το προσφέρω το βιβλίο μου (…) Δυστυχώς ο φίλος κ. Πάλλης ελησμόνησεν εγκαίρως να με πληροφορήση, με πληροφόρησε δε, αφού σας είχα στείλει το βιβλίο, πως τούτο ήταν ακριβοπληρωμένο. Με στενοχώρησε το πράγμα…».

Σε αντιστάθμισμα και σε «γιατρικό του κακού» (όπως προσθέτει), ο Παλαμάς στέλνει στη Δέλτα ένα ακόμη αντίτυπο του Δωδεκάλογου και το θεατρικό του έργο, την Τρισεύγενη. Η επικοινωνία τους θα γίνει πιο τακτική από το 1909, καθώς η Δέλτα ετοιμάζει το πρώτο της βιβλίο, τη νουβέλα («παιδικό διήγημα» το αποκαλεί η ίδια) Για την Πατρίδα. Έχοντας διαβάσει στον Νουμά» του Οκτωβρίου του 1908 ένα άρθρο του Παλαμά για τα αναγνωστικά βιβλία των παιδιών και βλέποντας την παντελή έλλειψη βιβλίων για παιδιά, η Δέλτα αποφασίζει (όπως θα γράψει στην επιστολή της 31ης Μαΐου 1909) «να πάρω τη βουτιά, χωρίς καμιάν απαίτηση να γράψω διήγημα που να έχει αξία, αλλά μόνο να κάμω κάτι Ελληνικό, με Ελληνικές ιδέες σ’ ένα Ελληνικό περιβάλλον». Τη νουβέλα (αλλά και το παραμύθι «Η καρδιά της βασιλοπούλας» που θα συνόδευε την έκδοση), η Δέλτα τα διάβαζε στα παιδιά της και τα δούλευε ανάλογα με τις κρίσεις τους ώστε να τα προσαρμόσει στην παιδική νοοτροπία. Όταν θεώρησε πως ολοκλήρωσε τη συγγραφή και θέλοντας να έχει μιαν ακριβοδίκαιη εκτίμηση, θα στείλει το δοκίμιο στον Παλαμά μέσω του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, από τον οποίο μάλιστα ζητά να μην αποκαλύψει την ταυτότητα του συγγραφέα, ώστε να ακούσει όλη την αλήθεια, «όσο πικρή και αν επρόκειτο να είναι, χωρίς τα κομπλιμέντα που κάνουν συνήθως στις κυρίες». (περισσότερα…)