*
του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ
Aγγέλα Καϊμακλιώτη
Λυκόσκυλα
Βακχικόν, 2024
Με την έκτη ποιητική συλλογή που φέρει τον επιθετικό, αλλά και πολύσημο τίτλο Λυκόσκυλα, η Αγγέλα Καϊμακλιώτη, μετά από μια έντονη εκφραστική κρίση που την οδήγησε, μάλιστα, στην πρόσκαιρη δήλωση ότι δεν θα ξαναγράψει, επιστρέφει πιο δυναμικά στο αλωνάκι της ποίησης, διατηρώντας τους βασικούς θεματικούς και μορφολογικούς άξονες της δουλειάς της, αλλά κι από την άλλη συμπληρώνοντας και επεκτείνοντάς τους, φτιάχνοντας ποίηση αξιόλογη. Πιο συγκεκριμένα, ενώ εντοπίζουμε τον κυρίαρχο -και στις προηγούμενες συλλογές της- πολιτικό και κοινωνικό προβληματισμό με έμφαση στο τραύμα της τουρκικής εισβολής, της ημικατοχής και της προσφυγιάς, στην ανά χείρας συλλογή αυτή η δεσπόζουσα αίσθηση της πίκρας (δεν είναι τυχαίο ότι η προηγούμενη συλλογή της τιτλοφορείται Οι πικροδάφνες θέλουν κούρεμα) συνυφαίνεται για πρώτη, ίσως, φορά τόσο βαθιά και σύνθετα με τον έντονο υπαρξιακό προβληματισμό-βίωμα της ποιήτριας, αλλά και με την κυρίαρχη αίσθηση προσωπικού και κοινωνικού αδιεξόδου μέσα σε έναν κόσμο αλλοτριωμένο και έκπτωτο.
Το τραύμα του τόπου, λοιπόν, μαζί με το τραύμα της ύπαρξης, με άλλα λόγια, η φιλοσοφικά βιωμένη εθνική και υπαρξιακή αγωνία που χρωματίζει τις σελίδες της ανά χείρας συλλογής με παρούσα την ποιητικά γόνιμη αγωνία της μοναξιάς, της αναπόδραστης φθοράς, του θανάτου και του χρόνου συνδυάζεται λειτουργικά με την αποδέσμευση μιας ορισμένης σκοτεινότητας του νοήματος -όχι ωστόσο στο σημείο που να καθιστά το κείμενο αναγνωστικά δύσβατο- η οποία συμπληρώνεται μοντερνιστικά αφενός με μιαν αυξημένη δραματικότητα, και αφετέρου με τη στροφή της ποιήτριας σε πιο παραδοσιακές φόρμες (π.χ. τραγούδι, χρήση ομοιοκαταληξίας)˙ μορφές οι οποίες αφενός επαναφέρουν το αισθητικό ζήτημα της «επαναμάγευσης του στίχου» και της ρυθμικότητας-μουσικότητας του ποιητικού λόγου και αφετέρου επιχειρούν να ελαφρύνουν το βαρύ, πικρό κλίμα ιδιωτικού και συλλογικού αδιεξόδου που κυριαρχεί στη συλλογή. (περισσότερα…)

