πολιτικό

Περί Ενωμένης Ευρώπης

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Α.

Για να δοθεί νόημα στον όρο «Ενωμένη Ευρώπη», ανεξάρτητα από τα κράτη έθνη που μετέχουν σ’ αυτήν, κατά την άποψή μου απαιτούνται να τεθούν δύο πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις, οι οποίες βεβαίως δεν είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη[1].

Η πρώτη αφορά στην αναζήτηση σειράς κριτηρίων στη βάση των οποίων θα συγκροτηθεί ή μπορεί να συγκροτηθεί η έννοια «ευρωπαϊκός λαός» ο οποίος οφείλει να αναγνωρίζεται όχι μόνο ως συγχρονικό Είναι, αλλά και ως αέναο, διαρκές και δομημένο εξουσιαστικό Γίγνεσθαι. Λαός υπάρχει και νοείται μόνον όταν το συνολικό συμπαγές πλήθος
συγκροτείται σ’ ένα ήδη δεδομένο σώμα, το οποίο δρα ως συλλογικός φορέας λήψης αποφάσεων που δεσμεύουν το σύνολο.

Ως μόνη πηγή της νέας εξουσίας, ο κυρίαρχος λαός θα πρέπει λοιπόν να μην είναι δυνατόν να εμφανίζεται ως φαντασιακά υποκαταστάσιμος από «άλλους» κυρίαρχους λαούς ή διασπάσιμος ή κατακερματίσιμος σε περισσότερους «υπο-λαούς». Ως ήδη δηλαδή συγκροτημένος στον ενικό, ο λαός θα κληθεί να συντάσσεται εσαεί στον ίδιο αριθμό και ο οποίος για να δράσει πρέπει να αναγνωρίζει ως τέτοιον τον εαυτό του. Η απόφαση για τα ποια κριτήρια θα χρησιμοποιηθούν για τη συγκρότηση της έννοιας Λαός, δεν μπορούν να θεωρηθούν αυτόδηλα[2].

Αποτελούν κατ’ εξοχήν πολιτικά κριτήρια εκφράζοντας κατά τρόπο αποφασιστικό τις εξουσιαστικές δυνάμεις της ιστορικής «στιγμής». Τα κριτήρια αυτά ποτέ δεν εμφανίζονται ως προερχόμενα από συγκεκριμένες εξουσιαστικές βουλήσεις. Ενδύονται εξ’ αρχής με τον
ηθικοκανονιστικό μανδύα νοηματοδοτώντας πράξεις με νέους συμβολισμούς. Μέχρι σήμερα η ΕΕ έχει αρνηθεί να προβεί σε τέτοιες διευθετήσεις αρνούμενη τον ουσιαστικό ρόλο του Πολιτικού.

Η δεύτερη προϋπόθεση αφορά τον ορισμό των γεωγραφικών συνόρων της Ευρώπης εντός των οποίων θα δημιουργηθεί η Πολιτεία-Ευρώπη (με όποια μορφή διακυβέρνησης επιλεγεί) και θα συγκροτηθεί ο λαός ως μοναδική πηγή κυρίαρχης εξουσίας.

Εάν η συλλογική ταυτότητα ως στοιχείο που ενώνει τους ανθρώπους
ώστε να δεχθούν να συγκροτήσουν την έννοια «Ευρωπαϊκός Λαός» είναι η ψυχή του όλου εγχειρήματος, η ύπαρξη συγκεκριμένων ορίων και εδάφους αποτελεί το σώμα εντός του οποίου θα κατοικήσει η ψυχή και θα δημιουργηθεί ο «ευρωπαϊκός πατριωτισμός» νοούμενος ως προσπάθεια ανύψωσης, διεύρυνσης και υπεράσπισης των όποιων κατακτήσεων έχουν υπάρξει, υπάρχουν ή θα υπάρξουν για τον Ευρωπαϊκό Λαό. (περισσότερα…)

Για τα κριτικά περί ποίησης σχήματα

*

της ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ ΜΑΚΗ

Γλώσσα μου, γλώσσα μου, γλυκιά μου γλώσσα,
άνοιξε γλώσσα μου, άνοιξε πες μας καμπόσα
όσα ξε- γλώσσα μου, όσα ξέρεις κι άλλα τόσα.
ΔΗΜΟΤΙΚΟ

Οι κριτικές τοποθετήσεις για το τι είναι τελικά αυτό που το λένε ποίηση[1] και το πώς αυτή αξιολογείται μέσα από ένα σύνολο κατηγοριοποιήσεων και αναγωγών παραμένουν ενεργές, προκαλώντας στον δημόσιο λόγο διλήμματα και προστριβές. Η κάθε τοποθέτηση φιλοδοξεί να παρουσιάζεται με αντικειμενικότητα, αρτιότητα και τεκμηριωμένη λογοδοσία. Με αφορμή αυτόν τον διαρκή ιστορικό διάλογο για το τι είναι ποίηση και τι δεν είναι, πώς κατηγοριοποιούνται τα έργα τέχνης και αρθρώνονται οι διαφορετικές θεωρητικές φωνές, διαμορφώνοντας τον ποιητικό χώρο, θα ήθελα κι εγώ ελεύθερα να διατυπώσω κάποια σύντομα σχόλια. Μια τέτοια προσέγγιση συμμετέχει στον διάλογο για τα κριτικά σχήματα στην ποίηση και τους περί αυτής λόγους, με την ταυτόχρονη όμως αποποίηση της θέσης ότι αυτή υπερέχει άλλων αναλυτικών προσεγγίσεων. Αντίθετα, κάθε κριτικό κείμενο αξιολογείται και προσθέτει στον διάλογο, κατασκευάζοντας συγκεκριμένες εκδοχές για την ποίηση  και με τις αντίστοιχες συνέπειες στα ταξινομητικά σχήματα και στις εκάστοτε ιστορικές συνθήκες που διαμορφώνουν τους διλημματικούς κοινούς τόπους του καλλιτεχνικού τοπίου. Η χαρτογράφηση του ποιητικού πεδίου παραμένει ανοιχτή, χωρίς όμως να χαρακτηρίζεται από ομοιογενείς καταγραφές και μόνιμα συμπεράσματα. Κάθε κριτική απόπειρα καταγραφής, αξιολόγησης και αποτίμησης των ποιητών και του έργου τους αλλά και κάθε αναλυτικό ερμηνευτικό σχήμα πρόσληψης έχουν όρια και υπόκεινται σε κριτικές αναθεωρήσεις και αναστοχασμούς. Κατά τη γνώμη μου το συνθετικό διαλογικό πεδίο είναι αυτό που πολυσυλλεκτικά εμπλουτίζει την ανάλυση και την κατανόηση του κειμένου.

Ακόμα και στην πιο εμπεριστατωμένη και αυστηρή εφαρμογή ενός κριτικού θεωρητικού σχήματος μπορεί να εντοπιστούν όρια, αγκυλώσεις, εγκλωβισμοί, φορμαλιστικοί κανόνες και αποκλεισμοί. Ο Μπένγιαμιν έχει ήδη επαρκώς επισημάνει πως σε κάθε κείμενο μπορούν να εντοπιστούν και να υποστηριχθούν κάθε τύπου συγκρουσιακά κριτικά σχόλια ανάλογα με τα ερμηνευτικά εργαλεία που θα επιλεγούν και την αισθητική και ιδεολογικοπολιτική σκευή του κριτικού. Παράλληλα, η στροφή στον λόγο στο πλαίσιο του κοινωνικού κονστρουξιονισμού ανέδειξε την επιτελεστικότητα της γλώσσας στις κατασκευές του κοινωνικού κόσμου και του έργου τέχνης. Ο αφορισμός/διαπίστωση πως «ο λόγος κάνει πράγματα» βοηθάει την ανάλυση των κειμένων, επιτρέποντας να εξεταστεί λεπτομερώς τι ακριβώς συντελείται σε κάθε κείμενο, αποφεύγοντας τοιουτοτρόπως την απόδοση κινήτρων στον/στην συγγραφέα τους και καταδεικνύοντας πολυεπίπεδα τη συμπλοκή του αισθητικού με το προσωπικό, το πολιτικό, και το κοινωνικό. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο επισημαίνονται και εντοπίζονται οι περιορισμοί κάθε θεωρητικού σχήματος όταν αυτό διατυπώνεται αοριστολογικά και με ουσιοκρατικούς όρους. Οι θεωρίες του κοινωνικού κονστρουξιονισμού στη μεταμοντέρνα θεωρία συνεισφέρουν έτσι ώστε να αναδειχθούν οι τρόποι με τους οποίους κάθε «κλειστό» ερμηνευτικό σχήμα που «φωτίζει» μια μόνο όψη κειμενική ενδέχεται να καταλήξει σε  «θέσφατη θεολογία». (περισσότερα…)