*
ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ
ΠΑΤΡΩΝΗ ΣΤΗΝ ΚΑΦΕΤΕΡΙΑ
Δεν έχω τί να κάνω εδώ
Που κάθοντ’ όλα τα εγώ
Πίνουν καφέδες και ποτά
Κι όλο κοιτούν στα κινητά.
Γελούν γιατί δεν θα ’χουν στόμα
Όταν σε λίγο γίνουν χώμα.
Η μεν βυζάκια σαν κουμπιά
Κ’ η δε μαστούς οχτώ κιλά.
Όποιαν ο δόλιος κι αν διαλέξω
Με τη χειρότερη θα μπλέξω.
Μ’ έφερ’ εδώ η μάνα Φύση
Σ’ αυτό που τ’ ονομάσαν ζήση.
Μα ποιος τη Φύση έχει φέρει;
Ούτε αυτή, ούτ’ άλλος ξέρει.
