Month: Σεπτεμβρίου 2025

Οι υποσχέσεις του Τραμπ για την οικονομία και η βάσανος της πραγματικότητας

*

ΟΙ ΗΠΑ ΣΗΜΕΡΑ #5
γράφει ο Κώστας Μελάς

~.~

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Τραμπ υποσχέθηκε να φέρει τις επιχειρήσεις πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες, να περιορίσει τον πληθωρισμό και να ενισχύσει την ανάπτυξη της οικονομίας. Ωστόσο, τα στοιχεία του Αυγούστου αποκάλυψαν ότι η ανάπτυξη παραπαίει, ενώ αυτοί που έχουν πληγεί περισσότερο είναι οι χειρώνακτες εργαζόμενοι (τα λεγόμενα μπλε κολάρα), οι οποίοι αποτελούν και τη βάση των ψηφοφόρων του Τραμπ. Η αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς, που εισήγαγε ο ίδιος ο Τραμπ, έχει ανακόψει τις προσλήψεις. Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας τον Αύγουστο 2025, έπεσε στις 22.000 έναντι πρόβλεψης για 75.000 και δημιουργία 77.000 τον Ιούλιο 2025.

Οι κλάδοι που υποφέρουν είναι η μεταποίηση, οι κατασκευές, η ενέργεια και η εξόρυξη, όπου έχουν χαθεί συνολικά 25.000 θέσεις εργασίας. Το χονδρικό εμπόριο έχει επίσης πληγεί σοβαρά με απώλεια 12.000 θέσεων εργασίας. Επιπλέον, η απαγόρευση και τα σκληρά μέτρα ενάντια στη μετανάστευση δεν έχει βοηθήσει στην πρόσληψη νέων Αμερικανών εργαζομένων.

Ως απάντηση στη μείωση των νέων θέσεων εργασίας , ο Τραμπ αποφάσισε να απομακρύνει την επικεφαλής του Στατιστικού Γραφείου Εργασίας, Erika McEntarfer, κατηγορώντας την ότι χειραγώγησε (παρότι την είχε διορίσει ο ίδιος!) την έκθεση για την απασχόληση του Ιουλίου, η οποία ήδη έδειχνε μια επιβράδυνση της αγοράς εργασίας.

Στη θέση της διόρισε έναν έμπιστο του οικονομολόγο, αλλά άσχετο με το συγκεκριμένο αντικείμενο, τον Erwin John Antoni, από το Heritage Foundation, το ακροδεξιό think tank που συνέβαλε στη σύνταξη του Project 2025, της δεύτερης εκλογικής πλατφόρμας του νυν προέδρου. Προφανώς, η θεραπεία που επέλεξε ο Τραμπ είναι χειρότερη από την ασθένεια. (περισσότερα…)

Πρόσωπα, αξίες, δεύτερη φύση

*

του ΠΕΤΡΟΥ ΠΟΛΥΜΕΝΗ

~.~

Πρόσωπα και αξίες

Στους κοινωνικούς σχηματισμούς συναντιούνται συχνά αξίες όπως η δικαιοσύνη, η σύνεση, η φιλαλήθεια, η αλληλεγγύη, η ταπεινοφροσύνη, η καλοσύνη, η συμπόνια, η εγκαρτέρηση, η ομορφιά, η γενναιότητα, ο σεβασμός, η εντιμότητα και άλλες πολλές. Από κοινωνία σε κοινωνία, από εποχή σε εποχή, από γενιά σε γενιά, οι αξίες νοηματοδοτούνται κατά κάποιο τρόπο, με μικρές ή μεγάλες διαφοροποιήσεις. Αποκτούν ιστορικό φορτίο και σιγά σιγά κρυσταλλώνονται στον χρόνο. Κάπως έτσι σχηματίζουν πολιτισμικές υπαγορεύσεις: έχουν κάτι το δεσμευτικό που ξεπερνά τα κριτήρια ενός μεμονωμένου προσώπου. Λειτουργούν ως φάροι σε έναν προσανατολισμό, βοηθώντας μας να βρούμε το στίγμα πάνω σε ένα σχέδιο βίου, στον χάρτη της ανθρώπινης περιπέτειας.

Επιπλέον, επιτυγχάνουν μία εξισορρόπηση ανάμεσα στις ενίοτε αντικρουόμενες αξιώσεις των έμφυτων ροπών μας με ηθική βαρύτητα, όπως επιδίωξη ισχύος, απόλαυση δια των αισθήσεων, αποφυγή πόνου, φροντίδα για συγκεκριμένα πρόσωπα, δημιουργικότητα και ελευθερία. Οι έμφυτες ροπές που μας διαπερνούν δεν ανάγονται η μία στην άλλη, ενώ ταυτόχρονα εγείρουν αξιώσεις τελικού σκοπού σε έναν προσανατολισμό. Η ετερογονία των σκοπών φέρνει την ανάγκη για τις αξίες ως τρόπους εξισορρόπησης σμιλεμένους στον χρόνο. Οι αξίες καλούνται να χαράξουν μία οδό που θα επιτρέψει την ικανοποίηση όσο γίνεται περισσότερων έμφυτων ροπών στη γραμμή του χρόνου. Στην οδό αυτή άλλες αξίες προβάλλονται και άλλες υποστέλλονται, ανάλογα με το ποια έμφυτη ροπή θα είναι η προτιμητέα στον προσανατολισμό, ποιανής το αποτύπωμα θα φέρουν πιο έντονα οι πράξεις μας. Ένας άνθρωπος μπορεί να σταθμίσει δύο απολαύσεις διά των αισθήσεων –αν θα επιδιώξει μία απόλαυση τώρα ή αν θα την προσπεράσει– ανάλογα με το πώς νιώθει μία δεδομένη στιγμή αλλά και πώς προβάλλει τον εαυτό στον χρόνο.

Όμως, συγκεκριμένες αξίες δεν λειτουργούν απλώς και μόνο εξισορροπητικά μεταξύ των έμφυτων ροπών μας. Μία τέτοια εικόνα παραβλέπει το γεγονός ότι συγκεκριμένες αξίες, αν και αποτέλεσμα μιας κοινωνικής συνθήκης, ενίοτε υποστασιοποιούνται ως κρυσταλλωμένες πολιτισμικές υπαγορεύσεις και μπορούν να αποτελέσουν τελικό σκοπό στον ανθρώπινο προσανατολισμό. Σε μία τέτοια περίπτωση, στέκονται ισότιμα μεταξύ των έμφυτων ροπών με ηθική βαρύτητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αξία της δικαιοσύνης, η οποία, αποκτώντας πρωταγωνιστικό ρόλο, έχει τροφοδοτήσει αμέτρητες αποφάσεις, στάσεις και πράξεις, είτε ατομικά είτε συλλογικά. Μεμονωμένα πρόσωπα ή ολόκληρες κοινωνίες έχουν ξεσηκωθεί θέτοντας ως πρωταρχικό σκοπό τους την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, όπως την αντιλαμβάνονται σε μία συγκεκριμένη κοινωνική συνθήκη. (περισσότερα…)

Η κυρία Νίκη

*

Η κυρία Νίκη

Τ’ απογέματα ποτίζει τα λουλούδια της
κι έπειτα φοράει τα καλά της τα ρούχα, τα γοβάκια της
και το νυφιάτικο το ψευτομαργαριταρένιο της το κολιέ
βάφεται ανεπιτήδευτα, χτενίζεται
και κάθεται στο μπαλκονάκι της
προσμένοντας να περάσει
το τελευταίο το παλληκάρι της ζωής της
καβάλα στ’ άλογό του.
Κι αυτό διαβαίνει από μπροστά της καθημερινά
και πάντα χαμογελαστά της νεύει
αν και ποτέ δε σταματάει να ξεπεζέψει
νερό να της ζητήσει και μαζί του να την πάρει.
Κι είναι το παλληκάρι αυτό
απ’ τη βιτρίνα της Lacoste,
λίγο πιο πέρα απ’ το σπίτι της,
που φεύγει κάθε απόγεμα
για να διαβεί και να τη χαιρετίσει
μόνο που άλογο δεν έχει
και πώς να ξεπεζέψει; (περισσότερα…)

Ὁ Μπιροττώ, ὁ Μπόρκμαν κι ἐμεῖς

*

τοῦ ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

~.~

Τὸν homo oeconomicus, τὸν ἄνθρωπο τῆς οἰκονομίας καὶ τοὺς τρόπους του, ἡ λογοτεχνία τὸν εἶδε ἐξ ἀρχῆς κριτικά. Μοτίβα σὰν κι αὐτὰ τῆς φιλοχρηματίας, τῆς κερδοσκοπίας, τῆς πλουτοθηρίας ἐπανέρχονται διαρκῶς στὶς σελίδες της. Νὰ νουθετήσουν, νὰ διαφωτίσουν τὸν ἀναγνώστη γιὰ τὶς ὀλέθριες συνέπειές τους ζητοῦν ἀνὰ τοὺς αἰῶνες στὰ γραφτά τους ποιητὲς τόσο διαφορετικοὶ ὅσο ὁ Ὁράτιος ἢ ὁ Καισάριος Δαπόντες. Ἀπαράμιλλα περιγράφει ὁ Πετράρχης τὴν καθηλωτικὴ δύναμη τοῦ χρυσοῦ:

«Σέ μας, φίλε, εἶναι τὰ πάντα ἀπὸ χρυσό: οἱ ἀσπίδες καὶ τὰ δόρατα, οἱ ἁλυσίδες καὶ τὰ στέμματα. Ὁ χρυσὸς μᾶς συνέχει καὶ μᾶς συγκρατεῖ. Ὁ χρυσὸς μᾶς κάνει πλούσιους καὶ φτωχούς, ἐλεεινοὺς καὶ εὐδαίμονες. Ὁ χρυσὸς ἐξανδραποδίζει τοὺς ἐλεύθερους καὶ ἀπελευθερώνει τοὺς ἡττημένους. Καταδικάζει τοὺς ἀθώους καὶ ἀπαλλάσσει τοὺς ἐνόχους. Δίνει μιλιὰ στοὺς μουγγοὺς καὶ βουβαίνει τοὺς εὐφραδέστερους ρήτορες… Συμφιλιώνει θεοὺς ἤ –ὅπως μερικοὶ διατείνονται– καὶ ἀνθρώπους ἀκόμη. Τίποτα δὲν τοῦ ἀντιστέκεται. Τίποτα δὲν εἶναι γιὰ ἐκεῖνον ἀνέφικτο.»

Ἀμίμητοι εἶναι οἱ στίχοι τοῦ Ἀχιλλέα Παράσχου μὲ τοὺς ὁποίους τὴ δεκαετία τοῦ 1870 κατακεραυνώνει τὴν παντοδυναμία τοῦ κεφαλαίου στὴν Εὐρώπη:

Κ’ ἔπεσαν, ὅλα ἔπεσαν! Τὸ πᾶν εἰς τέφραν κεῖται!
Ὑψοῦνται μόνον τράπεζαι καὶ μόνον τραπεζῖται…

Ὁ Παράσχος ἀνήκει ἀκόμη στοὺς νοσταλγούς. Θρηνεῖ τὸν χαμὸ τοῦ παλιοῦ κόσμου τοῦ πνεύματος καὶ τῆς πίστης. Σὲ τραπεζίτες καὶ τράπεζες βλέπει τοὺς ἀποστόλους τῆς νέας ὑλοφροσύνης, σατανικὲς μηχανὲς ποὺ ἐξαργυρώνουν τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις. Μέσα στὴν ἀναπόλησή του, προανακρούονται ὅμως καὶ οἱ αὐριανοὶ ἀρνητὲς τοῦ νέου καθεστῶτος. Ἡ ἱερεμιάδα τοῦ Πάουντ κατὰ τῶν πιστωτικῶν θεσμῶν («Μὲ τὴν τοκογλυφία, / δὲν φτιάχνουν οἱ ἄνθρωποι σπίτια γερά…»), γιὰ παράδειγμα. Ἢ ἡ ὀργίλη πολεμικὴ τοῦ Μπρέχτ («Τί εἶναι ἡ ληστεία μιᾶς τράπεζας ἐμπρὸς στὴν ἵδρυσή της;»). Ὁ παλαιορομαντικός, ὁ ἀκροδεξιός, ὁ μαρξιστὴς ἐδῶ συμπλέουν, ἐπειδὴ τὸ ἀντίπαλον δέος εἶναι κοινό: ὁ καπιταλισμός. Κοινὴ εἶναι καὶ ἡ ἐπιθυμία τῆς ὑπέρβασής του. (περισσότερα…)

Βουλιμία

*

Σαν το χρυσόψαρο στη γυάλα κολυμπάω
καταναλώνοντας διαρκώς εικόνες·
στου διαδικτύου τον χυλό τσαλαβουτάω,
το βλέμμα στυλωμένο στις οθόνες

Καταβροχθίζοντας με βουλιμία
επικαιρότητα, e-μέηλ, διαφημίσεις,
αλήθειες «post» με σαντιγύ, βικιπαιδεία·
χωρίς ειρμό, με οδηγούν οι παρορμήσεις

Στον ονειρόκοσμο των σόσιαλ μίντια,
ξαναμοντάρω έναν νέο εαυτό·
της ντοπαμίνης μια κορύφωση αιφνίδια,
μιαν επικύρωση κρυφή αποζητώ (περισσότερα…)

Ἰούλιος 1973: Ἕνα ὄνειρο στὸ ΕΑΤ/ΕΣΑ

*

Στον αντιδικτατορικό αγώνα έλαβε μέρος στο περίφημο Κίνημα του Ναυτικού, όντας ο νεότερος από τους αξιωματικούς του στόλου που συνελήφθησαν και βασανίστηκαν για τη δράση τους. Μερικά χρόνια αργότερα, ίδρυσε και διηύθυνε έναν από τους σημαντικότερους εκδοτικούς οίκους της Μεταπολίτευσης, την ιστορική «γνώση». Οι αναγνώστες του Νέου Πλανόδιου είχαν την ευκαιρία τα προηγούμενα χρόνια να διαβάσουν εκτενή απόσπάσματα από την αυτοβιογραφία του Μανώλη Μπουζάκη «Ο δρόμος του Ποσειδώνη. Αναμνήσεις ενός πλάνητα οδοιπόρου». Σήμερα έχουμε τη χαρά να προδημοσιεύουμε ένα ακόμη κεφάλαιο του έτοιμου πλέον βιβλίου που θα κυκλοφορήσει τις αμέσως επόμενες ημέρες από τις Εκδόσεις Κίχλη.

~.~

Ἡ περίοδος τῶν ἀνακρίσεων ἔχει τελειώσει. Ἔξω ἀκούγονται ρυθμικὰ βήματα καὶ χορωδιακὲς ἀπαγγελίες: «Ζήτω, ζήτω ὁ Πα-πα-δό-που-λος! Ζήτω, ζήτω ἡ Ἐ-πα-νά-στα-σις!».

Νέα παιδιά, φαντάροι ἀπὸ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδας, τὰ πιὸ πολλὰ ἀμόρφωτα, ἐκβιαζόμενα, παρασυρμένα ἀπὸ ἄγνοια ἢ κι ἀπὸ φόβο, εἶχαν μεταμορφωθεῖ σὲ σκληροὺς ἐκτελεστὲς βάρβαρων ἐντολῶν, ἀπάνθρωπων. Πόσα χρόνια ἄραγε θὰ περάσουν γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ, νὰ καθαρίσει τὸ κορμὶ τῆς πατρίδας μας ἀπὸ τὶς μολύνσεις καὶ τὴ βρόμα ποὺ ἄφησαν πάνω καὶ μέσα του οἱ βιαστές της. Ὧρες ἀτέλειωτες πηγαινοέρχομαι στὸ κελί, τρία βήματα στὴν εὐθεία, τεσσεράμισι διαγωνίως. Ὀχτακόσιες εἴκοσι ἑφτὰ φορὲς πηγαινέλα. Ἕνα βασανιστικὰ ἐπαναλαμβανόμενο γιατί, γιατί, γιατί τρυπᾶ τ’ αὐτιά, τὸ νοῦ καὶ τὴ σκέψη μου. Δὲν παίρνω καμιὰ ἀπάντηση καὶ τρελαίνομαι. γιατί εἶμαι ἐδῶ; Ποιοί μοῦ στέρησαν τὸν ἀέρα καὶ τὸ φῶς μου; Ποιοί εἶναι αὐτοὶ ποὺ ρυπαίνουν τὸν τόπο μου; Ἡ ἀνθρώπινη φύση μου ἀκρωτηριάζεται, στενεύει, ἀλλοιώνεται. καταρρέω. Σωριάζομαι μὲ λυγμοὺς στὸ τσιμεντένιο δάπεδο.

Ζοφερὲς φαντασιώσεις ἢ ὄνειρα… δὲν ξέρω. Κλείνω τὰ μάτια καὶ χάνομαι. Ὁ ἴδιος βασανιστικὸς καὶ ἀπελευθερωτικὸς ταυτόχρονα ἐφιάλτης ἐπανέρχεται καὶ σκεπάζει τὰ πάντα: Εἶμαι πεσμένος κάτω, δεμένος χειροπόδαρα. Δὲν θυμοῦμαι πότε μὲ ἔγδυσαν καὶ μὲ ἔδεσαν. Εἶμαι τυφλός.

Ἔτσι γεννήθηκα. χρώματα, φῶς καὶ σκοτάδι δὲν ὑπάρχουν γιὰ μένα. Κάποιος δήμιος, δεσμοφύλακας, φαντάρος ἢ χωροφύλακας βρίσκεται ἀπὸ πάνω μου. Οὐρλιάζει καὶ μὲ ἀπειλεῖ:

«Ἕνα ἕνα, ρὲ τσογλάνι, θὰ σοῦ βγάλουμε τὰ νύχια καὶ τὰ δόντια καὶ θὰ τὰ στείλουμε πεσκέσι στὴ μάνα σου!»

Πονῶ, ὀργίζομαι, ἀγωνιῶ, φοβοῦμαι. Οὐρλιάζω κι ἐγὼ χωρὶς νὰ ξέρω τί λέω, τινάζοντας τὸ δεμένο κορμί μου δεξιά, ἀριστερά, πάνω, κάτω. βρόμικα χνότα ἔρχονται στὴ μύτη μου καὶ μιὰ βροντερὴ φωνὴ προστάζει: (περισσότερα…)

Καταφανής υποκειμενικότητα, κι όμως το εγώ άφαντο

της ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΒΑΓΙΩΤΗ

~.~

[ Φ. Κ. Β. ],
σωρείτης,
Στιγμός 2024

Ας ξεκινήσω από την επιλογή του τετριμμένου και άκρως απροσδιόριστου όρου «βιβλίο»: ο σωρείτης μοιάζει να αντιστέκεται στην ειδολογική ταξινόμηση ή, τουλάχιστον, δεν θα είναι λίγοι εκείνοι που θα δυσκολευτούν να το κατατάξουν σε ένα ορισμένο είδος – πράγμα που σχετίζεται ως ένα βαθμό και με τη δυσκολία ανάγνωσής του. Η μορφή του κάπως βοηθά: εμπεριέχει ένα είδος εισαγωγικής προμετωπίδας, ένα απόσπασμα από το ποίημα του Καβάφη, «Απ’ τες εννιά —» (με την πρώιμη υπογραφή του ποιητή Κ.Φ.Κ. όπου και το γένος της μητέρας έχει κάποια βαρύτητα και αυτό έχει σημασία), ένα είδος λεξιλογικής υποβοήθησης μαζί με «κλειδιά» ανάγνωσης, μία άτιτλη μικρή εισαγωγή, τρία μεγάλα ίσα μέρη που τιτλοφορούνται «ΣΤΑΣΙΣ Α΄, Β΄ και Γ΄» και στοιχίζονται αριστερά-κέντρο-δεξιά και μία ηρωική (δικό μου) «ΕΞΟΔΟ» που στην τελευταία σελίδα διακόπτεται με κάτι που μοιάζει να είναι περιεχόμενο «στάσεως» και τιτλοφορείται «ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ». Πολύ σημαντικό είναι πως ό,τι εμπεριέχεται στις «ΣΤΑΣΕΙΣ» (και στα κλειδιά) μπαίνει σε εισαγωγικά. Από τη σελίδα των κλειδιών συμπεραίνουμε πως ο συγγραφέας σε αυτά τα σημεία ξεχωρίζει τον εαυτό του από τις «φωνές», απομακρυνόμενος κάποιες αφηγηματικές βαθμίδες πίσω. Έτσι, αν δεχτούμε ότι έχουμε ένα τρίπτυχο συγγραφέας-αφηγητής ή ποιητικό υποκείμενο (ό,τι εντάσσεται εκτός εισαγωγικών)-φωνές, τότε τείνουμε να θεωρούμε πως το βιβλίο αυτό γράφεται κανονιστικά, με αυστηρό τρόπο. Η γραφή που κατά τα φαινόμενα στοιβάζεται σε έναν άτακτο σωρό είναι τακτική και γι’ αυτό, θεωρώ, υπερτερεί η πεζολογία. Η παράθεση αράδων με τη μορφή στίχων είναι κάτι που άλλωστε υπονομεύεται και από τις ίδιες τις φωνές που φέρουν ιδιόλεκτο, προφορικότητα, ντοπιολαλιά, αφρόντιστη σύνταξη, συνειρμικότητα και μιαν αίσθηση ελευθερίας από συμβάσεις. Ο λόγος δεν είναι ούτε φροντισμένος, ούτε υπερρεαλιστικός· ο λόγος είναι «απομαγνητοφωνημένες» φωνές, σκέψεις, αναμνήσεις, που τις βάζει σε τάξη (φαινομενικά άναρχη) η αφήγηση. Το βιβλίο είναι πεζογραφικό, παρά τον Καβάφη, παρά τις στοιχίσεις, παρά την εσκεμμένα ποιητική μορφή. (περισσότερα…)

Μέμνησθε τῆς ἀγάπης

Άποψη του ναού του Αγίου Αβερκίου, άλλοτε καθολικού της μονής των Ηλίου Βωμών ή Ελεγμών, στο τωρινό χωριό Κurşunlu της Προποντίδας.

~.~

ΓΡΑΦΕΣ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ #16
Εκλογή κειμένων-Επιμέλεια στήλης
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΛΗΣ

«Καὶ καινὸν οὐδέν, εἰ λαλεῖ σοι καὶ τάφος· ἡ γὰρ γραφὴ κράζοντας οἶδε τοὺς λίθους»: οι στίχοι αυτοί του Θεόδωρου Πρόδρομου, του Βυζαντινού ποιητή του 12ου αιώνα, μας θυμίζουν ότι ο γραπτός λόγος έχει τη δύναμη να κάνει ακόμα και τις πέτρες να μιλούν. Η αρχαιότητα μας κληροδότησε χιλιάδες επιγραφές σε λίθο, με ποικίλο περιεχόμενο. Κατά τους χρόνους της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της κοινώς γνωστής ως Βυζάντιο, ο αριθμός τους μπορεί να μειώθηκε αισθητά, δεν έπαυσαν όμως να είναι παρούσες και δεν υστερούν ούτε ως ιστορικά τεκμήρια, ούτε ως μνημεία της γλώσσας και της λογοτεχνίας της περιόδου. Η μικρή εκλογή που αναπτύσσουμε εδώ, στοχεύει στο να κάνει ευρύτερα γνωστές τις βυζαντινές επιγραφές των μεσαιωνικών χρόνων, μέσα από μια επιλογή κειμένων διαφόρων ειδών, προερχόμενων από διαφορετικές περιοχές της αλλοτινής βασιλείας των Ρωμαίων.

~.~

Μέμνησθε τῆς ἀγάπης

Στις ακτές της Προποντίδας, ανάμεσα στην Κίο και τα Μουδανιά, τόπους συνδεδεμένους με τις πικρές σεπτεμβριανές μνήμες του 1922, βρίσκεται το ελληνικό ως τότε χωριό των Ελεγμών ή Ελιγμών, που ονομάζεται τώρα Kurşunlu. Eπάνω σχεδόν στην ακτή, δίπλα στο μικρό παντοπωλείο Manastir Market, στέκουν ακόμη τα ερείπια της περιώνυμης κάποτε βυζαντινής μονής της Θεοτόκου των Ηλίου Βωμών ή Ελεγμών. Τα σημαντικότερα κατάλοιπα είναι αυτά του καθολικού, που είχε αφιερωθεί σε νεότερους χρόνους στον άγιο Αβέρκιο. Το δίχως πια τρούλο, γυμνό κουφάρι του ναού, ξεχωρίζει για την υψηλή ποιότητα της αρχιτεκτονικής και της όλης κατασκευής του, και σχετίζεται με την ανακαίνιση της μονής κατά τον 12ο αιώνα, από τον Νικηφόρο Μυστικό. Ο τελευταίος συνέταξε το 1162 το Τυπικόν της —τον κανονισμό λειτουργίας της— το οποίο σώζεται σήμερα σε χειρόγραφο της μονής της Πάτμου. Η ευρύτερη περιοχή είχε μακρά παράδοση στον μοναχισμό. Ο Όλυμπος της Βιθυνίας (σήμερα Uludağ), λίγο νότια από τις ακτές, ήταν ένα ιερό όρος που έφτασε κάποτε να φιλοξενεί γύρω στα 50 μοναστήρια, ορισμένα εκ των οποίων έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην έριδα της Εικονομαχίας. (περισσότερα…)

Erich Fried, «Τα βατράχια σκοτώνονται στα σοβαρά»

*

Ασταμάτητα

Ανοησία
Να σκουπίζει κανείς
Τα δάκρυά του
Προτού σταματήσει
Να κλαίει

*

Αλλά
Πρέπει κανείς
Να τα σκουπίζει
Για να σιγουρευτεί
Ότι πράγματι μπορεί
Να σταματήσει
Να κλαίει

*

Ή ότι δεν είναι δυνατόν
Πια να πάψει
Να θέλει να κλάψει

/// (περισσότερα…)

Ο Ζαν Πάουλ Ρίχτερ και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης

*

του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

~.~

Συμπληρώνονται φέτος 200 χρόνια από τον θάνατο του κορυφαίου πεζογράφου της ρομαντικής Γερμανίας, του Johann Paul Friedrich Richter (Βούνσιντελ 1763 – Μπαϊρόυτ 1825), γνωστότερου ως Ζαν Πάουλ, όπως ο ίδιος θέλησε να μείνει στην ιστορία των Γραμμάτων. Επιδιώκοντας σταθερά την σύνθεση επικού και λυρικού/μουσικού στοιχείου και την σύνδεση του ορατού με τα αόριστα ψυχικά βιώματα, αντιστρέφοντας τη σχέση της φωτεινής επιφάνειας με το εσωτερικό βάθος, ο Ζαν Πάουλ, ξεπερνώντας την διάκριση γεγονότος και αίσθησης αλλά και την δουλεία της μορφής, οδήγησε την ρευστή αμορφία του ρομαντικού μυθιστορήματος στα άκρα της.

Το εντυπωσιακό του ξεκίνημα με τις σατιρικές Δοκιμασίες της Γροιλανδίας και το δημοφιλές μυθιστόρημα Έσπερος ή 45 Μέρες με Σκύλους δεν του χάρισαν την πολυπόθητη αναγνώριση που επιθυμούσε. Ο Χέρντερ και ο Βήλαντ τον επαίνεσαν αλλά ο Γκαίτε και ο Σίλλερ έστεκαν ψυχροί ενώ και το αναγνωστικό κοινό έδειχνε διχασμένο. Κάποιοι τον σέβονταν απόλυτα κι άλλοι τον αντιμετώπιζαν με κούνημα του κεφαλιού και αδιαφορία.

«Βρήκε την υγειά του» αφήνοντας την Βαϊμάρη για το Βερολίνο όπου η βασίλισσα της Πρωσίας Λουίζα αποδείχθηκε ενθουσιώδης αναγνώστρια των έργων του. Αυτό ώθησε τον Ζαν Πάουλ να μετακομίσει μόνιμα στο Βερολίνο τον Οκτώβριο του 1800, όπου έγινε φίλος με τους αδελφούς Σλέγκελ και τους άλλους μεγάλους ρομαντικούς, τον Τικ, τον Σλάιερμαχερ, τον Φίχτε. Από το 1804 όμως εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στο Μπαϊρόυτ όπου έζησε απομονωμένος ως τον θάνατό του. Παρά την απομόνωση όμως, ενέπνεε τις γερμανικές φοιτητικές αδελφότητες, τόσο για τον πατριωτισμό του όσο και για τις τολμηρές μεταφορές και τις λαβυρινθώδεις πλοκές των έργων του, στις οποίες ο Ζαν Πάουλ παρενέβαλλε στοχασμούς και ποιητικά ή φιλοσοφικά σχόλια που μαρτυρούν την αποστασιοποίησή του τόσο από τον διαφωτισμό όσο και από την μεταφυσική. Η πνευματώδης ειρωνεία του διανθιζόταν πάντα με απότομη πικρή σάτιρα και ο νηφάλιος ρεαλισμός του με τα πιο μεταμορφωτικά ειδύλλια. Έτσι, κατέληξε σε μια κοσμοθεωρία χωρίς ψευδαισθήσεις, σε συνδυασμό με την χιουμοριστική παραίτηση από κάθε διάθεση κατήχησης. Κέρδισε τελικά την υψηλότερη εκτίμηση μεταξύ των μεταγενέστερων ποιητών και δεν είναι τυχαίο ότι υπήρξε ο μόνος ποιητής του οποίου τα πλήρη έργα πήρε μαζί του στο Παρίσι ο Πάουλ Τσέλαν, στο έργο του οποίου είναι εμφανείς οι επιδράσεις. (περισσότερα…)

Η ζωή αποβάλλει ό,τι δεν είναι ζωή – Για τον Τσάρλι Κερκ

*

της ΑΝΤΩΝΙΑΣ ΓΟΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

~.~

Φαίνεται πως τη στιγμή που ο σκοπευτής πάτησε τη σκανδάλη, συνέβησαν ακαριαία δύο πράγματα: ο φιλελεύθερος συντηρητικός ντιμπέιτερ Τσάρλι Κερκ  άρθρωσε τις τελευταίες του λέξεις, οι οποίες για άλλη μια φορά, κατά ειρωνική σύμπτωση, σχημάτιζαν ερώτηση (οι ερωτήσεις, εχθροί των δογμάτων, καλούν σε συζήτηση) και, δεύτερον, ο ιδεολογικός αντίποδας του φιλελεύθερου συντηρητισμού, ο αυτοαποκαλούμενος «προοδευτικός» κόσμος, καταξέσκισε, με έξαλλη χαρά και εκρηκτική ανακούφιση, όποια υπολείμματα προοδευτισμού (και αξιοπρέπειας) του είχαν απομείνει μετά την εμβάπτισή του στην αποδομιστική woke παράκρουση των τελευταίων πολλών ετών. Επειδή, αλήθεια, από την υιοθέτηση της άποψης ότι η γλώσσα δεν είναι παρά ένα μέσο διαιώνισης εξουσιαστικών δομών μέχρι την απόρριψη του διαλόγου ως διαύλου επικοινωνίας είναι μισό τσιγάρο δρόμος, και με το άλλο μισό έχεις φτάσει στο μίσος – στην έξαλλη ή μετά βίας κεκαλυμμένη χαρά για τη δολοφονία κάποιου που έχει αντίθετες απόψεις και σε καλεί σε διάλογο.

Εδώ εδράζεται και το επιχείρημά τους ότι ο Κερκ «διέδιδε το μίσος», «έχει βλάψει την κοινότητα των LGBTQ+», «ήταν ρατσιστής» και άλλα παρόμοια, συνεπώς ήταν «φασίστας», «ακροδεξιός» και μάλλον «πήρε αυτό που του άξιζε».

Η γλώσσα είναι φυσικό να καθρεφτίζει την εποχή και τις κοινωνίες στις οποίες μιλιέται. Και αλλάζει μέσα στα χρόνια, όπως αλλάζουν και οι εποχές και οι κοινωνίες. Όταν οι άνθρωποι παύουν να τη χρησιμοποιούν ως αυτό που είναι, ως το κατεξοχήν μέσο επικοινωνίας, παύουν να είναι άνθρωποι και γίνονται κτήνη – αφενός γιατί παραιτούνται από το βασικότερο ανθρώπινο χαρακτηριστικό τους, τον ορθό λόγο, και αφετέρου γιατί, σε συναισθηματικό επίπεδο, χάνουν αυτό που καταλαβαίνουμε με τη λέξη «ανθρωπιά».

Είναι αλλόκοτο να παρακολουθείς ντιμπέιτ του Τσάρλι Κερκ με νέους ανθρώπους που εμφανίζονται μπροστά του και ουρλιάζουν στο μικρόφωνο «Μου κάνεις κακό!», κι όταν τους ρωτάει γιατί, του απαντούν «Επειδή είσαι κατά των εκτρώσεων!», «Επειδή είσαι κατά της φυλομετάβασης!» κτλ. κτλ. Πώς μπορεί κάποιος να κάνει κακό σε κάποιον άλλον μόνο και μόνο με τις απόψεις του για διάφορα θέματα που απασχολούν την εποχή του; (περισσότερα…)

Χρήστος Μαρκίδης, «Ο τόπος και ο καιρός δεν μας χωρούν πλέον»

*

Με αφορμή την αναδρομική έκθεση του ζωγράφου στην γκαλλερύ Art Projekt Space (Φαλήρου 66, Αθήνα, 10 Σεπτεμβρίου – 8 Οκτωβρίου 2025), το ΝΠ αναρτά μια παλαιότερη, του 2004, αλλά αδημοσίευτη συνομιλία του Χρήστου Μαρκίδη με τη στιχουργό Αγαθή Δημητρούκα.

~.~

ΑΓΑΘΗ ΔΗΜΗΤΡΟΥΚΑ: Η ζωγραφική σου, οι μορφές στη ζωγραφική σου, περιέχουν την ηχηρή μοναξιά. Μια μοναξιά διττή. Της προβαλλόμενης μορφής και του δημιουργού, που “κρύβεται” πίσω απ’ το έργο παρακολουθώντας το, ενώ παρακολουθεί ταυτόχρονα και τον θεατή. Θέλω να πω ότι όταν παρατηρώ ένα έργο σου, ακόμη κι αν στέκεσαι δίπλα μου και με “ξεναγείς” σ’ αυτό, έχω την αίσθηση πως με κοιτάς κρυμμένος πίσω από τον καμβά, με τη ματιά κάποιου θεού που βλέπει, εξετάζει, ερευνά, χωρίς να παρεμβαίνει. Χωρίς να παρεμβαίνει ακόμη, ίσως;

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ: Αυτό σημαίνει ότι η ζωγραφική φέρει ακόμη τη μνήμη του Θεού κι ότι στο έργο μου υπάρχει κατά κάποιο τρόπο η παρουσία της. Η καθ’ ημάς παράδοση περιείχε πάντοτε τούτο το βλέμμα. Στην αντίστοιχη δυτική, τη θέση του Θεού έχει καταλάβει από ένα σημείο και πέρα, απολύτως βέβαιος για τον εαυτό του και τον κόσμο, ο καλλιτέχνης. Στον Βελάσκεθ, π.χ., δεν υπάρχει κανενός είδους μοναξιά. Υπάρχει το περιβάλλον της Αυλής και οι βεβαιότητες οι ακμαίες της εποχής του. Πώς να παρέμβει ο Θεός. Σήμερα δε, μοιάζει να μην μπορεί να παρέμβει όχι μόνον ο Θεός αλλά και ο άνθρωπος. Είμαστε υποχείρια της Τεχνικής, που ένας συγκεκριμένος επιθετικός πολιτισμός, δημιούργησε.

Α.Δ.: Μέσα στον επιθετικό πολιτισμό, η μοναξιά εκλαμβάνεται ως άμυνα, άμυνα καρτερική, αλλά ακλόνητη, δεν σπάει. Όσο και να λυγίζουν οι μορφές στα έργα σου, δεν σπάνε, δεν διαλύονται. Γέρνουν για ν’ αποτυπώσουν στην ύλη τη δική τους μνήμη του Παραδείσου, ή ατενίζουν. Είναι άραγε μνήμη του σκοταδιού πριν από τη δημιουργία του κόσμου; Η μορφή στο έργο σου μου δίνει την εντύπωση ότι συλλέγει και συμπυκνώνει εντός της το σκοτάδι του σύμπαντος για να μείνει η γη φωτεινή. Αλλά φωτιζόμενη εκ των έσω, σαν να φλέγεται εσωτερικά, σαν να πυρπολείται εσωτερικά και να εκπέμπει ένα στιλπνό φως και συγχρόνως πυκνό, απροσδιορίστου βάθους. Κι είναι φως, μόνο φως, όχι φωτιά.

Χ.Μ.: «Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός», θα έλεγα, προσυπογράφοντας τον στίχο του ποιητή. Πορευόμαστε με το πυρ δημιουργικά και καταστροφικά από τις απαρχές της υπάρξεώς μας. Η φωτιά και η στάχτη είναι οι υλικές πλευρές του κόσμου, ζωή-θάνατος και τανάπαλιν, δύο αρχέγονες δυνάμεις που αντιπαλεύουν στην πράξη. Το φως και το σκοτάδι ορίζουν ποιοτικής τάξεως συνειδητοποιήσεις, συνδιαλέγονται. Στις καθ’ ημάς νωπογραφίες, π.χ., το σκότος λειτουργεί ως φόντο για να προβάλλει τις μορφές. Στις ιερές Εικόνες η νύχτα μεταμορφώνεται σε απαστράπτον φως, ο υπερούσιος γνόφος αποτελεί πνευματικό συστατικό της παρηγορητικής θεοπτίας. Σήμερα ο καβγάς γίνεται για το πάπλωμα. Αυτό που ενδιαφέρει συνολικά είναι η αυτονομημένη προοπτική του φόντου της Αναγέννησης· ούτε o Θεός ούτε o κόσμος ούτε o άνθρωπος. Ανάγκη ποσοτικής επιβεβαίωσης, μ’ άλλα λόγια, και φαντασίωση ανελέητη της αδιαφάνειας. Έτσι η μοναχικότητα του εικαστικού ταμπλώ ταυτίζεται μαρτυρικά με την εξομολογητική αμηχανία του γραπτού λόγου. Είναι θαρρώ οι μόνες εναπομένουσες φωταγωγικές άμυνες.

*

(περισσότερα…)