*
Απ’ τους βραχίονες φυτρώνουν σωληνάκια
ίδια κισσοί, κλωνάρια αναρριχητικά.
Στο τραπεζάκι αντισηψίες και μπαμπάκια
μια εικονίτσα διαβασμένη, μερικά
περιοδικά του συνοδού παρηγορία
κι ένας παλμός μεταφρασμένος ψηφιακά,
ήχος διακεκομμένος· η παθολογία
του ασθενούς κι η ηλικία απαιτεί
συμβατικούς Θεούς (και μη) και συνεργεία,
σε μία τέλεια ενορχήστρωση όλοι αυτοί.
Κάτω από τα κλειστά παντζούρια των βλεφάρων
ο νους σε ρόλο κινηματογραφιστή
προβάλλει φιλμ ράβοντας μνήμες των κυττάρων:
γιορτές, σεντόνια, δειλινά… Ανακοπή.
Οι άσπρες ρόμπες καταφτάνουν άρον άρον:
«Αυτό δεν πρέπει επ’ ουδενί να επιτραπεί!
Πρέπει οπωσδήποτε ο σφυγμός να επιστρέψει!
Για τον Θεό και για τον Όρκο μας, ντροπή!»
Κάτω απ’ τα βλέφαρα, μια τελευταία σκέψη:
Τι είναι θάνατος στ’ αλήθεια; Τι ζωή;
Είναι δειλός όποιος τον πρώτον επιλέξει;
Είναι η ζωή μια ρυθμική αναπνοή;
ΑΝΝΑ ΣΠΥΡΑΤΟΥ
*
*
*
