Ωνάσης και Κάλλας

*

Θερινό παιχνίδι βασισμένο στα ιντερμέδια
του «Αέρα αυγούστου» του Κώστα Κουτσουρέλη

Ο Ωνάσης: των αρίστων αρετή,
στα πέλαγα και στα λιμάνια φάρος.

Ο Ωνάσης: τον ζηλέψαν αρκετοί,
μα του ’γινε στενός κορσές ο Χάρος.

Ο Ωνάσης: σιδηρόφραχτη θωριά,
αγέρηδες κι εχθρούς να χαντακώσει.

Ο Ωνάσης: πένθιμα καμπαναριά,
τρεκλίζει ένα βήμα πριν την πτώση.

Ο Ωνάσης: πίσω απ’ το θαμπό γυαλί,
φιλοδοξία, όνειρο κι ευθύνη.

Ο Ωνάσης: –αχ, καρδούλα μου κι αλί–
τα τάνκερ του ένα Κράκεν καταπίνει.

Ο Ωνάσης: πρωτογιός της συμφοράς,
θαρρείς νικά, μα στην ψυχή του τάλας.

Ο Ωνάσης: στα μαρτύρια προχωράς,
παιδί ξανά μπρος στη ματιά της Κάλλας.

///

 

Η Κάλλας: κόρη λαίμαργης φυλής,
γενιά μαζί κι Ολύμπου και Βαστίλλης.

Η Κάλλας: κόσμε, άκοσμα μιλείς
και τ’ όνειρο ζητάς να καταστείλεις.

Η Κάλλας: ρόλοι μύριοι στη σειρά,
γι’ αυτήν νομίζεις χτίστηκεν η Σκάλα.

Η Κάλλας: γλυκογέρνει πονηρά
κι η ευτυχία κράζει: «Παρακάλα!»

Η Κάλλας: ξωτικό που ’ρθε στη γη
και φώλιασε στις φυλλωσιές του κέδρου.

Η Κάλλας: ξεψυχά κι αιμορραγεί,
λαβώθηκε απ’ τη χήρα του Προέδρου.

Η Κάλλας: δόξα που ’χω και γρικώ,
καμιά ποτέ να μην τολμά να φτάσει.

Η Κάλλας: σβήνει σ’ όνειρο κακό,
βορά και σκεύος ηδονής του Ωνάση.

ΘΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΔΗΣ

*

*

*