
*
τοῦ ΘΑΝΑΣΗ ΓΑΛΑΝΑΚΗ
Ειρήνη Καραγιαννίδου
Συρτός στα τρία
Πανοπτικόν 2023
Μπερδευόμαστε καμιὰ φορὰ ὅσοι σπουδάσαμε φιλολογία ὅταν πιάνουμε ἕνα βιβλίο στὰ χέρια μας, ἐπειδὴ ἐθιστήκαμε νὰ ψάχνουμε τί ἐνδεχομένως εἶναι ἀξιερεύνητο κι’ ὄχι τί εἶναι ἀξιανάγνωστο σ’ αὐτό. Ἀλλιῶς, θὰ τὸ ἔλεγα ὡς ἑξῆς: ψάχνουμε νὰ βροῦμε τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσουν τελικὰ σὲ μιὰ κρίση ἢ σ’ ἕνα κείμενο βασισμένο πιθανότατα σὲ ἕνα θεωρητικὸ/ἑρμηνευτικὸ κοστουμάκι, κι’ ὄχι στὴν ἀπόλαυση ποὺ μπορεῖ —ἢ δὲν μπορεῖ— νὰ μᾶς δώσει τὸ λογοτεχνικὸ ἔργο ποὺ πιάσαμε νὰ διαβάσουμε. Τελικά, καταλήγουμε σὲ μιὰν ἀξιολόγηση ποὺ συχνὰ εἶναι παραπλανητικὴ τόσο γιὰ ἐμᾶς ὅσο καὶ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν ἀναγνώστη, διότι ἑδράζεται σὲ ἐπισφαλῆ κριτήρια. Ὅταν παρουσιάζουμε ἕνα βιβλίο καλούμαστε νὰ κάνουμε δύο πράγματα: κατὰ πρῶτον νὰ κρίνουμε τὸ βιβλίο σιωπηρά, μιᾶς καὶ ἡ ἀποδοχή μας νὰ συμμετέχουμε στὴν παρουσίασή του δηλώνει κάτι ἐξ’ ὑπαρχῆς (ἐκτὸς κι’ ἂν κάνουμε 20 παρουσιάσεις τὸν χρόνο, ἄρα ἐκεῖ μιλᾶμε γιὰ παροχὴ ὑπηρεσιῶν)· κατὰ δεύτερον νὰ παρουσιάσουμε τὸ βιβλίο αὐτὸ κατὰ τὸν ἑλκυστικότερο δυνατὸ τρόπο ὥστε ὁ κόσμος ποὺ ἔχει ἔρθει, νὰ βρεῖ κάτι σ’ αὐτὸ ποὺ τελικὰ θὰ τὸν ὁδηγήσει νὰ τὸ ἀγοράσει ‒ διότι, κάπου-κάπου ἂς τὸ λέμε, πέρα ἀπὸ πολιτιστικὴ συμβολὴ κι’ ὅλα αὐτὰ τὰ σωστὰ πλὴν γλυκερά, τὸ βιβλίο εἶναι κι’ ἕνα προϊὸν ποὺ ζεῖ καὶ ἐπιβεβαιώνεται ὅταν τὸ κοινὸ τὸ ἀγκαλιάζει ‒ κι’ ὅταν λέω «τὸ ἀγκαλιάζει» ἐννοῶ «τὸ ἀγοράζει». Αὐτὰ γιὰ ἀρχή, ὥστε νὰ διευκρινίσω ἐκ προοιμίου ὅτι ὅλα ὅσα καταλογίστηκαν παραπάνω στὸ μετιέ μου, θὰ τὰ κάνω κι’ ἐγὼ δίχως φόβο καὶ πάθος, ἐλπίζω ὡστόσο κάπως πιὸ συγκρατημένα. (περισσότερα…)
