Day: 13.04.2024

Ανάμεσά μας

*

της ΑΝΤΩΝΙΑΣ ΓΟΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

Κηλιδωμένος με σπόρια ο Αυνάν, καραφλός,
σταλάζοντας σπέρμα, κινήθηκε ανάμεσά μας…
ROBERT DUNCAN, «Περσεφόνη»

Έκοψε ταχύτητα, το χέρι της έσπρωξε τον λεβιέ στη νεκρά· το αυτοκίνητο άρχισε να επιβραδύνει κι η γυναίκα τρόμαξε από ένα βραχνό βουητό που παράταιρο δυνάμωνε και χαμήλωνε μες στ’ αυτιά της, ενώ ταυτόχρονα το αμάξι απειλούσε να σταματήσει και ν’ αρχίσει να κυλά προς τα πίσω – η οδηγός δεν το έλεγχε πια. Έστριψε απότομα το τιμόνι, σταμάτησε στη δεξιά μεριά του δρόμου, τράβηξε χειρόφρενο κι άναψε αμέσως τα αλάρμ. Κοίταξε μπερδεμένη μπροστά της το καντράν, τον νυχτωμένο δρόμο, έπειτα κάτι την έσπρωξε να κοιτάξει κάτω, προς τα πόδια της, να εστιάσει την προσοχή της στο δεξί που ακινητούσε ένοχα στο δάπεδο ακριβώς μπροστά στο πεντάλ του γκαζιού, και συνειδητοποίησε πως οι μηχανικές της κινήσεις είχαν χάσει μία φάση τους: δεν είχε χαμηλώσει ποτέ ταχύτητα πάνω στη στροφή, δεν είχε βάλει δευτέρα, και μόνο μάρσαρε ξανά και ξανά – με τον λεβιέ στη νεκρά. Τράβηξε ακόμα πιο πίσω το πόδι της συγχυσμένη, κι έμεινε ν’ αφουγκράζεται τη μηχανή να δουλεύει ήσυχα στο ρελαντί.

Λάμψη-σκοτάδι, λάμψη-σκοτάδι τα αλάρμ, ο δρόμος έρημος. Η καρδιά της χτυπούσε ακόμη δυνατά όταν πάτησε το αμπραγιάζ κι έβαλε πρώτη, μετά άφησε απαλά το πεντάλ ενώ ταυτόχρονα πατούσε το γκάζι, έτσι, σιγά σιγά, προσεκτικά σαν για να μη σπάσει κάτι, το αυτοκίνητο, τον δρόμο, ή κάτι άλλο, κάτι γύρω απ’ το κεφάλι της που ένιωθε να της πιέζει τα μηνίγγια. Στο μυαλό της μία μία οι κινήσεις όπως τις μάθαινε όχι από τον δάσκαλο της σχολής οδηγών αλλά ακόμα πιο παλιά, στα δεκατέσσερα, απ’ τον πατέρα της, όταν της εξηγούσε υπομονετικά τη λογική της οδήγησης στην πλατιά λεωφόρο Αχαιών.

Τώρα οδηγούσε πάλι ήρεμα στον δρόμο του βουνού. Αλλά μαγκωμένη. Τι της είχε συμβεί; Τι ήταν αυτό; Προειδοποίηση; Που ίσως σχετιζόταν με τα σχεδόν πενήντα της χρόνια; Αποφάσισε να μην το ψάξει άλλο. Άσ’ το να φύγει, είπε στον εαυτό της. (περισσότερα…)

εδώ που πάμε

*

της CARYL CHURCHILL

Μετάφραση Ανδρέας Γ. Ανδρέου

~.~

Ο αριθμός των ηθοποιών μπορεί να αλλάζει ανάλογα με το ανέβασμα. Όχι λιγότεροι από τρεις στην πρώτη σκηνή και όχι περισσότεροι από οκτώ· πέντε ή έξι είναι μάλλον αρκετοί. Η ηλικία και το φύλο είναι επίσης θέμα επιλογής. Το πρόσωπο στο ΜΕΤΑ μπορεί να είναι ο άντρας του οποίου την κηδεία έχουμε στην πρώτη σκηνή – ή και όχι. Το ίδιο και για το ΦΤΑΝΟΥΜΕ, και ο νοσηλευτής μπορεί να είναι κάποιος που έχουμε ξανασυναντήσει – ή και όχι.

 

1. ΕΔΩ ΠΟΥ ΠΑΜΕ

Οι ομιλίες στο τέλος της σκηνής προστίθενται σε τυχαία θέση μες στη ροή του διαλόγου. Είναι δέκα· χρησιμοποιήστε όσες χρειάζεστε ώστε να έχει κάθε πρόσωπο από μία.

Δεξίωση μετά από κηδεία.

Μας λείπει

φυσικά

σε όλους

μα στους πιο κοντινούς

γιατί η φιλία ήταν

περισσότερες γνωριμίες από οποιονδήποτε

χάρισμα

από κοντά

άκουγε

και τόσο σπιρτόζος τον θυμάμαι να λέει

άκουγε και καταλάβαινε

έδειχνε πάντα να

αν και τελικά γίνεσαι σοφότερος όσο μεγαλώνεις; εγώ νιώθω συνεχώς λες κι είμαι δεκάξι

τα όσα πέρασε στη ζωή του

τον πόλεμο τον πόλεμο δεν έχουν μείνει και πολλοί που

και την Ισπανία ακόμα φαντάσου (περισσότερα…)