Month: Οκτώβριος 2023

«Κι ύστερα σου λένε: Άγιοι Τόποι…»

*

Απηχήσεις της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης
σε δύο τραγούδια της δεκαετίας του 1970

του ΘΑΝΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΔΗ

H πρόσφατη ανάφλεξη στην περιοχή της Γάζας –που, όπως όλα δυστυχώς δείχνουν, δεν πρόκειται να είναι η τελευταία– έρχεται κι επικάθεται πάνω σε μια σειρά συγκρούσεων που μετρά πια οκτώ δεκαετίες, έχοντας καταστεί μια διαρκής πληγή στον τόσο πονεμένο από την κυριαρχία του βιομηχανικού και σύγχρονου πολέμου πλανήτη μας. Ένα εβραϊκό κράτος απολυταρχικά κατασταλτικό με λογικές απαρχάιντ προς την παλαιστινιακή κοινότητα, ακραίες ισλαμιστικές ομάδες με τρομοκρατική δράση που τα χρόνια προβλήματα και η έλλειψη λύσεων εξέθρεψαν, καθώς και ριζοσπάστες του αραβικού χώρου και των γύρω περιοχών που καιροφυλακτούν κι αρνούνται ακόμα και την ίδια την κρατική υπόσταση του Ισραήλ και του λαού του δημιουργούν ένα πολύ προβληματικό ψηφιδωτό, όπου ο διαχωρισμός σε «μαύρο» και «άσπρο», όπως και οι κάθε λογής εύκολες λύσεις και αποφάνσεις, αποκλείονται εκ προοιμίου.

Ταξιδεύοντας μισό αιώνα πριν, θα ανιχνεύσουμε σήμερα τις απηχήσεις της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης σε δύο κοινωνικοπολιτικά τραγούδια της πρώιμης (και ριζοσπαστικής) ελληνικής Μεταπολίτευσης, τοποθετώντας τα στα δεδομένα της εποχής τους, αλλά και προβληματιζόμενοι, παράλληλα, διότι 50 σχεδόν χρόνια αργότερα σχεδόν τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει προς το καλύτερο στην ευρύτερη γειτονιά της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, με τον «Πόλεμο των Έξι Ημερών» και τη μεταγενέστερη σύγκρουση του Γιομ Κιπούρ να έχουν διαμορφώσει νέα εδαφικά τετελεσμένα, η σύγκρουση φαινόταν να παίρνει ευρύτερες περιφερειακές διαστάσεις, με συμμετοχή και του Λιβάνου, καθώς και με συχνές τρομοκρατικές επιθέσεις και αεροπειρατείες (ορισμένες εξ αυτών και στον ελλαδικό χώρο). Η στιχουργία της πρώιμης Μεταπολίτευσης στην Ελλάδα, φορέας ενός ιδιαίτερου ριζοσπαστισμού που η επτάχρονη δικτατορία είχε φιμώσει κι εκφράστηκε εντέλει δευτερογενώς και (μοιραία) άκρως μαχητικά και διεκδικητικά, δεν θα απεμπολήσει το διεθνιστικό στοιχείο, πάντα με πρόσημο αντιιμπεριαλιστικό και με συχνή ταύτιση των όσων περιστατικών εξετάζει με τα πάθη του ελληνικού λαού (και του κυπριακού που είχε νωπή την εθνική του τραγωδία) εξαιτίας των επεμβάσεων των λεγόμενων «μεγάλων» δυνάμεων.

Τούτου δοθέντος, ίσως μας παραξενέψει το γεγονός ότι για την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση θα γίνει λόγος σε δύο τραγούδια κοινωνικού μεν προσήμου, αλλά συγκριτικά χαμηλότερων τόνων, από δύο στιχουργούς διαφορετικού μεν βεληνεκούς, οι οποίοι εκφράζονται, ωστόσο, με ψυχραιμία και με δευτερογενή απόσταση από τα γεγονότα, εντάσσοντάς τα οργανικά μέσα σε ένα ευρύτερο πλέγμα παθών και συμφορών. Εξετάζοντας συγκριτικά το «Δαιμόνιο» του Νίκου Γκάτσου και το «Κλείσ’ το ραδιόφωνο» του Γιώργου Κανελλόπουλου, διαπιστώνουμε, αρχικά, την απειροελάχιστη απήχησή τους, δεδομένων, μάλιστα, των εξαιρετικά δημοφιλών λοιπών συντελεστών τους (Λ. Κηλαηδόνης και Γ. Χατζηνάσιος στις μελοποιήσεις, Μ. Μητσιάς και Β. Μοσχολιού στις ερμηνείες αντίστοιχα). Η μηδαμινή τους επιτυχία εξηγείται κατά την άποψή μας ακριβώς από το γεγονός ότι επιλέγουν να τοποθετηθούν με πιο χαμηλούς τόνους και με ψυχραιμία σε μια περίοδο όπου η γενικευμένη συνθηματολογία και οι εύκολες λαϊκιστικές κραυγές φαίνονταν να πριμοδοτούνται κατά κόρον, σε μια περίοδο όπου μια προτροπή ενός στιχουργού στον ακροατή να «πιάσει το τουφέκι» θα εκτιμάτο παραπάνω συγκριτικά με μια αντίστοιχη συμβουλή να σκεφτεί συνθετικά ή να αποστρέψει το πρόσωπό του από τα γεγονότα. (περισσότερα…)

Προκαταλήψεις των ειδημόνων

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 10:23
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Φαινομενικά παράδοξο. Όσο γερνάει και καταπέφτει η Δύση, τόσο περισσότερο θρασομανούν στο εσωτερικό της ο φανατισμός και οι πούρες ιδεολογίες. Πώς να εξηγηθεί αυτός ο αγέραστος ιεραποστολισμός λ.χ., που ως άλλοι Σταυροφόροι οπτασιάζεται ότι τα οχτώ δέκατα της ανθρωπότητας δεν μπορεί, αργά ή γρήγορα θα πέσουν να τον προσκυνήσουν; Που σε όλα τα ζητήματα, από το σεξ ώς την οικονομία, κουνάει διαρκώς το δάχτυλό του στον πλανήτη, ωσάν να είχε βρει τη μία και μοναδική από αιώνων αλήθεια και τώρα την πρακτορεύει κατ’ αποκλειστικότητα;

Το παράδοξο παύει όμως να είναι τέτοιο, όταν αναλογιστεί κανείς τι είναι η Δύση, τι ήταν εξ υπαρχής: ανηλεής, δογματικός μεσσιανισμός. Η ιδέα της Προόδου δεν είναι λιγότερο ολοκληρωτική από την ιδέα της Σωτηρίας, την οποία διαδέχτηκε.

Για τον συνειδητό αρνητή της δεύτερης έχασκε αναπόφευκτη πάντα η Κόλαση. Μέση λύση δεν υπήρχε. Για τον αρνητή της πρώτης, για όποιον τολμάει καν να αναρωτηθεί δημοσίως γι’ αυτή την αυθαίρετη, όλως διόλου παλαβή εξίσωση ότι τεχνολογία + δικαιώματα = ευδαιμονία, καραδοκεί η κατακεραυνωτική μομφή ότι είναι οπαδός της βαρβαρότητας… Λες και υπήρξαν ποτέ καιροί βαρβαρότεροι, αιματηρότεροι, βαναυσότεροι από αυτούς που διαδέχθηκαν τον οδοντοφόρο, κορυθαίολο Διαφωτισμό…

Όπως στους κακογερασμένους ο φυσικός μαρασμός του σώματος φέρνει πολλές φορές στην επιφάνεια γυμνές και αμετρίαστες πλέον τις βαθύτερες έξεις του χαρακτήρα, έτσι κι εδώ η πολιτική και κοινωνική παρακμή της Δύσης πάει χέρι χέρι με την έκρηξη του μεσσιανικού φανατισμού, με το ξεγύμνωμα του αρχικού ψυχικού πυρήνα της. Ο κλασσικός ουμανισμός, η σωκρατική αμφιβολία και η στωική εποχή, η χριστιανική καρτερία, η κληρονομημένη σοφία των τοπικών παραδόσεων, η γαλήνη του στοχασμού και η ομορφιά των τεχνών, όλα όσα κρατούσαν το χαλινάρι στο ατίθασο άλογο, όλα πια τώρα έχουν ξοδευτεί. Κι έχει απομείνει ο έσω δαίμων, το ανεκρίζωτο χούι να οδηγεί το άρμα κατά κρημνών. (περισσότερα…)

Ο άγγελος των βροχών

*

του ΔΗΜΗΤΡΗ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΥ

Κατά την θητεία μου στο Πολεμικό Ναυτικό, είχα την Τιμή να υπηρετήσω υπό τας διαταγάς ενός αληθινού ευπατρίδη, του πλωτάρχη Δημήτρη Ντούλια. Αξιωματικός βαθιά καλλιεργημένος. Φιλόπατρις, με την ευγενέστερη αντίληψη περί ιδεωδών και ελληνισμού. Καταγίνονταν μάλιστα και με την φιλολογία.

Έπεσε στην αντίληψή του μια συλλογή διηγημάτων μου και με φώναξε στο γραφείο του. Από τότε γίναμε σχεδόν φίλοι. Όποτε βρισκόμαστε, ξεκίναγε με το στερεότυπο: «Τι καινούργιο έχεις να μου διηγηθείς;» Κι εγώ ξεσκόνιζα την μνήμη μου και του αράδιαζα παραμύθια, ιστορίες και θρύλους του νησιού μου. Έβαζα και λίγο αλατοπίπερο και περίμενα την εντύπωση που του έκαναν.

Εκείνος άναβε την πίπα του, μισόκλεινε τα μάτια και ταξίδευε ανάμεσα στους καπνούς, λες και διάβαινε με το καράβι του μέσ’ απ’ την ομίχλη. Πού και πού διέκοπτε την αφήγηση για να κάνει μια παρατήρηση, όπως θα έδειχνε έναν ύφαλο στον υποπλοίαρχο. Ενίοτε θαύμαζε με το στόμα ορθάνοιχτο, καθώς θα ’κανε σε μια πετυχημένη βολή του κανονιού ή βλέποντας, κατά την πλοήγηση, στον νυχτερινό ουρανό τον Πολικό Αστέρα, που από οποιοδήποτε σημείο κι αν τον παρατηρήσεις δείχνει πάντοτε τον πραγματικό Βορρά.

Όπως κάθε φορά, έτσι κι αυτή, αφού με κάλεσε στο γραφείο του εκείνη την μέρα και μ’ έβαλε να καθίσω στην δερμάτινη πολυθρόνα απέναντί του,  κερνώντας με τσάι του βουνού και κουλουράκια γλυκάνισου, με ρώτησε: (περισσότερα…)

Νεύτων, Γενικό Σχόλιο

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Η πρώτη έκδοση των Μαθηματικών αρχών της φυσικής φιλοσοφίας (1687) δεν περιείχε επίλογο αφού ο Νεύτων απέφυγε να περιλάβει την conclusio που είχε σχεδιάσει. Όταν έφθασε η ώρα της δεύτερης έκδοσης του έργου (1713), είχε καταστεί πια απαραίτητο για τον Νεύτωνα να απαντήσει στους επικριτές του και να διορθώσει βασικές παρανοήσεις. Έχοντας συντάξει και απορρίψει διάφορες εκδοχές σχολιασμού ή/και επιλογικού σημειώματος, κάλυψε τελικά το κενό προσθέτοντας το Γενικό Σχόλιο. Ελαφρώς επεξεργασμένο, το Σχόλιο περιλήφθηκε και στην τρίτη –και τελευταία– έκδοση των Principia, δημοσιευμένη το 1726. Το Γενικό Σχόλιο –οι διασημότερες σελίδες που έγραψε ποτέ ο Νεύτων– συνιστά επιτομή και παρακαταθήκη ανέθιστης πυκνότητας. Στην τελική του μορφή περιλαμβάνει μόλις 1442 λέξεις και χωρίζεται σε έξι περιεκτικές παραγράφους, στις οποίες σμιλεύονται ιδέες που εκτείνονται από τη φυσική έως τη θεολογία, και από τη φιλοσοφία της επιστήμης έως τη γνωσιολογία. Συνυφασμένη δε άρρηκτα με την πυκνότητα της γραφής είναι και η πολεμική διάθεση που το διαπνέει. Γιατί, αν σε κάποιον βαθμό είναι απολύτως αναγνωρίσιμοι οι αποδέκτες των βελών του, γνωρίζουμε ταυτόχρονα πως ο Νεύτων επέλεξε σε ορισμένα σημεία μια γραφή σχεδόν κρυπτική προκειμένου να συγκαλύψει «αιρετικές» πεποιθήσεις που μόνον πεπαιδευμένοι αναγνώστες ήταν δυνατό να αποκωδικοποιήσουν.

Στις δύο πρώτες παραγράφους, ο Νεύτων συνοψίζει την κριτική του εναντίον της «θεωρίας των δινών». Αποκούμπι του μηχανικισμού επί σχεδόν μια εκατονταετία, η θεωρία των δινών απορρίπτει την ιδέα του κενού και τη δυνατότητα αιτιακής και αδιαμεσολάβητης διάδρασης ανάμεσα σε σώματα που τα χωρίζει μεγάλη απόσταση. Υποθέτει ότι τις κινήσεις και την τροχιά των ουρανίων σωμάτων καθορίζει η ισορροπία ανάμεσα σε φυγόκεντρες δίνες ρευστής ύλης που τα ίδια τα ουράνια σώματα δημιουργούν. Πέρα από τον Ντεκάρτ, ο Νεύτων σημαδεύει οπωσδήποτε εδώ τον Λάιμπνιτς και τον Χόυχενς. Υπενθυμίζει τα εσφαλμένα «μαθηματικά» της υπόθεσης των δινών, την αδυναμία της τελευταίας να εξηγήσει την κίνηση των κομητών, την ανάγκη αποδοχής του κενού στο διάστημα και, ασφαλώς, την εξηγητική υπεροχή της θεωρίας και των νόμων της βαρύτητας.

Στην τρίτη και τέταρτη παράγραφο ο Νεύτων προχωρά σε μεταφυσικές και θεολογικές υπογραμμίσεις. Η τρίτη περιλαμβάνει μια από τις κλασσικότερες εκθέσεις του τελολογικού επιχειρήματος. Στην εκτενή τέταρτη παράγραφο, με διαφορά την πιο δυσνόητη του Γενικού Σχολίου, ο Νεύτων στέκεται κριτικά απέναντι σε οποιαδήποτε κατανόηση του Θεού αποτυγχάνει να λάβει σοβαρά υπόψη την πιο σημαντική του ιδιότητα: την παντοκρατορία. Η έννοια του θεού αποτελεί για τον Νεύτωνα έννοια σχέσης, η οποία υποδηλώνει την πραγματική και διαρκή κυριαρχία του υψίστου απέναντι σε όντα που του είναι -από κάθε άποψη- υποτελή. Η αιχμή διατυπώνεται εναντίον του μηχανικιστικού θεϊσμού, ο οποίος περιορίζει τον Θεό στον ρόλο και τη θέση μιας τέλειας αλλά αμέτοχης υπερκόσμιας νόησης. Ταυτόχρονα, όμως, για τον προσεκτικό αναγνώστη, ο Νεύτων σκιαγραφεί μια αντιτριαδική θεολογία στην οποία αναγνωρίζει κανείς στοιχεία παρμένα από τον Φίλωνα τον Αλεξανδρινό έως τους Πλατωνιστές του Κέημπριτζ και τον Λίπσιους, και από την theologia prisca έως τον σοκινιανισμό.

Η πέμπτη παράγραφος περιλαμβάνει την περίδοξη φράση hypotheses non fingo. Ο Νεύτων, υπερμαχόμενος ασφαλώς της πραγματικότητας της βαρύτητας, παραδέχεται ότι δεν έχει κατορθώσει να προσδιορίσει την ακριβή αιτία της. Απροθυμεί όμως να συγκατανεύσει σε αμφισβητήσιμες υποθέσεις. Βάλλοντας ξανά κατά του καρτεσιανού μηχανικισμού, επικρίνει την ετοιμότητά του να υιοθετήσει γενικευμένες θεωρητικές υποθέσεις και να υποκλιθεί σε ύποπτες μεταφυσικές «ποιότητες» που είναι αδύνατον να τεκμηριωθούν μαθηματικά-πειραματικά. Στην τελευταία παράγραφο ο Νεύτων υπαινίσσεται ότι η λύση ίσως βρίσκεται στην κατανόηση της φύσης του λεπτοφυούς «πνεύματος» που φαίνεται να δρα σε φυσικά φαινόμενα που μόλις τότε αρχίζουν να μελετώνται πιο συστηματικά, όπως ο ηλεκτρισμός.

~.~

ΝΕΥΤΩΝ

Γενικό Σχόλιο [1]

Η υπόθεση των δινών είναι κατάφορτη με δυσκολίες. Εάν η ακτίνα που ενώνει κάθε πλανήτη με τον ήλιο διαγράφει εμβαδά ανάλογα προς τον χρόνο, τότε οι περιοδικοί χρόνοι των μερών των δινών θα έπρεπε να είναι ανάλογοι της απόστασής τους από τον ήλιο υψωμένης στο τετράγωνο. Και όπως τα τετράγωνα των χρόνων περιφοράς των πλανητών είναι ανάλογα προς τον κύβο της απόστασής τους από τον ήλιο[2] έτσι και τα τετράγωνα των περιοδικών χρόνων των μερών των δινών θα έπρεπε να είναι ανάλογα προς τον κύβο των αποστάσεών τους. Εάν πρέπει να διατηρηθούν οι μικρότερες δίνες που περιφέρονται κυκλικά γύρω από τον Κρόνο, τον Δία και τους άλλους πλανήτες, θεωρώντας πως πλέουν σε κατάσταση ηρεμίας πάνω στη δίνη του Hλίου, τότε οι περιοδικοί χρόνοι των μερών της ηλιακής δίνης πρέπει να είναι οι ίδιοι. Όμως οι περιστροφές του Hλίου και των πλανητών γύρω από τον άξονά τους, οι οποίες θα έπρεπε να συμφωνούν με τις κινήσεις των δινών τους, αποκλίνουν από όλες αυτές τις αναλογίες. Οι κινήσεις των κομητών είναι απολύτως τακτικές, υπακούν δε στους ίδιους νόμους που ισχύουν για τις κινήσεις των πλανητών, ωστόσο δεν μπορούν να εξηγηθούν μέσω των δινών. Οι κομήτες διαγράφουν εξαιρετικά έκκεντρες κινήσεις, και μάλιστα σε όλα τα μέρη των ουρανών, πράγμα που δεν θα ήταν δυνατόν να συμβαίνει παρά μόνον εάν αρνούμαστε την ύπαρξη των δινών. (περισσότερα…)

Ο Αργύρης Μπακιρτζής αποχαιρετά τον Γιώργο Γραμματικάκη

*

Το Σάββατο 29 Ιουλίου βρέθηκα στα Ανώγεια με το συγκρότημα Χειμερινοί Κολυμβητές, στο οποίο εκτελώ κατά κάποιον τρόπο χρέη εμψυχωτή, για μια συναυλία στα Υακίνθεια, τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνει εδώ και 25 χρόνια ο παλιόφιλος Λουδοβίκος των Ανωγείων, στου οποίου την πρόσκληση ανταποκριθήκαμε μετά από πολλά, πολλά χρόνια, κυρίως λόγω της απόστασης και του κόστους της μετακίνησης της πολυπληθούς ομάδας μας. Όμως η κάθοδός μας στην Κρήτη αυτή τη φορά ήταν σημαδιακή και δεν πρόκειται να την ξεχάσουμε ποτέ. Κι αυτό γιατί η συναυλία μας  –στον χώρο που γίνονται οι εκδηλώσεις, αρκετά χιλιόμετρα πιο ψηλά απ’ το χωριό ανηφορίζοντας στον Ψηλορείτη– ακολούθησε την ομιλία του αλησμόνητου καθηγητή Γιώργου Γραμματικάκη με θέμα «Η νοσταλγία του φωτός». Τον είχα γνωρίσει ως ακροατή συναυλιών μας στην Αθήνα και τον είχα χαιρετήσει τότε χωρίς ωστόσο να τον συναναστραφώ. Στη βιβλιοθήκη μας υπάρχουν τα βιβλία του Η κόμη της Βερενίκης και Η αυτοβιογραφία του φωτός.

Η ομιλία του μας συγκλόνισε. (περισσότερα…)

Το τριαδικό ρόδο

*

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΜΕ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ | 26.Χ.23
Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΤΟ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΡΟΔΟ

Ιδού το τριαδικό ή αλλιώς το τριπλό ρόδο που δικαιώνει τις προσπάθειες της μητέρας τριανταφυλλιάς. Κάθε φορά που βλέπω αυτά τα φωτεινά άνθη να ξεπετάγονται ολάνοιχτα και να φωτίζουν τον χώρο, ευφραίνοντας όραση και όσφρηση, αναθυμάμαι το ποίημα «Ρόδου μοσκοβόλημα» του Κωστή Παλαμά, ένα από τα καλύτερα ποιήματα ολόκληρης της νεοελληνικής γραμματείας. Ο νους μου τρέχει στ’ αρχαία μονοπάτια του εθνικού βάρδου και τι δεν φέρνει έπειτα στη μνήμη μου. Ασύνδετες και θολές εικόνες μιας εντελώς πάσχουσας ανακύκλησης αναμνήσεων. «Όλα ανάκατα», όπως θα έλεγε ο άλλος μεγάλος ποιητής της Ανατολής, ο Γιαπωνέζος Ματσούο Μπάσο. Θέλω να πω ότι κι ένα ελάχιστο σημείο του πραγματικού κόσμου μπορεί να μας οδηγήσει πολλές φορές σε απειράριθμες διακλαδώσεις του ενιαίου, όπου η πραγματικότητα διαποτίζεται από τη φαντασία και αντιστρόφως.

* (περισσότερα…)

1947: Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ στη λογοτεχνία

*

Πώς αποτυπώθηκε στην εβραϊκή και την παλαιστινιακή λογοτεχνία η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1947, μετά την απόφαση 181 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, και οι απαρχές της μετέπειτα σύγκρουσης; Ο Ηλίας Μαλεβίτης ανθολογεί αποσπάσματα δύο μυθιστοριογράφων: του Εβραίου Αμός Οζ και του Παλαιστίνιου Ελίας Χουρί.

~.~

Τα μεσάνυχτα, λίγο πριν τελειώσει η ψηφοφορία, ξύπνησα […] Σαν μέσα σε ένα εφιαλτικό όνειρο στέκονταν στριμωγμένες, σιωπηλές και ακίνητες, κάτω από το φως των φαναριών του δρόμου, στην αυλή μας, και στις γειτονικές αυλές, στα πεζοδρόμια, στο δρόμο, άπειρες στητές σκιές, σαν μια πελώρια συγκέντρωση από ασάλευτα φαντάσματα μέσα σε εκείνο το χλομό φως, πάνω σε όλα τα μπαλκόνια, εκατοντάδες άνδρες και γυναίκες και ούτε το παραμικρό θρόισμα, γείτονες και γνωστοί και ξένοι, άλλοι με τις πιτζάμες, άλλοι με σακάκια και γραβάτες, εδώ και εκεί μερικοί άνδρες με ρεπούμπλικες ή κασκέτα. Γυναίκες με ακάλυπτα κεφάλια και άλλες με ρόμπες και κεφαλομάντιλα, στους ώμους πολλών ήταν καβάλα κοιμισμένα παιδιά, που πάλι, κάπου στο βάθος του πλήθους μια γριά καθισμένη σε ένα σκαμνάκι ή ένας υπερήλικος που τον είχαν κουβαλήσει έξω στο δρόμο με την καρέκλα του. Όλη αυτή η κοσμοσυρροή λες και είχε πετρώσει εκεί, μέσα στην τρομακτική νυχτερινή σιωπή, σαν να μην ήταν αληθινοί άνθρωποι, αλλά εκατοντάδες σκούρες σιλουέτες ζωγραφισμένες πάνω στον καμβά του σκοταδιού που τρεμόσβηνε. Σαν να είχαν όλοι πεθάνει όρθιοι. Ούτε λαλιά ούτε βήχας μια πατημασιά. Κουνούπι δεν βούιζε εκεί. Μόνο η βαθιά και τραχιά φωνή του Αμερικανού εκφωνητή που ξεσπούσε από το ραδιόφωνο στη διαπασών και τραντάζει το νυχτερινό αέρα, ίσως να ήταν η φωνή του Οσβάλντο Αράνια από τη Βραζιλία, του προέδρου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Το ένα μετά το άλλο, διάβαζε τα ονόματα των τελευταίων κρατών στη λίστα, σύμφωνα με την αγγλική αλφάβητο, κι αμέσως επανερχόταν και βροντοφώναζε στο μικρόφωνο τις απαντήσεις των εκπροσώπων τους. Γιουνάιτεντ Κίνγκντομ: άμπστενς. Γιούνιον οφ Σόβιετ Σοσιαλίστ Ρεπάμπλικς: γιες. Γιουνάιτεντ Στέιτς: γιες. Ουρουγουάη: ναι. Βενετσουέλα: ναι. Υεμένη: όχι. Γιουγκοσλαβία: απέχει.

Ύστερα η φωνή κόπηκε μεμιάς. Και ξαφνικά μια σιωπή από άλλους κόσμους κατέβηκε και πάγωσε όλο το θέαμα, μια σιωπή τρομαχτική, καταστροφική, μια σιωπή άπειρων ανθρώπων με κομμένη την ανάσα, που σαν αυτή δεν άκουσα ποτέ στη ζωή μου, ούτε πριν από εκείνη τη νύχτα ούτε μετά. (περισσότερα…)

24.10.1963: Η ώρα του Βραβείου Νομπέλ

Τηλεφωτογραφία εποχής: Η Κλειώ Λιννέρ, σύζυγος του Sture Linnér, Σουηδού ελληνιστή, προσφέρει στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη ένα μπουκέτο με κλαδιά ελιάς σύμφωνα με τα αρχαία ελληνικά έθιμα. 24/10/1963, Μουσείο Τηλεπικοινωνιών Ομίλου ΟΤΕ

*

Στις 24 Οκτωβρίου 1963 ανακοινώνει η σουηδική Ακαδημία τη βράβευση του Γιώργου Σεφέρη με το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας. Ο Σεφέρης «επελέγη δια το υπέροχον λυρικόν ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από εν βαθύ αίσθημα δια το ελληνικόν πολιτιστικόν ιδεώδες», ανακοίνωσε η Σουηδική Ακαδημία, σύμφωνα με το δημοσίευμα της Καθημερινής. Ο Σεφέρης επελέγη παμψηφεί ανάμεσα στους τρεις υποψηφίους· οι άλλοι δύο ήταν ο Ώντεν και ο Νερούδα.

Σχετικά με τον αντίκτυπο της βράβευσης του Γιώργου Σεφέρη στην Ελλάδα, όλα αυτά τα χρόνια έχουν γραφεί και δημοσιευτεί πολλά. Εν προκειμένω δε  η μαρτυρία του Σαββίδη παραμένει ενδεικτική και καταλυτική:

«[…] Ας ξαναθυμηθούμε μια φράση του Πιραντέλο, την οποία αγαπούσε να επαναλαμβάνει ο Σεφέρης: Υπάρχει ένα ύφος πραγμάτων και ένα ύφος λέξεων· και αυτός είναι ο λόγος που ο Δάντης πέθανε στην εξορία, και αυτός είναι ο λόγος που στεφάνωσαν τον Πετράρχη στο Καπιτώλιο.

Την φράση αυτή την συλλογίστηκα πολύ, τον Δεκέμβριο 1963, στο αεροπλάνο που έφερνε στην Αθήνα τον Σεφέρη με το πρώτο μας Βραβείο Νομπέλ. Τι θα έλεγε τώρα στους συμπολίτες του ο στεφανωμένος ποιητής που μια ζωή είχε κάνει σύμβολό του τον εξόριστον Οδυσσέα;

Μια πρώτη απάντηση δόθηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, από τα ίδια τα πράγματα: ούτε ένας φωτορεπόρτερ, ούτε ένας δημοσιογράφος, ούτε ένας επίσημος να τον υποδεχτούν. Ούτε καν ένας συνάδελφος ή ένας φίλος· μονάχα η αδελφή του και, αν θυμάμαι καλά, οι προγονές του, τα ανίψια του και η μάνα μου…» (Το Βήμα, 2 Φεβρουαρίου 1974).

~·~

Με την ευκαιρία αυτή, σε δυο-τρία πράγματα, δηλωτικά ανθρώπινων στιγμών και συναισθημάτων, θα ήθελα να σταθώ μοναχά.

Ο Σεφέρης βέβαια έλαβε αρκετά συγχαρητήρια τηλεφωνήματα και τηλεγραφήματα, που εκδήλωναν τις αντιδράσεις γνωστών ,φίλων και ομότεχνων. Τα περισσότερα από αυτά τα τηλεγραφήματα φυλάσσονται σε συγκεκριμένο φάκελο στο αρχείο του. Νομίζω πως δύο από τις ενέργειες που διαγράφουν μια κλίμακα του εύρους όλων αυτών των αντιδράσεων είναι οι ακόλουθες.

Πρώτον το ολιγόλεκτο (4 όλες κι όλες λέξεις!) τηλεγράφημα του Τίμου Μαλάνου και η μονολεκτική απάντηση του Σεφέρη. Χωρίς να επεκταθώ περαιτέρω, θυμίζω απλώς πως η σχέση τους είχε διακοπεί απότομα και βιαίως δεκατρία χρόνια πριν («δεν στέκει να κάθεσαι ν’ ασχολείσαι με τον κάθε καθοίκη που θα του ’ρχεται ν’ αραδιάζει ό,τι του καπνίσει για σένα. Είναι αναξιοπρεπές», γράφει Σεφέρης στον Κατσίμπαλη). Αντιγράφω από την Αλληλογραφία τους σε επιμέλεια Δημ. Δασκαλόπουλου.

[Αλεξάνδρεια, Οκτώβριος (;) 1963

Σου σφίγγω το χέρι.

Τ. Μαλάνος]

Σημειώνει  ο επιμελητής: Συγχαρητήριο τηλεγράφημα για τη βράβευση του Σεφέρη με το Νόμπελ. Το σώμα του τηλεγραφήματος δεν βρέθηκε στον οικείο φακέλου του Αρχείου Σεφέρη στη Γεννάδειο. Το κείμενο του τηλεγραφήματος, όπως το παραθέτω εδώ μέσα σε αγκύλες προέρχεται από την ειδησεογραφία της αλεξανδρινής εφημερίδας «Ταχυδρόμος», 3 Νοεμβρίου 1963.

Και η απάντηση Σεφέρη:

Αθήνα 2.11.63

Timos Malanos BP 623 Alexandria

Merci.

Seferis

Πάλι σημειώνει ο επιμελητής: Ο Μαλάνος σχολιάζει ειρωνικά στο σώμα του τηλεγραφήματος: «Η απάντηση του Σεφέρη στο τηλεγράφημα που του είχα στείλει όταν πήρε το Νόμπελ».

Και περνάω στη δεύτερη αντίδραση για την απονομή του Νομπέλ στον Σεφέρη το 1963, που προέρχεται από μια μαρτυρία του γιατρού και στενού φίλου του Νίκου Καββαδία και του Μ. Καραγάτση, Νίκου Τουτουντζάκη, όπως καταγράφεται στο βιβλίο του Ο Καραγάτσης.

«Όταν κάποτε αναγγέλθηκε η απονομή του βραβείου Nobel στον Σεφέρη, ο Mαραμπού που έπιασε την είδηση με τον ασύρματο, σημαιοστόλισε το καράβι, που ο καπετάνιος ήταν ο ανιψιός του, και τα σφυρίγματα του καραβιού κάλυπταν τον εκπωματισμό της σαμπάνιας που γενναιόδωρα ο Μαραμπού κερνούσε επιβάτες και πλήρωμα […]».

Ο καπετάνιος ήταν ο Σπύρος Βανδώρος, φίλος του Καββαδία κι όχι ανιψιός του, και με τους οποίους ταξίδεψε στο πλοίο τους το ζεύγος Σεφέρη.

~·~

Ας κλείσω αυτή την αφιερωματική μνεία, με μια άλλη αντίδραση του Σεφέρη, από τον προτελευταίο τόμο των ημερολογίων του (Μέρες Η΄), όπως την περιγράφει και την εξηγεί η επιμελήτρια του τόμου Κατερίνα Κρίκου-Davis. Στην παρατιθέμενη ημερολογιακή καταγραφή της Παρασκευής, 8 Νοέμβρη 1963, όπου ο Σεφέρης σημειώνει με βιαστικές σημειώσεις στιγμές από μια συνέντευξη του Έλιοτ, ακολουθεί το εξής σχόλιο της επιμελήτριας:

«[…] Κατά τη γυναίκα του, η μάλλον κρύα αυτή στάση του Έλιοτ είχε πληγώσει τον Έλληνα ποιητή. Όχι μόνο η απογοήτευσή του θα μετριαζόταν, μα και ο ίδιος θα κολακευόταν πολύ αν γνώριζε πως ο Έλιοτ πρέπει να έπαιξε θετικό ρόλο στην εκλογή του (κάτι που πιθανόν προσπαθούσε να αποκρύψει με αυτή τη συνέντευξη). Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της Επιτροπής για τα Νομπέλ Λογοτεχνίας που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο 2 Ιανουαρίου 2014 (η διαδικασία της εκλογής παραμένει απόρρητη για 50 χρόνια), ο Έλιοτ τον είχε προτείνει ως υποψήφιο το 1955 και ξανά το 1961. Η ίδια ανακοίνωση επιβεβαιώνει την πληροφορία της Μαρώς Σεφέρη ότι εξελέγη παμψηφεί […]».

ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

*

Η οδός

*

Η οδός

Κι έρχεται κάποτε η στιγμή
που πρέπει οριστικά
απ’ όπου έφτασες
να αποσυρθείς,
και από καθεμιά του βίου σου
κακώς νοούμενη ιθαγένεια
ν’ αποχωρήσεις…

από το χώμα
που στηρίζονται τα πόδια σου
αυτό που σου ‘δωσε
ως εδώ
ταυτότητα, προορισμό
και δρόμο να βαδίσεις

(περισσότερα…)

Ο διακριτικός ανθρωπισμός ενός σκηνοθέτη

*

 του ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΤΣΟΓΙΑΝΝΗ

Η κριτική έχει μιλήσει για τον κινηματογράφο του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϋλάν προβάλλοντας την τοπιογραφία του, κυρίως αυτήν της τουρκικής ενδοχώρας, τη συνήθως σαβανωμένη με χιόνι, μιλώντας για την «τσεχωφική» του ατμόσφαιρα, τους αργούς του ρυθμούς, τις φιλμογραφικές του επιδράσεις, όπως εκείνες από τον Αντονιόνι, από τον Αγγελόπουλο και άλλους Ευρωπαίους δημιουργούς, κάνοντας λόγο για έναν ευρωπαϊκό μοντερνισμό μεταφυτευμένο στο κλίμα της τουρκικής εντοπιότητας. Η τελευταία του ταινία Ξερά χόρτα, που προβάλλεται αυτόν τον καιρό στους αθηναϊκούς κινηματογράφους, δίνει την εντύπωση ότι, στην πραγματικότητα, τίποτε από αυτά δεν συνιστά βασικό διακριτικό χαρακτηριστικό του Τούρκου σκηνοθέτη. Το σινεμά του Τσεϋλάν είναι πρωτίστως ανθρωποκεντρικό: αυτό το συγκεκριμένο «άγγιγμα» είναι που περιμένει ο θεατής από την νέα του ταινία. Και όντως δικαιώνεται.

Οι προηγούμενες ταινίες του έχουν ήδη παγιώσει τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις μιας θεματολογίας, μιας χαρακτηρολογίας, ενός ύφους, και είναι αυτές που κατευθύνουν την προσδοκία μας, που επικυρώνουν τις απαιτήσεις μας, που δικαιώνουν το αισθητικό σύμπαν το οποίο αντιστοιχεί στην υπογραφή του σκηνοθέτη. Κι αυτό συμβαίνει όντως. Αλλά όχι μόνο. Κάνοντας κάτι περισσότερο, η ταινία προβάλλει ξαφνικά ανάγλυφα, με αναδρομική κατεύθυνση, την ειδοποιότητα του προηγούμενου έργου του σκηνοθέτη και το φωτίζει θαρρείς με ένα αποκαλυπτικό φως. Βρισκόμαστε στο μεταιχμιακό εκείνο σημείο όπου αναγνωρίζουμε την οικεία μανιέρα του δημιουργού, απολαμβάνουμε την πιστότητα του σκηνοθέτη στον εαυτό του, προσδοκούμε κάτι συμφυές, και συγχρόνως αναγνωρίζουμε διαυγέστερα τα προηγούμενα επιτεύγματά του. Καταλαβαίνουμε τι ήθελε να μας πει μέχρι τώρα.

Αυτό θα μπορούσε να απαντήσει κανείς στο γιατί οι τρεις και πλέον ώρες της διάρκειας δεν προκαλούν κάποια κούραση στον θεατή, κορεσμένο από μια ήδη γνωστή του μανιέρα. Όχι όμως μόνο. Η άλλη πιθανότερη απάντηση, όπως προαναφέρθηκε, είναι ότι πρόκειται για έναν κινηματογράφο που ο ανθρωποκεντρικός του χαρακτήρας υπερκερά τα όποια έκτυπα μορφολογικά χαρακτηριστικά του, τις όποιες υφολογικές του εμμονές. Τον ανθρωποκεντρισμό αυτόν προβάλλουν ήρωες ριζωμένοι στα χώματα που κατοικούν, βασανισμένοι από αυτά, ενώ είναι τα «χνώτα» τους αυτά που υποκινούν την περιέργειά μας, αυτά που τους ορίζουν ως ανθρώπινα στίγματα, και όχι απλώς ως ενεργούμενα ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών. Χιόνι, ομίχλες, αργά πλάνα υπάρχουν και στον Αγγελόπουλο, και στον Αντονιόνι (μόνο μια ρουτινιέρικη θεματική κριτική θα μπορούσε να σταθεί σε αυτά), ημιτόνια και εγκατάλειψη της επαρχίας υπάρχει και στον Τσέχωφ, μόνο που εδώ οι ήρωες επικοινωνούν άμεσα σε ένα αληθοφανές επίπεδο μεταξύ τους, και μέσα από τον διάλογό τους προωθούν υπόγεια τη δράση, ξετυλίγουν την προσωπικότητά τους, δεν αφήνονται σε παράλληλους μονολόγους. Στον «ρεαλισμό» αυτόν ο Τσεϋλάν συμβάλλει υπό την έννοια ότι δεν θυσιάζει την αληθοφάνεια των καταστάσεων που περιγράφει στον βωμό κάποιας φορμαλιστικής εκζήτησης. Αφήνει τους διαλόγους του να κυλήσουν στον χρόνο μιας «φυσικής» κατάστασης, ενώ η κορύφωσή τους γίνεται μόνο για να δώσει την αίσθηση μιας αβίαστης συνέχειας και όχι για να εκμαιεύσει κάτι τετελεσμένο για την εξέλιξη της υπόθεσης. (περισσότερα…)

Για τα κριτικά περί ποίησης σχήματα

*

της ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ ΜΑΚΗ

Γλώσσα μου, γλώσσα μου, γλυκιά μου γλώσσα,
άνοιξε γλώσσα μου, άνοιξε πες μας καμπόσα
όσα ξε- γλώσσα μου, όσα ξέρεις κι άλλα τόσα.
ΔΗΜΟΤΙΚΟ

Οι κριτικές τοποθετήσεις για το τι είναι τελικά αυτό που το λένε ποίηση[1] και το πώς αυτή αξιολογείται μέσα από ένα σύνολο κατηγοριοποιήσεων και αναγωγών παραμένουν ενεργές, προκαλώντας στον δημόσιο λόγο διλήμματα και προστριβές. Η κάθε τοποθέτηση φιλοδοξεί να παρουσιάζεται με αντικειμενικότητα, αρτιότητα και τεκμηριωμένη λογοδοσία. Με αφορμή αυτόν τον διαρκή ιστορικό διάλογο για το τι είναι ποίηση και τι δεν είναι, πώς κατηγοριοποιούνται τα έργα τέχνης και αρθρώνονται οι διαφορετικές θεωρητικές φωνές, διαμορφώνοντας τον ποιητικό χώρο, θα ήθελα κι εγώ ελεύθερα να διατυπώσω κάποια σύντομα σχόλια. Μια τέτοια προσέγγιση συμμετέχει στον διάλογο για τα κριτικά σχήματα στην ποίηση και τους περί αυτής λόγους, με την ταυτόχρονη όμως αποποίηση της θέσης ότι αυτή υπερέχει άλλων αναλυτικών προσεγγίσεων. Αντίθετα, κάθε κριτικό κείμενο αξιολογείται και προσθέτει στον διάλογο, κατασκευάζοντας συγκεκριμένες εκδοχές για την ποίηση  και με τις αντίστοιχες συνέπειες στα ταξινομητικά σχήματα και στις εκάστοτε ιστορικές συνθήκες που διαμορφώνουν τους διλημματικούς κοινούς τόπους του καλλιτεχνικού τοπίου. Η χαρτογράφηση του ποιητικού πεδίου παραμένει ανοιχτή, χωρίς όμως να χαρακτηρίζεται από ομοιογενείς καταγραφές και μόνιμα συμπεράσματα. Κάθε κριτική απόπειρα καταγραφής, αξιολόγησης και αποτίμησης των ποιητών και του έργου τους αλλά και κάθε αναλυτικό ερμηνευτικό σχήμα πρόσληψης έχουν όρια και υπόκεινται σε κριτικές αναθεωρήσεις και αναστοχασμούς. Κατά τη γνώμη μου το συνθετικό διαλογικό πεδίο είναι αυτό που πολυσυλλεκτικά εμπλουτίζει την ανάλυση και την κατανόηση του κειμένου.

Ακόμα και στην πιο εμπεριστατωμένη και αυστηρή εφαρμογή ενός κριτικού θεωρητικού σχήματος μπορεί να εντοπιστούν όρια, αγκυλώσεις, εγκλωβισμοί, φορμαλιστικοί κανόνες και αποκλεισμοί. Ο Μπένγιαμιν έχει ήδη επαρκώς επισημάνει πως σε κάθε κείμενο μπορούν να εντοπιστούν και να υποστηριχθούν κάθε τύπου συγκρουσιακά κριτικά σχόλια ανάλογα με τα ερμηνευτικά εργαλεία που θα επιλεγούν και την αισθητική και ιδεολογικοπολιτική σκευή του κριτικού. Παράλληλα, η στροφή στον λόγο στο πλαίσιο του κοινωνικού κονστρουξιονισμού ανέδειξε την επιτελεστικότητα της γλώσσας στις κατασκευές του κοινωνικού κόσμου και του έργου τέχνης. Ο αφορισμός/διαπίστωση πως «ο λόγος κάνει πράγματα» βοηθάει την ανάλυση των κειμένων, επιτρέποντας να εξεταστεί λεπτομερώς τι ακριβώς συντελείται σε κάθε κείμενο, αποφεύγοντας τοιουτοτρόπως την απόδοση κινήτρων στον/στην συγγραφέα τους και καταδεικνύοντας πολυεπίπεδα τη συμπλοκή του αισθητικού με το προσωπικό, το πολιτικό, και το κοινωνικό. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο επισημαίνονται και εντοπίζονται οι περιορισμοί κάθε θεωρητικού σχήματος όταν αυτό διατυπώνεται αοριστολογικά και με ουσιοκρατικούς όρους. Οι θεωρίες του κοινωνικού κονστρουξιονισμού στη μεταμοντέρνα θεωρία συνεισφέρουν έτσι ώστε να αναδειχθούν οι τρόποι με τους οποίους κάθε «κλειστό» ερμηνευτικό σχήμα που «φωτίζει» μια μόνο όψη κειμενική ενδέχεται να καταλήξει σε  «θέσφατη θεολογία». (περισσότερα…)

Η ισραηλινο-αραβική διαμάχη: Από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ [2/2]

*

Συνεχίζοντας την προσπάθεια να προσφέρουμε μία ευσύνοπτη μεν, αλλά κατά το δυνατόν ευρύτερη και εγκυρότερη γνώση για την ιστορική περίοδο που διαμόρφωσε την αραβο-ισραηλινή διαμάχη στην Παλαιστίνη μέχρι την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, προβαίνουμε στη μετάφραση ορισμένων αποσπασμάτων από τρία κεφαλαιώδη έργα για το θέμα. Προτιμήθηκε αυτή του είδους η συμπιληματική κι επιμέρους αφηγηματική συρραφή, όπως θα πρότεινε ένας δάσκαλος μια ποικιλία μελετών στους μαθητές του για το θέμα, προκειμένου να έλθει κανείς σε επαφή με διαφορετικές εκτιμήσεις, παρουσιάσεις και απόψεις γύρω από το ζήτημα μέσα στα στενά όρια μίας ηλεκτρονικής δημοσίευσης και του πιεστικού χρόνου που απαιτεί η υποτυπώδης μετάφρασή τους.

Παρότι έγινε μια προσπάθεια να αποφευχθούν πολλές επικαλύψεις, θεωρήθηκε αναγκαίο εντέλει να υπάρχουν και ορισμένες επαναλήψεις, προκειμένου και με αυτόν τον τρόπο να καταδειχθούν οι ομοιότητες μα και οι διαφορετικές προσεγγίσεις και ερμηνείες. Τα βιβλία αυτά είναι πρώτα από όλα το βασικότερο και λεπτομερέστερο έργο αναφοράς για την Παλαιστίνη και την αραβο-ισραηλινή σύγκρουση του Charles D. Smith, Palestine and the ArabIsraeli Conflict. Εν συνεχεία το πολυδιαβασμένο και τεκμηριωμένο έργο, που καταπιάνεται με την ιστορία βέβαια όλης της σύγχρονης Μέσης Ανατολής, του Cleveland L. William, A history of the modern Middle East. Και τελευταίο συμπεριλάβαμε το έργο ενός από τους Ισραηλινούς Νέους Ιστορικούς, Avi Shlaim, The Iron WallIsrael and the Arab World. Όλα έργα, υψηλού, αναγνωρισμένου και αδιαμφισβήτητου κύρους κι επιστημοσύνης, γραμμένα στις απαρχές της τελευταίας σχεδόν εικοσαετίας, πολυδιαβασμένα και ιδίως τα δυο πρώτα με πάμπολλες επανεκδόσεις. Πολύ θα επιθυμούσα να συμπεριλάβω και έργα από περισσότερους Νέους Ιστορικούς, και κυρίως του Ιλάν Πάπε (το αποκαλυπτικό και ρηξικέλευθο έργο του οποίου, παρά τις εναντιώσεις και την πολεμική που του έχει ασκηθεί, έχει καταστεί εν πολλοίς κοινός τόπος) αλλά είπα να μείνουμε τουλάχιστον στα ευρέως και κοινώς αποδεκτά, προς αποφυγήν πιθανών παρερμηνειών ή παρεξηγήσεων.

Ελπίζουμε αυτές οι άτεχνες, βιαστικές (στο πόδι σχεδόν καμωμένες) μεταφράσεις των συγκεκριμένων επιλογών και αποσπασμάτων να φανούν χρήσιμες σε μια πρώτη, στοιχειώδη κατανόηση του ζητήματος, μα και να υποψιάσουν για το εύρος και το βάθος της ιστορικής σπουδής και της έρευνας.

ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~ 

Σύντομη επισκόπηση της ισραηλινο-αραβικής διαμάχης κατά την περίοδο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ μέσα από κείμενα διακεκριμένων ιστορικών [2/2]

Το ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών – Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ

Το Εβραϊκό Πρακτορείο μπήκε στη σύγκρουση το 1945, όταν μονάδες της Χαγκανά ανέλαβαν μια σειρά καλά συντονισμένων πράξεων σαμποτάζ κατά των βρετανικών επικοινωνιών στην Παλαιστίνη. Ο κυρίαρχος παλαιστινιακός σιωνισμός βρισκόταν σε πόλεμο εναντίον της Βρετανίας. Κατά τα επόμενα δύο χρόνια, η συνδυασμένη πίεση του σαμποτάζ της Χαγκανά, της τρομοκρατίας της Ιργκούν (όπως η ανατίναξη μιας πτέρυγας του ξενοδοχείου King David στην Ιερουσαλήμ το 1946) και η στάση των ΗΠΑ έφεραν τη Βρετανία σε αδύναμη θέση. Τον Φεβρουάριο του 1947 ο υπουργός Εξωτερικών Έρνεστ Μπέβιν, αναγνωρίζοντας ότι η Βρετανία είχε χάσει τον έλεγχο της κατάστασης στην Παλαιστίνη, παρέπεμψε το θέμα στα Ηνωμένα Έθνη.

Το αίτημα του Μπέβιν προς τα Ηνωμένα Έθνη να διαμορφώσουν μια λύση για την Eντολή της Παλαιστίνης προκάλεσε, για αρκετούς μήνες, μια πυρετώδη διπλωματική δραστηριότητα με επίκεντρο τα Ηνωμένα Έθνη στη Νέα Υόρκη και τον Λευκό Οίκο στην Ουάσινγκτον. Η Γενική Συνέλευση δημιούργησε μια Ειδική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Παλαιστίνη (UNSCOP) και της ανέθεσε να διερευνήσει τις συνθήκες στην Παλαιστίνη και να υποβάλει προτάσεις έως την 1η Σεπτεμβρίου 1947. Αποτελούμενη από εκπροσώπους έντεκα εθνών [της Σουηδίας, της Ολλανδίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Αυστραλίας, του Καναδά, της Ινδίας, του Ιράν, της Γουατεμάλας, του Μεξικού και του Περού], η UNSCOP έφτασε στην Ιερουσαλήμ τον Ιούνιο και πέρασε πέντε εβδομάδες στην Παλαιστίνη. Η επιτροπή διαπίστωσε ότι οι Εβραίοι εξακολουθούσαν να αποτελούν σημαντική μειονότητα, αποτελώντας μόνο το ένα τρίτο του πληθυσμού και κατέχοντας περίπου το 6% της συνολικής γης στην Παλαιστίνη. Η επιτροπή, ωστόσο, αντιλήφθηκε επίσης και μια αίσθηση κατεπείγοντος, όσον αφορά τόσο την επιδείνωση των συνθηκών στην Παλαιστίνη όσο και τη δυσχερή θέση των Εβραίων προσφύγων από την Ευρώπη. Στην έκθεσή της προς τη Γενική Συνέλευση, η UNSCOP συνέστησε ομόφωνα τον τερματισμό τής βρετανικής Εντολής και την παροχή ανεξαρτησίας στην Παλαιστίνη. Αλλά η επιτροπή διχάστηκε, με ψήφους οκτώ έναντι τριών, σχετικά με το είδος του κράτους που θα έπρεπε να είναι η ανεξάρτητη Παλαιστίνη. Η έκθεση της μειοψηφίας [Ινδία, Ιράν και Γιουγκοσλαβία] ζητούσε ένα ομοσπονδιακό κράτος. Η έκθεση της πλειοψηφίας συνιστούσε τη διχοτόμηση της Εντολής σε δύο κράτη, ένα αραβικό και ένα εβραϊκό, με την Ιερουσαλήμ να ορίζεται περιοχή υπό διεθνές καθεστώς. Αν και οι προβλέψεις της έκθεσης της πλειοψηφίας απέχουν πολύ από το να είναι τέλειες, εντούτοις προσέφεραν τη δυνατότητα δύο ανεξάρτητων αραβικών και εβραϊκών κρατών εντός της Παλαιστίνης. Οι σιωνιστές ηγέτες ενέκριναν την έκθεση· οι Άραβες ηγέτες την απέρριψαν. (περισσότερα…)