Αίλιος Αριστείδης, Εγκώμιο στο πέλαγος του Αιγαίου

Herbert List, Δήλος (1937)

~. ~

Απόδοση ΠΑΡΙΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Στον Μ. για τον κοινό υδάτινο πατέρα

Ο Αίλιος Αριστείδης υπήρξε φημισμένος ρήτορας στον καιρό του. Γεννημένος στη Μυσία το 117 μ.Χ., φοίτησε δίπλα στον Αλέξανδρο Κοτυέα στη Σμύρνη και συνέχισε τις σπουδές του στην Αθήνα και την Αλεξάνδρεια, έχοντας ξακουστούς ρητοροδιδασκάλους. Περιπλανήθηκε στην Αίγυπτο, ενώ ρητόρευσε σε πολλά μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σε ένα από τα ταξίδια του στην Αίγυπτο τοποθετείται και η έναρξη της φθίσεως, ασθένεια που θα τον ταλαιπωρήσει με διακυμάνσεις για το υπόλοιπο της ζωής του. Επιστρέφοντας από τη Ρώμη στη Σμύρνη, μετέβη στο ιερό του Ασκληπιού στην Πέργαμο, όπου –ασθενής και με κλονισμένη την ψυχική του υγεία– δεήθηκε και οραματίστηκε τον θεό – από αυτή την εμπειρία εμπνεύστηκε να συγγράψει τους Ιερούς λόγους. Αργότερα, επισκέφθηκε την Αθήνα και τη Ρώμη, όπου εκφώνησε τους πλέον περίφημους από τους λόγους του, ενώ ήταν εκείνος που μετά από έναν σεισμό παρακάλεσε τον Μάρκο Αυρήλιο, τότε αυτοκράτορα, να ανοικοδομήσει τη Σμύρνη. Πέθανε το 181 μ.Χ. ως ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της Β΄ Σοφιστικής

            Ο λόγος του «Εἰς τὸ Αἰγαῖον πέλαγος» εκφωνήθηκε σε ένα από τα ταξίδια του, μάλλον το 155 μ.Χ. στη Δήλο, οπότε και την επισκέφθηκε. Ως εγκώμιο, ανήκει στο είδος των επιδεικτικών λόγων, μαζί και με άλλους που έγραψε τότε και αργότερα. Ειδικότερη κατηγορία αυτού του είδους λόγων είναι όσοι έχουν ως αντικείμενό τους κάποια πόλη. Κοινοί τόποι, όπως η γεωγραφία και η τοπογραφία, το κλίμα και οι κάτοικοι, οι ασχολίες και τα ήθη τους, οργανώνουν βάσει των κανόνων της ρητορικής τέχνης αυτό το είδος λόγων. Το ίδιο συμβαίνει και με το εγκώμιο του Αιγαίου, αφού ο συγγραφέας του εκλαμβάνει τον χώρο ως ενιαίο, οριοθετημένο και με σαφή χαρακτηριστικά τόπο, ο οποίος μπορεί να ιδωθεί ως εκτεταμένη νησιωτική πολιτεία.

            Από την εποχή της πρώτης έντυπης έκδοσης του Αίλιου Αριστείδη από τον Άλδο Μανούτιο (1513) μέχρι τη σημαντικότερη από τον μεγάλο κλασικό φιλόλογο Karl Wilhelm Dindorf (1829), μεσολαβούν εκδόσεις, μεταφράσεις και σχόλια που ενίοτε βλέπουν και το φως της δημοσιότητας. Τα επιστημονικά desiderata από τότε έχουν εμπλουτιστεί και σήμερα πλέον μπορούμε να αναζητήσουμε τον Αίλιο Αριστείδη στο μεταίχμιο μεταξύ του αρχαίου και του ελληνιστικού κόσμου, αλλά και να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις ποικίλες εκφάνσεις της πολιτισμικής του ταυτότητας μέσα σε έναν κόσμο διαρκών και συνεχόμενων αλλαγών.

            Το κείμενο ακολουθεί την έκδοση του Guilielmi Dindorfii Aristides, τ. I, Λειψία, Libraria Weidmannia, MDCCCXXIX [1829], σ. 401-407. Πρόσφατη νεοελληνική απόδοση του κειμένου στο Αίλιος Αριστείδης, Εἰς Αἰγαῖον πέλαγος, μτφ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Αθήνα, Άγρα, 2012 (φυλλάδιο εκτός εμπορίου).

~.~

ΑΙΛΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ

Εἰς τὸ Αἰγαῖον πέλαγος

[1] Το πέλαγος κανένας μέχρι τώρα δεν τραγούδησε ολόκληρο, ούτε ποιητής ούτε πεζογράφος, αλλά και ο Όμηρος λέει για τον ιώδη πόντο και τον πόντο τον κρασόχρωμο και ο Ευριπίδης για τη θάλασσα την πορφυρή·[1] και κάποιος άλλος μάλιστα κάτι άλλο παρόμοιο. Υπάρχουν όμως και εκείνοι που βλασφημούν τη θάλασσα, λέγοντάς την αλμυρή και βρυχώμενη και άλλα τέτοια ακόμη.[2]

[2] Εμείς όμως τον λόγο για τη θάλασσα συνολικά, πόσες και τι είδους ωφέλειες παρουσιάζει για τους ανθρώπους και για πόσο μεγάλα πράγματα δημιούργησε αυτήν ο θεός, θα αφήσουμε προς το παρόν· θα αποδώσουμε όμως τις οφειλόμενες τιμές μας στον Αιγαίο και θα τον υμνήσουμε, κατά πρώτον επειδή έλαχε σε άριστη θέση – όπως θα μπορούσε να εγκωμιάσει κάποιος πρώτα τη θέση μιας πόλης.

[3] Διότι μάλιστα στη μέση και όλης της οικουμένης και της θάλασσας έχει βρεθεί, αφήνοντας προς βορρά τον Ελλήσποντο και την Προποντίδα και τον Πόντο, ενώ προς νότο την υπόλοιπη θάλασσα, ξεχωρίζοντας την Ασία από την Ευρώπη από το σημείο που αρχικά χωρίζονται, δηλαδή μετά τον Ελλήσποντο.

[4] Γένη έχει τα πλέον ένδοξα και πολιτισμένα σε κάθε μία από τις ακτές του· από τη μια πλευρά τη γη της Ιωνίας και της Αιολίας, ενώ από την άλλη τη γη της Ελλάδας. Επομένως, θα άξιζε να πούμε ότι μόνο αυτό από τα πέλαγα θα μπορούσε να είναι το κέντρο ολόκληρης της Ελλάδας, αν βέβαια κάποιος εκλάμβανε το γένος των Ελλήνων ως ένα και από τις δύο ακτές της στεριάς.

[5] Παρά το γεγονός ότι στων ποταμών τις όχθες ευδοκιμούν δέντρα και λιβάδια, είναι δίκαιο να πούμε ότι ευδοκιμούν και του Αιγαίου οι ακτές, αφού με τέτοιου είδους γένη είναι στολισμένες, όπως οι Έλληνες που κατοικούν κοντά τους. Επειδή και το κλίμα είναι πολύ εύκρατο και ευχάριστο όλες τις εποχές, αυτό θα έδινε την υπεροχή στον Αιγαίο – στοιχείο μάλιστα διάχυτο σε αυτές τις περιοχές.

[6] Αυτό είναι φανερό για δύο λόγους. Οι μεν λένε ότι η Αττική έχει τον καλύτερο ουρανό, ενώ πάλι οι άλλοι λένε το ίδιο για την Ιωνία· και οι δύο όμως συμφωνούν πως δεν υπάρχει πουθενά άλλος καλύτερος τόπος. Εφ’ όσον ο Αιγαίος απλώνεται και στις δύο ακτές, όποια από τις δύο κάποιος υποστηρίξει ως επικρατέστερη, την κατέχει· και αν θελήσει πάλι να έλθει στο μέσον, επιτρέποντας και στις δύο πλευρές να τεθούν υπό αμφισβήτηση, ο Αιγαίος είναι το μέσο, όπως είπα. Επομένως, το καλύτερο από όλα τα κλίματα σε αυτόν έλαχε.

[7] Η θέση του μάλιστα και τέτοια είναι και σε τέτοιο μέρος βρίσκεται μέσα στην οικουμένη, ενώ η φυσική του ομορφιά είναι άξια θαυμασμού. Διότι –πρώτα απ’ όλα– το μέγεθος του πελάγους είναι αξιόλογο και εκτείνεται προς πάσα κατεύθυνση, αν μάλιστα κάποιος το εξέταζε επακριβώς από την αρχή μέχρι το τέλος εξονυχιστικά· θα δαπανήσει όμως αναρίθμητο πλήθος ημερών για να κάνει τον περίπλου του.

[8] Όχι ότι βέβαια είναι ξεγυμνωμένο το πέλαγος ούτε ότι η απεραντοσύνη του προκαλεί αθυμία και αμηχανία, αλλά υπάρχουν πολλά πέλαγα στον Αιγαίο, πολλοί κόλποι, σε κάθε μέρος του και ένα άλλο είδος θάλασσας. Θα μπορούσες να τελειώσεις τον πλουν ακόμη και στα μισά του πελάγους, και θα απαντούσες και γη και πόλεις και τοπία που μοιάζουν με μικρές περίβρεκτες στεριές –  και έτσι θα γινόσουν ο ίδιος τιμωνιέρης του ταξιδιού. Αλλά και πριν διαπλεύσεις όλο το πέλαγος, πάλι πίσω θα μπορούσες να γυρίσεις, εξ ίσου καλά εκτελώντας τον σκοπό σου.

[9] Όχι όπως λέει ο Όμηρος, ότι πρέπει να διέλθεις το έρημο πέλαγος για να φτάσεις σε κάποια κατοικημένη περιοχή· ούτε καν τους θεούς δεν ευχαριστεί ο έρημος ο δρόμος. Αλλά εδώ βέβαια

χοροί Νηρηίδων
τους ωραιότερους κύκλους σχηματίζουν στη γη
με το πόδι τους [3]

επειδή το πλέον οικημένο και ακμαίο μέρος της θάλασσας αυτό είναι. Μπορεί κάποιος να πλεύσει, όπου εκείνος θέλει, και πάλι να διασχίσει πεζός τους τόπους που δεν θέλει να περιπλεύσει· μπορεί να περάσει από τη μία ακτή στην άλλη και από εκεί να ξανασαλπάρει. Διότι μόνο αυτό από τα πέλαγα δεν κατοικείται λιγότερο απ’ ό,τι η ίδια η στεριά· και έχει πόλεις που τέτοια απόσταση απέχουν η μια από την άλλη, όση απέχουν μεταξύ τους οι πόλεις της στεριάς.

[10] Από τη μία, λοιπόν, ο Αιγαίος για την αγριότητά του και τη μεγάλη διάρκεια του πλου είναι φοβερότατος· από την άλλη πάλι πλευρά, για την ξεκούραση που προσφέρει είναι ο πιο γαλήνιος. Μάλιστα, όσο γρήγορα αναταράζεται, άλλο τόσο προσφέρει και τη σωτηρία, συντηρώντας το θεϊκό του στοιχείο· διότι αυτό πρέπει να είναι φρικιαστικό εξ αιτίας της ισχύος του και σωτήριο χάρη στην πραότητά του.

[11] Από όλα τα πέλαγα ο Αιγαίος παράγει τον πιο γλυκόλαλο ήχο για τα δωρήματα και τα δημιουργήματά του – τέτοιον ήχο, όπως ακριβώς ο Πάνας και οι Σάτυροι, καθώς λένε οι ποιητές, που, όταν τέρπονται στα όρη και γύρω από τα δέντρα, την καλύτερη εποχή του χρόνου, μελωδούν. Γι’ αυτό και τους πιο μουσικούς από τους θεούς έχει πολίτες και κατοίκους του, τον Απόλλωνα και την Αρτέμιδα, τους οποίους ο πατέρας όλων Ζευς γέννησε στον ομορφότερο από τους τόπους της οικουμένης, προκειμένου να γίνουν εντελείς στη μουσική· και τη Λητώ έφερε στο μέσο, στη Δήλο, στο κέντρο του Αιγαίου, αφήνοντας πίσω του τρία άλλα νησιά και καθιστώντας την Αθηνά για εκείνη ηγήτορα του δρόμου.

[12] Και είναι μάλιστα ολοφάνερο το εκ φύσεως μουσικό στοιχείο του πελάγους, αφού βέβαια αυτό ευθύς εξ αρχής σχημάτισε έναν χορό από τα νησιά σαν οποιονδήποτε άλλο χορό. Αυτά, έτσι όπως είναι πολλά και γέρνουν το ένα προς το άλλο, είναι σημάδια πάνω στο πέλαγος και φαίνονται θέαμα πιο ιερό από κάθε διθυραμβικό χορό για τους ναυτικούς και τους ταξιδιώτες· είναι και των κινδύνων σωτήρια και θαυμαστή ψυχαγωγία, όταν ο πλους πάει σύμφωνα με το σχέδιο.

[13] Όλα τα νησιά, το ένα με το άλλο, είναι εκτός και εντός της περιφέρειάς τους, όπως ακριβώς τα πλοία, όταν το καλοκαίρι –και πριν ο Ζέφυρος κατεβάσει τα πανιά– όλα μαζί κινούνται για το ψάρεμα· και για αυτόν που έρχεται από τα ανοιχτά, όλα –και από πρύμνη και από πλώρη ιδωμένα– μοιάζουν με τοίχο που καταλήγει σε νησί, ώστε απορεί αρχικά ποιο σημείο πρέπει να βρει για να περάσει ανάμεσά τους. Όπως τα σκάφη που σπεύδουν προς βοήθεια, το ίδιο κάνουν και τα νησιά στους χειμαζόμενους – τους απαντούν και, σαν να προσφέρουν χείρα βοηθείας, τους προσκαλούν προς τις ακτές τους. Τέτοια είναι τα αριστουργήματα του Αιγαίου, ο οποίος έχει αναμείξει μαζί το πέλαγος με τη γη, όπως ακριβώς και στα στικτά ελάφια και στις δορές από τις λεοπαρδάλεις τα χρώματα με τους κύκλους έχουν αναμειχθεί.

[14] Στα νησιά, η αίγλη περιβάλλει με λάμψη όλη αυτή τη θάλασσα· αφήνονται πίσω τα ανθοφόρα λιβάδια της στεριάς και ό,τι άλλο θα μπορούσε να επινοήσει κανείς μπροστά σε αυτή την ωραιότητα και τα στολίδια. Λογικό είναι· διότι τα μεν όλα της στεριάς και εδώ υπάρχουν, καταμεσής του πελάγους, ενώ το κάλλος του Αιγαίου σε εκείνες τις περιοχές δεν είναι προσιτό. Όπως ακριβώς ο ουρανός έχει κοσμηθεί με αστέρια, έτσι και το πέλαγος του Αιγαίου έχει κοσμηθεί με τα νησιά.

[15] Επομένως, ακόμη και αν δεν υπήρχε η ανάγκη πλου, για χάρη του θα έπλεε κανείς εδώ, όπως είναι λογικό, για να στολιστεί δηλαδή με τις ομορφιές του Αιγαίου. Έτσι, και από όλα τα πέλαγα και από όλες τις στεριές αυτός είναι ο πιο ωραίος. Ώστε και σύμβολο του Αιγαίου είναι η ομορφιά και από τούτο το σημείο αυτή ξεκινά –για να το πούμε έτσι–, δηλαδή από εκεί όπου ξεκινούν να υπάρχουν νησιά, όταν κάποιος περάσει πάνω από τη γυμνή θάλασσα.

[16] Τον Αιγαίο μονάχα ούτε ότι είναι ατρύγητος μπορούμε να πούμε, διότι δεν είναι γυμνός, ούτε άκαρπος· αλλά αντιθέτως, από τη μία πλευρά, έχει καλό κρασί, είναι γόνιμος και στο σιτάρι και σε όλα όσα σπέρνουν οι εποχές και, από την άλλη πλευρά, είναι καλός ψαρότοπος και τόπος κυνηγιού· τέτοια μάλιστα θάλασσα, που λέει ο Όμηρος ότι πρέπει να είναι των Μακάρων.[4] Όλα τα αναγκαία και όλα τα ηδονικά και όλα τα θεάματα έχει· γεμάτος από λιμάνια, γεμάτος από ιερά, γεμάτος όμως και από αυλούς και παιάνες και πηγές και ποτάμια· είναι ο τροφέας του Διονύσου, στους Διόσκουρους όμως και στις Νύμφες εξ ίσου αγαπητός. Βίο ευδαίμονα από κάθε άποψη παρέχει· και για τους κατοίκους του και για τους εμπόρους του είναι επικερδής και σωτήριος για όσους φαίνεται ευμενής μαζί τους.

[17] Όπως ακριβώς σε ένα ωραίο σώμα υπάρχουν αρχή και τέλος αρμονικά, έτσι και σε αυτό το πέλαγος το μόνο που διατρέχει κίνδυνο είναι ότι η αρχή και το τέλος είναι γεμάτα χάρες. Διότι ξεκινά από την πρώτη σειρά των νησιών που βρίσκονται προς νότο, ενώ σταματά στον πορθμό του Ελλήσποντου, τον οποίο περιβρέχοντας σμιλεύει σε αξιοθαύμαστη χερσόνησο. Επομένως, κατά το κοινώς λεγόμενο, από την κορυφή μέχρι τα νύχια το κάλλος διέπει τον Αιγαίο· πόσοι όμως είναι οι όρμοι του και πόσοι οι κόλποι του και πόσο όμορφοι είναι κανείς δεν μπορεί να πει.

[18] Και όσο περισσότερο φοβούνται το πέλαγος του Αιγαίου, τόσο περισσότερο ποθούν όλοι να το διαπλεύσουν για δεύτερη φορά – οι άνθρωποι διαπλέουν τον Αιγαίο, έχοντας προσδοκίες ηδονικές. Για αγώνες και μυστηριακές τελετές και όλα τα καλά της Ελλάδας είναι που γεμίζει το πέλαγός του με πλοία· και από όλα τα μέρη τους φιλόκαλους και γενναίους αυτός είναι που τους συνάζει· και είναι αυτός που υπηρετεί από τους θεούς τους επιφανέστερους αυτών, προσφέροντας από τα πιο ευχάριστα θεάματα τα πιο ωραία.

Αυτά σου προσφέρουμε εμείς, φίλε σωτήρα μας Αιγαίε· απόλαυσε τη μουσική μας. Και αν ευχαριστήθηκες, προστάτευε πάντοτε εμάς και όσους μαζί μας πλέουν.

~.~
[1] Βλ. Ιλιάς, Λ 298 «ἥ τε καθαλλομένη ἰοειδέα πόντον ὀρίνει»· Ιλιάς, Β 613 «νῆας ἐϋσσέλμους περάαν ἐπὶ οἴνοπα πόντον»· Ιλιάς, Π 391 «ἐς δ’ ἅλα πορφυρέην μεγάλα στενάχουσι ῥέουσαι».
[2] Βλ. Ευριπίδης, Τρωάδες, 1 «Ἥκω λιπὼν Αἴγαιον ἁλμυρὸν βάθος»· Αριστοφάνης, Νεφέλαι, 284 «καὶ πόντον κελάδοντα βαρύβρομον».
[3] Βλ. Ευριπίδης, Τρωάδες, 2-3.
[4] Βλ. Οδύσσεια, τ 113-114 «τίκτῃ δ’ ἔμπεδα μῆλα, θάλασσα δὲ παρέχῃ ἰχθῦς / ἐξ εὐηγεσίης, ἀρετῶσι δὲ λαοὶ ὑπ’ αὐτοῦ».

~.~

*