Λογοθεσίες ε΄

*

του ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

Τσιμέντο να γίνει!

Ο επίγειος παράδεισος του Ντοστογιέφσκι στο Όνειρο ενός Γελοίου βρίσκεται σε κάποιο νησί του Ελληνικού Αρχιπελάγους. Όλα στη φύση λάμπουν γιορτινά, η γη δεν έχει ακόμα αμαρτήσει και τα παιδιά της είναι όμορφα κι αθώα. Ο κοσμικός χρόνος της ευτυχίας εντούτοις κρατάει λίγα δευτερόλεπτα ενώ ο εφιάλτης που τον διαδέχεται είναι ατελείωτη κόλαση. Ο ήρωας του Ρώσου συγγραφέα ξυπνά αποφασισμένος να αποκαταστήσει τη χαμένη αρμονία και ο σύγχρονος αναγνώστης που τον ακολουθεί βυθίζεται μ’ ανοιχτά τα μάτια σ’ ένα ακόμα γελοιωδέστερο όνειρο: Η πολεοδομία, οι τοπικές αρχές, η εφορία και η αστυνομία των νησιών μας εκκαθαρίζονται από τους διεφθαρμένους. Οι μαφίες των εργολαβικών συμφερόντων τσακίζονται και οι μπράβοι τους φυλακίζονται. Τα αυθαίρετα γκρεμίζονται και η δόμηση συμμορφώνεται διακριτικά με το φυσικό της περιβάλλον. Ο μαζικά αγελαίος ή πλουτοκρατικά χυδαίος τουρισμός περιορίζεται και οι ακτές ελευθερώνονται από τα κακοήθη διασκεδαστήρια. Η ζωή ξανάρχεται στα σύγκαλά της κι ο κόσμος ξαναβρίσκει τον ρυθμό του…

Ας μην ανησυχούμε όμως: τίποτε απ’ αυτά δεν πρόκειται να συμβεί, εφόσον κάθε τέτοια προοπτική παραμένει μόνο το όνειρο ενός γελοίου.

~ . ~

Να σώσουμε τις τράπεζες κι ο κόσμος ας χαλάσει!

Είκοσι εφτά κατασκευαστές πλυντηρίων του βρώμικου τραπεζικού συστήματος συνιστούν το ίδιο απορρυπαντικό: ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ! Πρόκειται για τους 27 ηγέτες των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατά τη χθεσινή τους σύνοδο διαβεβαίωσαν πως η κακοήθης υγεία των τραπεζών είναι εξασφαλισμένη. Οι ίδιοι δεν φαίνονται καθόλου ανήσυχοι. Είναι πεπεισμένοι ότι για μία ακόμα φορά οι άβουλοι πολίτες τους θα λουστούν αδιαμαρτύρητα (έως πνιγμού!) το κόστος των αποβλήτων.

~ . ~

Το τραίνο της προόδου

Το τραίνο είναι παιδί του αγγλικού ανθρακωρυχείου και λόγω του ελλιπούς φωτισμού στις στοές υποθέτω, η γέννησή του χρονολογείται κάπως αόριστα, γύρω στο 1820. Πέρα από τη ληξιαρχική ασάφεια πάντως, είναι βέβαιο πως την πρώτη του στράτα την έκανε ως βαγονέτο. Προχώρησε χειρωνακτικά υποβοηθούμενο ως την έξοδο του ορυχείου κι από εκεί στην πλατφόρμα φορτώσεως του άνθρακα. Με τα χρόνια η στρατούλα μεγάλωσε και με τις ευλογίες της ατμομηχανής το παιδικό βαγονέτο κύλησε σε μακρύτερες σιδηροτροχιές ώσπου το 1825 κατέφθασε στο πλησιέστερο λιμάνι ως εφηβικό βαγόνι. Ύστερα ενηλικιώθηκε και αναπτύσσοντας ταχύτητα κατέβηκε καπνίζοντας από το Λίβερπουλ στο Μάντζεστερ, δίνοντας έναν γκρίζο τόνο στην τοπιογραφία της υπαίθρου, πέρασε αφηνιασμένο στις γαλλικές πεδιάδες, έφερε κοντά «τις φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές». Στην Αμερική,  έγινε η αιχμή της προέλασης προς τη Δύση. Κουβάλησε τυχοδιώκτες και τηλεγραφόξυλα, ίδρυσε  με τους σταθμούς του πόλεις και καταυλισμούς, κυνήγησε τους ινδιάνους που το βάφτισαν σιδερένιο άλογο και τους βίσωνες που μπροστά του φάνταζαν σπιθαμιαίοι. Από το 1837 όρμησε στις αχανείς εκτάσεις της Ρωσίας, γεφύρωσε τη Μόσχα με την Πετρούπολη, μετέφερε καταδίκους στη Σιβηρία και στρατεύματα στον Καύκασο. Ήταν το πρώτο και παρέμεινε πέρα από κάθε σύγκριση το μεγαλύτερο μηχανικό ζώο της στεριάς, δικαιολογημένα λοιπόν συνεπήρε τη φαντασία περισσότερο από κάθε άλλο επίτευγμα της βιομηχανικής επανάστασης. Το μοναδικό του μειονέκτημα μάλιστα, η δυσκολία του να σταματήσει, συνέβαλε αποφασιστικά στην επιβλητικότητά του, γιατί ασυγκράτητο όπως η πρόοδος που υποσχόταν διήγειρε σε βαθμό ιλιγγιώδη κάθε πιθανό συνειρμό για την εφόρμηση της νέας εποχής προς το μέλλον. Ο μηχανοδηγός έγινε λαϊκό ίνδαλμα για τα κορίτσια κάθε φτωχογειτονιάς και γράφτηκαν τραγούδια γι αυτόν. Πίσω του όμως έστεκε πάντα η σκιά μίας άπληστης εταιρείας και σύντομα άρχισαν τα παρατράγουδα — όπως αίφνης αυτά που αφηγείται Το Χταπόδι του Φρανκ Νόρις.

Σε τούτη την ιστορία από την Καλιφόρνια της αυγής του 20ού αιώνα, το χταπόδι δεν είναι άλλο από το σιδηροδρομικό δίκτυο και η  αδυσώπητη εταιρεία που το διαχειρίζεται ελέγχοντας με τη συνενοχή όλων των θεσμικών παραγόντων την εμπορευματική κυκλοφορία των σιτηρών, καταστρέφει τους παραγωγούς της εύφορης κοιλάδας. Ο πυρήνας του έργου εντούτοις υπερβαίνει κατά πολύ τον ορίζοντα ενός ακόμα επεισοδίου της καπιταλιστικής επέκτασης και των θυμάτων της στον αγροτικό περίγυρο. Το σιδηροδρομικό χταπόδι, με τη δυναμική που ανέπτυξε μέσα στον χρόνο το συμβολικό του μοτίβο, προβάλει πλέον ως  αρχέτυπο κάθε δικτυωμένης εξουσίας. Παίρνει τη μορφή των πολυπλόκαμων διεθνών τραπεζών, των πολυεθνικών εταιρειών και του συμπλέγματος των χρηματιστηρίων που περισφίγγουν και απομυζούν τον πλανήτη. Εικονογραφεί τους κόμβους και τις διαδρομές των δυνάμεων που σήμερα ελέγχουν ασφυκτικά όλες τις πτυχές της καθημερινής μας ζωής. Το χταπόδι έγινε μια ηλεκτρονική λερναία ύδρα — και ο μυθικός ήρωας που θα το σταματήσει παραλύοντας τους νευρώνες του δεν λέει να φανεί.

Το Χταπόδι κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bibliotheque σε μετάφραση του Πάνου Σταθόγιαννη.

~ . ~

Βαδίζοντας προβατηδόν προς τις συνήθεις εκλογές

Η μόνη δημοκρατία που αξίζει τ’ όνομά της είναι η άμεση και η ουσία της βρίσκεται λιγότερο στην κάλπη και περισσότερο στην κληρωτίδα. Οι επαγγελματίες πολιτικοί το γνωρίζουν ασφαλώς – και τους πιάνει τεταρταίος πυρετός μπροστά στο ενδεχόμενο αυτοί, αιρετοί όντες, να χάσουν τα έδρανά τους από κληρωτούς πολίτες. Υποψιθυρίζουν λοιπόν πως η επίκληση της άμεσης δημοκρατίας συνιστά απλώς παρωχημένη νοσταλγία της αρχαίας αθηναϊκής ακμής και απορρίπτουν ως ρομαντικό αναχρονισμό τη δυνατότητα μίας σημερινής της εκδοχής. Επικαλούνται ακόμα την τεχνική πολυπλοκότητα των μοντέρνων καιρών και τον μεγάλο αριθμό των πολιτών. Μία Βουλή εντούτοις με σύνθεση μεικτή, κατά το ένα τρίτο των μελών της αιρετή και κατά τα δύο κληρωτή, είναι απολύτως εφικτή στην ηλεκτρονική μας εποχή. Εκατό αιρετοί βουλευτές, με τριετή θητεία το πολύ και χωρίς δικαίωμα επανεκλογής, θα επεξεργάζονται τα προβουλεύματα και θα συντονίζουν τη νομοπαρασκευαστική εργασία ενώ διακόσιοι κληρωτοί με θητεία ενός μηνός θα εξασφαλίζουν την εναλλαγή που θα επιτρέπει δυνητικά σε κάθε πολίτη να αναλάβει τις ευθύνες για την τύχη της χώρας του με τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας. Ως ασφαλιστική δικλείδα μάλιστα εναντίον κάθε αθέμιτης συναλλαγής κανένα νομοσχέδιο δεν θα έπρεπε να ψηφίζεται κατά τον μήνα της εισαγωγής του αλλά τις πρώτες μέρες του επόμενου, όταν η Βουλή θα έχει ανανεωθεί. Έτσι θα εισάγονται λιγότερα και πράγματι αναγκαία νομοσχέδια, μια και ο χρόνος για τις ομαδοποιήσεις υπόπτων συμφερόντων, την εξαγορά συνειδήσεων και την παγίωση των κομματικών γραμμών θα είναι ελάχιστος. Αυτό άλλωστε φοβούνται οι πολιτικοί υπηρέτες της ληστοκρατίας. Γι’ αυτό καμώνονται πως αμφιβάλλουν για την κρίση των ιδίων εκείνων πολιτών που κολακεύουν ασύστολα προκειμένου να εκλεγούν, ισχυριζόμενοι ανενδοίαστα πως είναι ώριμοι για να τους ψηφίζουν αλλά ανώριμοι για ν’ αποφασίζουν αυτοπροσώπως τα του οίκου τους. Μια συλλογιστική τουλάχιστον διασκεδαστική αν συγκρίνει κανείς το μέσο επίπεδο ενός τυχαίου καφενείου με το αντίστοιχο χοντρό καλαμπούρι της Βουλής, τη χυδαιότητα, τους προπηλακισμούς, την καπηλεία και τον βλακώδη κομπασμό, που αποτελούν σύνηθες καθεστώς στην εθνική μας αντιπροσωπεία προξενώντας στους νοήμονες όχι γέλωτα αλλά καγχασμό.

ΗΡΑΚΛΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ
*

 

Advertisement