Φόλκερ Γκέρχαρτ

Volker Gerhardt, Σκέψη και απόφαση στον Παναγιώτη Κονδύλη

*

1.

Τίποτα δεν θέτει σε μεγαλύτερη δοκιμασία τη δύναμή μας να ζήσουμε, όσο ο θάνατος – και τούτο, πάνω απ’ όλα, εξαιτίας της οδύνης μας για το ότι πρέπει να ζήσουμε δίχως εκείνους που φεύγουν πριν από μας.

Λένε ότι ο θάνατος όλους μας εξισώνει. Ίσως αυτό να παρηγορεί κάπως όσους υποφέρουν από τις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων. Πράγμα που ενίοτε συμβαίνει στον καθένα. Επειδή ωστόσο είναι πάντα και οι διαφορές των ανθρώπων που μας επιτρέπουν να ζούμε και να ελπίζουμε, η παραμυθία από τούτη την ισότητα ενώπιον του θανάτου έχει τα όριά της. Καθώς ο καθένας οφείλει να ζήσει τη δική του ζωή, η υπαρξιακή ανομοιότητα των ανθρώπων δεν απαλλάσσει κανέναν. Όποιος όμως δεν παραδέχεται καμμιά απολύτως διαφορά, από την παραμυθία δημιουργεί μια προκατάληψη, που τελικά καταστρέφει κάθε αξία.

Στην πραγματικότητα ακόμη και ο ίδιος ο θάνατος επιβεβαιώνει τη μοναδικότητα της ύπαρξης. Διότι μας διδάσκει κατά τρόπο ανέκκλητο ότι καθένας μας έχει τη δική του μοίρα. Η μοναδικότητα, που γίνεται πρόδηλη με τη γέννηση[1] και της οποίας την ευθύνη επωμίζεται  –παραδόξως– ο ίδιος ο άνθρωπος κατά την πορεία της ζωής του, επισφραγίζεται από τον θάνατό του σε ορισμένο τόπο και σε ορισμένο χρόνο. Ακόμα κι αν υπάρχουν γενικοί νόμοι που διέπουν το σώμα, ακόμα κι αν ο καθένας μετέχει στο πεπρωμένο της δικής του εποχής, του δικού του λαού, της δικής του οικογένειας, του δικού του επαγγέλματος και –κυρίως– του δικού του χαρακτήρα, με τον θάνατο κλείνει ο βιοτικός κύκλος ενός ατόμου. Είναι γι’ αυτόν και μόνο τον λόγο που ο θάνατος των άλλων μάς προειδοποιεί ανέκκλητα ότι κι εμείς θα πεθάνουμε. Τι θα μπορούσε να καταφέρει δεινότερο πλήγμα στη γοητευτική μοναδικότητα της ύπαρξής μας απ’ όσο η θέα ενός νεκρού;

Ακόμα και η προηγούμενη εικόνα για τον φόβο του θανάτου είναι αναντικατάστατης ατομικότητας: εγώ o ίδιος πρέπει να ανακαλέσω στη μνήμη μου την οδύνη, την ανείπωτη φρίκη, την απόλυτη ανημπόρια μου ενώπιον του θανάτου ώστε να τον φοβηθώ. Πρέπει να φέρω προ οφθαλμών τη δική μου αδυναμία, τη δική μου α-πορία ή ακόμη το ενδεχόμενο τέλος της δικής μου ύπαρξης, για να μπορέσω να συλλάβω τον θάνατο ως λύτρωση. Και τέλος πρέπει να γνωρίζω ήδη για τον δικό μου θάνατο, ώστε να μπορέσω να ανακαλύψω σ’ αυτόν το πεπρωμένο του Άλλου. (περισσότερα…)

Φόλκερ Γκέρχαρτ, Για την Κοινωνική Οντολογία του Παναγιώτη Κονδύλη

*

Το ακόλουθο άρθρο του Volker Gerhardt, καθηγητή της κοινωνικής φιλοσοφίας και της φιλοσοφίας του δικαίου στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου, πρωτοείδε το φως την 4η Μαΐου 2000 στην εφημερίδα DIE ZEIT ως βιβλιοκρισία για το τελευταίο έργο του Παναγιώτη Κονδύλη, Das Politische und der Mensch. Grundzüge der Sozialontologie, Akademie Verlag, Βερολίνο 1999. (Ελληνική έκδοση: Παναγιώτης Κονδύλης, Το πολιτικό και ο άνθρωπος. Βασικές αρχές της κοινωνικής οντολογίας, 2 τόμοι, μετάφραση Λευτέρης Αναγνώστου, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2007).

~.~

Τη ζωή του ανθρώπου τη νοηματοδοτούν μόνον οι πράξεις του.
Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ

Όσο περισσότερο αφήνουμε πίσω μας τον Εικοστό αιώνα, τόσο περισσότερο θα ανακαλύπτουμε ότι προς τα τέλη του έζησε στη Χαϊδελβέργη ένας διδάκτορας της φιλοσοφίας που, κινούμενος πέρα και έξω από τα πανεπιστημιακά θέσμια, συνέχισε την παράδοση του Μαξ Βέμπερ με τρόπο πιο δημιουργικό και πρωτότυπο απ’ όλους τους κρατικοδίαιτους καθηγητές της πολιτειολογίας, της κοινωνιολογίας και της φιλοσοφίας μαζί. Κι αυτό ισχύει παρά τα όσα σημαντικά συνεισέφερε στην πολιτική θεωρία ένας Καρλ Γιάσπερς, και δεν επιζητεί να αμφισβητήσει τα επιτεύγματα των ιστορικών που εντρυφούν σ’ όλους αυτούς τους κλάδους.

Ο λόγος είναι για τον Παναγιώτη Κονδύλη, ο οποίος στη δεκαετία του ’70 εκπόνησε μια μεγάλη, φιλόδοξη διδακτορική διατριβή πάνω στη Γένεση της διαλεκτικής (1979), χωρίς όμως αργότερα να εξελιχθεί ακαδημαϊκά ούτε στη Χαϊδελβέργη, ούτε στην Αθήνα. Αυτό ήταν, όπως δίχως δισταγμό θα ομολογούσαμε, και συνέπεια της ευρύνοιας του πνεύματός του που ήξερε να χειρίζεται τεράστιους όγκους υλικού και να υπερσκελίζει με τρόπο κυρίαρχο τα όρια των επιμέρους γνωστικών κλάδων. Καθένα από τα κατοπινά του έργα, που ακολούθησαν σε πυκνά διαστήματα, θα μπορούσε να γίνει ανέτως δεκτό στις Φιλοσοφικές Σχολές ως υφηγετική διατριβή. Καθώς όμως τόσο στη Γερμανία, όσο και στην Ελλάδα δεν του παραχωρήθηκε καν η ιδιότητα του υφηγητή, ο Κονδύλης είχε την ευκαιρία να προσδώσει νέο κύρος στον από καιρό, όπως πιστεύαμε, παροπλισμένο τίτλο του «ιδιωτεύοντος λογίου» [Privatgelehrte].

Όλες οι μεγάλες εργασίες του Παναγιώτη Κονδύλη –από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό (1981) και τον Συντηρητισμό (1986) ώς τη Θεωρία του πολέμου (1988) και την Κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη (1990)– αναδιφούν τους ιστορικούς και ανθρωπολογικούς όρους της κοινωνικής σκέψης. Ύστερα από το περιεκτικό πρώτο σχεδίασμα του Ισχύς και απόφαση (1984), μπορούσαμε να εκλάβουμε όλα τα γραπτά του συγγραφέα ως προεργασίες για μια συστηματική και συνολική πραγμάτευση της κοινωνικής φιλοσοφίας.

Πράγματι ο Κονδύλης ξεκίνησε να συντάσσει το έργο αυτό τη δεκαετία του ’90, με κύριο ζητούμενο να περιγράψει και να διευκρινίσει τι τέλος πάντων εννοούμε με την έννοια «κοινωνία»: Πώς την διακρίνουμε από τα συμβεβηκότα του φυσικού περιβάλλοντος; Πώς μπορούμε να συλλάβουμε το ρόλο της ως θεμελιώδους όρου για την ύπαρξη ατόμων και θεσμών, πολιτισμού και πολιτικής; Τι σημαίνει τελικά κοινωνικό γεγονός;

Αυτά είναι τα στοιχειώδη ερωτήματα μιας οντολογίας που δεν θεματίζει το Είναι ως όλον, αλλά εστιάζει όλη της την προσοχή στην κοινωνία. Ο Κονδύλης κάνει λόγο για «κοινωνική οντολογία» και σχεδίαζε να εκθέσει τα θεμελιώδη της γνωρίσματα σε ένα έργο με πάνω από δύο χιλιάδες σελίδες και τον τίτλο Το πολιτικό και ο άνθρωπος. Πρόκειται για εγχείρημα που εκκρεμεί το αργότερο από την εποχή του Κόντ και του Μαρξ. Όμως τα εξαρτημένα ανακλαστικά της κοινωνικής θεωρίας απέναντι σε οτιδήποτε θα μπορούσε να όζει «μεταφυσικής», το αντιστρατεύονταν. Έτσι στον συγγραφέα ανήκει η τιμή ότι αποτόλμησε να καταπιαστεί με ένα μεγάλο σχέδιο, εκεί όπου απέτυχαν οι κοινωνιολόγοι και οι φιλόσοφοι του 19ου και 20ού αιώνα. (περισσότερα…)