τσεχική λογοτεχνία

Steve Sem-Sandberg, Μια νύχτα με τον Χόλαν (και άλλους επισκέπτες)

*

Ακουστικές μνήμες   Επιστρέφω στην Πράγα μαζί με τον ποιητή και τον νυχτακουστή. Ξέρετε τι είναι ένας νυχτακουστής; Νυχτακουστής είναι κάποιος που αφουγκράζεται διαρροές νερού, όλα όσα αποβάλλει μια μεγάλη πόλη. Ακριβώς αυτός ο νυχτακουστής πηγαίνει στο πόστο του στις δέκα το βράδυ και φεύγει ξανά το πρωί, στην ώρα αιχμής, στις έξι ή επτά. Η νύχτα είναι σαφώς η πιο κατάλληλη ώρα για κάποιον που θέλει να αφουγκραστεί διαρροές, όπως τα σαββατοκύριακα είναι προτιμότερα από τις εργάσιμες και ο χειμώνας από το καλοκαίρι. Άλλωστε, μια διαρροή δεν είναι κάτι που απλώς το πιάνεις με τα αυτιά σου στα καλά καθούμενα: απαιτεί κριτική ικανότητα, εμπειρία και μια καλή δόση τύχης. Ο νυχτακουστής ανοίγει το κάλυμμα του υπονόμου, κατεβάζει τον αισθητήρα του και ακούει. Τα αυτιά του ακούν βουητά και νερό να κυλάει σε σωλήνες και αγωγούς δικτύου· μερικές φορές ακούγονται μόνο τικ τακ, όπως ο χτύπος μικρών ρολογιών. Άλλοτε μπορείς να ακούσεις ολόκληρα κτίρια να τραγουδούν, μια ηχητική δόνηση παρόμοια με εκείνες που εμφανίζονται στο κάλυμμα μιας βάρκας ή στον σιδερένιο οπλισμό ενός εργοταξίου όταν κάνει κρύο και φυσάει. Σε αυτό το επάγγελμα αναπτύσσεις την ακοή σου. Ο νυχτακουστής μπορεί να ακούσει άνδρες να αγκαλιάζουν τις γυναίκες τους, να χτυπούν τα παιδιά τους ή να φωνάζουν στοργικά τα σκυλιά τους· μπορεί να ακούσει απορροφητήρες κουζίνας να βουίζουν, πλυντήρια να περιστρέφονται, πόρτες να τρίζουν και να χτυπούν με δύναμη. Μερικά πράγματα ενδεχομένως να τα περιφρονεί, μερικά να τον ελκύουν: είναι μέρος του επαγγέλματος. Ωστόσο, το σημαντικό είναι οι διαρροές, να τις εντοπίσει, να σταματήσουν να στάζουν έστω για λίγο. «Ούτε μια νύχτα χωρίς μια γερή διαρροή», αυτό είναι το μότο του. Την περασμένη εβδομάδα ανακάλυψε μια μεγάλη διαρροή στην περιοχή Λίμπενι. Δεκαπέντε χιλιάδες λίτρα νερού τη μέρα έσταζαν από ένα απλό ενοικιαζόμενο διαμέρισμα, και ο σπιτονοικοκύρης δεν το είχε καν παρατηρήσει. Υπάρχουν επιφανειακές διαρροές, όπως εκείνες που φαίνονται και ακούγονται, και εσωτερικές διαρροές, ακριβώς όπως στους ανθρώπους υπάρχουν τραύματα που φαίνονται και όσα χρειάζονται ένα εκπαιδευμένο μάτι –ή αυτί– για να τα ανιχνεύσει. Αν μέσα σε έναν χρόνο ο νυχτακουστής τύχει να βγει σε σύνταξη, θα έχει σαράντα χρόνια στο επάγγελμα και θα έχει δει και ακούσει τα περισσότερα· όμως γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα σταματήσει να ακούει. Έτσι όπως κάθεται ευθυτενής στην καρέκλα, θα προσπαθήσει να συλλάβει τον πιο φευγαλέο ψίθυρο που περνά μέσα από το αυτί του, αλλά του λείπει το σημαντικότερο: ένα μοτίβο μέσα στο οποίο θα υφάνει τους ήχους. Η ζωή μάς εγκαταλείπει πάντα όταν βρισκόμαστε στη μέση της. Σε αντίθεση με ό,τι πίστευε ο Γιαν Άμος Κομένιους, ο λαβύρινθος δεν ανοίγει όταν πλησιάζουμε στο τέλος του: πεθαίνουμε στη μέση μιας ανάσας, με φωνές που κραυγάζουν ακατανόητες λέξεις στα αυτιά μας. (περισσότερα…)

Γιατί ο Μίλαν Κούντερα δεν επέστρεψε ποτέ στην Τσεχία;

*

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΝΑΚΟΥΛΑ

Στις 11 Ιουλίου πέθανε, σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών, ο σπουδαίος Τσέχος μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος Μίλαν Κούντερα. Αυτοεξόριστος στη Γαλλία από το 1975, πήρε τη γαλλική υπηκοότητα το 1981 (η τσεχική τού είχε αφαιρεθεί το 1979) και σταδιακά άρχισε να γράφει τα έργα του στα γαλλικά, θεωρώντας πια τον εαυτό του Γάλλο συγγραφέα. Η τσεχική υπηκοότητα θα του αποδοθεί και πάλι μόλις το 2019. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, απ’ αυτή την άποψη, η νεκρολογία που δημοσίευσε την 1η Αυγούστου στο ηλεκτρονικό περιοδικό Compact ο Πετρ Ντρουλάκ.[1] Ο Ντρουλάκ, Τσέχος ακαδημαϊκός και πολιτικός, ήταν εκείνος που ως πρέσβης της Τσεχίας στη Γαλλία παρέδωσε στον Κούντερα το έγγραφο το οποίο πιστοποιούσε την επανάκτηση της τσεχικής υπηκοότητας. Στο πολύ όμορφο κείμενό του, ο Ντρουλάκ επιχειρεί ν’ απαντήσει στο ερώτημα γιατί ο Κούντερα δεν επέστρεψε ποτέ στην πατρίδα του, παρά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος και τη φιλελευθεροποίηση μετά το 1989. Ο Ντρουλάκ ισχυρίζεται πως ο Κούντερα είχε σκοπό να επιστρέψει, μαζί με την οικογένεια του, στην Τσεχία: «Μετά το 1989, οι Κούντερα σχεδίαζαν να μοιράζουν το χρόνο τους ανάμεσα στο Παρίσι, στην Πράγα και στο Μπρνο, τη γενέτειρα του Μίλαν. Αλλά αυτό δε συνέβη ποτέ. Λίγα ταξίδια ινκόγκνιτο στην Τσεχία, περιστασιακές επισκέψεις Τσέχων φίλων στο Παρίσι ή στη θερινή του κατοικία στο Τουκέ, συχνά τηλεφωνήματα – αυτό ήταν όλο. Καμία επιστροφή. Γιατί;»

Μία ερμηνεία της παράδοξης συμπεριφοράς του Κούντερα, λέει ο Ντρουλάκ, θα μπορούσε να είναι η αντιπαράθεσή του με τους αντιφρονούντες. Ο Κούντερα «δε γελοιοποιεί μόνο τους κομμουνιστές αξιωματούχους στα μυθιστορήματά του, αλλά αποστασιοποιείται κριτικά και από τους αντιφρονούντες». Η υποψία του Ντρουλάκ ενισχύεται από μια συνέντευξη που έδωσε η σύζυγος του Κούντερα, Βέρα, το 2019, στην οποία αποκάλυψε πόσο θα ήθελαν να επιστρέψουν, αλλά δεν μπορούσαν. «Πολλοί Τσέχοι αναγνώστες σοκαρίστηκαν μαθαίνοντας ότι για δεκαετίες ο Κούντερα αντιμετωπιζόταν με εχθρότητα από τους αντιφρονούντες στην Πράγα, αλλά και από τους αντικομμουνιστές εξορίστους. Οι φίλοι του Χάβελ ήταν ιδιαίτερα δραστήριοι σε αυτές τις επιθέσεις εναντίον του Κούντερα.»

Οι φιλελεύθεροι που υπό την ηγεσία του Βάτσλαβ Χάβελ ανήλθαν στην εξουσία, όταν το καθεστώς κατέρρευσε, είχαν παλιά αντιδικία με τον Κούντερα, εξηγεί ο Ντρουλάκ. Στην πραγματικότητα, τον είχαν περιθωριοποιήσει και τον είχαν απομονώσει ήδη εδώ και δεκαετίες, πολύ πριν απ’ τη Βελούδινη Επανάσταση, και δεν τον είδαν ποτέ με καλό μάτι. Ακόμα και οι εξόριστοι αντιφρονούντες στη Γαλλία τον αντιμετώπιζαν εχθρικά σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ποια ήταν όμως η αιτία της εχθρότητας προς τον Κούντερα εκμέρους της φιλελεύθερης τσεχικής ιντελιγκέντσιας; (περισσότερα…)