δημόσιοι διανοούμενοι

Τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα [2/3]

*

Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών σπουδών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος πάνω τους, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Αυτά ήταν τα θέματα που τέθηκαν στη δημόσια συζήτηση για τη «Σκέψη στην Ελλάδα σήμερα» που διεξήχθη στις 16 Ιουλίου στον Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία, στις εφετινές «Νύχτες του Ιουλίου». Εισηγητές ήταν ο Κώστας Ανδρουλιδάκης, ο Σωτήρης Γουνελάς και η Ιωάννα Τσιβάκου και συντονιστής της συζήτησης ο Κώστας Κουτσουρέλης. Της εισήγησης της Ι. Τσιβάκου που δημοσιεύουμε σήμερα, προηγήθηκε η ανάρτηση εκείνης του Κ. Ανδρουλιδάκη. Θα ακολουθήσει προσεχώς η ομιλία του Σ. Γουνελά.   —  ΝΠ

~.~

της ΙΩΑΝΝΑΣ ΤΣΙΒΑΚΟΥ

Εισαγωγή: Η έκπτωση του στοχασμού

Το πρώτο που μου ήρθε στον νου όταν προσκλήθηκα να μιλήσω για τις τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα, ήταν το νόημα της λέξης «στοχασμός». Ο «στοχασμός» προέρχεται από τη λέξη στόχος, που σημαίνει βάζω σημάδι και το πετυχαίνω. Αναφερόμενος στη σκέψη υπονοεί πως ο νους θέτει ως στόχο ένα ζήτημα υπό διερεύνηση το οποίο επιχειρεί να το διαλευκάνει ως την απώτατη αλήθειά του. Όσο πιο βαθιά εισχωρεί η σκέψη σ’ ένα ζήτημα, τόσο ο στοχασμός συνδέεται με την αναζήτηση της αλήθειας αυτού που στοχάζεται. Η αλήθεια οδηγεί στον πυρήνα των πραγμάτων, στην ουσία τους, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί σε μια μεταφυσική αρχή, ακόμη κι όταν αυτή η αρχή είναι ένα επιστημονικό αξίωμα.

Στα πεδία του κοινωνικού στοχασμού στα οποία θα επικεντρωθώ, η αλήθεια έχει εκδιωχθεί εξ αιτίας του επικρατήσαντος σκεπτικισμού σε όλα τα πεδία της γνώσης. Όταν όμως η αλήθεια χάνει την απολυτότητά της και γίνεται σχετική, η ανεύρεση της σχετικής αλήθειας της κοινωνίας και των επιστημών που την υπηρετούν μοιάζει με τον παράλογο κυνήγι ερμηνείας και κατανόησης μιας πραγματικότητας που εμείς οι ίδιοι έχουμε οικοδομήσει. Κι αυτό, διότι η σκέψη, μην έχοντας κανένα αντικειμενικό θεμέλιο για να ριζώσει, παρά μόνο τον ίδιο τον εαυτό της, γίνεται αυτοαναφορική.

Η αυτοαναφορά συνδέεται με την επανάληψη. Κρατά ένα σύστημα σκέψης, δηλαδή τον νου, κλειστό, καθώς το ίδιο αναπαράγεται και επαναλαμβάνεται μέσα από τις δικές του συνιστώσες, πράγμα που σημαίνει την μη ανανέωσή του καθώς δεν μπορεί να αντλήσει πληροφορίες από τη ζώσα πραγματικότητα. Μόνο μέσω της ετεροαναφοράς, της στροφής της προς το έτερο, ο νους αντιλαμβάνεται δυνάμεις που δρουν στον εξωτερικό κόσμο, όχι αυτόν που ο ίδιος δημιούργησε, αλλά αυτόν που συνιστά το περιβάλλον εντός του οποίου οι διεργασίες του γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν. Οι τρόποι με τους οποίους οι διαδικασίες του νου συνδέονται με το περιβάλλον τους, είναι το μεγάλο ζητούμενο των σύγχρονων επιστημών ─από την βιολογία έως την κοινωνιολογία─, διότι αυτοί οι τρόποι παραπέμπουν στη γένεση του νοήματος και της γνώσης. (περισσότερα…)