«—Όλο; — Μάθε το μισό! Σάμπως ξέρει κανείς πού αρχίζει και πού τελειώνει;… Το μόνο που ενδιαφέρει είναι να το απαγγείλεις με μια φωνή άχρωμη, συρτή και μελαγχολικιά»… Ο Ντίνος Ηλιόπουλος κάνει μάθημα απαγγελίας στην Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου Το δόλωμα (1964).
~.~
*
Παράξενο να το σκέφτεσαι, αλλά υπάρχουν ακόμα ποιητές εκεί έξω που αποδίδουν τα ποιήματά τους με την πιο μονότονη μονοτονία. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι άνω των πενήντα. Τον περασμένο (κυριολεκτικά) αιώνα ήταν του συρμού να διαβάζεις στίχους μονότονα. Υποθέτω ότι ήταν μια αντίδραση στον τρόπο με τον οποίο πολλοί ηθοποιοί κατακρεουργούν ένα ποίημα καθώς το απαγγέλλουν.
Οι περισσότεροι ποιητές μισούν τον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι ηθοποιοί διαβάζουν ποίηση. Κάποιος σοφός παρατήρησε κάποτε ότι οι περισσότεροι ποιητές, όταν λένε δυνατά ένα ποίημα, το κάνουν μετακινούμενοι από σύμφωνο σε σύμφωνο, ενώ οι περισσότεροι ηθοποιοί μετακινούνται από φωνήεν σε φωνήεν. Ο Τζέρεμυ Άιρονς είναι υπέροχος άνθρωπος, αλλά είναι η στερεότυπη περίπτωση ηθοποιού που ξέρει πώς να καταστρέψει ένα ποίημα, ιδίως του Γέητς, επιμηκύνοντας κάθε φωνήεν σαν ουρλιαχτό σκύλου.
Εν πάση περιπτώσει, τον περασμένο αιώνα ο τρόπος με τον οποίο οι περισσότεροι ποιητές επούλωναν κάπως αυτό το τραύμα ήταν να μην βάζουν καθόλου συναίσθημα ή κύμανση φωνής στις δημόσιες αναγνώσεις του. Το συναίσθημα σε ένα ποίημα πιστευόταν ότι έμπαινε ανάμεσα στο κοινό και το ποίημα – ότι επέβαλλε μια ερμηνεία. Πολλοί νόμιζαν ότι αν απέδιδαν ένα ποίημα μονότονα, το κοινό θα είχε την ευκαιρία να συγκεντρωθεί στις λέξεις και να αντιδράσει με τον τρόπο που θα επέλεγε εκείνο, όπως το κάνει κάποιος ρουφώντας τις λέξεις κατευθείαν από τη σελίδα.
Είναι γνωστό ότι ο Πάουλ Τσέλαν χλευάστηκε κάποτε όταν διάβασε τα ποιήματά του με το παραδοσιακό ανατολικοευρωπαϊκό σαμανιστικό ύφος (πάει να πει, με συναίσθημα) σε μια ομάδα Γερμανών ποιητών στο Αμβούργο το 1952. Ένας ακροατής του είπε ότι ο Τσέλαν ακούστηκε σαν τον Γκέμπελς, ένας άλλος είπε ότι ήταν σαν να έψαλλε στη συναγωγή. Παραδόξως, ο μονότονος τρόπος ανάγνωσης της ποίησης δεν έμεινε στα σύνορα της Γερμανίας. Ήταν πολύ διαδεδομένος επίσης σε όλο τον αγγλόφωνο κόσμο και υπήρξε το κυρίαρχο στυλ ανάγνωσης μέχρι τις αρχές του αιώνα μας.
Η slam και η performance poetry έφεραν τα πάνω κάτω – αποδεικνύοντας ότι τα μεγάλα ακροατήρια αντιδρούν καλύτερα στη ζωηρή απαγγελία. Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμη παλαιότεροι ποιητές που διαβάζουν σαν να βρισκόμαστε στο 1983. Είναι συχνά λαμπροί, βαθείς, συναρπαστικοί ποιητές, που όμως καταστρέφουν την ίδια τους τη φήμη μόλις ανοίξουν το στόμα τους εμπρός σε ένα ευρύ ακροατήριο. Το αποτέλεσμα είναι ότι σπανίως πλέον προσκαλούνται επανειλημμένα αφού και οι οργανώτες πια έχουν κουραστεί να ακούν πόσο μονότονοι και πληκτικοί είναι.
ΠΑΤΡΙΚ ΚΟΤΤΕΡ
μετάφραση Βασίλης Πράτσικας
*
*
*