Ρότες | Παναγιώτης Κονδύλης, 80 χρόνια από τη γέννησή του

Το 2023 συμπληρώνονται 80 χρόνια από τη γέννηση και 25 από τον θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη (1943-1998). Με την ευκαιρία της επετείου, το ΝΠ, για το οποίο το έργο του Κονδύλη στάθηκε εξ αρχής βασικό σημείο αναφοράς, αποθησαυρίζει κείμενα είτε του ιδίου του στοχαστή είτε μελετητών του, Ελλήνων και ξένων.

Ἡ παρουσία τοῦ Ζάκ Ντερριντά καί ἡ ἀπουσία τοῦ Παναγιώτη Κονδύλη

*

τοῦ ΤΕΤΟΥ ΣΟΥΡΔΟΥ

~.~ 

Εἰσαγωγή

Ντερριντά καί Κονδύλης. Καί οἱ δύο ὑποβάλλουν σέ αὐστηρό ἔλεγχο τό κοσμοθεωρητικό σχέδιο, μοναδικό στό εἶδος του, πού τεχνούργησε ὁ ἄνθρωπος καί χάρις στό ὁποῖο διαρρύθμισε τήν ἀχανῆ ποικιλία τῶν ἀνθρώπινων ἐκδηλώσεων ὑπάγοντάς τες καθησυχαστικά σέ λίγες παραδεγμένες ἀρχές. Ὁ ἕνας, ὡς οἰονεί μεταφυσικός, ὀπισθοχωρεῖ μέχρι τή διαφωρά, ὁ ἄλλος, ἀφανής καί σκιώδης, διακοσμητικό (;) πρόσωπο σέ ὅλες τίς κεφαλαιώδεις σκηνοθετημένες σημασίες, σχεδόν ἀνώνυμος, εἰσόρμησε στόν διευθετημένο μας κόσμο διασπείροντας ἀνηλεῶς τίς κακές εἰδήσεις του. Πιάνουν τά δυό ἄκρα. Τό εὕρημα τοῦ ἑνός εἶναι γιά τόν ἄλλον ὁριστικός ἀποχαιρετισμός. Ὡστόσο καί οἱ δύο, ὁ ἕνας πρός στιγμήν καί ὁ ἄλλος μόνιμα, συμφώνησαν χωρίς νά φιλιώσουν σέ κάτι: τοῦτος ὁ κόσμος πού ζοῦμε, δέν φυλάσσεται… «Τίποτα δέν συνέβη πρίν ἀπό τό δευτερεῦον». Ἡ ἐν λόγῳ ντερρινταϊκή βραχυλογία θίγει τό οὐσιῶδες μέρος τῆς ὑποθέσεως. Δέν προηγήθηκε καμιά πληρότητα παρουσίας πρίν ἀπό τήν ἔλλειψη. Τό παρόν δέν εἶναι ποτέ πλήρως παρόν, γι’ αὐτό καί εἶναι πάντοτε ἀναγκαία ἡ ἐπανιδιοποίηση ἐκείνου πού ἡ παρουσία στέρησε. Καμιά παρουσία, ἀληθῶς καί πρωτοτύπως, δέν προηγήθηκε∙ καμιά ἐξοχότητα δέν προπορεύτηκε∙ «πάντα ὅμως τήν ὀνειρεύτηκαν καί πάντα τήν ἀναδιπλασίασαν», τήν παρήγαγαν ἐξαλείφοντας τή διαφορά. Ἄν τωόντι κάτι συνέβη πρίν τό δευτερεῦον, τότε θά μποροῦσε κανείς –λ.χ. ὁ Σάφτσμπουρυ ἤ o Χάτσεσον– νά ὑποστηρίξει τήν ἔφεση τῆς ψυχῆς πρός τήν καλοσύνη. Νά δεῖ τόν κόσμο μέ ἄλλα μάτια. Καί ἀντίστροφα: νά θεμελιώσει ἀδιεκδίκητα καί ὁμόφωνα τήν ἠθική ἀξιολόγηση στήν προσαγωγή τοῦ ζῶντος κόσμου σέ αὐτό πού ὄντως τοῦ συνέβη. Στόν Θεό, στή Φύση, στήν Τάξη, στήν Ἰδέα, στό Λόγο ἤ στήν Ἱστορία.

Οἱ πληρεξούσιοι τοῦ πρωτεύοντος κόσμου στομφάζουν ἀδιάκοπα, ἐπειδή πρέπει νά ἀσφαλίσουν τίς κινήσεις τοῦ δευτερεύοντος κόσμου. Νά κλειδώσουν τό ἀπρονόητο σέ οὐρανοκατέβατες πολιτεῖες. Ἄς πάρουμε στήν τύχη τήν «Τάξη»: Ἡ πίστη στήν ἔφεση τοῦ ἀνθρώπου πρός τό καλό προϋποθέτει τήν ὕπαρξη μιᾶς προνοιακῆς τάξης. Ἕνα καλοῆθες σκοπούμενο διοργανώνει λάθρα τόν κόσμο κατασταίνοντας τόν ἄνθρωπο ὑπηρέτη του. Ὁ Ντερριντά, ἀπολύοντας ἕνα δευτερεῦον χωρίς πρωτεῦον, θραύει the great chain of Being. Δέν συνάπτει τή σωτηρία μέ κανένα ἀξίωμα ἤ ὑπούργημα. Ὡστόσο, ὡς γνήσιος μεταφυσικός, ἐλαύνεται ἀπό θεμελιωτικές ἐπί τῆς πορείας τοῦ κόσμου φιλοδοξίες: τό δευτερεῦον, λυτό, χωρίς πρωτότυπο, ἐρημικό θνητό στόν κόσμο, δέν θά τό ἀφήσει ἐν τέλει ἔρμο καί ἀπόξενο – ἂν καί αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἀκριβῶς εἶναι. Ἐν ἀντιθέσει μέ τόν Κονδύλη θά διαφύγει τή σύλληψη, καθώς θά τοῦ ἐπιφυλάξει θερμή ἐντός τῆς φιλοσοφίας ὑποδοχή καί θά τό κατευοδώσει μέ ἕνα σωρό σπάνιας καλοσύνης λέξεις, σχεδιασμένες στό φιλοσοφικό ἐργαστήριο, παντελῶς ἀδέσμευτες ἀπό τό βάρος τῶν κοινωνικῶν φαινομένων καί χωρίς καμιά ἐμπειρική ἰσχύ. Καταλήγει νά γίνει ἕνας σωτηριώδης καί ὠφέλιμος φιλόσοφος.

Θεωρητικά, Κονδύλης καί Ντερριντά θά μποροῦσαν νά εἶχαν συναντηθεῖ γιά μιά στιγμή, ἄν ἀποκόπταμε ἀπό τό ἔργο τοῦ Ντερριντά τά γεροντικά μεσσιανικά κείμενα (ποιός θά ἔκανε, ὅμως, κάτι τέτοιο;) καθώς καί αὐτές τίς προστάτιδες ἀπό τό κονδυλικό κακό «ἀρχι-έννοιες» (ἀρχι-ίχνος, ἀρχι-βία κτλ.), ἄν, δηλαδή, τόν στενεύαμε στό μισό κείμενο τοῦ 1967 – annus mirabilis μιᾶς ὁρισμένης, μεγαλώνυμης, γαλλικῆς διανόησης, ἡ ἐναντιωματική πρόθεση τῆς ὁποίας ἄσκησε σέ ὅσους ἐνασμενίζονταν σέ νεαρή ἡλικία τόν ἀρνητισμό ἀπαράμιλλη γοητεία. Μιά τέτοια θεωρητική στιγμή παρώθησε ἐν μέρει τίς σελίδες πού ἀκολουθοῦν. (περισσότερα…)

Παναγιώτης Κονδύλης, Βιογραφικά στοιχεία και πνευματικοί προσανατολισμοί

*

Το εργοβιογραφικό «Υπόμνημα» που ακολουθεί υποβλήθηκε από τον Παναγιώτη Κονδύλη στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών τον Μάιο του 1980. Ως γνωστόν, η υποψηφιότητά του για καθηγητική έδρα απερρίφθη από τη Σχολή και ο Κονδύλης έκτοτε, παρά τις επανειλημμένες προτάσεις που δέχτηκε κατά καιρούς από Πανεπιστήμια της Ελλάδας και της Γερμανίας, απέρριψε διαρρήδην κάθε ιδέα να ακολουθήσει πανεπιστημιακή σταδιοδρομία. Το «Υπόμνημα» αναδημοσιεύεται εδώ με την ευκαιρία της πρόσφατης συμπλήρωσης 82 ετών από τη γέννηση του μεγάλου Έλληνα στοχαστή (Αρχ. Ολυμπία, 17 Αυγούστου 1943 – Αθήνα, 11 Ιουλίου 1998).

///

Βιογραφικά στοιχεία και πνευματικοί προσανατολισμοί

Γεννήθηκα στις 17 Αυγούστου 1943 στην Αρχαία Ολυμπία Ηλείας. Η οικογένειά μου μετοίκησε το 1949 στη Νέα Ερυθραία Αττικής, όπου άρχισα και ετελείωσα το Δημοτικό Σχολείο. Από το 1955 έως το 1961 μαθήτευσα στο Γυμνάσιο Κηφισιάς. Από τα πρώτα γυμνασιακά μου χρόνια προσπάθησα να συνδυάσω τις υποχρεωτικές μου μαθητικές ένασχολήσεις με την συστηματική εκμάθηση ξένων γλωσσών καθώς και με ελεύθερη μελέτη, που περιλάμβανε όχι μόνο κείμενα της νεοελληνικής και ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, αλλά και έργα ιστορικού και φιλοσοφικού περιεχομένου. Η ιδιαίτερη κλίση μου προς τα αρχαία ελληνικά με οδήγησε, μέσα από την ίδια την μελέτη της γλώσσας, σε μια πρώτη ανακάλυψη του πνευματικού κόσμου των προσωκρατικών, του Πλάτωνα και του Θουκυδίδη, η οποία άφησε ίχνη αρκετά ισχυρά, ώστε να διαγράψουν την πορεία μελλοντικών προβληματισμών μου.

Μετά την αποφοίτησή μου από το Γυμνάσιο έδωσα εξετάσεις στη Νομική Σχολή Αθηνών, επιτυγχάνοντας μεταξύ των πρώτων. Σύντομα διαπίστωσα, ότι οι νομικές σπουδές δεν ικανοποιούσαν τα βαθύτερα ενδιαφέροντά μου, και έτσι τις διέκοψα μετά ένα, μόλις, χρόνο, για να δώσω –το 1963– εισαγωγικές εξετάσεις στην Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Πέτυχα πρώτος μεταξύ τεσσάρων χιλιάδων υποψηφίων και παρέμεινα υπότροφος του ΙΚΥ κατά την διάρκεια των σπουδών μου. Υπήρξα τακτικός ακροατής των παραδόσεων των καθηγητών κ.κ. (κατ’ αλφαβητική σειρά) Βουρβέρη, Ζακυθηνού, Ζώρα, Θεοδωρακοπούλου, Κορρέ, Κουρμούλη, Λουϊζίδη, Μαρινάτου, Σπετσιέρη. Ο τότε καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας κ. Τωμαδάκης μου έκαμε την τιμή να με προσλάβη ως (άμισθο) βοηθό του, και η σχετικά ολιγόχρονη, αλλά έντονη επίδοσή μου στην μελέτη μεσαιωνικών κειμένων μου προσεπόρισε ένα μόνιμο πνευματικό κέρδος, και μάλιστα υπό διπλή έννοια: με βοήθησε να δω την γέφυρα, που συνδέει τον Όμηρο και τον Αισχύλο με τον Παλαμά και τον Ελύτη, και να συλλάβω, έτσι, την θεμελιώδη ενότητα της ελληνικής γλώσσας καθώς και τον έντονο δυναμισμό, ο οποίος απορρέει από την ενότητα αυτή, γεννώντας αδιάκοπα λογοτεχνία υψηλής στάθμης· και οι διαπιστώσεις αυτές μου έδειξαν, με την σειρά τους, την πνευματική στειρότητα κάθε μορφής γλωσσικής μισαλλοδοξίας. (περισσότερα…)

Η διαμόρφωση της ιστορικής μεθόδου του Παναγιώτη Κονδύλη

Ο Παναγιώτης Κονδύλης σε φωτογραφία του 1970.

*

Κοινωνική ιστορία, ιστορία των εννοιών και ιστορία των προβλημάτων

του ΣΩΚΡΑΤΗ ΒΕΚΡΗ

///

1 .  Η Κοινωνική Ιστορία του Κόντσε

Ο Βέρνερ Κόντσε γεννήθηκε το 1910 και πέθανε το 1986, τη χρονιά που ο Κονδύλης δημοσίευσε (και του αφιέρωσε) το βιβλίο του για τον συντηρητισμό — ατυχής συγκυρία, καθώς ο Κόντσε δεν πρόλαβε να δει το έργο όπου οι καρποί της πολύχρονης διδασκαλίας του βρήκαν την πιο ευκρινή τους έκφραση. Στα πρώτα χρόνια της ακαδημαϊκής του πορείας, τα οποία σημαδεύτηκαν από την κατάρρευση της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, την άνοδο του Ναζισμού και το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κόντσε ασχολήθηκε με μια σειρά από θεμελιώδη ζητήματα της γερμανικής ιστορίας, εστιάζοντας στις αγροτικές μειονότητες των ανατολικών και σλάβικων περιοχών.[1] Οι μελέτες αυτής της περιόδου εντάσσονται στην ιστοριογραφική παράδοση της Volksgeschichte, η οποία, παρά τους εμφανείς δεσμούς της με την ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού, υπήρξε σε πολλά επίπεδα καινοτόμα από αμιγώς ιστοριογραφική άποψη.[2] Σε γενικές γραμμές, η ενδιάμεση ζώνη μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, κατοικούμενη από ένα μωσαϊκό εθνοτικών και γλωσσικών μειονοτήτων, καθώς και οι διάφοροι τρόποι με τους οποίους οι τελευταίες εισήλθαν στην τεχνική-βιομηχανική εποχή μέσω των εθνικών επαναστάσεων, αποτέλεσαν την αφετηρία και τον κεντρικό άξονα της ιστοριογραφίας του.[3] Μέσα από αυτές τις ιστορικές, εθνολογικές και κοινωνιολογικές ενασχολήσεις, κατέληξε, μεταξύ άλλων, σε ένα συμπέρασμα που θα αποδεικνυόταν καθοριστικό για τη διάγνωση του Κονδύλη σχετικά με την ιστορία της νεότερης Ελλάδας: πολλές από τις ανατολικές περιοχές εγκολπώθηκαν τα ιδεολογικά ρεύματα της Δυτικής Ευρώπης ενώ στερούνταν τις αστικές δομές της· γεγονός που οδήγησε σε μια «κατάφωρη αναντιστοιχία μεταξύ ιδεολογίας και πραγματικότητας».[4] Όπως ο Κονδύλης θα υπογράμμιζε χρόνια αργότερα, έτσι και ο καθηγητής του, ήδη δεκαετίες πριν, τόνιζε ότι η καχεξία της «bürgerliche Entfaltung» μπορούσε να εξηγήσει πολλά από τα δεινά και τις δυσλειτουργίες των εκάστοτε εξεταζόμενων περιοχών.[5]

Μετά τον πόλεμο, ο Κόντσε αναδείχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες μορφές των γερμανικών ιστορικών επιστημών, εισάγοντας και προωθώντας τη «δομική ιστορία». Το 1957 ανέλαβε καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, όπου ίδρυσε το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Οικονομικής Ιστορίας και Ομάδα Εργασίας για τη Σύγχρονη Κοινωνική Ιστορία, δύο κέντρα έρευνας που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και τη διάδοση του προγράμματος του. Μέχρι και το 1971 ο Κόντσε ονόμαζε την προσέγγισή του «δομική ιστορία» (Strukturgeschichte) και όχι «κοινωνική ιστορία» (Sozialgeschichte). Τον όρο «δομή» τον παρέλαβε από τον Γάλλο ιστορικό Φερνάντ Μπρωντέλ και τη σχολή Annales.[6] Στόχος της μεθοδολογίας που εισήγαγε ήταν η σύνθεση της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ιστορίας υπό μια ενιαία «οργανωτική αρχή»—το συγκολλητικό υλικό, θα μπορούσαμε να πούμε—που εκφραζόταν μέσω της έννοιας της δομής. Ο ίδιος συχνά έκανε λόγο για «αλληλεπίδραση» (Wirkungszusammenhang) των κοινωνικών δομών, των πολιτειακών και συνταγματικών θεσμών και της πολιτικής, με τρόπο που θυμίζει την αντίστοιχη χρήση του όρου από τον Ντίλταϋ, αν και ο Κόντσε σπανίως αναφέρεται ρητά στις θεωρητικές του πηγές.[7] Από το 1971 και έπειτα, τη χρονιά δηλαδή που ο Κονδύλης εγκαταστάθηκε στην Φρανκφούρτη, ο Κόντσε εγκατέλειψε τον όρο «δομική ιστορία» και τον αντικατέστησε με αυτόν της «κοινωνικής ιστορίας», καθώς αντιλήφθηκε πως η προσέγγισή του διέφερε ουσιωδώς από αυτήν της Annales. Κι αυτό γιατί η κοινωνική ιστορία του Κόντσε περιλάμβανε τόσο την πολιτική ιστορία όσο και την ιστορία των εννοιών, δύο διαστάσεις που είναι απούσες από το έργο των Annalistes. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Ντήτριχ Χαρτ, ο Κονδύλης αναγνώρισε αμέσως στις μεθοδολογικές προϋποθέσεις της κοινωνικής ιστορίας του Κόντσε μια συγγένεια με τους βεμπεριανούς ιδεοτύπους, τους οποίους είχε ήδη αξιοποιήσει παραγωγικά στην μονογραφία του για τον Μακιαβέλλι.[8] (περισσότερα…)

«Οι αγαπημένοι ποιητές δεν μου μιλούν τώρα την ίδια γλώσσα»: Μια επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη στον Βέρνερ Κόντσε

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

///

Ο Werner Conze υπήρξε, με τα λόγια του ίδιου του Κονδύλη, ο άνθρωπος «που διαμόρφωσε και πλούτισε τα πρώτα μου χρόνια στην Χαϊδελβέργη όπως κανένας άλλος». Αυτή η διαπίστωση δεν ισχύει μόνο για τον Κονδύλη, καθώς ο Κόντσε υπήρξε ίσως ο επιδραστικότερος ιστορικός της μεταπολεμικής Δυτικής Γερμανίας, ο άνθρωπος που εισήγαγε καινοτόμες μεθόδους κατανόησης των ιστορικών φαινομένων και στο ερευνητικό πρόγραμμα του οποίου θήτευσαν μια πλειάδα διακεκριμένων ιστορικών. Επιλέξαμε να μεταφράσουμε την ακόλουθη επιστολή, αφ’ ενός επειδή καταδεικνύει τον βαθύ σεβασμό που έτρεφε ο Κονδύλης για τον καθηγητή του, αφ’ ετέρου επειδή αποκαλύπτει πτυχές της ανθρώπινης πλευράς του Έλληνα φιλοσόφου — μιας πλευράς που στα γραπτά του συχνά χάνεται κάτω από τη μυστηριώδη αχλύ του ασκητικού επιστήμονα.

Για την άδεια της δημοσίευσης, ευχαριστούμε θερμά την αδελφή του στοχαστή κ. Μέλπω Κονδύλη-Μπούμπουλη. Στο δεύτερο μέρος του μικρού δίπτυχου αυτού αφιερώματος στη σχέση των δύο επιφανών στοχαστών, θα αναρτηθεί αύριο η μελέτη μου «Η διαμόρφωση της ιστορικής μεθόδου του Κονδύλη: Κοινωνική ιστορία, ιστορία των εννοιών και ιστορία των προβλημάτων».

///

29.06.1980

Αξιότιμε κύριε καθηγητά,

Επιτρέψτε μου να σας απευθύνω μερικές γραμμές από την εξορία μου, ώστε να διατηρήσω τουλάχιστον ζωντανό το αίσθημα ότι οι δεσμοί μου με τους ευλογημένους σας τόπους, όπου το πνεύμα καταφέρνει ακόμη, σε κάποιο βαθμό, να ζει και να δημιουργεί, δεν έχουν διαρραγεί. Δυστυχώς, δεν έχω να σας καταθέσω σχεδόν καμία πνευματική πρόοδο από την πλευρά μου, καθώς οι λαλίστατοι και φιλοτάξιδοι εδώ φίλοι μου φροντίζουν να με αποτρέπουν από οτιδήποτε αξιοσημείωτο στον τομέα αυτό. (περισσότερα…)

Το αληθινό πρόσωπο της Φύσης

*

«Όταν καθιερωμένοι θεσμοί και παμπάλαια έθιμα παραμερίζονται στο άψε-σβήσε, όταν τα ιερά δεσμά της θρησκείας και της ηθικής καταρρακώνονται αιφνίδια, όταν ακόμα και οι λέξεις αλλάζουν τη σημασία τους – τότε γίνεται ηλίου φαεινότερον ότι όλα αυτά είναι τεχνητές κατασκευές και θεσμίσεις, όχι γεννήματα της Φύσης. Πίσω από το σκισμένο προσωπείο των θεσμίσεων προβάλλει τώρα το αληθινό πρόσωπο της Φύσης: είναι το πρόσωπο των Αθηναίων όταν ζητούν από τους Μηλίους να υποταγούν. Δεν το ζητούν με τη συνείδησή τους βεβαρυμμένη, δεν πιστεύουν ότι έτσι παραβιάζουν τη θεία τάξη, γιατί η θεία ή φυσική τάξη, ο εσώτερος νόμος του Όντος είναι ακριβώς ο νόμος του ισχυρότερου. Μόνο οι αδύνατοι αντλούν από τη θεία ή φυσική τάξη μιαν ηθική – όμως η ηθική, ως επιχείρημα και ως όπλο, δεν μπορεί να είναι ισχυρότερη από όσους υποχρεώνονται να καταφύγουν σ’ αυτήν. Η πίστη στην υπερίσχυση των ηθικών κανόνων γεννά απλώς φρούδες ελπίδες, ωθεί σε απελπισμένες και αυτοκαταστροφικές ενέργειες. Η πράξη θα όφειλε να προσανατολίζεται στους κανόνες της φρόνησης, οι οποίοι πάλι πρέπει να υπηρετούν τη φυσική επιταγή της αυτοσυντήρησης. Βεβαίως, η αυτοσυντήρηση έχει διαφορετικό νόημα για τον ισχυρό, ο οποίος μπορεί να διατηρήσει την ισχύ του μονάχα διευρύνοντας την συνεχώς, και για τον αδύνατο, ο οποίος σώζεται ανταποκρινόμενος στις επιθυμίες του ισχυρότερου».

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ

*

*

*

Ο Κονδύλης και οι επιστημολογικές μεταθεωρίες [Β]

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Ο Κονδύλης δεν ορίζει κάποια, έστω και εντελώς γενικά, κριτήρια με βάση τα οποία μπορεί να κριθεί η θεωρία του, αλλά και οι υπόλοιπες θεωρίες. Επιμένει όμως εμφατικά στο γεγονός ότι η θεωρία του είναι εμπειρικά ελέγξιμη και μάλιστα κατά το πλείστον ελεγμένη μέσα από τα μεγάλα έργα του, τα οποία ως εφαρμογές της γενικής του θεωρίας δεν έχουν ανασκευασθεί από άλλες εργασίες, εμπειρικού επίσης περιεχομένου.

Τι σημαίνει άραγε αυτό το «εμπειρικά ελέγξιμη» για τον Κονδύλη; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη: η ιστορική επαλήθευση. Ολόκληρο το ιστοριογραφικό του έργο (Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, Συντηρητισμός, Η κριτική της μεταφυσικής, Θεωρία του πολέμου, Ο νεοελληνικός Διαφωτισμός, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού) θεωρούσε ότι ήταν εμπειρική απόδειξη της Περιγραφικής Θεωρίας της Απόφασης (Ισχύς και Απόφαση, Επιστήμη, Ισχύς και Απόφαση) που αποτελούσε τη θεωρητική του αρχή.

Με την απάντηση αυτή κάπου στο βάθος της οθόνης εμφανίζεται η φιγούρα του Χέγκελ μέσω Κοζέβ:

«για τον μεγάλο Γερμανό φιλόσοφο, το αποτέλεσμα της κλασσικής “διαλεκτικής”, του “διαλόγου”, δηλαδή η νίκη σε μια “συζήτηση” καθαρά λεκτική, δεν αποτελεί επαρκές κριτήριο αλήθειας. Με άλλα λόγια η “διαλεκτική” που κινείται στο επίπεδο του λόγου δεν μπορεί, κατά τη γνώμη του, να καταλήξει ως τέτοια σε οριστική λύση ενός προβλήματος (δηλαδή λύση που παραμένει αμετάβλητη σε όλη τη διάρκεια του χρόνου που την ακολουθεί). Για τον απλό λόγο ότι, αν αρκεστούμε στην ομιλία, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να “εξαλείψουμε” οριστικά ούτε τον αντιλέγοντα ούτε συνεπώς την ίδια την αντίφαση, γιατί ανασκευάζω κάποιον δεν σημαίνει κιόλας ότι τον νικώ. Η “αντίφαση” ή η “αντιμαχία” δεν μπορούν να “αρθούν διαλεκτικά” παρά μόνο στο μέτρο όπου διαδραματίζονται στο ιστορικό πεδίο της ενεργούς κοινωνικής ζωής».[1]

Γράφει ο Κονδύλης[2] (περισσότερα…)

Το μεταφιλοσοφικό επιχείρημα στο Ισχύς και Απόφαση του Παναγιώτη Κονδύλη

Η φωτογραφία από τη σελίδα του Αιμίλιου Καλιακάτσου στο facebook.

*

του ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΛΦΟΠΟΥΛΟΥ

Το Ισχύς και Απόφαση [1] του Παναγιώτη Κονδύλη είναι ένα ιδιότυπο φιλοσοφικό κείμενο, η δε ιδιοτυπία του φανερώνεται από τις πρώτες σελίδες και μέσω μιας έλλειψης. Σε όλο το κείμενο δεν υπάρχει ούτε μία παραπομπή σε κάποιο άλλο έργο ή συγγραφέα. Αυτό το στοιχείο δε σημαίνει οτι ο Κονδύλης δε συνδιαλέγεται με άλλα φιλοσοφικά ρεύματα ή ιδέες. Συνδιαλέγεται είτε άμεσα, όπως με τις αναφορές στον υπαρξισμό και στον πραγματισμό στο δεύτερο κεφάλαιο, είτε κεκαλυμμένα[2]. Άλλωστε ο Κονδύλης, που περισσότερο λειτουργούσε ως ιστορικός των ιδεών στις πρώτες διακόσιες σελίδες του βιβλίου του Η κριτική της μεταφυσικής σκέψης στη νεότερη σκέψη, για παράδειγμα, έχει 495 παραπομπές[3]. Επομένως, προκείται για στυλιστική επιλογή. Η γραπτή φιλοσοφία άλλωστε παραμένει κείμενο και ως τέτοιο στυλιστικές, εκφραστικές και γενικά συγγραφικές επιλογές μπορούν να αποκτήσουν ειδικό βάρος, να σημαδιοδοτήσουν εμπράκτως μια φιλοσοφική θέση του συγγραφέα. Εν προκειμένω, η απουσία παραπομπών θεωρώ ότι εκφράζει εμπράκτως μια μεταφιλοσοφική θέση του Κονδύλη που διατυπώνεται στο ίδιο αυτό κείμενο.

Πριν όμως αναφερθώ στη θέση αυτή, θα ήθελα να επισημάνω το γεγονός ότι ο Κονδύλης ασφαλώς και δε νιώθει την ανάγκη να αποδείξει μέσω παραπομπών ότι το φιλοσοφικό έδαφος στο οποίο στέκεται είναι στερεό, μιας και η δημοσίευση έργων που προηγούνται –αλλά και ακολουθούν– είναι μάρτυρες της φιλοσοφικής του εμβρίθειας. Μια παρόμοια περίπτωση είναι και ο Ζίλ Ντελέζ, ο οποίος, πριν να εκδώσει τη δική του φιλοσοφία, γράφει για μια σειρά διαφορετικών στοχαστών, από τον Λάϊμπνιτς και τον Σπινόζα μέχρι τον Μπερξόν και ασφαλώς τον Νίτσε[4]. Παρόλαυτα, στο κατεξοχήν φιλοσοφικό του έργο –σε αυτό που παρουσιάζει τις δικές του απόψεις– δε φείδεται βιβλιογραφικών παραπομπών. Επομένως δε συνδέεται μονάχα με την κατακτημένη δυνατότητα του να μην παραπέμπει, η συγκεκριμένη επιλογή του Κονδύλη να μην το κάνει. Τέλος μια παρατήρηση για τον όρο μεταφιλοσοφία, πριν προχωρήσω στη συζήτηση για τη θέση αυτή καθαυτή. Ο όρος ‘μεταφιλοσοφία’ αναφέρεται στη σκέψη σχετικά με την ίδια τη φιλοσοφία, το χαρακτήρα της ως ξεχωριστού είδους σκέψης, τη μέθοδο της, το μέλλον και τη δυνατότητα φιλοσοφικής προόδου, της επίλυσης των αντιστοιχων προβλημάτων, ας πούμε του γιατί να υπάρχει κάτι αντί για τίποτα. Πρόκειται για όρο που εμφανίζεται σχεδόν αποκλείστικα στην αναλυτική παράδοση, και προφανώς έχει να κάνει με την εξειδίκευση, τον πανεπιστημιακό και ως ένα βαθμό πλέον εμπορευματοποιημένο χαρακτήρα των ιδρυμάτων αυτών, που οδηγούν σε μεγαλύτερο κατακερματισμό του αντικειμένου. Στην ηπειρωτική παράδοση ο όρος δεν απαντάται συχνά και μάλλον συνοψίζεται στην άποψη του Χάϊντεγκερ ότι όποιος φιλοσοφεί αναγκαστικά σκέφτεται και πάνω στην ίδια τη φιλοσοφία. Στην εποχή των τμημάτων που προσφέρουν όμως φιλοσοφία στη lingua franca των αγγλικών, χρησιμοποιώ τον όρο ‘μεταφιλοσοφία’ προς διευκόλυνση συνεννόησης. Ο ίδιος ο Κονδύλης ή άλλοι στοχαστές της ηπειρωτικής παράδοσης και της εποχής του, μάλλον δε θα τον χρησιμοποιούσε. (περισσότερα…)

«Ο επιστήμονας δεν υποκλίνεται δεξιά και αριστερά»: Μια ανέκδοτη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη

Πηγή φωτογραφίας: Αιμίλιος Καλιακάτσος, facebook

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Ο Stefan Breuer (1948) είναι ομότιμος καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου και εκ των σημαντικότερων μελετητών του βεμπεριανού έργου. Στο βιβλίο του Ανατομία της συντηρητικής επανάστασης (Anatomie der konservativen Revolution, 1993) επεξεργάστηκε με συστηματικό τρόπο ορισμένες βασικές θέσεις του Κονδύλη για τον συντηρητισμό. Στην επιστολή που ακολουθεί, την οποία παρουσιάζουμε για πρώτη φορά στη δημοσιότητα, ο Κονδύλης σχολιάζει εν συντομία μερικά βασικά πορίσματα του βιβλίου. Πέρα από ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις τεχνικής φύσεως, σημαντική είναι η διαπίστωσή του πως «κανείς δεν μπορεί να συγγράψει με επάρκεια γερμανική ιστορία, και γερμανική ιστορία ιδεών, αν δεν απαγκιστρωθεί από τα διάφορα μυθολογήματα και ιδεολογήματα περί γερμανικού ‘‘ξεχωριστού δρόμου’’». Κι αυτό διότι ο Κονδύλης υπήρξε, μεταξύ πολλών άλλων, ένας από τους δριμύτερους και συνεπέστερους πολέμιους κάθε θεωρητικού λόγου που, ρητώς ή αρρήτως, υποβαστάζεται από μια εξελικτικής υφής φιλοσοφία της ιστορίας. Θα ήταν ενδιαφέρον να εξεταστεί κάποτε πόσες διαφορετικές θεωρίες του 20ού αιώνα απέρριψε και εν συνεχεία κατέρριψε ο Κονδύλης με κύριο γνώμονα αυτό το κριτήριο.

Η επιστολή προς τον Μπρώυερ είναι η τρίτη και τελευταία ανέκδοτη επιστολή του Κονδύλη που εντοπίσαμε σε γερμανικά αρχεία και παρουσιάζουμε σε δική μας μετάφραση αυτόν τον Ιούλιο στο Νέο Πλανόδιον. Προηγήθηκε εκείνη προς τον ιστορικό Έρνστ Νόλτε και ακολούθησε μία ακόμη προς τον καθηγητή Michael Theunissen. Για την άδεια της δημοσίευσης, ευχαριστούμε θερμά για μία ακόμη φορά την κ. Μέλπω Κονδύλη-Μπούμπουλη.

Επιλέξαμε να συνοδεύσουμε την επιστολή με την μετάφραση μιας συνέντευξης που έδωσε ο Μπρώυερ στον Harald Dietz τον Δεκέμβριο του 2014 στo πλαίσιo πρωτοβουλίας του «Κύκλου Φίλων Παναγιώτη Κονδύλη» (Freundeskreis Panajotis Kondylis e.V.).

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΒΕΚΡΗΣ
υποψήφιος διδάκτωρ φιλοσοφίας
των Πανεπιστημιών Βόννης και Σαιντ Άντριους

~.~ (περισσότερα…)

Ο Κονδύλης και οι επιστημολογικές μεταθεωρίες [A]

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Ο Παναγιώτης Κονδύλης ασκεί κριτική σε όλες τις επιστημολογικές μεταθεωρίες οι οποίες προτείνουν κριτήρια με βάση τα οποία να μπορούν αξιολογηθούν ως προς την αλήθεια και την εγκυρότητα οι επιστημονικές θεωρίες. Γράφει:

 «Εδώ είναι αδιάφορο αν οι γενικεύσεις (εμπειρικών παρατηρήσεων) διατυπώνονται με αφετηρία τις εμπειρικές παρατηρήσεις ή αν εκφέρονται υποθετικά για να επαληθευθούν εμπειρικά εκ των υστέρων﮲ στην πραγματικότητα οι δύο τούτοι modi procedendi είναι αδιαχώριστοι στην επιστημονική πρακτική. Όσο κι αν αυτή η πρακτική παραλλάζει, θα κινείται πάντοτε κάπου ανάμεσα στους δύο πόλους της θεωρητικής γενίκευσης και της εμπειρικής διαπίστωσης﮲ το γεγονός ότι η θεωρία διαποτίζει τη σύλληψη της εμπειρίας διόλου δεν σημαίνει ότι μπορεί να διασωθεί ενάντια σε όλες τις εμπειρικές μαρτυρίες, όποια μορφή και να πάρει […]  Η ιστορία των επιστημών δείχνει ωστόσο πόσο ρευστά είναι αυτά τα πράγματα και πόσο γρήγορα μεταβάλλονται ενίοτε οι κρατούσες μεθοδολογικές αντιλήψεις. […] Οι λεγόμενες «μεθοδολογικές συζητήσεις» σχετίζονται περισσότερο με τον σχηματισμό ιδεολογικών παρατάξεων εντός του στρώματος των επιστημόνων και λιγότερο με την ουσιαστική πρόοδο της γνώσης»[1].

Και ακόμα: (περισσότερα…)

«Επιτρέψτε σ’ έναν αμαρτωλό να διαπράξει μια βλασφημία»: Μια άγνωστη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη περί αληθείας

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Η ακόλουθη επιστολή στάλθηκε από τον Παναγιώτη Κονδύλη στον δεύτερο επιβλέποντα της διατριβής του, Michael Theunissen (1932-2015), καθηγητή της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Εκτιμάται ότι γράφτηκε ανάμεσα στον Δεκέμβριο του 1977 και τον Φεβρουάριο του 1978, δηλαδή αμέσως μετά την προφορική υποστήριξη της διατριβής και την απονομή του διδακτορικού τίτλου από το Πανεπιστήμιο. Η αφορμή που παρακίνησε τον Κονδύλη να συντάξει την επιστολή δεν είναι άλλη από την γνωστή έριδα που προέκυψε μετά την χαμηλή βαθμολόγηση της διατριβής του (έλαβε magna cum laude αντί για summa cum laude) — μιας διατριβής, που, θυμίζουμε, είχε ως θέμα την γένεση της διαλεκτικής μέσα στους κόλπους του γερμανικού ιδεαλισμού και η οποία ξεπερνούσε τις χίλιες σελίδες ανάλυσης (μεγάλο μέρος του μεταγενέστερου αυτοτελούς βιβλίου Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός ήταν ενσωματωμένο ήδη μέσα στην διατριβή).

Λίγο καιρό αργότερα, κι έχοντας πια αποδεχτεί την τελική έκβαση της υπόθεσης, ο Κονδύλης απευθύνει για τελευταία φορά τον λόγο στον καθηγητή του με την πρόθεση να καταστήσει σαφείς τους ανυπέρβλητους φραγμούς που χωρίζουν την ιστορική από την φιλοσοφική ερμηνεία της ιστορίας της φιλοσοφίας. Σχολιάζοντας το περιστατικό σε επιστολή του προς τον κορυφαίο Γερμανό ιστορικό Werner Conze (1910-1986), του οποίου υπήρξε μαθητής στο Πανεπιστημίο της Χαϊδελβέργης, ο Κονδύλης γράφει πως έχουμε εδώ να κάνουμε με μια σύγκρουση μεταξύ ενός «ιστορικά θεμελιωμένου σχετικισμού» και μιας «απολυταρχίας της αλήθειας». Ο Κονδύλης έμεινε πιστός μέχρι το τέλος της συγγραφικής του πορείας στον —σοφιστικών καταβολών— «ιστορικά θεμελιωμένο σχετικισμό», τον οποίον υπερασπίζεται, με τον χαρακτηριστικό πολεμικό του τόνο, σε αυτό το γράμμα. Δυστυχώς, ο Μίχαελ Τώυνισσεν δεν απάντησε ποτέ στις φιλοσοφικές ενστάσεις του μαθητή του, στερώντας μας την ευκαιρία να ακούσουμε την δική του οπτική.

(περισσότερα…)

«Χάιντεγκερ, ένας ιερέας του Είναι»: Μια άγνωστη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Ο Παναγιώτης Κονδύλης και ο σπουδαίος Γερμανός ιστορικός Ernst Nolte (1923-2016) ξεκίνησαν να αλληλογραφούν στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Έκτοτε διατήρησαν τακτική επικοινωνία μέσω επιστολών, οι οποίες συχνά συνοδεύονταν από την αποστολή κάποιου βιβλίου, αφορμής για περαιτέρω σχολιασμό και πνευματική εμβάθυνση. Από το ύφος και το περιεχόμενο των επιστολών αποκομίζει κανείς την εντύπωση πως οι δύο ιστορικοί ανέπτυξαν σχέση αμοιβαίας πνευματικής εκτίμησης και σεβασμού.

Στην επιστολή που επιλέξαμε να μεταφράσουμε και να παρουσιάσουμε εδώ, ο Κονδύλης υπερασπίζεται ένα σχόλιο κοινωνιολογικού χαρακτήρα στο οποίο είχε προβεί κατά την ανάλυση της φιλοσοφίας του Μάρτιν Χάιντεγκερ στο βιβλίο του Η κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη. Ο Νόλτε είχε προηγουμένως επιρρίψει στον Κονδύλη ότι το συγκεκριμένο σχόλιο δεν κινείται στο ύψος της συνήθους αναλυτικής δεινότητάς του, τονίζοντας παράλληλα πως μια τέτοια προσέγγιση αδικεί τον διεισδυτικό και πρωτότυπο χαρακτήρα της χαϊντεγκεριανής κριτικής στην τεχνική και τη βιομηχανία. Ο Κονδύλης, που ως γνωστόν δεν έτρεφε καμία συμπάθεια για το έργο του Χάιντεγκερ, επιχειρεί να διασαφηνίσει εν συντομία υπό ποιες προϋποθέσεις είναι γόνιμες οι κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της φιλοσοφίας. Για την διευκόλυνση του αναγνώστη, παραθέτουμε το εδάφιο γύρω από το οποίο περιστρέφεται η συζήτηση:

(περισσότερα…)

Παναγιώτης Κονδύλης, Ο «συντηρητισμός» ως σύγχρονο πολιτικό σύνθημα

*

Η εκτίμησή μας ότι ο συντηρητισμός είναι ένα σαφώς διακριτό, αναγνωρίσιμο και από μακρού περατωμένο κοινωνικoπνευματικό φαινόμενο της περιόδου κατά την οποία συντελέστηκε η μετάβαση από την societas civilis στον δυαδισμό κράτους και κοινωνίας, μπορεί να πιστοποιηθεί από το γεγονός ότι όσοι σήμερα καλούνται ή αυτοαποκαλούνται «συντηρητικοί», ελάχιστα κοινά έχουν με τους αρχικούς φορείς του ονόματος, αφού προσδίδουν στους παλαιούς συντηρητικούς κοινούς τόπους, όσο αυτοί παραμένουν ακόμη σε χρήση, νέο ουσιαστικά περιεχόμενο.

Κανείς σχεδόν σημερινός «συντηρητικός» δεν επιζητεί να ανατρέψει τον θεμελιώδη χωρισμό κράτους και κοινωνίας (ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει), κανείς σχεδόν δεν αμφισβητεί την ισονομία ή τα «ανθρώπινα δικαιώματα» (κάθε άλλο μάλιστα), και κανείς σχεδόν δεν διανοείται να καταργήσει τα όρια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου ή νομιμότητας και ηθικής, τα οποία πρωτοχαράχτηκαν στον αγώνα κατά της societas civilis· ακόμη και οι σχέσεις ατόμου και ομάδας ή ζητήματα όπως η ελευθερία της πνευματικής δημιουργίας, λ.χ., κατανοούνται συνήθως από τους σημερινούς «συντηρητικούς» με τρόπο ολότελα διαφορετικό από εκείνον των υποτιθέμενων προδρόμων τους. Αν όμως τα πράγματα έχουν έτσι, τότε το πραγματικό μέλημα της επιστημονικής έρευνας δεν είναι να εξηγήσει την επιβίωση και διάρκεια του συντηρητισμού ως κοινωνικού φαινομένου, αλλά αντίθετα να καταστήσει κατανοητό γιατί ο συντηρητισμός ως έννοια παραμένει ακόμη σε χρήση, ποιες δηλαδή πολεμικές και ιδεολογικές ανάγκες ωθούν στην καταφυγή σ’ αυτόν.

Ας σημειωθεί εκ προοιμίου ότι η χρήση της έννοιας του συντηρητισμού από σύγχρονα κοινωνικοπολιτικά ρευμάτα που ελάχιστη σχέση έχουν με τον συντηρητισμό ως ιστορικό φαινόμενο και μάλιστα βρίσκονται στους αντίποδές του, συσκοτίζει ακόμη περισσότερο τη φύση του τελευταίου. Έτσι, πάνω στο ιστορικό φαινόμενο του συντηρητισμού προβάλλονται θέσεις και επιθυμίες (κατά πολύ) μεταγενέστερες, οι οποίες στην πραγματικότητα δεν έχουν σχέση μ’ αυτόν τον ίδιο αλλά με την (επίσης κατά πολύ μεταγενέστερη) χρήση της έννοιάς του. Το ότι σημερινοί «συντηρητικοί», που κατά κύριο λόγο αγωνίζονται ενάντια στον επαναστατικό «ολοκληρωτισμό», παρουσιάζουν τους αντεπαναστάτες της εποχής γύρω στο 1800 ως εκφραστές της δικής τους αντίληψης περί ελευθερίας, ενίοτε μάλιστα και ως υπερόπτες και επιφυλακτικούς θιασώτες του όψιμου φιλελευθερισμού, παρεμβάλλει χωρίς αμφιβολία σημαντικά προσκόμματα στην κατανόηση του συγκεκριμένου ιστορικού χαρακτήρα του συντηρητικού φαινομένου. (περισσότερα…)