Day: 31.12.2025

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ὁ Πολιτισμὸς εἰς τὸ χωρίον

Ἔργο τοῦ Σωτήρη Σόρογκα

*

Ὡς πρὸς τὴν δευτέραν Στέργαιναν, δυστυχῶς δὲν ἠλήθευσε τὸ ρητόν, «ἡ πρώτη δούλα, ἡ δεύτερη κυρά». Ἡ Θοδωριά, ἡ πτωχή, ὑπέφερεν ὅλας τὰς ἀγγαρείας, ὅσας τῆς ἐπέβαλλεν ὁ σύζυγός της. Ἀσβεστὰς ἐκεῖνος, φουρνάρισσα αὐτή. Τὸ πτωχὸν νήπιον, ὁ Ἐλευθέρης, δὲν εἶχε χορτάσει τὸ γάλα τῆς μητρός του. Ἐφαίνετο γηράσασα ἤδη, ἂν καὶ μόλις εἶχεν ὑπερβῆ τὸ τριακοστὸν πέμπτον ἔτος. Ὁ μπαρμπα-Στέργιος, δεκαπέντε ἔτη μεγαλύτερός της, τὴν εἶχε πάρει εἰς δεύτερον γάμον, καὶ μάλιστα μὲ τὸ σπαθί του· τὴν ἔκλεψε. Ὁ μικρὸς Ἐλευθέριος, τετραέτης ἤδη, ἦτο ζαρωμένος, χλωμός, ζουριασμένος καὶ ἡ μήτηρ του οὔτε νὰ τὸν θρέψῃ ἦτο ἱκανὴ οὔτε νὰ τὸν «ἀποκόψη» ἠδύνατο. Οἱ μαζοί της, ὡς νὰ εἶχαν παραψηθῆ ἀπὸ τὴν ἀντιλαμπὴν τοῦ φούρνου, ἐκρέμαντο μαραμμένοι ὑπὸ τὴν τραχηλιάν, καὶ ὁ μικρὸς δυσκόλως εὕρισκεν ἐκεῖ σταγόνα γάλακτος.

Τῆς εἶχαν πεθάνει τὰ δύο πρῶτα παιδιά της, τὸ ἓν θῆλυ, τὸ ἄλλο μικρὸν ἀγόρι, καὶ τώρα ὅλαι αἱ ἐλπίδες της ἐκρέμαντο εἰς τὸν Λευθέρην. Ἀλλὰ μέγας φόβος τὴν εἶχε κυριεύσει, διότι καὶ αὐτό της τὸ παιδὶ ἦτον ἄρρωστον. Ἄ! ἡ καρδούλα της ἦτον καμένη! Καλύτερα νὰ μὴ ᾽μβαίνῃ στὸν κόσμο ἄνθρωπος. Ἐνθυμεῖτο μετὰ σπαραγμοῦ τὴν στιγμήν, ὅταν «ἀγγελιάστηκε» τὸ μικρὸν κοράσιόν της. Πηγαίνει καὶ τὸ βρίσκει στὴν κούνια του, ξερό, μελανό, μισοπεθαμένο. Βάζει μιὰ φωνή. Τρέχουν δυὸ γειτόνισσες. «Τί ἔχεις; Τί εἶναι;» «Τὸ παιδί μου! Τὸ παιδί μου!» Φωνάζουν τὸ γιατρό. Ὅσο νὰ ᾽ρθῇ ὁ γιατρός, τὸ κορίτσι «ἔσωσε». Σὲ μιὰ ὥρα, μιὰ ὡρίτσα! Ἦρθεν ἡ γειτόνισσα ἡ Κατερίνα ἡ Μπροστινή, τὸ σαβάνωσε· ἡ Θοδωριὰ ἔψαξε καὶ ηὗρε τὰ ρουχάκια του· ἔσκυφτε μὲς στὴν κασσέλα νὰ τὰ εὕρῃ, κ᾽ ἐμοιρολογοῦσε σιγανά! Ἡ Κατερίνα τὴν ἐμάλωνε, λέγουσα ὅτι δὲν μοιρολογοῦν τὸν νεκρόν, πρὶν τὸν ἐνδύσουν. Τὸ στόλισαν ὄμορφα-ὄμορφα, τὸ ξάπλωσαν στὸ κιλίμι, καὶ τὸ σκέπασαν νὰ μὴν τὸ βλέπῃ ὁ μικρὸς καὶ κλαίῃ. (περισσότερα…)