*
ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΜΕ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ | 21.xii.25
Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ
*
ΒΟΥΝΟ
Πάνω στην κεφαλή του βουνού πύκνωσε και άστραψε η χρυσή του τριχοφυία. Σγουρόμαλλοι βόστρυχοι από τις φυλλωσιές των δέντρων λαμποκοπούν μέσα στο λυγμικό δειλινό. Φύλλα που γίνονται καθρέφτες μέσα στο πρωινό δροσόπαγο και κλαδιά που ανεμίζουν σαν ξεφτισμένες σημαίες τους λυγμούς του φθινοπώρου. Κι εσύ ‒ ω μοναδική ‒ εκεί μέσα να ’ρθείς και να με ψάξεις. Θα με βρεις σ’ όλα τα ξέφωτα της δασωμένης πλαγιάς ν’ ανιχνεύω παλιές γλώσσες και ρήσεις, που χάθηκαν μέσα στις αμετροέπειες και τις αδικίες της ανθρώπινης περιπέτειας. Όμως εμείς εκεί θα λάμψουμε με τον τρόπο που φωσφορίζουν οι από αιώνων χαμένοι.
*
*
*
ΚΙΤΡΙΝΗ ΟΜΠΡΕΛΑ
Κάτω από την κίτρινη ομπρέλα του δέντρου ονειροπολώ. Το πνεύμα του δέντρου με ταξιδεύει μακριά και με παρασύρει σε καταφυγές χαμένων παραδείσων. Καθώς το φανταχτερό χρώμα με απογειώνει, νιώθω εμβόλιμη την ιδέα πως όλα σχεδόν είναι δυνατά. Ας συνεχίσουμε, λοιπόν, παραχωρώντας αφειδώς δικαιώματα στις ουτοπίες.
*
*
*
ΑΝΑΦΛΕΞΗ
«Αργούμε», μονολόγησα καθώς το αυτοκίνητο με διάθεση περιπλάνησης έπαιρνε τη μία στροφή μετά την άλλη, «αργούμε και θα μας βρει το σούρουπο με όλη την αβεβαιότητα των σκοταδιών του». «Μη φοβάσαι το σούρουπο», επενέβησαν οι θάμνοι που με ακολουθούσαν αδιαλείπτως από το πλάι του δρόμου, «σου παραστέκουμε εμείς και με τις αναφλέξεις μας θα σε φωτίζουμε».
*
*
*
ΧΕΙΜΕΡΙΟΣ ΡΟΥΣ
Αυτό το ρηχό ποταμάκι δεν κατεβάζει μόνο τους παγερούς σταλαγμούς του χιονιού, αλλά και τις αμέτρητες μνήμες από τα πίσω χρόνια. Και βέβαια δεν θα μπορέσει ποτέ να μου ξαναδώσει εκείνη την εντελώς παραμυθένια εικόνα των παιδικών μου χρόνων, όταν ήταν σκεπασμένο με παγωμένο χιόνι και το νερό κυλούσε κρυφά και αργά-αργά κάτω από τον άσπρο μανδύα του και, όπου μπορούσε να ανασάνει, εκτόξευε πυκνούς ατμούς, ζωγραφίζοντας στην ατμόσφαιρα αγγέλους και άστρα. Ω εσείς κρυστάλλινα νερά, όσο μπορείτε ξεπλύνετε τις αμαρτίες μας, γιατί μας έχουν καταδικάσει..
*
*
*
ΟΝΕΙΡΙΚΗ ΚΕΡΛΕΤΕΡΙΑ
«Ξαφνικά γαλήνεψε ο ουρανός, να η ευκαιρία να ανέβω λίγο πιο ψηλά, ίσως και να βρω το μέρος, όπου συνάζονται τα ανθρώπινα όνειρα», είπε δειλά η κερλετέρια και, συνεχώς ονειρευόμενη, τανύσθηκε προς τα πάνω. Ήταν σαν μια φλόγα που στον δρόμο της συνάντησε το δαδί και εκτινάχτηκε με χίλιες αναλαμπές. Αυτά βλέπω και συνεχώς η ζυγαριά των αισθημάτων μου γυρίζει σαν τρελή και δείχνει ό,τι θέλει.
*
*
*
ΧΡΥΣΟ ΔΑΣΟΣ
«Πέρασα μέσα από το χρυσό δάσος και όλα τα παλιά μονοπάτια είχαν χαθεί μέσα σ’ ένα τέλμα λιωμένου χαλκού. Όμως βρήκα την καλύβα της γιαγιάς μου που έσταζε από ξανθό μέλι και τη γιαγιά μου να κοιμάται στο στιλπνό κρεβάτι της με μια χρυσή προσωπίδα στο πρόσωπό της. Ο λύκος άκακος έξω στην αυλή ήταν σαν πετρωμένο χρυσάφι, ακίνητο άγαλμα, νεκρός σαν μούμια πολύτιμη του παλιού καιρού. Κι ύστερα βρήκα την έξοδο από το δάσος πατώντας πάνω σ’ ένα ποτάμι φύλλων που έμοιαζαν με φλουριά» έγραψε στο ημερολόγιό της η Κοκκινοσκουφίτσα, που, αν είχε καθρέφτη, θα έβλεπε πως ήταν Κιτρινοσκουφίτσα.
*
Περιπλανήσεις με λόγο και εικόνα
Επιμέλεια στήλης ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ
*
*





