Τροφή νεφών

*

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΜΕ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ | 28.ix.25
Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΤΡΟΦΗ ΝΕΦΩΝ

«Μη μου προσφέρετε βράχια για μεσημεριανό, δεν μπορώ να τα μασήσω», παρακάλεσε το προσγειωμένο πάνω στον βραχώδη λόφο νέφος με τον σχηματισμό σιαγόνας και ικετευτικού ματιού. Και, τότε, αφού νόμιζα ότι μου είχε απευθυνθεί, του υπέδειξα κάποιες μακρινές ομίχλες που φωσφόριζαν και κάτι σκόρπια βαμβακοχώραφα που άνθιζαν μέσα στις βελουτέ άχνες τους, για να σκύψει και να τραφεί. Αναζήτησα το λευκό ως σύμμαχο και συμμέτοχο της ανάερης παρουσίας του. Και είπα, ναι, δεν υπάρχει τίποτα ομορφότερο από αυτά τα περίεργα συμβάντα ενός θεσσαλικού μεσημεριού.

*

*

*

ΜΥΣΤΗΡΙΑ

Τα μυστήρια είναι γύρω μας. Καταδύονται, αναδύονται, εκτείνονται, συμπυκνώνονται και ύστερα επικάθονται αθορύβως και υποφωτισμένα. Αιωρούνται επικρεμάμενα και τρεμάμενα, κυματίζοντα και βομβούντα πίσω από το παραβάν του αλλόκοτου. Τα μυστήρια είναι γύρω μας ανοίκεια πλην όμως κάποτε τόσο θελκτικά, που μας μαγνητίζουν μ’ έναν ανεξήγητον τρόπο και μας ζητούν να εισχωρήσουμε μέσα τους. Το μυστήριο είναι ένα σύννεφο που δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από ένα δέντρο όσο κι αν προσπαθεί.

*

*

*

ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΦΩΣ

Σκύβω. Το τελευταίο φως στα ριζά της χλόης αναταράζεται κι ύστερα καταφθάνει ο συσκοτισμός και στο άνθος ο μαρασμός. Εκεί είμαστε κι εμείς πάντα: ενεργοί και ανενεργοί, παρόντες και απόντες. Ανέσπεροι κατά το πνεύμα πλην όμως ελαττούμενοι και δύοντες κατά το φως. Ω ατέρμονα όνειρα που σας καταπίνουν τα κουφάρια των μαραμένων λουλουδιών. Τι ώρες που μέλλεται να ζήσουμε.

*

*

*

ΕΞΕΧΟΝ

Το εξέχον δέντρο δεν χρειάζεται να καυχηθεί για τίποτα έναντι των άλλων, που το περιστοιχίζουν χαμηλωμένα. Το φυσικό ανάστημα είναι από μόνο του ο πιο ασφαλής δείκτης ανωτερότητας. Το ίδιο λέμε και για τους ανθρώπους: Ή το ’χεις (το ανάστημα) κι επιβάλλεσαι ή δεν το ’χεις και υποτάσσεσαι.

*

*

*

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ

Είμαι μπροστά σ’ έναν σκιερό δρόμο του δάσους και διστάζω να τον ακολουθήσω, επειδή δεν ξέρω πού βγάζει και από πού περνάει. Ταυτόχρονα θυμάμαι κι ένα ποίημα του Ρόμπερτ Λη Φροστ (1874-1963), όπου χαμένος λέει κι εκείνος στην εξοχή, έφθασε μπροστά σ’ έναν δρόμο που χωριζόταν σε δύο άλλους παρόμοιους δρόμους. Μιας και ήταν άγνωστοι και οι δύο πήρε στην τύχη τον ένα και συνέχισε την πορεία του. Σε όλη τη μετέπειτα ζωή του, όμως, τον κατέτρωγε αυτή η αγωνία της τυχαίας επιλογής και η απορία του για το τι θα συνέβαινε ή το τι θα συναντούσε, αν είχε πάρει τον άλλο δρόμο. Στο κατά πόσο, πιθανόν, να είχε αλλάξει η ζωή του. Στ’ αλήθεια κι εμείς πόσους δρόμους μέχρι τώρα αφήσαμε και δεν περπατήσαμε; Πόσες απαντήσεις μας οφείλει ο βίος σε ερωτήματα που θέσαμε ή που από μόνα τους τέθηκαν στη δίνη μιας αέναης απορίας; Το άγνωστο μας ακολουθεί σε κάθε βήμα μας και κάποτε το δημιουργούμε και το επιτείνουμε με τις επιλογές μας.

*

*

*

ΝΕΡΑ ΠΟΥ ΞΕΔΙΨΟΥΝ

Υπάρχουν νερά που σε ξεδιψάνε για όλα τα άνυδρα χρόνια που πέρασες, για όλες τις εποχές της ξηρασίας σου. Υπάρχουν νερά που σε δροσίζουν μέχρι τα κατάβαθα της ύπαρξης. Είναι λιτά νερά, ταπεινά, χωρίς ορυμαγδούς και φασαρίες, νερά που ζητούν μόνο τη φούχτα σου, για να σου δοθούν και να ξεπλύνουν το πρόσωπό σου. Σ’ αυτά τα νερά έσκυψα και προσκύνησα και υποτάχθηκα στην μεγαλοπρέπεια της απλότητάς τους.

*

Περιπλανήσεις με λόγο και εικόνα
Επιμέλεια στήλης ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

*