Η καρδιά της λεύκας

*

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΜΕ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ | 29.iii.25
Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΣ

«Εσύ να έχεις πάντα τον ήλιο στην καρδιά σου», μου είπε η λεύκα, δείχνοντας το πώς. Μου το είπε, το είδα, μου έμεινε.

*

*

*

ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΟΝΕΙΡΟΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΝΤΙΟΥ

Εδώ, στην ελεύθερη φύση, συντελείται ο ηθικός και υπαρξιακός εξαγνισμός του ανθρώπου. Εδώ τελεσφορεί κάθε συνομιλία με τον πλησίον, αφού εν τη γενέσει της η φύση επεμβαίνει και επιταχύνει την απόσυρση κάθε φοβικού εμποδίου. Η φύση καθαίρει την ψυχή και το σώμα μας και μέσα στην απλόχωρη ελευθερία της διευκολύνει και απλοποιεί κάθε προσέγγιση. Αντίθετα στον αστικό ιστό του βίου κυριαρχεί η αγωνία του πεφορτισμένου ανθρώπου και γι’ αυτό κάθε απόπειρα συνομιλίας με τον πλησίον καθίσταται ατελέσφορος ή πάρα πολύ δύσκολη. Επιστροφή, λοιπόν, στη φύση; Εν μέρει ναι. Κυρίως όμως πρέπει να κληθεί η φύση να γεμίσει το παρόν μας, όπου κι αν εμείς υπάρχουμε ως μονάδες αποκομμένες από κάθε ομοειδές ή μη σύνολο. Ας επιτρέψουμε στην τέχνη να μας ανοίξει δρόμους και να μας δείξει προς ποια κατεύθυνση συγκροτείται ο ονειρόκοσμος. Εκεί όπου η πληθωρική χλωρίδα εκρήγνυται μέσα στη χαρά της σιωπής της.

*

*

*

ΜΑΚΑΡΙΑ ΝΕΡΑ

Μακάριες οι πεδιάδες που τις διασχίζουν και τις πλουτίζουν οι ευρύστερνοι ποταμοί. Μακάριοι οι ποταμοί που τους ενισχύουν η ανόργανη και η οργανική ζωή μέσα στα σπλάγχνα τους, μετατρέποντάς τους σε ρέουσες και ζωντανές ύλες. Μακάριοι οι άνθρωποι που αφουγκράζονται από τις όχθες το ψιθύρισμα και το ρέκασμα των ποτάμιων ροών. Μακάρια τα νερά που νανουρίζουν τα ψάρια κι ας είναι αμίλητα και ακοίμητα εδώ και αιώνες.

*

*

*

ΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ;

Ποιος είπε ότι τα δέντρα δεν επικοινωνούν μεταξύ τους;

Ποιος είπε ότι δεν κάνουν χειραψίες; Ότι δεν σκύβουν, δεν κάνουν υποκλίσεις, δεν ατενίζουν ερμηνεύοντας τα μυστήρια στα μήκη και τα πλάτη του ουρανού;

Ποιος είδε τι γίνεται εκεί κάτω στις σκοτεινές ρίζες;

Όποιος δεν έχει χρόνο να το ψάξει και να το βρει ο ίδιος, ας αφουγκραστεί τα δέντρα: Ποτέ δεν κρατάνε μυστικά.

*

*

*

ΓΥΡΝΑ ΦΤΕΡΩΤΗ ΤΟΥ ΜΥΛΟΥ

Μου αρέσει να κάθομαι και να ρεμβάζω σ’ αυτή την τεχνητώς υδροχαρή γωνιά. Κι ας είναι γύρω μου σχεδόν όλα ψεύτικα. Επειδή όλα φαντάζουν προσποιητά και τα πιο πολλά μάλιστα με τον πιο κακόγουστο τρόπο. Αλλά έτσι συνήθως είναι ο φτιαχτός κόσμος μας. Η φτερωτή του ψεύτικου νερόμυλου, ο κύκνος, η λιμνούλα και όλο το γύρω περιβάλλον, που, αθώο, θέλει να μας ωθήσει σε ειδυλλιακές τροπές. Όμως τα δέντρα που σείονται και τα νερά που τρέχουν κάτασπρα είναι πάντα αληθινά. Όπως το φευγαλέο και το ρευστό του βίου μας. Όλα τρέχουν, τρέχουν, και η ζωή μας φεύγει μαζί τους και μάλιστα ασταμάτητη.

Πού είμαστε, τι κάνουμε, ποιοι είμαστε;

Πουθενά δεν είμαστε, τίποτα δεν κάνουμε και είμαστε ο κανένας.

Κι εσύ φτερωτή του μύλου απλώς γύρνα. Γύρνα.

*

*

*

ΣΙΩΠΗΛΑ ΠΟΤΑΜΙΑ

«Μια μέρα θα σε πάω στο ποτάμι για ν’ ακούσεις τις καραβίδες που κλαίνε», μου έλεγε ο παππούς μου, αλλά δεν κράτησε τον λόγο του. Οι καθημερινές σκοτούρες, οι αρρώστιες κι αργότερα ο θάνατος τον εμπόδισαν να με οδηγήσει μέσα στο παραμύθι που φανταζόταν. Αργότερα, μεγαλώνοντας, μόνος ή μαζί με γειτονόπουλα, έμπαινα στο ποτάμι αυτό για κολύμπι και ψάρεμα κι εκεί, κάποιες στιγμές, έμενα ακίνητος μήπως κι ακούσω τα κλάματα των καραβίδων. Όμως το ποτάμι για μένα στάθηκε πάντα σιωπηλό. Πέρα από το φλοίσβισμα των νερών οι καραβίδες, τα χέλια, τα κεφαλόπουλα και τα λαβράκια κρατούσαν το στόμα τους κλειστό. Οι καραβίδες όμως κλαίνε ακόμα εκεί πέρα μακριά στις ξέρες και τις μέρες του παππού, σαν ένα νερό απλωμένο στη μνήμη μου και ο καιρός περνά και το στύβει σιγά-σιγά. Εκεί όταν τεντώνω το αυτί μου ακούω πραγματικά τις καραβίδες να κλαίνε.

*

Περιπλανήσεις με λόγο και εικόνα
Επιμέλεια στήλης ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

*