Day: 13.03.2025

Δίπτυχο

*

A. CHECKLIST

Θυμίζω :

1 .  Τα Αντικαρκινικά από το φαρμακείο του ΕΟΠΠΥ. Μου τελειώνουν. Μην μπερδευτείς, έχει αλλάξει το όνομα, τώρα μου γράφουν τα γενόσημα. Ό,τι λέει στην άυλη. Μέχρι να γίνω άυλη κι εγώ.

Συγγνώμη. Το ξέρω. Το υποσχέθηκα.

2 .  Το Απομονωτήριο Λοιμυπόπτων Ζώων, του Σινιόσογλου (γράφει νουβέλες τώρα, ζήλεψε κι αυτός), από το βιβλιοπωλείο. Και τα καινούργια ποιήματα του Τσόκου και του Κουτσουρέλη. Κίχλη επίσης. Θα τους πλουτίσουμε.

3 .  Μια μερέντα από το μίνι μάρκετ. Μην αρχίσεις πάλι, μου αρέσει.

4 .  Να δεις για το εισιτήριο και το διαμονητήριο. Φεύγεις σε λίγο, μην τ’ αργείς. Θυμάσαι τι έγινε την άλλη φορά. Ακόμα, σημείωσέ το από τώρα: καμιά φωτογραφία από μαρμαροθέτημα θέλει η Κατερίνα, για το περιοδικό. Δεν την αφήνουνε να πάει, αλλ’ αυτή εκεί. Τέλος πάντων.

5 .  Το πιο σημαντικό: Το χάπι της επόμενης ημέρας (Ellaone ή Norlevo, όποιο βρεις) από το φαρμακείο στη γωνία. Για την κυρία Μυρτώ πες, αν λείπει η Βάσω κι είναι το χαζό. Έχω συνεννοηθεί. (περισσότερα…)

Πένθος λογοτέχνου


*

Αλήθεια σου το λέω· ταράχτηκα πολύ με τον χαμό του Γ. Είμ’ όλη μέρα στα τηλέφωνα. Μίλησα μόλις με τον Κ. Πριν απ’ αυτόν με είχε πάρει η Ν. Μας έχει όλους συγκλονίσει. Δεν θ’ αργήσουμε να βάλουμε μπρος ένα αφιέρωμα στην ποίηση του. Καλά, δεν είναι καιρός ακόμη. Απ’ τη βδομάδα που ’ρχεται τα σχέδια. Είναι το μούδιασμα που αφήνει το φευγιό, κατάλαβες; Θα μιλήσουμε και με τη Ζ, τον Β, τη Δ. Το επόμενο τεύχος πρέπει να του αφιερωθεί, έχουμε δρόμο να καλύψουμε στην ύλη. Εγώ; Θα αναλάβω μια σύντομη μελέτη. Στην πρώιμη φάση της ποίησής του θα εστιάσω. Μα για την ώρα σιωπή. Είναι το κενό που μας κοιτάζει μες στα μάτια, η απώλεια που βαραίνει στον ώμο μας. Η γλώσσα που φτωχαίνει.

Δεν ξεχνώ την πρώτη μας γνωριμία. Ήμουνα νέος – τι νέος, σχεδόν παιδί. Η συλλογή δεν είχε ακόμα δείξει. Κάνα δυο ποιήματα είχανε όλα κι όλα ακουστεί, τίποτα το σπουδαίο. Ό,τι είχα στείλει στο Π. μού το ’χαν απορρίψει (σε προσωπική μας συνομιλία αργότερα, ο Δ μου ζήτησε συγγνώμη και γι’ αυτό). Ίσα που είχα πάρει το πτυχίο μου και έπιανα το μεταπτυχιακό σε τόπο άλλον. Κρύο, σκοτεινιά, αμφιβολίες. Δύσκολες μέρες άπλωναν μπροστά. Και έπειτα, σ’ εκείνη την παρουσίαση που μιλούσε, πώς με κοίταξε με βλέμμα όλο ζωηράδα σαν πήγα και του ’σφιξα το χέρι, και πώς μου δήλωσε σιβυλλικά: «Τα ποιήματά σας αξίζουν προσοχής… και κάτι περισσότερο…». Εκείνο εκεί το «περισσότερο», εκείνο το «κάτι παραπάνω» μού έτρωγε την ψυχή… Σαν τι να εννοούσε; Το μάτι του σπινθήριζε – γαλάζια φλόγα που ’καιγε τους μέσα μου δισταγμούς. Πλημμύρησα ευχαρίστηση απέραντη. Λες κι είχα κάπου φτάσει· στο χ, το ψ σκαλί της σκάλας. Σίγουρα κάπου πέρα από το πρώτο κείνο που ’μουνα. Τα είχα καταφέρει –μα ταπεινά έσκυψα το κεφάλι. Γνώριζα πως δεν αρκεί. (περισσότερα…)