Το σμήνος

*

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΜΕ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ | 27.iv.24
Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΤΟ ΣΜΗΝΟΣ

«Φύγετε να φύγουμε», φώναζαν τα πουλιά με τις ανάκατες φωνές τους και προκαλούσαν τέτοια σύγχυση στον ουρανό, που, ενώ το κάθε πουλί ξεχωριστά δεν ήξερε πού πήγαινε, το σμήνος, εντούτοις, ήξερε με τη συνολική συνείδησή του κι έπαιρνε πάντα την αλάνθαστη κατεύθυνση.

Ένα τέτοιο σμήνος ζητάει κι η ψυχή μου κι ακόμα δεν το βρήκε.

Ένα σμήνος που να καλύπτει την ατομική μου σύγχυση και να με οδηγεί ασφαλέστερα στο προδιαγεγραμμένο, ενώ ταυτόχρονα να αξιοποιεί και την ακρυπτοκράφητη, στα ενδόμυχά μου, ορμή για φυγή.

*
*


*

ΜΙΑ ΚΑΛΥΒΑ ΘΕΛΩ

Δεν ζητάω πολλά. Μονάχα μια καλύβα σε μια πρόσχαρη πλαγιά με ηλιοφώτιστη τσίγκινη στέγη και μια κουτσουπιά στην πόρτα της για να ανθίζει και να με καλωσορίζει. Να ανεβαίνω εκεί κάθε πρωί, να πίνω κάτω από το γιορτινό δέντρο τον σκέτο μου καφέ και να διαβάζω διαλεχτή ποίηση. Κι ύστερα να κατέρχομαι πάλι ανάλαφρος και να ρίχνομαι εξαγνισμένος στις αμαρτίες του κόσμου.

Κατεβαίνοντας, θυμάμαι και θέλω να τραγουδώ πάντα με πίκρα: ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν κλπ κλπ κλπ.

Τι πόνος που με πιάνει κάποιες φορές για την απώλεια αυτής της καλύβας.

*
*

*
ΟΡΘΟ ΦΥΛΛΟ

Ορθό φύλλο, ανυψωμένο στην πιο θανάσιμη εκδοχή του κόκκινου. Και στη θέα του το μυαλό μας δουλεύει ακατάπαυστα, ορθοτομώντας τον λόγο, όπως λένε και τα εκκλησιαστικά κείμενα. Μόνο που μέχρι να επιστρέψουμε στο σπίτι και στο σημειωματάριό μας το ποίημα έχει ήδη χαθεί κατά το μέγιστο ανάμεσα από κάθε βήμα της πορείας μας. Ανακαλύπτουμε ύστερα λέξεις σκορπισμένες στ’ απόμερα του μυαλού σαν φύλλα πεταμένα στον δρόμο. Κι άντε μετά με όλα τα εναπομείναντα ψιχία να ανορθώσεις το αρχικό ποίημα. Ποτέ.

*
*

*
ΛΟΙΣΘΙΑ

Τριαντάφυλλο. Το συνάντησα στον κήπο να βιώνει τις τελευταίες του στιγμές. Ιδού που κοντανασαίνει. Μόλις που υπάρχει μέσα στην πρωινή δροσιά και τις ανταύγειες των λιγοστών του φύλλων. Μας μοιάζει αυτό το τριαντάφυλλο. Επειδή η ζωή του είναι η μικρογραφία της δικής μας ζωής. Κι επειδή ο κύκλος του κλείνει πιο γρήγορα, μας δείχνει, εν περιλήψει, την αφετηρία και το τέλος του βιοτικού δρόμου. Νάμαστε, λοιπόν, εκεί προς το τέλος. Στο λογικό τέλος. Επειδή κανείς δεν ξέρει το πότε και το πού.
Ω, δροσερό μου ρόδο, άντεξε. Κράτα όσο περισσότερο μπορείς τα πέταλά σου και δος μας τη θελκτική ψευδαίσθηση του μη ματαίου.

*

*

*
Ο ΒΡΑΧΟΣ

Δεν θυμάται ούτε ο ίδιος από πού και πότε ξεκίνησε. Όμως συνέβη κάπου και κάποτε. Και κύλησε ως την ακροποταμιά, θέλοντας μ’ ένα μακροβούτι να ξεπλύνει τη μορφή του από τις λάσπες της πορείας και να δροσιστεί. Όμως την τελευταία στιγμή, λίγα δευτερόλεπτα πριν την εκτίναξη, κάτι εμβόλιμο στον νου του τον σταμάτησε. Κι έκτοτε μένει εκεί άναυδος και μετεωρισμένος. Κάποια στιγμή, όμως, θα ολοκληρώσει τη σκέψη του. Και τότε θα αφεθεί. Και ο ποταμός θα τον δεχθεί, φωνάζοντας: «Επιτέλους, δεν μπορούσα να σε περιμένω άλλο». Τα ψάρια θα τρέξουν για λίγο τρομαγμένα δεξιά και αριστερά, αλλά σύντομα θα επιστρέψουν και θα τον μελετήσουν ενδελεχώς, ψάχνοντας το πως ν’ αξιοποιήσουν καλύτερα τις κρυψώνες του.

*

*

*
ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ

Στα λιβάδια του ουρανού μικρό κορίτσι ‒ μισοφέγγαρο ‒ περιφέρεται μονάχο του. Δεν το τρομάζει η ερημιά, ούτε και η σιωπή. Μα για τον δρόμο του αγωνιά μονάχα, επειδή τον έσβησαν τα σύννεφα. Γι’ αυτό κι όλο περιπλανιέται στ’ αχνοφώτιστα κιλίμια κι όλο κρύβεται και ξάφνου φανερώνεται ανάμεσα στις μελανές μορφές.

Περπάτα κορίτσι μου. Κάποια στιγμή θα βρεις τη Μοίρα σου κι εκείνη θα σου πει ότι το πεπρωμένο σου είναι να μένεις μόνη και να θρηνείς στις ουράνιες λαγκαδιές. Μόνο κι αν θέλεις μέσα στα ελεγεία σου πρόσθεσε μια λεξούλα και για μας τους κακοζωισμένους, για μας τους ονειροπαρμένους, που τόπο δεν βρίσκουμε για να σταθούμε ασφαλείς.

*

Περιπλανήσεις με λόγο και εικόνα
Επιμέλεια στήλης ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

*

*