Χαμένες ψευδαισθήσεις

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 04:24
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Από τον Μπαλζάκ ώς τον Όργουελ, η θέση ότι η ελευθερία του λόγου δεν είναι παρά αυταπάτη, κομπορρημοσύνη του λεγόμενου πεφωτισμένου κόσμου, αποτελεί κοινό τόπο στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Χαμένες ψευδαισθήσεις τιτλοφόρησε ο πρώτος το κορυφαίο μυθιστόρημά του, ένα από τα τέσσερα-πέντε σπουδαιότερα όλων των εποχών, όπου ανατέμνει ανηλεώς το κιβδηλοποιείο του παρισινού τύπου γύρω στα 1840. Και ο Όργουελ το 1945 γράφει για τη «φιλελεύθερη» Βρετανία:

«Το πιο ζοφερό με τη λογοκρισία στην Αγγλία: σε μεγάλο βαθμό είναι εθελοντική. Οι αντιδημοφιλείς ιδέες αποσιωπώνται και τα άβολα γεγονότα παραμένουν στο σκοτάδι, χωρίς να χρειάζεται γι’ αυτό καμιά επίσημη απαγόρευση».

Για τη βιομηχανία της ενημέρωσης, η «αλήθεια» είναι σαν την Καταρίνα Μπλουμ του Χάινριχ Μπαιλ. Δεν έχει τιμή, μόνον τιμή πωλήσεως.

~.~

Ένας πρόσφυγας που σκοτώνει ένα παιδάκι πετώντας το στις ράγες του μετρό της Φρανκφούρτης. Ένας έφηβος που σπρώχνει στο κενό και στην πάλη με τον θάνατο έναν άγνωστό του εξάχρονο γκρεμίζοντάς τον από το 10ο πάτωμα στην Τέητ Μόντερν του Λονδίνου, κι ένας άλλος που μαχαιρώνει έναν άστεγο. Ένας τριαντάχρονος που κλωτσάει στην πλάτη έναν συνεπιβάτη του στη Μαδρίτη εμπρός στο τραίνο που έρχεται. Ένας ακροαριστερός κουμπουροφόρος που θερίζει δέκα ψυχές στο Οχάιο, ανάμεσά τους την αδελφή του την ίδια. Ένας ακροδεξιός ομόλογός του που εξοντώνει 20 ανθρώπους στο Τέξας και εκδίδει και «μανιφέστο» για να γιορτάσει τους άθλους του…

Η χαρούμενη πανσπερμία της σύγχρονης ζωής κρύβει στους κόλπους της μια δυσθυμία δολοφονική. Η πολύχρωμη τύρβη των πόλεων μοιάζει πιο πολύ με καμουφλάζ, με μασκαρεμένη μισανθρωπία που γίνεται λύσσα και μένος και στο ντελίριό της σφάζει στην ψύχρα όποιον βρει.

Το ερώτημα που διαρκώς αποφεύγουμε είναι αυτό: τι μας συγκρατεί όλους εμάς τους ξένους μαζί; Ποια ουσία, ποια πίστη, ποια ιδεολογία συγκολλητική μας επιβάλλει τον αλληλοσεβασμό και την αυτοσυγκράτηση; Αν είναι όλα «ανάγκη έκφρασης» του ατόμου, πόθος να κάνει «τα όνειρά του» πράξη, τότε γιατί αυτή η ανάγκη να μην εκτονωθεί και με τον φόνο, τι εμποδίζει αυτόν τον πόθο να πάρει την όψη της σφαγής; «Πάρε ένα περίστροφο και βγες στον δρόμο και χτύπα όσους περισσότερους μπορείς!», αυτό δεν κήρυττε ο Μπρετόν ως καθήκον του υπερρεαλιστή καλλιτέχνη;

Οι ιστορικοί οι δήμοι ήταν κεντρομόλοι. Οι τωρινοί οι πληθυσμοί είναι φυγόκεντροι. Οι μονάδες που αλληλοδιαγκωνίζονται μέσα τους δεν αθροίζονται. Δεν δίνουν σύνολα οργανικά. Δίνουν ανομικούς σωρούς.

~.~

«Μπούχτισα πια να διαβάζω για ερωτοδουλειές και φεγγάρια κι αόριστες ντελικάτες λαχτάρες… Οι πιο ζωντανές ψυχές της εποχής μας είναι εκείνες που περιφρονούν την τέχνη, που την λογαριάζουν για περιττή και ακατανόητη πολυτέλεια.»

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Σεπτέμβρης 1940

~.~

Αντιγράφω από την Επιθεώρηση Τέχνης, το θρυλικό περιοδικό της προδικτατορικής αριστεράς, τχ. 97-98, Ιαν.-Φεβρ. 1963, σελ. 79-80:

«Ένας κύριος, υποδυόμενος τον πνευματικό άνθρωπο, πιάστηκε στα πράσα σαν κοινός λογοκλόπος. Κ’ ενώ έπρεπε να τιναχτεί το σύμπαν στον αέρα στη λεγόμενη διανόηση της Δεξιάς, σημειώθηκαν τα εξής καταπληκτικά, κατά σειρά, γεγονότα:

1. Η εφημερίδα που τον λανσάρισε και τον φιλοξενούσε έκανε, κατά το δη λεγόμενο, την πάπια.

2. Η Εθνική Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών τον δεξιώθηκε επίσημα σαν βραβευμένο με το βραβείο δοκιμίου των «12», ενώ η οξυδερκέστατη αυτή ντουζίνα του άφησε το εύσημο πνευματικής ατσιδωσύνης να το νέμεται.

3. Ο κ. Γιάννης Χατζίνης του έγραψε επαινετικώτατη κριτική για να λιβανίσει την άθλια πράξη της λογοκλοπής, και

4. Ο ομόστεγός του κ. Α. Παπαβασιλείου σε θεσσαλονικιό περιοδικό του έπλεξε το εγκώμιο, με προφανή σκοπό να τον αποπλύνει από το ρύπος της λογοκλοπής.»

Ο λογοκλόπος στον οποίο αναφερόταν το περιοδικό ήταν ο Κ. Ι. Δεδόπουλος, τρανταχτό τότε όνομα καθότι συνεργάτης της Καθημερινής και προβεβλημένος (βραβευμένος μάλιστα) δοκιμιογράφος συντηρητικών προσανατολισμών. Τι σημασία έχουν όμως τα ονόματα; Μερικές «παραδόσεις» μας δεν πεθαίνουν ποτέ.

~.~

«Λέω πως ο ελεύθερος στίχος υπήρξε μάστιγα καθώς, υπό το πρόσχημα ενός στίχου «ελεύθερου», κόσμος και κοσμάκης που δεν ήταν ποιητές έγραψαν χιλιόμετρα ολόκληρα τεμαχισμένης πρόζας, η οποία, μαζί με άλλα είδη πτώχευσης που επέφερε, οδήγησε στην απώλεια του αναγνωστικού κοινού της ποίησης. Δεν σημαίνει πως υποτιμώ την ποίηση της καθημερινότητας, κι εγώ έχω γράψει καθημερινή ποίηση. Ποτέ όμως ελεύθερο στίχο.»

ΙΔΕΑ ΒΙΛΑΡΙΝΙΟ
(μτφρ. Έ. Σταγκουράκη)

~.~

Σύμφωνα με τους γκουρού του μέλλοντός μας, διαβάζω,

«η μέση διάρκεια ζωής μιας σύγχρονης επαγγελματικής δεξιότητας είναι ήδη πέντε έτη. Κάθε περίπου πέντε έτη καθένας πρέπει να ανανεώνει τις δεξιότητές του, είτε για να αλλάξει δουλειά, είτε για να κρατήσει αυτήν που έχει. Αυτό σημαίνει ότι οι νέοι σήμερα έχουν ανάγκη να καλλιεργήσουν τις αναγκαίες μεταδεξιότητες για να μπορούν να διαχειρίζονται με επιτυχία αλλεπάλληλους κύκλους μάθησης και εκ νέου προσαρμογής. Τέτοιες μεταδεξιότητες είναι για παράδειγμα η αισιοδοξία, η κοινωνική νοημοσύνη, η περιέργεια, ο αυτοέλεγχος, η επιμονή.»

Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς εδώ; Την πίστη του εξειδικευμένου βλάκα ότι η αισιοδοξία και η περιέργεια είναι ιδιότητες που αποκτώνται κατά βούληση; Την προβολή ως «οράματος», ως προτύπου ζωής, του αιώνιου τρεχαλατζή και του αγχοδίαιτου νευρόσπαστου; Τη βεβαιότητα ότι αυτό το σαχλό παιάνισμα της όλο και μεγαλύτερης ευελιξίας, της λαγνείας του ρίσκου, της αγνόησης κάθε συνόρου ή ορίου, οι πλειοψηφίες θα το αγαπήσουν και θα το αποδεχτούν; Ότι επειδή έτσι το θέλησαν κάποιοι πρεζάκηδες των Αγορών, κάποιοι μαστούρηδες της αδρεναλίνης, οι άνθρωποι θα απαρνηθούν τους πιο αρχέγονους πόθους τους, της γαλήνης, της ασφάλειας, της περισυλλογής, της ρέμβης, της ανάπαυσης;

«Κοινωνία της ορθοπεταλιάς» αποκάλεσε στο φερέτιτλο βιβλίο του, από τις σημαντικότερες αναλύσεις του αποχαλινωμένου καπιταλισμού διεθνώς, ο Γιάννης Καλιόρης την παρούσα κατάσταση. Μια κοινωνία πάντα στην τσίτα, μονίμως στον ανήφορο, όπου η λέξη «πρόοδος» αντί για υπόσχεση ακούγεται πια ως απειλή. Ο κόσμος στις μέρες μας μοιάζει όλο και πιο πολύ με την κατάκοπη στρατιά του Αλέξανδρου στην παρανοϊκή πορεία του προς τις Ινδίες. Μόνο η μέθη του επικεφαλής της τη συγκρατεί ακόμη όρθια – και η εντύπωση ότι το απελπισμένο πλήθος πίσω του θα του σταθεί πιστό.

Ψευδαισθητική εντύπωση. Οι Μακεδόνες απαιτούν να γυρίσουν πίσω. Είτε θα εισακουστούν είτε θα στασιάσουν.

~.~

«Αποδίδω μεγάλη βαρύτητα στα συναισθήματα. Και μάλιστα τόσο στα ανυψωτικά, τα συνεγερτικά συναισθήματα, όσο και στα παθολογικά, τα αρρωστημένα συναισθήματα. Από αυτά ξεπηδούν κατά τη γνώμη μου οι περισσότερες μεγάλες στιγμές της ιστορίας.»

«Όλη η ιστορία είναι ένα μείγμα του καλού και του κακού, ένα μείγμα απαγορεύσεων και παραβάσεων… Ωστόσο: κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να ενσαρκώσει το απόλυτο Καλό, αυτό το μπορεί μόνο ο Θεός. Το ίδιο ισχύει και για το απόλυτο Κακό. Εξού και ο σημερινός λόγος περί του εθνικοσοσιαλισμού και του φασισμού ως του απόλυτου Κακού είναι ένα μεταφυσικό κατασκεύασμα, ένα λάβαρο που ανεμίζουν οι φορείς της σημερινής μεθιστορικής μετριότητας για να φιμώσουν τους αντιπάλους τους. Με την ιστορική επιστήμη όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν σε τίποτα, περισσότερο σχετίζονται με τη γένεση μιας νέας θρησκείας του απόλυτου Κακού, στο οποίο δήθεν αντιτασσόμαστε για να αισθανθούμε οι ίδιοι καλοί και αγαθοί.»

«Δέκα χρόνια να είχα ακόμη μπροστά μου, θα καταπιανόμουν εντατικά με τον ισλαμισμό. Με τον ισλαμισμό ως άρνηση της δυτικής φιλελεύθερης, ελευθεριακής κοινωνίας αμερικανικού τύπου. Ο ισλαμισμός, δηλαδή το ακραίο πολιτικό Ισλάμ, ξαναφέρνει στην επιφάνεια τις ισχυρότατες αντιστάσεις κατά του επελαύνοντος καπιταλισμού που βρίσκουμε ήδη στον εθνικοσοσιαλισμό και τον μπολσεβικισμό. Με την έννοια αυτή είναι δυνατές οι συγκρίσεις.»

ΕΡΝΣΤ ΝΟΛΤΕ

*

*

*