*
της ΝΕΚΤΑΡΙΑΣ ΜΕΝΔΡΙΝΟΥ
Έλενα Σταγκουράκη
Εντός, εκτός και επί τα αυτά,
Σμίλη 2023
Στην πρώτη ποιητική συλλογή της Έλενας Σταγκουράκη δεν υπάρχουν εύκολοι διαχωρισμοί, «ισχυρό» ή «ωραίο» φύλο, σωστές ή λάθος αποφάσεις, πρόοδος ή οπισθοχώρηση, σύνορα απαράβατα, αλλά υπάρχει μία διακαής επιθυμία προσέγγισης, κατανόησης και συνύπαρξης μέσα σε έναν κόσμο αχανή. Αχανή αλλά όχι απέραντο με την έννοια πολλαπλών δυνατοτήτων και προοπτικών, «Χρυσή γυαλίζει, ακριβή, η γύρω γυάλα, / μα πιότερο ταιριάζει με κελί. // Για ποια ελευθερία μού μιλάς και ποια ζωή;». Αχανή, λοιπόν και αυστηρά, τελεσίδικα ίσως, οριοθετημένο. «Μηδένα προ του τέλους…/ μας ’μάθαν στο σχολείο, / πολύτιμο εργαλείο/ για δαίμονες κι αγγέλους. / Μα να που δεν ισχύει/ για όλους με το ζόρι,/ ιδίως άμα οι όροι/ εκλείπουνε οι οικείοι.»
Το βιβλίο αποτελείται από ποιήματα σχεδόν δεκαπενταετίας, τα οποία δεν ακολουθούν χρονική σειρά και δίνουν έναν άλλο τόνο στην αντιποιητική, όπως χαρακτηρίζεται, εποχή μας. Πολύ περισσότερο η Έλενα Σταγκουράκη αντλεί υλικό από τις πιο αντιποιητικές στιγμές και εικόνες της εποχής μας (Μετανάστευση, πολιτισμική ασυνεννοησία, απειλή τρομοκρατίας, κοινωνική αδικία, ερωτική και διαπροσωπική υποκρισία, άνευρη, διαδικτυακή επικοινωνία) και τις μετατρέπει σε ποίηση, θέλοντας να υπογραμμίσει την αδιαμφισβήτητη δυναμική της ζωής «Γι’ αυτό, το νου σου! / Όπου και να δείξει η πυξίδα, όποια και να ’ναι τα σημεία, / έχεις πλεύσει – δεν υπάρχει γυρισμός!» καθώς και την ανάγκη να πιστέψουμε ξανά σε αυτή «Εμπρός στα μάτια του καλοθρεμμένο/ ένα ολόλευκο, δειλό μαργαριτάρι.// – Μπα! Μαργαριτάρια στις μέρες μας… / Είπε και το πέταξε πίσω στη θάλασσα.»
Η ποιητική συλλογή Εντός, εκτός και επί τα αυτά δανείζεται τον τίτλο της από την Γεωμετρία και χωρίζεται σε τρεις αντίστοιχες ενότητες όπου κάθε μία έχει πρόθεμα στίχους του Αργύρη Χιόνη, που, διακριτικά, υπονοούν το πνεύμα της κάθε ενότητας.
Η πρώτη ενότητα, «Εντός», προσπαθεί να μας συστήσει τον Εαυτό, όχι όμως με διάθεση εγωκεντρική αλλά με ειλικρίνεια «Καλύτερα, ο καθένας το δικό του,/ με τους δικούς ή τις δικές του για παρέα∙ / όλο και κάποια ώρα θ’ απομείνει/ και για σένανε – είτε άχαρη, είτε ωραία.», με χιούμορ, όπως στο ποίημα «Η Χιονάτη και οι εφτά νάνοι» αλλά και με ιδιαίτερη αυστηρότητα όπως αυτή που πολύ παραστατικά δίνεται στο ποίημα «Ο όνος, ο εαυτός και ο Χιμένεθ».
Η δεύτερη ενότητα, «Εκτός», αξιοποιεί όλες τις εμπειρίες, που δίνει μία αυτάρκης, νεανική, ενήλικη ζωή η οποία όμως αν και σε παράλληλη πορεία με τα πιστεύω του Εαυτού, (όπως πολύ εύστοχα έχουν αποτυπωθεί στην πρώτη ενότητα, στα ποιήματα «Για μια κυρία στο πάρκο του Ευαγγελισμού» και «Οι γυναίκες του κτιρίου Σπινέλλι»), δεν αποφεύγει την εσωτερική σύγκρουση, την απογοήτευση από έναν κόσμο που, συχνά, απλά υποδύεται πρόοδο «Σαν μήπως τι θα βρούνε οι χίλιες/ οι γενιές που ακολουθούν,/ μέσα στην τόση Δύση;» και την σκληρή, υπαρξιακή σχεδόν, μοναξιά «που τραβά στα βιαστικά φωτογραφία,/ στον κόσμο να αποδείξει που δήθεν βλέπει/ ότι ζει.» Επιπλέον στην δεύτερη αυτή ενότητα γίνεται εύγλωττος ο προβληματισμός της ποιήτριας για την μετανάστευση (εσωτερική αρχικά, εξωτερική έπειτα). Το ποίημα «Πατρίδες II» ξεκινάει με τους στίχους «Ακόμη και το υπέδαφος σε διώχνει / αυτής της χώρας με ιστορία – / λευκό αδιάφανο σεντόνι / να καλύπτει μια ζωή στην αχρηστία.», θυμίζοντας τα σεντόνια που κάλυπταν άλλοτε τα καλά έπιπλα ενός σπιτιού, που φανερώνονταν μόνο στις γιορτές. Έτσι καλυμμένη, κρυμμένη, μοιάζει και στις ημέρες μας η ιστορία αυτού του τόπου, όχι μόνο με την έννοια των ιστορικών γεγονότων αλλά και των παραδόσεων, των αντιλήψεων, του τρόπου ζωής, των τρόπων συνύπαρξης με το φυσικό περιβάλλον και αξιοποίησης των πόρων του, οδηγώντας τελικά στην μετανάστευση, στην αναζήτηση αλλού ενός καλύτερου μέλλοντος. Με τη σειρά της, η μετανάστευση οδηγεί στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ταυτότητας. Ο μύθος του Έλληνα, που ξεχωρίζει θριαμβευτικά όπου και εάν βρεθεί, καταρρέει. Παραμένουν όμως ολοζώντανα το πείσμα «μια πατρίς προσμένει άλλη, / γνώριμη μαζί και ξένη, / δε χωλαίνει, δεν κουτσαίνει, / τούτη κιόλας χαιρετάει –/ την πατώ, δε με πατάει.», η αποφασιστικότητα «Μα η ζωή δεν είν’ καράβι,/ στο λιμάνι να γυρίσει. / Σου κάνει – δε σου κάνει, ευτυχώς ή δυστυχώς, / το σώμα σου σε τόπο πρωτινό και να λοξίσει, / ό,τι γράφεις το πρωί, δεν ξεγράφεται το βράδυ.» και η άσβεστη ανάγκη επικοινωνίας έστω και διαμεσολαβημένης «Και λες αυτό το online πως ήταν λίγο, / ενώ ήταν το μόνο δυνατό, ήταν εκείνο / που το λώρο μεταξύ σας κρατούσε ενωμένο.»
Στην τελευταία ενότητα «Επί τα αυτά» το ποίημα «Μάθημα θεατρικής μετάφρασης» έρχεται, με μία αρκετά παιγνιώδη διάθεση, να δώσει το κλειδί της συλλογής, βασισμένο στην, ας πούμε, διττή φύση της Έλενας Σταγκουράκη ως εξαιρετικής μεταφράστριας και ως ποιήτριας. Νιώθουμε, λοιπόν, ότι η βαρύτητα των λέξεων, είτε στο πρωτότυπο είτε στην μετάφραση, έχει αξία μόνο εφόσον μπορεί να υπηρετήσει το «επί τα αυτά» του πνεύματος και της ύπαρξής μας και, ίσως, εδώ να κρύβεται μία ακόμη αλήθεια: Αλλάζοντας τις παράλληλες και την ευθεία, που τις τέμνει, μπορούν να αλλάξουν οι γωνίες της οπτικής μας.
*
*
*
