*
του ΗΛΙΑ ΜΑΛΕΒΙΤΗ
Την Τρίτη 30 Μάρτη του 1943, από το Κάϊρο, έγραφε ο Σεφέρης στο ημερολόγιό του:
«Ιωάννου συγγραφέως της Κλίμακος, λέει το εορτολόγιο. Τί να ήταν άραγε αυτός ο άγνωστός μου συγγραφέας; Ίσως η χάρη του μ’ έκανε να ξαναδιαβάσω σήμερα τον “Βασιλιά της Ασίνης”».
Μέρες Δ΄, Ίκαρος, Αθήνα 1977
Όταν είχα πρωτοδιαβάσει αυτό το απόσπασμα από το ημερολόγιο του Σεφέρη, ομολογώ ότι είχα εντυπωσιαστεί από την εκθαμβωτική άγνοια (του Ιωάννη της Κλίμακος) και την ανερυθρίαστη αλαζονεία του ποιητή (να γράφει πως η χάρη του άγνωστου Ιωάννη τον οδήγησε να ξαναδιαβάσει τον δικό του «Βασιλιά της Ασίνης»). Έτσι νόμιζα για καιρό πολύ, κι όχι απολύτως αβάσιμα. Στην πορεία όμως είδα πως τα πράγματα και οι περιπλανήσεις των ιδεών μπορεί να ακολουθούν τελείως διαφορετικά, κι εν πολλοίς ασύνειδα, μονοπάτια από όσα είτε εμείς οι αναγνώστες είτε πολύ περισσότερο οι ίδιοι οι δημιουργοί είμαστε διατεθειμένοι ή μπορούμε να καταλάβουμε.
Και πρώτα απ’ όλα, μάλλον είχε κάθε δίκιο εκείνη την εποχή ο Σεφέρης να μιλά για τον Ιωάννη της Κλίμακος και το έργο του ως άγνωστο, καθώς είτε θα έπρεπε να στραφεί στην Πατρολογία του Migne (και με ποιαν αφορμή, παραπομπή ή εντυχούσα μνεία άλλωστε;) ή να ανατρέξει παλαιότερες ελληνικές αποδόσεις του 17ου ή και του 19ου αιώνα, που κινούνταν όμως εντός ενός εκκλησιαστικού και μοναστικού περιβάλλοντος. Ή πάλι να στραφεί σε γαλλικές μεταφράσεις (μία μάλιστα εξ αυτών καμωμένη από τους γιανσενιστές που εξόχως εκτίμησαν την Κλίμακα του Σιναΐτη Ιωάννη). Και πάλι όμως, έλειπαν οι εξωτερικές αφορμήσεις, θες ντόπιες θες αλλοδαπές.
Είναι γνωστή η έντονη και αυστηρή επίκριση του Λορεντζάτου προς τον Σεφέρη, που κλιμακώθηκε μάλιστα γύρω από μια φράση του Σεφέρη, καθώς κατακλείει το «Χαμένο Κέντρο», στο τιμητικό αφιέρωμα για τα τριάντα χρόνια της Στροφής (1961). Υπενθυμίζω πως εκεί ο Ζ. Λορεντζάτος εκφράζει τη διαφωνία του για τη σεφερική φράση που βρίσκεται στο «Γράμμα σ’ έναν ξένο φίλο»: «Τι τα θέλεις, είμαστε ένας λαός με μεγάλους πατέρες της εκκλησίας, αλλά χωρίς μυστικούς…», θεωρώντας την ενδεικτική μιας ευρωπαϊκής στάσης ζωής και κατανόησης που αγνοεί την πνευματική παράδοση της Ελλάδας. Και στην επί δύο σελίδες επεξηγηματική του αντίκρουση (αναγνωρίζοντας βέβαια πως κι ο ίδιος έχει «στο παθητικό του, δημοσιευμένα, χίλιες φορές βαρύτερα λάθη ή αμαρτήματα»), συνεχίζει αναφέροντας
«τη ματαιόδοξη φούρια του ανεχόρταγου ποιητικού συρμού της Ευρώπης, που είχε πιάσει στα χέρια της, τα τελευταία χρόνια πριν από τον πόλεμο, και θυμιάτιζε ―για λόγους λογοτεχνικούς― ένα αγγελοφτέρουγο πετεινό από τον μεταφυσικό ουρανό της δυτικής παράδοσης, τον ταπεινό αναμορφωτή των frailes descalzos, San Juan de la Cruz (†1571). O Καρμηλίτης άγιος είχε γίνει άστρο ποιητικό ή της λογοτεχνίας».
[Ίσως εδώ ο Λορεντζάτος να μέμφεται και τον Σεφέρη για παρόμοια «φούρια», καθώς τελειώνοντας το «Γράμμα σ’ έναν ξένο φίλο», αναφέρει μια φράση του Ιωάννη του Σταυρού]. Και κλείνει μνημονεύοντας την αλυσίδα της πνευματικής παράδοσης των Μυστικών Πατέρων της Ανατολικής Εκκλησίας, ξεκουκίζοντας τα ονόματα σχεδόν των περιεχομένων της Φιλοκαλίας, μαζί με κάμποσα άλλα:
«πρωταρχίζοντας από την έρημο και από την χερσόνησο του Σινά, τον Ευάγριο, τον Διάδοχο Φωτικής, τον Ιωάννη της Κλίμακας, τον Ησύχιο Ιεροσολύμων ―Ψευδό Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και Μάξιμος ο Ομολογητής κατέχουνε το σπουδαιότερο μέρος της γραφτής παράδοσης μέχρι τον 7ο αιώνα―, καθώς και για ολόκληρη την σύναξη των ησυχαστών ή των νηπτικών πατέρων ―λεγεὼν ὄνομα αὐτοῖς― τον Συμεών το Νέο Θεολόγο, το Νικήτα Στηθάτο, το Νικηφόρο τον Μονάζοντα, το Γρηγόριο τον Σιναΐτη, το Γρηγόριο τον Παλαμά, τον Κάλλιστο Ξανθόπουλο, τον Νικόλαο Καβάσιλα, ή τέλος το Νικόδημο τον Αγιορείτη, και τόσους άλλους ανώνυμους ή άγνωστους που συνεχίζουνε αθόρυβα την μεγάλη μυστική παράδοση μέχρι αυτή τη στιγμή».
Ο Σεφέρης αποδέχτηκε την κριτική του Λορεντζάτου για τη φράση του και τη διόρθωσε σχεδόν αδιόρατα δια της προσθήκης μιας και μόνης εύστοχης, λιτής και προσφυούς λέξης: «Τι τα θέλεις, είμαστε ένας λαός με μεγάλους πατέρες της εκκλησίας, αλλά σήμερα χωρίς μυστικούς», και μάλιστα ομολόγησε ανοιχτά αυτή τη διόρθωση, αιτιολογώντας πως «έτσι την είχα στο νου αυτή τη φράση, με την έννοια του σήμερα, όχι ενός ιστορικού παρελθόντος σε απροσδιόριστους καιρούς, όπως συνηθίζουμε να το εννοούμε όταν εκφραζόμαστε στον ενεστώτα» (Δοκιμές Β΄, «Γράμμα σ’ έναν ξένο φίλο», σημ. 1). Και σύντομα μάλιστα αφιέρωσε και τη μετάφραση του ελιοτικού Φονικό στην Εκκλησιά στον Λορεντζάτο. Κι όχι μόνον! Αλλά όπως γνωρίζουμε σήμερα (Μέρες Η΄, Επίμετρο, σ. 312) καταπιάστηκε να γράψει κι ένα ανεπίδοτο τελικά γράμμα στον Λορεντζάτο για εκείνη την κριτική του, όπου αναφέρει σχετικά:
«είσαι σπουδαίο ποντίκι που το ξετρύπωσες. Η πιο σαφής διατύπωση θα ήταν “αλλά σήμερα” (αυτό το “σήμερα” το νόμισα εξυπακουόμενo) “χωρίς μυστικούς” με εξυπακουόμενo επίσης “του δυτικού τύπου” ― το προκείμενο ήταν ο μυστικισμός (o altra cosa) του Έλιοτ. Eίχα κάποιαν ιδέα των ονομάτων που απαριθμείς (εκτός από τον Νικόδημο τον Aγιορείτη και τους “άλλους ανώνυμους ή άγνωστους που συνεχίζουνε αθόρυβα την μεγάλη μυστική παράδοση μέχρι αυτή τη στιγμή”). Από το ’21 και πέρα βλέπω ευσεβείς Ορθόδοξους Χριστιανούς, θεοσεβούμενους με την καλή έννοια που πάει μακριά ― όχι όμως μυστικούς με την έννοια που είχα στο μυαλό μου τότε».
Αλήθειες, υπεκφυγές, δικαιολογίες; Κύριος οίδεν… Ο Σεφέρης πάντως τη φράση την έγραψε το 1949, ο Λορεντζάτος ασκεί την κριτική του το 1961, και στο μεταξύ ο Έλιοτ έχει χαρίσει με ιδιόχειρη αφιέρωση στον Σεφέρη τη Φιλοκαλία στην αγγλική της μετάφραση από τα ρώσικα (1951) κι ο Σεφέρης έχει αρκετές σημειώσεις στο κείμενο.
Αυτό βέβαια που γνωρίζουμε πάλι σήμερα είναι πως η ‘μεταστροφή’ του Λορεντζάτου προς την πνευματική παράδοση της καθ’ ημάς Ανατολής συντελέστηκε τις πρώτες χρονιές της δεκαετίας του ’50, με τη στενή φιλία και υπό την επήρεια του Φίλιππου Σέρραρντ. Κι ίσως –ίσως τολμώ να υποθέσω πως ακόμη και η επίκρισή του για τη φράση που συζητάμε, πιθανόν να συζητήθηκε με τον Σέρραρντ κατά την παραμονή του στο Λονδίνο, γιατί αυτός είναι που πρωταρχικά την εντόπισε και την επισήμανε, μα κανείς δεν τον μνημόνευσε ούτε του απάντησε. Κι ο ισχυρός λόγος που έχω για μια τέτοια εικασία, οφείλεται σε μια επιστολή του Φίλιππου Σέρραρντ που εστάλη στον Σεφέρη έντεκα ολόκληρα χρόνια πριν την κριτική του Λορεντζάτου και δυο μήνες πριν την άφιξη του Λορεντζάτου στο Λονδίνο και τη γνωριμία του με τον Σέρραρντ. Αντιγράφω το σημαδιακό απόσπασμα εκείνης της, τόσο εύγλωττης –ιδιωτικής– επιστολής, που πάλι εντελώς ακατανόητα άφησε αναπάντητη ο Σεφέρης, ο οποίος όμως έσπευσε να αποδεχτεί την –δημόσια– μεταγενέστερη κριτική του Λορεντζάτου (και να του δώσει μάλιστα και τα εύσημα «είσαι σπουδαίο ποντίκι που το ξετρύπωσες»).
Του έγραψε λοιπόν ο Φίλιππος Σέρραρντ, ανάμεσα στα άλλα, στις 2 Μαρτίου 1950, σχολιάζοντας την περίφημη φράση του:
«Re-reading one of your essays in the Eliot book, I notice that you say that although you have great fathers of the church you do not have mystics. I wonder why you say this. The Greek church has a profound mystic tradition ― one expression of it was ἡσυχαστικὴ [hesychast] movement of the 14th century ― and Byzantine art is punctuated with mystical elements. I sometimes wonder whether Heraclitus and Plato were not, if not mystics, at least contemplatives, having experiences with their writings grope to express. Orthodox mysticism is in any case shot through with Neo-platonic elements, which even Dionysius the Pseudo-Areopagite is not free from. In the 7th century, Maximus the Confessor purged Dionysius of precisely these Neo-platonic ideas, and it was this pure ‘Orthodox’ mysticism that inspired people like Palamas (not the poet), Nicolas Cabasilas, and other mystics centred in Athos. This mystical current penetrated into the West through St John of the Cross ― but I believe it to be more vital in the Greek Orthodox world than in the Latin Catholic world. I believe these things are very strong, perhaps unconsciously, in your own poetry ―the ‘King of Asine’ I feel is greatly in this tradition― the emptying out from within, the κένωσις, that is at the heart of eastern mysticism. Perhaps, however, you meant something else by your phrase».
This Dialectic of Blood and Light, Limni 2015, σ. 131-132
Αναγκαίες παρατηρήσεις κι έσχατες σημειώσεις. Ο Φίλιππος Σέρραρντ στο παραπάνω απόσπασμα της επιστολής γράφει πως το μυστικό ρεύμα της Ανατολής διαπέρασε την Δύση διαμέσου του Ιωάννη του Σταυρού. Ίσως λοιπόν δεν είναι άσχετο να συμπληρώσουμε σ’ αυτή την παρατήρηση πως κι ο «άγνωστος» Ιωάννης της Κλίμακος στη Δύση από τον 11ο αιώνα γνώρισε πολλές μεταφράσεις και εκδόσεις. Ιδιαίτερα στην Ισπανία, μόνον τον 16ο αιώνα, τον αιώνα του Ιωάννη του Σταυρού, υπήρχε πρωτοφανές μεταφραστικό ντελίριο: δέκα μεταφράσεις αριθμούνται περίπου όλον αυτόν τον αιώνα, μη συνυπολογίζοντας την ανάγνωση και τη διδασκαλία του (δια της λατινικής φαντάζομαι) στα διάφορα μοναστικά τάγματα. Φαίνεται λοιπόν πως η Κλίμαξ του Ιωάννη του Σιναΐτη στην Ισπανία (του Ιωάννη του Σταυρού, του οποίου οι επιρροές από τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη είναι ήδη ομολογημένες) αγαπήθηκε καθ’ υπερβολήν.
Η στάση του Σέρραρντ είναι διερωτητική, απλή, επεξηγηματική (γι’ αυτό και ο κατάλογος ονομάτων λιτός και σύντομος). Ταυτόχρονα όμως, κι εδώ εντοπίζεται μία μεγάλη διαφορά στην ανάγνωση του Σεφέρη από τον Λορεντζάτο, ο Άγγλος Σέρραρντ, που επισημαίνει και καταδεικνύει εύστοχα, διακριτικά κι αθόρυβα σχεδόν το λάθος επαναλαμβάνω, κρίνει επίσης, πως πέραν της πιθανότητας να εννοούσε κάτι άλλο ο ποιητής, πως αυτή η μυστική παράδοση και πνευματικότητα πιθανόν ασυνείδητα διαπερνά την ποίησή του. Και φέρνει ως χαρακτηριστικότατο παράδειγμα τον «Βασιλιά της Ασίνης». Κι αυτή η κρίση μας επαναφέρει στην αρχική σημείωση, την ανάγνωση του ίδιου ποιήματος από τον Σεφέρη δια της χάριτος του ανήμερα εορτάζοντος άγνωστου αγίου. Είναι άραγε έτσι; είναι αλλιώς; Σίγουρα πάντως οι ιδέες, τα ρεύματα των παραδόσεων, διαπερνούν μυστικά, κρυφά κι ανεπίγνωστα το έργο των ίδιων των δημιουργών (κι ας θεωρούν ότι πατούν εδώ ή εκεί), κι εκβάλλουν μπρος στον αναγνώστη ορατά, σχεδόν πλείστες φορές εν αγνοία τους.
*
*
*
