*
ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 01:24
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ
Στην πιο διάσημη ίσως σκηνή του παγκόσμιου κινηματογράφου πρωταγωνίστησαν… φροντιστές και βοηθοί. Η ώρα ήταν προχωρημένη και το γύρισμα είχε τελειώσει όταν ο Μπέργκμαν και ο φωτογράφος του, Γκούναρ Φισερ, είχαν την ιδέα του «Μακάβριου χορού», της κινηματογραφικής δηλαδή εκδοχής του μεσαιωνικού «danse macabre» ή «Totentanz», της γυροβολιάς του Χάρου που πάει μπροστά και σέρνει πίσω τους αποθαμένους, για να θυμηθώ τα δικά μας αντίστοιχα. Κι επειδή οι ηθοποιοί είχαν σχολάσει, τα ρούχα τους φόρεσαν τεχνικοί και εργάτες που είχαν απομείνει στο σετ. Ισχύει λοιπόν, ο θάνατος μας εξισώνει – για να παραφράσω κι έναν δικό μας ποιητή.
~.~
Όσο περισσότερα βιβλία ή φιλμ βιογραφικά βλέπει κανείς, τόσο πιο φανερό γίνεται: το πιο δυσεξήγητο πράγμα στον κόσμο είναι το μεγαλείο. Γιατί ο Βοναπάρτης, γιατί ο Λέοναρντ Μπερνστάιν υπήρξαν σπουδαίοι, γιατί εξακολουθούν από τον τάφο τους να μας ενδιαφέρουν, να μας γοητεύουν, να μας συνταράσσουν, ενίοτε να μας ενοχλούν; Ο Ρίντλεϋ Σκοτ στην (θεαματικά ναυαγισμένη) ταινία του «Ναπολέων» και ο Μπράντλεϋ Κούπερ στον δικό του (αξιοθέατο πάντως) «Μαέστρο» ουσιαστικά το ομολογούν: ιδέα δεν έχουν. Το μουσικό ή το στρατιωτικό χάρισμα, το βουλητικό θεμέλιο, η τρομερή δύναμη που προϋποθέτει και αποπνέει κάθε κορυφαίο έργο είναι πράγματα ψυχικώς ανεξιχνίαστα, άρα απερίγραπτα: κανείς βιογράφος δεν μπορεί να τα αναπαραστήσει για τον απλό λόγο ότι κανείς βιογράφος δεν μπορεί να τα κατανοήσει.
Οι καλοί βιογράφοι αυτά τα γνωρίζουν και περιορίζονται στα όσα μπορούν: στο αράδιασμα των εξωτερικών, των αντικειμενικών συμβάντων. Δίνουν έτσι μια ιδέα της εποχής, του μιλιέ, του περίγυρου, των συνθηκών, του σκηνικού διάκοσμου εντέλει. Οι κακοί και οι μέτριοι, και φοβάμαι ότι σ’ αυτούς ανήκουν και οι δυο που προανέφερα, δεν κάνουν ούτε αυτό αλλά κυνηγούν τη χίμαιρα. Προσπαθούν να δουν το βλέμμα της Μέδουσας πάνω στην ασπίδα του Περσέα. Κόλπο παρόμοιο με εκείνο που επιστρατεύουν οι αστρονόμοι όταν παρατηρούν τις μελανές οπές του Σύμπαντος. Καθώς τις ίδιες δεν μπορούν να τις δουν, αφού καταπίνουν τα πάντα ακόμη και το ίδιο τους το φως, μελετούν τα ουράνια σώματα που περιδινίζονται γύρω τους.
Πόσο μάταια ωστόσο! Γιατί ούτε η Ιωσηφίνα ντε Μπωαρναί ούτε η Φελίσια Μοντεαλέγκρε, που σπαταλούν τόσα πλάνα, έχουν κάτι, το παραμικρό, να μας μαρτυρήσουν για τα ηγετικά ή καλλιτεχνικά κατορθώματα των συζύγων τους. Αυτό το χούι της εποχής μας, προϊόν ίσως ανεπίγνωστου φθόνου για την κατωτερότητά της, να παρουσιάζει τις εξέχουσες φυσιογνωμίες του παρελθόντος σαν ανθρωπάκια διαρκώς ετοιμόρροπα, σαν μισοαυτιστικά ρομποτάκια (Ναπολέων) ή λάγνα κτήνη (Μπερνστάιν) για να μας δείξει τάχα τη «λοξότητά» τους, είναι μια (αυτ)απάτη.
Αλίμονό μας αν ήταν όλοι οι λοξοί της ιστορίας κορυφαίοι. Στην πραγματικότητα αυτοί οι τελευταίοι είναι ελάχιστοι και ανάμεσά τους κάμποσοι που δεν είναι διόλου, μα διόλου λοξοί, αλλά το αντίθετο άνθρωποι κομιλφώ, κοινοί, βαρετοί. (Μπορεί κανείς να φανταστεί μια ταινία βιογραφική για τον Καντ ή τον Μπαχ, λ.χ. και το κοινό από κάτω να μη χασμάται ακατάσχετα;)
Θα το ξαναπώ με τα λόγια του Γιώργου Σεφέρη. Το ψυχικό βάθος του δημιουργού ανθρώπου δεν μπορεί να βολιδομετρηθεί. Η βολίδα που φανταζόμαστε ότι έχουμε γι’ αυτόν τον σκοπό, είναι κοντή.
~.~
Από τα τρία κρίσιμα ζητήματα που το 2024 κληρονόμησε από τις προηγούμενες χρονιές και καλείται να αντιμετωπίσει (ουκρανικό, παλαιστινιακό, ακραία πολιτική πόλωση στις ΗΠΑ), κανένα δεν φαίνεται να εξελίσσεται ευνοϊκά για τους συστημικούς της Δύσης.
Στην Ουκρανία η ήττα του Κιέβου είναι περίπου τετελεσμένη υπόθεση, αλλά ενέχει κίνδυνο ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης από μέρους ενός καθεστώτος που οι ιθύνοντές του αγωνιούν πια ακόμη και για τη φυσική τους υπόσταση. Τι θα συμβεί αν έχουμε κάποια προβοκάτσια πρώτου μεγέθους, θα αφεθούν ΗΠΑ και ΕΕ να συρθούν στον πόλεμο;
Στην Παλαιστίνη, όπως παραδέχονται όλο και περισσότεροι αναλυτές, το Ισραήλ βιάστηκε να μπει σε έναν λαβύρινθο χωρίς μίτο: ο Νετανιάχου εξανεμίζει συστηματικά το κεφάλαιο της μεταπολεμικής συμπάθειας προς τον εβραϊκό λαό και μαζί τον θρύλο του άτρωτου και ανίκητου Ισραήλ. Και εδώ μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση, ιδίως μάλιστα αν εμπλέκει το Ιράν, είναι πιθανή. Και είναι πολλοί και ισχυροί, και στην Ουάσιγκτον και στο Τελ Αβίβ, που αυτήν την κλιμάκωση την θέλουν και την επιδιώκουν.
Στις ΗΠΑ, τέλος, ο Τραμπ επελαύνει. Οι δικαστικές διώξεις εις βάρος του τον έχουν καταστήσει μάρτυρα για τη μισή τουλάχιστον χώρα και οι σπασμωδικές αντιδράσεις των εκπροσώπων του βαθέος κράτους φανερώνουν κάτι παραπάνω από ηττοπάθεια: απελπισία. Ορθά ο Σταύρος Λυγερός θέτει το ερώτημα που όλοι έχουν στο μυαλό τους αλλά ελάχιστοι τολμούν να ξεστομίσουν. Τι θα κάνουν οι αντίπαλοί του; «Εκτός από δικαστήρια θα χρησιμοποιήσουν κι άλλα μέσα;»
~.~
Πεποίηνται ἤδη τὸ μέλι καὶ θανάτου σύμβολον (διὸ καὶ μέλιτος σπονδὰς τοῖς χθονίοις ἔθυον), τὴν δὲ χολὴν ζωῆς, ἤτοι δι’ ἡδονῆς αἰνιττόμενοι ἀποθνῄσκειν τὸν τῆς ψυχῆς βίον, διὰ δὲ πικρίας ἀναβιώσκεσθαι (ὅθεν καὶ τοῖς θεοῖς χολὴν ἔθυον), ἢ ὅτι ὁ μὲν θάνατος λυσίπονος, ἡ δ’ ἐνταῦθα ζωὴ ἐπίμοχθος καὶ πικρά.
ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Περὶ τοῦ ἐν Ὀδυσσείᾳ τῶν Νυμφῶν Ἄντρου
~.~
Την τελευταία φορά που οι Βρετανοί επενέβησαν στρατιωτικά για να διασφαλίσουν την «ελεύθερη ναυσιπλοΐα» ήταν το 1956, στην Κρίση του Σουέζ. Η σφαλιάρα που έφαγαν αυτοί κι οι Γάλλοι από τον Νάσερ ήταν το πιο γερό καρφί στο φέρετρο της αυτοκρατορίας τους. Βαστάζοι πια των Αμερικανών, βομβαρδίζουν τώρα για τον ίδιο τάχα σκοπό τους «Θεαμύντορες», τους Ανσαραλλάχ της Υεμένης. Μπότα στο έδαφος όμως ούτε που τολμούν να τη σκεφτούν. Σημάδι του πόσο άλλαξε ο κόσμος έκτοτε.
Η Δύση δεν είναι φόβητρο πια στον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Ούτε και θεωρείται ικανή να προστατεύσει τους υποτιθέμενους συμμάχους της στην περιοχή μακροπρόθεσμα. Οι φίλοι του Καρζάι στο Αφγανιστάν, οι Σύροι αντικαθεστωτικοί, οι Κούρδοι, οι κεμαλιστές της Τουρκίας πήραν το μήνυμα με τον σκληρό τρόπο. Αργά ή γρήγορα θα το πάρουν και οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ. Το ξήλωμα της μεταποικιοκρατίας που πρωτοξεκίνησε ο εθνικισμός του Νάσερ και τα μπααθικά σοσιαλίζοντα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής, το ολοκληρώνουν οι ποικιλόχρωμοι ισλαμισμοί.
~.~
Ο ΔΟΛΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
με τον τρόπο του Μπρεχτ
Τι καιροί είναι αυτοί
που μοιάζει έγκλημα σχεδόν
να μνημονεύεται η φρίκη των ναζί,
γιατί σκεπάζει
όπως προπέτασμα καπνού
τις πράξεις των θυμάτων τους
στην Παλαιστίνη…
(Γραμμένο το 2007, για τη Γάζα και τότε.)
~.~
*
Τα στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα. Σε ΑΕΠ κατά αγοραστική δύναμη (PPP), η Ρωσσία το 2022 ξεπέρασε για πρώτη φορά τη Γερμανία, καταλαμβάνοντας τη θέση της 5ης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου. Η Κίνα πρώτη σε όλο και μεγαλύτερη απόσταση από τις ΗΠΑ, η Ινδία τρίτη, Ινδονησία και Βραζιλία πάνω από Γαλλία και Βρετανία, η Τουρκία πάνω από την Ιταλία.
Σε 20 χρόνια από τώρα, μόνο η Γερμανία θα είναι στις πρώτες δώδεκα του πίνακα των πλούσιων χωρών – σε μια από τις τελευταίες θέσεις. Ο δυτικοκεντρισμός που εξακολουθεί να βουλώνει τα αυτιά στον πάλαι ποτέ «προηγμένο» κόσμο, μας εμποδίζει να ακούσουμε την εκκωφαντική πτώση. Και οι μεν ΗΠΑ, αν μη τι άλλο αντέχουν. Η Ευρώπη…
~.~
Φαινόμενο της εποχής μας: ο υπομνηματισμός των ποιητικών έργων τείνει στο ανοικονόμητο. Ο Richard J. Finneran, στα Άπαντα του Ουίλλιαμ Μπ. Γέητς που επιμελήθηκε, θεωρεί αναγκαίο να ενημερώσει τους αναγνώστες ακόμη και για το πρόσωπο του Σαίξπηρ: «William Shakespeare (1564-1616), English playwright»…
Αναρωτιέται κανείς, ένας άνθρωπος που αγνοεί τον Σαίξπηρ πόσο πιθανό είναι να προμηθευτεί τους 12 τόμους ενός πολύ νεώτερού του ποιητή; Ιδίως σήμερα, σε μια εποχή που είναι πανεύκολο να αντλήσει κανείς κάθε είδους πληροφορία από το διαδίκτυο, τι νόημα έχουν οι εκτενείς εγκυκλοπαιδικού τύπου σημειώσεις; Μήπως τελικά οι “Scholars” μας, άλλο δεν κάνουν παρά να βαθαίνουν ακόμη περισσότερο το χάσμα που χωρίζει τον μέσο αναγνώστη από την μεγάλη λογοτεχνία, υπερτονίζοντας πόσο δύσκολη και απρόσιτη είναι δήθεν αυτή η τελευταία;
~.~
Αν η Ελλάδα και γενικά η Ευρώπη είναι σε δημογραφική κρίση, η Νότια Κορέα καταρρέει εμπρός στα μάτια μας. Με 0,78 γεννήσεις ανά γυναίκα, νούμερο δραματικό για καιρούς ειρήνης, η χώρα αναμένεται να χάσει 20 εκατομμύρια ανθρώπους ώς το 2060, από τα 50-τόσα που έχει τώρα…
Οι Βορειοκορεάτες του Κιμ θα τρίβουν τα χέρια τους. Χωρίς δική τους προσπάθεια, ο Νότος σε λίγο θα παρακαλάει τον Βορρά να τον αναλάβει. Διότι την άλλη «λύση», της μαζικής μετανάστευσης, παρά τις θερμές εισηγήσεις του ΟΟΣΑ και των λοιπών think tank του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου, οι Νοτιοκορεάτες την απορρίπτουν όλο και εντονότερα. Απέναντι στα ρητορεύματα του μουλτικουλτισμού ήταν πολύ πιο δεκτικοί πριν από 10-15 χρόνια, τώρα στυλώνουν τα πόδια.
Τι άτιμο πράγμα οι λαοί και οι πολιτισμοί. Να μην θέλουν να δουν τον εαυτό τους σαν υπαλλήλους μιας εθνωνύμου εταιρείας, προορισμένους δι’ άπαξ χρήσιν και ανακύκλωσιν…
~.~
Σουφραζέτα, επαναστάτισσα, σοσιαλίστρια, κοινωνική ακτιβίστρια, η κόμισσα Μαρκέβιτς, άλλως Κόνστανς Τζωρτζίνα Γκορ-Μπουθ (1868-1927), είναι μια συναρπαστική μορφή της ευρωπαϊκής ιστορίας των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα.
Ήταν η πρώτη γυναίκα που εξελέγη βουλεύτρια στο βρετανικό κοινοβούλιο και μια από τις πρώτες γυναίκες παγκοσμίως που χρημάτισαν υπουργοί, στην πρώτη κυβέρνηση της Ελεύθερης Ιρλανδίας το 1919. Μετά την Πασχαλινή Εξέγερση του 1916 στο Δουβλίνο, οι Άγγλοι την συνέλαβαν και την καταδίκασαν σε θάνατο. Φυλακίστηκε και αργότερα της δόθηκε χάρη. Ο Ουίλλιαμ Μπ. Γέητς τη θαύμαζε και συγχρόνως την αποστρεφόταν. Έβλεπε πάνω της την υπέρμετρη επίδραση του πολιτικού ακτιβισμού και, παρότι κι ο ίδιος διακαής οπαδός της ιρλανδικής ανεξαρτησίας, αποδοκίμαζε την υποστήριξη της «Κον» στον, αδιέξοδο κατά τη γνώμη του, ένοπλο αγώνα και αναπολούσε την εποχή της νεότητάς τους και την πρώτη της, φημισμένη, καλλονή.
Το ποίημα «Για μια πολιτική κρατούμενη» γράφτηκε τον Γενάρη του 1919, όταν η Κον ήταν έγκλειστη στις αγγλικές φυλακές.
ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ
Εκείνη που ήδη από παιδί
αρνιόταν την υπομονή,
τώρα είχε τόση ξαφνικά.
Ένα γλαρόπουλο σταχτί
μέσα φτερούγισε άφοβα
κι έκατσ’ εμπρός της στο κελλί.
Κι αυτή με δάχτυλα απαλά
το τάιζε μπουκιά μπουκιά.
Της φέρνει τάχα τούτο δω
το πλάσμα το μοναχικό,
στον νου αλλοτινούς καιρούς
που ακόμη πνεύμα είχε ανοιχτό,
άτρωτο απ’ τους φανατισμούς,
αμόλυντο απ’ τον συρφετό;
Τυφλή, κι οδήγησε τυφλούς
στον βούρκο και στους οχετούς.
Θυμάμαι, πάνε χρόνια πια,
που ερχόταν πάνω στην πλαγιά
με τ’ άλογό της να με βρει
κι η ομορφιά της η άγρια
και το ανθισμένο της κορμί
μου άναβαν φλόγες στην καρδιά.
Έμοιαζε απόκρημνο πουλί,
θαλασσογέννητο πουλί
που ανηφορούσε απ’ τον αφρό
πρώτη φορά στον ουρανό,
ψηλά ώς τις συννεφοκορφές
του ήλιου να βρει το μυστικό.
Από του αιθέρα το αχανές,
μέσ’ απ’ του ανέμου τον αχό,
ήταν σαν να ’στελνε κραυγές
κάτω στις θαλασσοσπηλιές.
*
*


