Day: 14.09.2023

Δημήτρης Ε. Σολδάτος, Βιάννος

*

Το Ολοκαύτωμα (ή Σφαγή) της Βιάννου αναφέρεται στις μαζικές εκτελέσεις κατοίκων και καταστροφές πάνω από 20 χωριών στις περιοχές της Βιάννου και της Ιεράπετρας στο νησί της Κρήτης από Γερμανούς Ναζί κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η διαταγή που δόθηκε ήταν η εξής: «Καταστρέψατε την επαρχία Βιάννου. Εκτελέσατε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών καθώς και όλους όσοι συλλαμβάνονται στην ύπαιθρο, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας». Την Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 1943, ημέρα του Τιμίου Σταυρού, έβαλαν φωτιά στον Πεύκο και την Σύμη. Ταυτόχρονα επιδόθηκαν σε μαζικές εκτελέσεις, λεηλασίες, βανδαλισμούς και κατεδαφίσεις στα υπόλοιπα χωριά: Κεφαλοβρύσι, Κάτω Σύμη, Αμιράς, Πεύκος, Βαχός, Άγιος Βασίλειος, Άνω Βιάννος, Συκολόγος, Κρεββατάς, Καλάμι, Λουτράκι της Βιάννου, Μύρτος, Γδόχια, Ρίζα, Μουρνιές, Μύθοι, Μάλλες, Χριστός και Παρσάς – Μεταξοχώρι. Οι εκτελέσεις, που πραγματοποιήθηκαν από μονάδες της Βέρμαχτ, είχαν ως αποτέλεσμα να χάσουν την ζωή τους καταγεγραμμένα 461 άτομα, μεταξύ αυτών έγκυες και ανάπηροι, ενώ υποστηρίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των νεκρών ξεπερνά τους 500. Οι εκτελέσεις διατάχτηκαν από τον στρατηγό Φρίντριχ-Βίλχελμ Μύλλερ, που έμεινε γνωστός και ως ο Σφαγέας της Κρήτης, σαν αντίποινα για δράσεις της Κρητικής Αντίστασης. Το Ολοκαύτωμα της Βιάννου θεωρείται το δεύτερο μεγαλύτερο της Ελλάδας μετά από αυτό των Καλαβρύτων.

Wikipedia

~.~

Κρυμμένος πίσ’ απ’ τους θάμνους, είδε τους Γερμανούς στρατιώτες να εισβάλουν  στο αγρόκτημα του Αργουλίδα. Κρατούσαν τα πολυβόλα στα χέρια και βάδιζαν αργά προς την μικρή αγροικία. Ο επικεφαλής έκανε νόημα στους δύο προπορευόμενους. Εκείνοι κλώτσησαν με τις βαριές αρβύλες τους την ξύλινη πόρτα και τα πολυβόλα γάζωσαν το σκοτεινό άνοιγμα. Κιχ δεν ακούστηκε από μέσα. Μπήκαν στο σπιτάκι κι άρχισαν να ψάχνουν. Σε μια γωνιά βρήκαν τις βούργες – τα σακίδια με τα τρόφιμα – και μια Αγγλική Μέθοδο.

«Προορίζονταν για τους αντάρτες!» βρυχήθηκε ο αξιωματικός. Και διέταξε: «Κάντε το κτήμα φύλλο και φτερό!»

Σε λίγο έφεραν μπροστά του τρία παιδιά, δύο κορίτσια κι ένα αγόρι.

«Τα βρήκαμε κρυμμένα, κύριε λοχαγέ!» έδωσε αναφορά ένας ψηλός λοχίας με γυαλιά.

Ο λοχαγός πλησίασε:

«Μην φοβάστε, δεν θα σας κάνω κακό, όπως βλέπετε μιλώ την γλώσσα σας, αγαπώ την Ελλάδα!» Και στρεφόμενος προς τον οδηγό του τζιπ είπε: «Φέρε σοκολάτες για τους μικρούς μας φίλους!»

Εκείνος εκτέλεσε την διαταγή στο λεπτό. Τα παιδιά δεν κουνήθηκαν απ’ την θέση τους.

«Δεν σας αρέσουν οι σοκολάτες;» ρώτησε ο Γερμανός.

Ο λοχίας του ψιθύρισε κάτι στ’ αυτί κι εκείνος διέταξε και πάλι:

«Φαγητό, φέρτε αμέσως φαγητό! Πρώτα να φάνε και μετά οι σοκολάτες. Δεν βλέπετε τα ποδαράκια τους, που είναι σαν καλάμια από την πείνα;»

Κονσέρβες με κρέας και φρέσκο ψωμί αφέθηκαν στα πόδια των παιδιών. Εκείνα ακούνητα. (περισσότερα…)

Το έγκλημα: Ένας ουρανός

*

Πιστεύουμε ότι το έγκλημα λανθασμένα αποδίδεται στο Κακό. Σκεφτόμαστε έτσι, γιατί θεωρούμε ότι το Κακό είναι ο αληθινός κίνδυνος. Όπως όμως έχουμε γράψει και αλλού, το Καλό είναι πολύ πιο επικίνδυνο από το Κακό (το Καλό ως ανεξημέρωτο Κακό). Ωστόσο η έννοια που θα μας απασχολήσει εδώ είναι το έγκλημα και πρέπει να περιοριστούμε σε αυτήν, καθώς δεν περιέχεται σε καμία από τις παραπάνω. Δεν είμαστε επ’ ουδενί φιλόσοφοι, ίσως όμως είμαστε ποιητές, γι’ αυτό θα μεταχειριστούμε την ποιητική λειτουργία και θα πούμε ότι το έγκλημα είναι ένας ουρανός. Για μας ουρανός είναι ο μη ων, ο δίχως όνομα, ο Κανένας. Ισχυριζόμαστε δηλαδή ότι ο αληθινός εγκληματίας είναι αυτός που επιλέγει να μην ονομάζει τα πράγματα. Πρόσφατα διαβάσαμε ότι δεν υπάρχει πιο επικίνδυνος άνθρωπος από αυτόν που εξουσιάζει τη γλώσσα. Όμως αυτό είναι μια πλάνη, γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος εξουσιάζεται ταυτόχρονα από τη Γλώσσα, η οποία είναι (αξιωματικά) Νόμος, συνεπώς εξουσιάζεται από αυτόν. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι ποιητές (η ιδέα «ποιήματα=εγκλήματα» πηγάζει μόνο από τη φιλαυτία μας), οι ζωγράφοι, γενικά οι καλλιτέχνες, και οι φιλόσοφοι, καθώς ονομάζουν.

Γιατί όμως αυτός που μπορεί, αλλά δεν ονομάζει, είναι ένας αληθινός εγκληματίας; Η απάντηση έγκειται στο γεγονός ότι έτσι καταργεί τον Νόμο, και δεν υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα από αυτό. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν είναι πραγματικότητα, αλλά δυνατότητα (γι’ αυτό η Γλώσσα-Νόμος πρέπει να υπάρχει, γι’ αυτό σημειώσαμε παραπάνω μπορεί): υπάρχει πολλαπλός δίχως να είναι κάτι, γιατί είναι το μηδέν των πραγμάτων. Ζει μέσα στη στιγμή ως όριο, ως διαφορά, για να θυμηθούμε τον Ντερριντά. Μοναδική του αίσθηση είναι το φευγαλέο. Κι όμως είναι απολύτως βέβαιος για τα οράματά του. Ο πολιτισμός του δεν έχει γεννηθεί, γιατί η γέννησή του μετατοπίζεται διαρκώς στο μέλλον. Δεν είναι γλώσσα, συνεπώς ούτε σιωπή. Είναι ο θάνατος του Ενός και του Κόσμου, και ταυτόχρονα η αποκάλυψή τους. Αυτός ο εγκληματίας βιώνει τον κόσμο στην πλήρη και απέραντη υποκειμενικότητά του. Όταν όλοι εμείς συμμετέχουμε στα πράγματα μέσω των ονομάτων τους (συνεπώς συμμετέχουμε πραγματικά στα ονόματα μόνο), αυτός έρχεται σε άμεση επαφή με την καρδιά των αντικειμένων, καθιστώντας τα υποκείμενα. Δεν είναι πράξη, αλλά το ίχνος της. Προηγείται διαρκώς του εαυτού του, δίχως το κέντρο του να είναι το εγώ. Δεν έχει κέντρο. Είναι  ε υ α ί σ θ η τ ο ς, δηλαδή σχετικός. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που τον εφηύρε ο θάνατός του, καθώς μόνο στον θάνατο γίνεται Γλώσσα.

Δεν είναι αναρχικός, καθώς υπακούει σε έναν νόμο, που είναι η άρση του Νόμου, δηλαδή ο μη Νόμος. Αν θέλετε, είναι ένα alter ego του Αδάμ: για τον Αδάμ υπήρχε μόνο ένας νόμος (συνεπώς ο Αδάμ είχε Γλώσσα), ο οποίος απαγόρευε τον Καρπό της Γνώσης. Αν αυτός ο Καρπός είναι ο Νόμος (με την ευρεία και τη συγκεκριμένη έννοια), τότε ο νόμος του Αδάμ ήταν ο μη Νόμος, καθώς καταργούσε τον Νόμο. Θα πρέπει λοιπόν να φανταστούμε έναν Αδάμ κάτοχο της Γλώσσας και αρνητή της. Η εγκληματική εποχή του Αδάμ δεν είναι εκείνη του προπατορικού αμαρτήματος, αλλά αυτή της αθωότητας. Το γεγονός όμως ότι η απαγόρευση του Καρπού υφίσταται για τον «Αδάμ της αθωότητας», σημαίνει ότι το Καλό και το Κακό δεν ανήκουν στη Γλώσσα του, αλλά ότι προηγούνται αυτής, διαφορετικά ο Αδάμ θα ήταν ηθικός πριν το προπατορικό αμάρτημα. Εάν όμως το Καλό και το Κακό δεν είναι ονόματα της Γλώσσας του Αδάμ, συνεπάγεται ότι η ηθική δεν είναι δημιουργία του ανθρώπου, αλλά ότι προηγείται αυτού. Όταν λοιπόν ο Ρεμπώ θεωρεί την ηθική πλάνη, πλανάται ο ίδιος. Κι όταν έντρομος αναφωνεί βλάσφημα «το Ευαγγέλιο!», δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα τον πραγματικό εχθρό, που είναι η Γλώσσα. Όλη η ποίηση του Πρίγκιπα των Ποιητών παρασιτεί στον Νόμο-Γλώσσα της ηθικής, μη ξέροντας πώς να υπάρξει αλλιώς, ακριβώς επειδή το «αλλιώς» εδώ αναιρεί την ανθρώπινη υπόσταση (και μια τέτοια κριτική είναι ένα στεφάνι για τον Ρεμπώ, καθώς αποδεικνύει ότι απελπίστηκε στα έγκατα του ανθρώπου). Αυτομάτως κάτι τέτοιο ισχύει και για τον εγκληματία μας. Η διαφορά του όμως από τον Ρεμπώ είναι ότι αυτός με τον Νόμο ως μη Νόμο, βυθίζεται στην απουσία Γλώσσας.

Ίσως μας πουν ότι ένας τέτοιος εγκληματίας δεν υπάρχει, ότι δεν μπορεί ένας άνθρωπος να φτάσει τόσο μακριά και να παραμείνει άνθρωπος. Αν όμως δεν μπορούμε να φανταστούμε τίποτα που να μην προηγείται της φαντασίας μας, αυτή είναι μια απόδειξη της δυνητικότητάς του (δηλαδή, της ύπαρξής του). Κι όταν ο Κίρκεγκωρ γράφει ότι κάθε άτομο είναι ταυτόχρονα ολόκληρο το ανθρώπινο γένος (ως δυνατότητα), μπορούμε να πούμε ότι καθένας ενσαρκώνει έναν τέτοιο άνθρωπο μέχρι το όριο της επιλογής. Μόνο που αυτή η απόσταση χωράει την αιωνιότητα.

Αλέξανδρος Σάντο Τιχομίρ

*