Ρεαλισμός και φαντασία

*

της ΣΙΤΣΑΣ ΚΟΤΣΙΦΑΚΗ

Λίλα Τρουλινού,
Χρυσοβαλάντη και Ονούφρης – Μεταμορφώσεις,
Περισπωμένη, 2023

Στη νουβέλα της Λίλας Τρουλινού, Χρυσοβαλάντη και Ονούφρης – Μεταμορφώσεις, ένας ετεροδιηγητικός αφηγητής, μια φωνή που τα γνωρίζει όλα και τα «βλέπει» όλα μας συστήνει την Σμαραγδή και την Ιωάννα, δύο εκπαιδευτικούς και φιλενάδες που σήμερα, στα 2020, στο παρόν της ιστορίας δηλαδή, μοιράζονται, στον κήπο του σπιτιού της πρώτης, για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά, στις πέντε του Ιούνη, τα εικοστά τρίτα γενέθλια ενός προσώπου πολυαγαπημένου. Τις δύο ηρωίδες τις έδεσαν τα γεγονότα που έζησαν το 2014 στο Επαγγελματικό Λύκειου Βρυσσών Αποκορώνου, νεοδιόριστες καθηγήτριες, η Σμαραγδή αισθητικός και η Ιωάννα φιλόλογος. Και ενώ θα περίμενε κανείς ότι ο ονειρικός κόσμος των προϊόντων ομορφιάς που μεταμορφώνουν τις γυναίκες ταιριάζει τέλεια με έναν ρευστό και ρομαντικό χαρακτήρα, η Σμαραγδή είναι γήινη, ρεαλίστρια, με βασικό της χαρακτηριστικό έναν γνήσιο ανθρωπισμό που την κάνει να αποδέχεται το διαφορετικό, χωρίς απαραίτητα να μπορεί να το εξηγήσει. Και από την άλλη, η σύνθετη προσωπικότητα της Ιωάννας, αναρωτιέται για όλους και όλα, δεν επιτρέπει στον εαυτό της βεβαιότητες, έτοιμη να αναμετρηθεί με τα κοινώς αποδεκτά, με τα μη και τα πρέπει της κλειστής κοινωνίας, την ίδια στιγμή που κυνηγά τους προσωπικούς της δαίμονες, «φιλοπερίεργη και συλλέκτρια εμπειριών».

Η καθημερινότητά τους ευλογημένη από την πάλλουσα, αστραφτερή, ονειρική ζωή ενός επαρχιακού σχολείου, και μάλιστα ενός επαγγελματικού λυκείου που οι περισσότεροι ταυτίζουμε με την παραβατικότητα, την αγριότητα, την εφηβική βία. Με περισσή μαεστρία η συγγραφέας κατορθώνει να κάνει τους αναγνώστες της συμμέτοχους στην αληθινή χαρά της ζωής, τη ζωηράδα, αυτό το αυθόρμητο χαμόγελο που σχηματίζουμε όταν περιβαλλόμαστε από νέους ανθρώπους που δείχνουν έτοιμοι να βγουν νικητές από την αναμέτρησή τους με τον καθώς πρέπει κόσμο μας, να μεταμορφωθούν στους αληθινούς τους εαυτούς. Σ’ αυτό το περιβάλλον που αν είχε μουσική υπόκρουση θα ήταν μόνο η αληθινή ροκ μουσική, αυτή που αφυπνίζει και μεταμορφώνει τους ανθρώπους, είτε αυτή λέγεται Ενάτη συμφωνία, Ωδή στη χαρά, Ηρωική, Ποιμενική, Πέμπτη, Έβδομη… φοιτούν τα ημι-πανομοιότυπα δίδυμα διαφορετικού φύλου η Χρυσοβαλάντη και ο αδελφός της ο Ονούφρης.

Μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερού και όλα δείχνουν ότι βρίσκονται στο στόχαστρο μιας κοινωνίας που σπεύδει να καταργήσει το διαφορετικό, το σπάνιο, το ανοίκειο· του δίνει πολύ γρήγορα αρνητικά επίθετα, το φορτώνει με ενοχές και το ονομάζει αμαρτία. Τα δεκαεπτάχρονα παιδιά έχουν τα ίδια πυρόξανθα μαλλιά, κυματιστές φαβορίτες, λευκή επιδερμίδα, αραιό καστανό υπογένειο, λίγο πιο έντονο στον Ονούφρη, φορούν παρόμοια ρούχα. Αλλάζει το βλέμμα τους, του κοριτσιού έχει σπιρτάδα, είναι επιθετικό, ζητά να αναμετρηθεί· του αγοριού τα μάτια είναι πιο ανοιχτά στο χρώμα, πιο νωθρά, πιο βαριεστημένα. Οι δυο τους είναι σαν ένα παιδί, το ένα μπαίνει μέσα στο άλλο, τα σώματα ενώνονται, τα φύλα είναι αδιαχώριστα. Το κορίτσι ηγείται, είναι δυναμικό και θορυβώδες, προκλητικό και αυθάδικο, το αγόρι πιο ήρεμο, συγκρατημένο, ευγενικό ακολουθεί την αδελφή του.

Αυτή η «αμαρτία», το άξενο, που καταργεί την τάξη των πραγμάτων, που υποχρεώνει την τακτοποιημένη λογική των ανθρώπων να πάρει θέση, δεν μπορεί παρά να εμπλέξει συναισθηματικά την Ιωάννα, προσωπικότητα ιδιαίτερη, επιρρεπή στην απόκλιση. Εξάλλου, το  μεταπτυχιακό της έχει θέμα «απεικονίσεις των κολαζόμενων γυναικών στις τοιχογραφημένες εκκλησίες της Κρήτης του 14ου και 15ου αιώνα» και εντρυφεί στα είδη των αμαρτωλών γυναικών. Το επέλεξε όχι γιατί φοβήθηκε ποτέ τις τρομακτικές απεικονίσεις, με αποκορύφωμα τις αποστρέφουσες τα νήπια και μη θηλάζουσες, αλλά γιατί αυτή η υπέροχη δαντική Κόλαση ίσως τη βοηθούσε να γνωρίσει τα δικά της τραύματα, να φτάσει στη δική της κάθαρση. Την απασχολούν – πέρα από το ορατό – το σκιώδες, η βουή του ονείρου.

Και αυτός ο θαυμάσιος καμβάς θα αναπτυχθεί από τη συγγραφέα με φόντο την τοπική κοινωνία: μια κρητική ύπαιθρος που κρύβει μέσα της τρομακτικές αντιθέσεις. Από τη μια αποθεώνει τις αντρικές συμπεριφορές, το νταηλίκι, τη βία, τη βεντέτα, τον αέναο κύκλο του αίματος, τα αγροτικά 4×4, τα καψουροτράγουδα που δήθεν παραπέμπουν στην παραδοσιακή μουσική και από την άλλη αποδέχεται τη γυναίκα που στήνει και διατηρεί ανθηρή την οικογενειακή επιχείρηση του τυροκομείου, αλλά την ίδια στιγμή φοβάται να μεταμορφωθεί σε άνθρωπο που θα προσδιορίσει την ίδια και τα παιδιά της κόντρα στο ανδροκρατικό σύμπαν του χωριού, που βρίσκει καταφύγιο στη θρησκοληψία, στο φόβο του Θεού, στην ανησυχία για τη ζωή των παιδιών της. Ο πατέρας που είναι την ίδια στιγμή η αποθέωση του αποδεκτού από την κοινωνία φονιά γιατί εκτέλεσε άλλο φονιά, που και αυτός σκότωσε για να υπερασπιστεί την τιμή της οικογένειας, θύματα και θύτες μέσα σε κύκλο αίματος που ακόμα αναπνέει γιατί τα ταμπού και οι αναχρονιστικές αντιλήψεις καλά κρατούν, ένας πατέρας που μεταμορφώνεται σε αμετανόητο σκληρό ροκά που ακούει τους Ουράια Χιπ του 70, τον Χέντριξ, τους Μπλακ Σάμπαθ γιατί παλεύει να δροσερέψει τη στεγνή του καρδιά και που τα σημειώματά του προς τα παιδιά του δεν του φτάνουν για να μεταμορφωθεί στον τρυφερό άντρα που υποσυνείδητα νοιώθει ότι είναι. Πλάσματα που ποτέ δεν τόλμησαν να αντιταχτούν και υποτάχτηκαν στα κοινωνικά «πρέπει».

Οι δύο φιλενάδες πασχίζουν να προστατέψουν τα δίδυμα από τη μεταμόρφωσή τους. Ξέρουν καλά ότι οι μεταμορφώσεις πάντα ή σχεδόν πάντα βρίσκουν την κοινωνία αντίθετη. Συνήθως δεν της ταιριάζουν πλάσματα που παλεύουν να συμφιλιωθούν με τη φύση τους. Όπλο και των δύο εκπαιδευτικών είναι η αγάπη, όπως αυτή ταιριάζει στο χαρακτήρα κάθε μιας· η Σμαραγδή που μυεί τη Χρυσοβαλάντη στον κόσμο της ομορφιάς και της αρμονίας με τη βαθύτερη έννοια του κάλλους για να τη βοηθήσει να γαληνέψει την άγρια ψυχή της, κάτι που όμως μαγεύει τον Ονούφρη και γεμίζει με αμηχανία τις καθηγήτριες, και η Ιωάννα που πιστεύει ότι η σκληρή φύση του κοριτσιού πρέπει να διατηρηθεί, αλλά να εκλεπτυνθεί μέσω της τέχνης. Διαβάζει λοιπόν στην τάξη ένα μεγάλο απόσπασμα από το Κοστούμι στο χώμα της Ιωάννας Καρυστιάνη, εκείνο το μαγικό σημείο που οι ήρωες σπάνε τα γραμμή του αίματος και λυτρώνονται διά της αγάπης και, αλίμονο, έρχεται αντιμέτωπη με το κορίτσι που κουβαλά τον αντρικό ρόλο και το βαρύνει η επιταγή της κοινωνίας. Η μεταμόρφωση όμως έχει αρχίσει, η ευαίσθητη φύση του παιδιού μπαίνει σε διαδικασία ανατροπών και στην εξαιρετική σκηνή της βεντέτας λέει: «Να θυμάσαι, αδελφέ μου, το μέλλον είναι γυναίκα» (σελ. 65).

Η Λίλα Τρουλινού έχει έναν εκπληκτικό τρόπο να μπαίνει στην εφηβική ψυχή, τότε που όλα μπερδεύονται γλυκά: το παρελθόν με το παρόν, η φαντασία με την πραγματικότητα, το ρεαλιστικό με το φανταστικό. Το μεγάλο όπλο της είναι ο λόγος, η γλώσσα. Για να ειπωθεί καλά μια ιστορία χρειάζεται ένα γοητευτικό θέμα αλλά κυρίως έναν λόγο σφριγηλό, ασθματικό, έκφραση που να «παντρεύει» το πραγματικό με τις προθέσεις και τις επιθυμίες, τις σκοτεινές σκέψεις με τις φωτεινές πράξεις ή και το αντίθετο. Η αμεσότητα της γλώσσας πρέπει να κυριαρχήσει για να εκφραστούν τα πολλαπλά είδωλα των ηρώων, οι συγκρουσιακές σκηνές μιας περίκλειστης κοινωνίας από τη μια και ο μυστικισμός της σκέψης από την άλλη. Η παγίδευση μέσα στον ιστό της κοινωνίας-αράχνης από τη μια και η διαρκής ανάγκη για το πέταγμα από την άλλη. Έτσι λοιπόν η γλώσσα γίνεται την ίδια στιγμή ποιητική αλλά και απόλυτα σαρκική, σε καμία στιγμή δεν αναζητά την εκζήτηση, ακόμα και στις πιο ονειρικές αποδόσεις της πραγματικότητας γίνεται απολαυστική αφού η συγγραφέας, μέσω της γλώσσας, τολμά να ξύσει την επιφάνεια των πραγμάτων για να αποκαλύψει έναν ερωτισμό γνήσιο που θα εκφράσει τις πιο λεπτές πτυχές της γυναικείας ψυχοσύνθεσης που απελευθερώνεται από τα στερεότυπα του φύλου και εκφράζει τις κρυμμένες σκέψεις του ανθρώπινου όντος.

Θα τολμούσα να χαρακτηρίσω τη γραφή της Τρουλινού «ροκ»· όπως η ροκ μουσική συγκρούεται δυναμικά με το περίκλειστο κατεστημένο, έτσι κι αυτή συγκρούεται με την αφηγηματική «κανονικότητα» με το κόμμα να παραγκωνίζει την τελεία στη μετάβαση από τη μια παράγραφο στην άλλη δίνοντας έτσι στην αφήγηση κάτι περισσότερο από γρηγοράδα: έναν τόνο ασθματικό για να εκφραστεί η σύγκρουση και εν τέλει η μεταμόρφωση. Συγκρούεται η ποίηση, η φαντασία, το όνειρο με τη στέρεη, πραγματική, αληθινή ιστορία και πλοκή. Με θαυμάσιο τρόπο η συγγραφέας μας οδηγεί στην ταύτιση των διδύμων εφήβων της δικής μας ιστορίας με τους διδύμους Βαλεντίνη και Ονούφριο του μεσαιωνικού θρύλου που με την αγάπη τους κατάργησαν τόσο τα στερεότυπα για την ομορφιά – όμορφο είναι αυτό που  ψυχή μας το βλέπει έτσι – όσο και τους ρόλους των φύλων. Εκεί, στα Λυγένια Πηγάδια του Αποκόρωνα, τα φτιαγμένα με περισσή τέχνη από τους Βενετούς ως αποθήκες νερού, η Βαλεντίνη θα βρει τρόπο να μην απαρνηθεί ποτέ τον αδελφό της και η Χρυσοβαλάντη με τον Ονούφρη θα ενωθούν με την οργιαστική Πρωτομαγιάτικη φύση, θα κυλιστούν στο χώμα παίζοντας με τα ζώα τους, ενώ η Ιωάννα θα βυθιστεί στο φρέαρ γιατί ένα χέρι θα την αρπάξει μέσα στο πηγάδι γιατί πάντα «το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι».

Και μη φανταστείτε ότι η φύση είναι απλώς ο καμβάς, το φόντο για να πλεχτεί η ιστορία μας. Μέσα της καταβυθίζονται οι ήρωες και παίρνουν δύναμη από αυτήν, είναι δικά της πλάσματα και μέσα της βασανίζεται η Ιωάννα μέχρι να αποδεχτεί τη μεταμόρφωση. Στα εννέα, ένθετα στο βιβλίο, εξαιρετικά  σχέδια της Παγώνας Ξενάκη εικονοποιείται με αριστοτεχνικό τρόπο η φύση που καλείται να αποτυπώσει την αγάπη των διδύμων, δύο άνθρωποι που είναι ένας, με κορυφαίο το τελευταίο σχέδιο (σελ. 69) να συστοιχεί πλήρως με το φινάλε της ιστορίας μας, πέντε χρόνια μετά τα τρομερά συμβάντα.

Δεν είναι τυχαίο που στην αρχική σελίδα του βιβλίου, εκεί που ο συγγραφέας αφιερώνει τη δουλειά του στους εμπνευστές του, η Λίλα Τρουλινού παραθέτει στίχους από το πρώτο βιβλίο των Μεταμορφώσεων του Ρωμαίου ποιητή Οβίδιου που τον 1ο μ.Χ. αιώνα, εποχή που δημιουργούνταν νέες εθνικές ταυτότητες και η κοινωνία μεταμορφωνόταν σε πολυπολιτισμική, παρακαλεί τους θεούς να του δώσουν έμπνευση να τραγουδήσει τις υπερφυσικές μεταμορφώσεις της μορφής κάποιου προσώπου σε κάποια άλλη αφού η ανάγκη για μεταμόρφωση είναι το πιο εύγλωττο τεκμήριο της αντιορθολογικής σύστασης της ανθρώπινης ψυχοδομής και η απόδραση από την ανθρώπινη ταυτότητα είναι πολύ συχνή όταν μέσα της δεν χωράει εύκολα ο άνθρωπος καθώς άλλα αγαπά η ψυχούλα του.

Κι όπως λέει ο ποιητής Νικόλαος Κάλας στο μότο που παραθέτει η συγγραφέας πριν ξεκινήσει η ιστορία μας:

 Η αγάπη δεν είναι φτιαγμένη αποκλειστικά από αγωνίες
Όπως ο κόσμος ή όπως εσύ
Αναπαύεται καμιά φορά πάνω σε κάποια βεβαιότητα
Ή έναν θρόμβο αίματος

(απόδοση: Σπήλιος Αργυρόπουλος – Βασιλική Κολοκοτρώνη)

ΣΙΤΣΑ ΚΟΤΣΙΦΑΚΗ

Εικονογράφηση: Παγώνα Ξενάκη

~.~

*