Day: 14.08.2023

Κλιματισμού εγκώμιον

*

ΚΛΙΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

Ἄλλοτε ἔσουρα στὸ θέρος τὰ ἐξ ἁμάξης,
τώρα θὰ ψάλω ἔπαινο κι ἐγκώμιο·
ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ἐπανέλθῃ πιὰ ἡ τάξις
σὲ μέτρο καὶ ῤυθμὸ κάπως παρόμοιο.

Ὄχι, σκοπὸ δὲν ἔχω νὰ παλινῳδήσω,
νὰ γίνω δεύτερος ἐγὼ Στησίχορος,
ἀπ’ ὅσα ἔγραψα δὲν κάνω βῆμα πίσω
κι ἂς εἶν’ ὁ τόπος ὄπισθεν εὐρύχωρος.

Μὰ ὅπως ἔψεξα σφοδρῶς τὸ καλοκαίρι
ὡσαύτως καὶ μὲ τρόπον παραπλήσιον
θέλω νὰ γράψω μὲ τὸ ἴδιο τοῦτο χέρι
εὐγνωμοσύνης ὕμνο στὸ αἲρ κοντίσιον.

Κι οὔτε μὲ νοιάζει τῶν μεμψίμοιρων ἡ γκρίνια
πὼς τάχα τοὺς πειράζει στὸ κεφάλι τους·
ἄ! ὅλα κι ὅλα φιλαράκια μου, σαϊνια,
δὲν φταίει τὸ αἲρ κοντίσιον γιὰ τὸ χάλι τους!

Γνώρισα τέτοιους τύπους: Αἶσχος! Τρόμος! Φρίκη!
Ὁ ὑδράργυρος νὰ φτάνῃ ὡς τὸν Μύτικα
νὰ βράζῃ ὁ τόπος καὶ νὰ σκάῃ τὸ τζιτζίκι
κι ἐκεῖνοι τὰ δικά τους ψηλομύτικα:

«Ἄχ δὲν μπορῶ μ’ αὐτό, κλεῖσ’ το τὸ μαραφέτι
θ’ ἁρπάξω κἀμμιὰ ψῦξι μῆνα Ἰούλιο!»
Οὐ μπλέξεις μὲ κρυουλιάρηδες, κόλασι σκέτη,
τέτοια φρικιὰ οὔτε κἂν στὸ κοινοβούλιο!

Σ’ αὐτῶν τὰ σπίτια ἐγὼ οὔτε περνῶ ἀπ’ ἔξω
–οὐδέποτε μοῦ ἄρεσαν οἱ σάουνες–
μοῦ ἔρχεται πιὸ εὔκολο νὰ τρέξω
ἀπὸ τὸ Μὲτς μέχρι τὶς Κουκουβάουνες

παρὰ μιὰν ὥρα νὰ σταθῶ μὲς σὲ σαλόνι
ποὺ οἱ αὖρες τοῦ Φουτζίτσου δὲν εὐλόγησαν,
ποὺ ἐν ᾧ ὁ καύσωνας ἀνάβει καὶ κορώνει
μὲ τσιγκουνιὰ τὰ BTU ὑπολόγισαν.

Τὸ λέω, τὸ ἐννοῶ, δηλώνω κι ὑπογράφω:
κλιματισμοῦ οὐδὲν πλέον εὐφρόσυνον!
Στοῦ ἐφευρέτη του τὸν ἁγιασμένο τάφο
ὀφείλω νὰ τελέσω ἕνα μνημόσυνον.

Ὅταν στοῦ ἄστεως τὴν τσιμέντινη Σαχάρα
ἡ μοῖρα μ’ ὁδηγῇ καὶ στ’ ἀδιέξοδα
τρυπώνω μὲς στὰ Hondos, στὰ Anel, στὰ Zara
τὴν τζούρα μου νὰ πάρω ἔτσι ἀνέξοδα.

Μὰ τι θαρρεῖτε, πῶς μοῦ ἄλλαξαν τὰ γοῦστα;
Πῶς τώρα στὰ γεράματα τὸ γύρισα;
Πῶς μπῆκα ν’ ἀγοράσω μάσκαρα ἢ φούστα;
Λίγο ἁπλῶς νὰ δροσιστῶ ἐπιχείρησα.

Θέλω τὸ σπίτι μου ἰγκλοὺ γιὰ Ἐσκιμώους,
στάλα Ἀρκτικῆς στὸν Τροπικὸ τοῦ Αἱγόκερω,
χωρὶς μπὴτς μπάρ, ἀκρογιαλιὲς κι ἱστιοπλόους,
χωρὶς τοῦ Αὐγούστου τὸν φρικτὸ παλιόκαιρο!

Ἀπ’ τὸ ταβάνι μου ποθῶ σὰν ξιφολόγχες,
(κι ὰν θέλῃς μέτρα τό μου γιὰ ἐλάττωμα)
σὰν σταλακτῖτες νὰ σωρεύωνται στὶς κόγχες,
νὰ κρέμωνται οἱ κρύσταλλοι ὡς τὸ πάτωμα.

Στὸ κομοδῖνο μοῦ ἀρκοῦν τέσσερις τόμοι·
γιὰ μένα τοῦτο εὐτυχία λέγεται:
νὰ κάνω ἔρωτα μὲ ἔνα Τογιοτόμι
κι ἡ τσιμεντούπολι ἀπ’ ἔξω ἂς φλέγεται!

ΑΑΡΩΝ ΜΝΗΣΙΒΙΑΔΗΣ

*