Δεύτερες τετραετίες


*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 06:23
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Στην ιστορία, τη λογοτεχνία, την προσωπική ζωή του καθενός αφθονούν: κάθε σελίδα μια προδοσία, κάθε κεφάλαιο μια συνωμοσία. Όμως υπάρχει πολύς, πάμπολυς κόσμος εκεί έξω που σε κάθε προσπάθεια της σκέψης να πάει λίγο πιο κάτω από την επιπολή (λέξη που σημαίνει επιφάνεια, εξ ου και το «επιπόλαιος», ρηχός, αβαθής) σου απαντά με αγανάκτηση: «συνωμοσιολογίες!» Και οι επαγγελματίες της αφέλειας ή της προπαγάνδας που κάνουν καριέρα ως «αντισυνωμοσιολόγοι», ως «ειδήμονες», ως «fact checkers», ως «διαφωτιστές» και δεν συμμαζεύεται, είναι λεγεώνα.

Το γιατί συμβαίνει αυτό το εξηγεί καλά εκείνο το απόφθεγμα του Κονδύλη για τους μικροαστούς, που «η πίστη στην ύπαρξη και πρακτικότητα των γενικώς αποδεκτών κανόνων της ηθικής τούς παρέχει ένα αίσθημα πρόσθετης ασφάλειας». Για τον μέσο άνθρωπο, τον «Ανθρωπάκο» του Φάλλαντα, η πίστη ότι μερικά πράγματα δεν γίνονται, απλώς και μόνο επειδή εκείνος τα θεωρεί αδιανόητα, είναι μια παρηγοριά, μια ψευδαισθητική αυτοδιαβεβαίωση ότι ελέγχει τα ανεξέλεγκτα, ότι το πλαστικό τιμονάκι που κρατάει σφιχτά στις ιδρωμένες παλάμες του, είναι η Μοίρα του. Κι ότι αυτός είναι ο αυτεξούσιος οδηγητής της.

~.~

Οι δεύτερες τετραετίες μεταπολιτευτικά ταυτίστηκαν με δεινά μεγάλα για τον τόπο. Η δεύτερη τετραετία του Ανδρέα Παπανδρέου (1985-89) σημαδεύτηκε από το σκάνδαλο Κοσκωτά, το σύνθημα «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα» και την εξευτελιστική φαρσοκωμωδία στο Ελληνικό, κατά την υποδοχή του σερνάμενου Αρχηγού μετά της ερωμένης. Η χώρα έκανε χρόνια να συνέλθει από το σοκ, οι θεσμοί έφτασαν στα όριά τους, την πολιτική αντιπαράθεση αντικατέστησαν οι πόζες της Μιμής και τα Ειδικά Δικαστήρια.

Η δεύτερη τετραετία Σημίτη (2000-2004) έμεινε στη συλλογική μνήμη συνδεδεμένη με τη δυσωδία της μίζας: Παπαντωνίου, Τσοχατζόπουλος, Τσουκάτος, Μαντέλης, Σήμενς και κομματικά ταμεία. Κάποια απ’ αυτά είχαν τις ρίζες τους ήδη στην πρώτη τετραετία, όπως και η αρπαχτή του αιώνα, το λεγόμενο «σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου», αλλά ήταν μόνο στη δεύτερη που έγιναν αντιληπτά. Ελάχιστοι από τους υπαιτίους τιμωρήθηκαν, και αυτοί συγκυριακά. Πάνω στην αναμπουμπούλα της χρεοκοπίας μας το 2010, χρησίμευσαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για να τη βγάλουν καθαρή οι μεγάλοι ένοχοι.

Η δεύτερη τετραετία Καραμανλή ήταν… διετία: 2007-2009. Ξεκίνησε με έναν εκλογικό θρίαμβο παρότι η χώρα είχε γίνει αποκαΐδια το καλοκαίρι του ’07. Μερικοί νεοδημοκράτες είχαν καβαλήσει τόσο το καλάμι που δήλωναν δημοσίως ότι «σχεδιάζουν την τέταρτη τετραετία»! Την τρίτη την είχαν στο τσεπάκι πίστευαν. Ήταν όμως τόσο άθλια η διαχείριση των δημοσιοοικονομικών, τόσο γιγαντιαία η διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, ώστε με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Αμερική, ο Ηγέτης ψυλλιάστηκε τη θύελλα και την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια διά των εκλογών. Και έπραξε σοφά, όπως αποδείχτηκε: η βόμβα έσκασε στα χέρια του διαδόχου του και τον σάρωσε – όπως όλους μας.

~.~

«Κοιμούνται οι κορυφογραμμές, κοιμούνται τα φαράγγια,
κοιμούνται και τ’ ακρόβραχα, κοιμούνται κι οι χαράδρες
κοιμούνται τα χαμόζωα πάνω στη γη τη μαύρη
και τ’ αγριμάκια του βουνού και τα βουερά μελίσσια
κι αυτά τα κήτη στα νερά τα πορφυρά κοιμούνται,
και τα έθνη των αθρόων πουλιών με τις μακρές φτερούγες

«Αποκοιμήθηκε ο Τζων Ντον… Και πλάι του, νά,
τοίχοι, κρεββάτι, πάτωμα – κοιμούνται. Όλα
κοιμούνται, κάδρα, σύρτες, μάνταλα, χαλιά,
λινά κι ασπρόρουχα, οι κουρτίνες, η κονσόλα·
πιάτα, λεκάνες, κρύσταλλα έχουν κοιμηθεί,
οι πορσελάνες, το ψωμί μες στην ψωμιέρα,
η πόρτα, η λάμπα, το ρολόι, το κερί,
το κεφαλόσκαλο – νύχτα παντού εδώ πέρα

Αυτή η ανάλαφρη ανάσα του ύπνου που ενώνει με το καθολικό της νήμα τον Ευρώτα με τον Νέβα· την Σπάρτη του 7ου αιώνα π.Χ. με το Λένινγκραντ της δεκαετίας του ’60· τον χορικό ποιητή Αλκμάνα, Λυδό μέτοικο στη Λακεδαίμονα κατά τον θρύλο, με τον Ρωσσοεβραίο ελεγειογράφο Ιωσήφ Μπρόντσκι, που πέρασε όλη του σχεδόν την ενήλικη ζωή εξόριστος στην Αμερική· το λιτό εξάστιχο «εὕδουσι δ᾽ ὀρέων κορυφαί τε καὶ φάραγγες» με τη χειμαρρώδη, διακοσίων τόσων αράδων, «Μεγάλη ελεγεία για τον Τζων Ντον».

Μια σκυταλοδρομία είναι η ποίηση διαρκής. Δεν έχουν νόημα εδώ μετάλλια και τερματισμοί, η φήμη, οι ατομικές διακρίσεις. Να μην σου πέσει η σκυτάλη, να την κρατήσεις, να την πας λιγάκι παραπέρα στον χρόνο και στον τόπο που σου δόθηκε – αυτό είν’ όλο.

~.~

«Θαλασσινό νερό στο γήπεδο του τένις!» Μ’ αυτὀν τον στίχο αν θυμάμαι καλά ξεκινάει τον «Τιτανικό» του (Suhrkamp, 1978), «έπος σε 33 canti», ο Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ. Στο βιβλίο έχει την τιμητική της η ανθρώπινη ματαιοδοξία, το Vanity Fair του λούσου και της επίδειξης που οδηγεί φαντασμαγορικά στον πάτο.

Αν ζούσε ο ποιητής νομίζω θα προσέθετε ένα ακόμα κάντο, κι ας του χαλούσε το σημαδιακό δαντικό διπλό τριάρι. (Όμως και το Inferno 34 άσματα έχει, όχι 33!). Γιατί η είδηση ότι κάποιοι δισεκατομμυριούχοι τουρίστες έγιναν χαλκομανία περιηγούμενοι τις θάλασσες όχι πάνω σ’ ένα σουπερλούξ κρουαζιερόπλοιο, αλλά για να κάνουν χάζι το βυθισμένο του κουφάρι (!!) – αν ήταν εύρημα συγγραφικό θα άξιζε Νόμπελ, τόσο τα λέει όλα για τον (σύγχρονο) άνθρωπο. Είπαμε όμως, η ζωή είναι άφθαστος γραφιάς.

~.~

Όσο αυξάνει η εξάρτηση από τη δημόσια σφαίρα και τους προβολείς της, τόσο αυξάνει ο κομφορμισμός των τοποθετήσεων. Οι αθλητές, καλλιτέχνες, συγγραφείς λ.χ., στη συντριπτική τους πλειονότητα συναγωνίζονται μεταξύ τους στην κοινοτοπία. Οι τηλεπερσόνες τους ξεπερνούν, όχι όμως όσο οι καθηγητές των πανεπιστημίων. Οι πολιτικοί τους αφήνουν όλους μίλια πίσω. Λες κι ένα βόδι τους πατάει τη γλώσσα. Οι απλοί άνθρωποι, οι αφανείς, κρατούν κάτι από την αψηφησιά του παλαιού «ευγενούς αγρίου», από την αθωότητα του «απαίδευτου», πάει να πει του αλογόκριτου νου που γλίτωσε από την μαζική πλύση εγκεφάλου. Αλλά όσο πάνε σπανίζουν κι εκείνοι.

~.~

«Ο ποιητής είναι το πιο αντιποιητικό ον του κόσμου. Ο ίδιος δεν έχει ταυτότητα, η ύπαρξή του είναι στραμμένη πάντα σε κάτι άλλο, πληροί ένα άλλο σώμα. Ο ήλιος, η σελήνη, η θάλασσα, οι άνδρες και οι γυναίκες ως γεννήματα της παρόρμησης είναι όντα ποιητικά και έχουν χαρακτηριστικά αμετάτρεπτα. Ο ποιητής δεν έχει τίποτε τέτοιο, δεν έχει ταυτότητα, είναι με βεβαιότητα το πιο αντιποιητικό από όλα τα πλάσματα του Θεού.»

ΤΖΩΝ ΚΗΤΣ, 27.10.1818

~.~

Η δύναμη της προπαγάνδας βαφτίζει το κρέας ψάρι. Η εικόνα που έχει διαμορφωθεί από τα Δυτικά ΜΜΕ για τις πρώην κομμουνιστικές χώρες μετά το 1990, ότι δηλαδή πέρασαν αίφνης από την Κόλαση στον Παράδεισο, είναι «μαγική». Οι περισσότεροι αγνοούν τα προφανή, αυτά που ο περιηγητής της Βουλγαρίας λ.χ. αντιλαμβάνεται με γυμνό μάτι σε μια βόλτα με αυτοκίνητο στην ύπαιθρο.

Ένα ήταν το κύριο αποτέλεσμα της Wende, της καθεστωτικής στροφής, σχεδόν σε όλες αυτές τις χώρες. Η τρομακτική μείωση του πληθυσμού. Από 9 εκ. το 1990, η Βουλγαρία είχε το 2017 μόλις 7, και προβλέπεται να πέσει στα 5 το 2050. H Ουκρανία από τα 52 εκατομμύρια έπεσε στα 44 και (πριν τον Πόλεμο!) προβλεπόταν να κατρακυλήσει στα 36. Οι Βαλτικές Χώρες έχασαν μεταξύ 20-35% του πληθυσμού τους και προβλέπεται να χάσουν άλλο ένα 20%. Πάνω από 2 εκατομμύρια ανθρώπους έχασε η πρώην Ανατολική Γερμανία, που είδε ειδικά τους νέους να μετοικούν στη Δύση μαζικά. Μόνο την δεκαετία που μας πέρασε η Κροατία έχασε το 10% του πληθυσμού της και η Πολωνία προβλέπεται να χάσει 6 εκ. κατοίκους ώς το 2050.

Οι δέκα ταχύτερα καταρρέουσες δημογραφικά χώρες του πλανήτη βρίσκονται όλες στην Ανατολική Ευρώπη. Και το μοτίβο υπήρξε παντού το ίδιο, αυτό που γνωρίσαμε κι εμείς από την καλή μετά την χρεοκοπία μας: ραγδαίος και ληστρικός εκχρηματισμός της οικονομίας, πρεκαριοποίηση τεράστιου μέρους του πληθυσμού και μαζική μετανάστευση των νέων στις «ώριμες» αγορές (κυρίως Δ. Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία), όπου συχνά άνθρωποι με ένα σωρό πτυχία και ζηλευτή παιδεία εξαναγκάζονται να δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί στις απορρυθμισμένες «υπηρεσίες». (Η κατάσταση των Ελλήνων μεταναστών στο Βέλγιο και τη Γερμανία τη δεκαετία του 1960 ήταν συγκριτικά καλύτερη.)

Ειδικά στη Γερμανία, οι μεγάλοι συγγραφείς της χώρας, Δυτικοί και Ανατολικοί, είχαν προβλέψει την εξέλιξη από τότε, και είχαν προειδοποιήσει με τους εμφατικότερους τόνους: Γκύντερ Γκρας, Μάρτιν Βάλζερ, Χάινερ Μύλλερ, Φόλκερ Μπράουν. «Οι φωτεινές επιγραφές, κατοχικός στρατός, προελαύνουν», έγραφε ο τελευταίος το 1991.

~.~

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος, όπως και τόσοι άλλοι σπουδαίοι συνθέτες μας που καθιερώθηκαν την χρυσή εικοσαετία 1960-1980 (ο Μίκης, ο Μάνος, ο Ξαρχάκος, ο Μαμαγκάκης, ο Μικρούτσικος), πατούσε πάντοτε γερά με το ένα πόδι στη λόγια μουσική και με το άλλο στη λαϊκή παράδοση. Είχε την ευλογία στα χρόνια των Μεγάλων Προσδοκιών να εκφράσει το κοινό αίσθημα, να τραγουδηθεί, να εμπνεύσει. Μετά, σιγά σιγά κι αυτόν και τους ομοίους του η μεταπολιτευτική Ελλάδα, τέτοια που κατάντησε, τους έφτυσε – κι ας τους απένειμε υποκριτικά κάθε τόσο τιμές και υποκλίσεις. Για τα απαιτητικότερα έργα τους αδιαφόρησε, οι «σοβαρές» ορχήστρες της τούς σνομπάριζαν, τα λαϊκά τους τραγούδια τα έπνιξε ο θόρυβος της τηλεόρασης και της φτήνιας. Διαδόχους δεν αξιώθηκαν. Βυθίστηκαν στη μοναξιά. Τώρα που πέθανε κι αυτός, αναρωτιέται κανείς πώς υπήρξε.

~.~

«Οι υποσημειώσεις είναι ασθένειες του κειμένου οι οποίες παραπέμπουν στην ασθένεια της ψυχής, την αδυναμία της να δώσει τέλος στα είδωλα που την κατατρέχουν και την αποσπούν από τη λατρεία του Καλού.»

«WILLIAM SHAFTSBURY» (ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ)

~.~

*

«Η κυβέρνηση των ΗΠΑ διαμηνύει τη βαθύτατη ανησυχία της για τις στρατιωτικές δραστηριότητες της Κίνας στο νησί της Κούβας.» (Τα Πρακτορεία Ειδήσεων).

~.~

Ο «τζεντερισμός» που αρνείται τη βιολογία και θέλει να άρει τη διάκριση των φύλων μπορεί στα λόγια να εχθρεύεται τον χριστιανισμό και την «πατριαρχική» ηθική του. Στην ουσία όμως κατάγεται από τη χριστιανική θεολογία. Κοινός παρονομαστής τους η μεσσιανική επιθυμία για υπέρβαση της (ανθρώπινης) φύσης, ιδίως της σεξουαλικότητας.

«Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ, φησὶν ὁ θεῖος ἀπόστολος, οὔτε ἄῤῥεν οὔτε θῆλυ… καὶ πρῶτον ἑνώσας ἡμᾶς ἑαυτοῖς ἐν ἑαυτῷ διὰ τῆς ἀφαιρέσεως τῆς κατὰ τὸ ἄῤῥεν καὶ τὸ θῆλυ διαφορᾶς, καὶ ἀντὶ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, οἷς ὁ τῆς διαιρέσεως ἐνθεωρεῖται μάλιστα τρόπος, ἀνθρώπους μόνον κυρίως τε καὶ ἀληθῶς ἀπέδειξε», γράφει ο Μάξιμος Ομολογητής.

Και ο Εριγένης: «Ο άνθρωπος υπερέχει του φύλου του. Τα κατηγορήματα άρρεν και θήλυ δεν δηλώνουν την πραγματική του φύση».

Χωρίς να το ξέρουν, οι woke σήμερα κοπιάρουν τα λόγια τους.

*

*