Γιάννης Υφαντής, Αθησαύριστα ποιήματα

*

ΜΟΥΣΑ ΑΝΤΑΡΤΙΣΣΑ

Πότε θα κάνει ξαστεριά, πότε θα φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι μου την όμορφη πατρόνα
να κατεβώ στον Ομαλό, ν’ ανέβω στην Αθήνα
τις κριτικές επιτροπές βραβείων ν’ ανταμώσω
όπου μοιράζουνε λεφτά στους ίδιους και στους ίδιους
ανάξιους κι ατάλαντους ωσάν τους εαυτούς των.
Μοιράζουν τον ιδρώτα μου, το αίμα του λαού μου
χωρίς ποτέ να κρίνονται, ποτέ να κυνηγιούνται.

Άλλωστε από ποιούς, εδώ, που όλα ξεπουλιούνται;

Μα σαν το σιδερένιο μου το βλέμμα μπρος τους δούνε
να δεις πώς θα ιδρώνουνε και πώς θα κατουριούνται
πίσω απ’ τα γραφεία τους, πώς θα μ’ εκλιπαρούνε
να συχωρέσω τ’ άδικο, την άτιμη δουλειά τους
λίγο προτού η καρέκλα τους γεμίσει απ’ τα σκατά τους
λίγο προτού να λερωθούν οι τοίχοι απ’ τα μυαλά τους.

*

ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΛΗΤΟ ΤΟΥ ΚΑΛΧΑΝΤΟΣ

Αυγή του Αυγούστου σαν εκείνη μες στο ποίημα του Καβάφη
που εντέλει θα το πει ΙΩΝΙΚΟΝ.
Αυγή και μέσα της ακόντια χρυσά και ασημένια με τις λάμπουσες
αιχμές τους προχωρούν.
Όμως ο μύθος λέει πως αυτά είναι απλώς αεροπλάνα κι ο
ευθύγραμμος καπνός που αφήνουν πίσω τους.

Δεν ξέρω.

Γι’ αυτό φοβούμαι μη χτυπήσουν τις ασπίδες που τις λένε Ήλιο
και Φεγγάρι·
φοβούμαι μην χτυπήσουνε τον Πάτροκλο·
ή το χειρότερο μην κάποιο καρφωθεί στη φτέρνα του Αχιλλέα
και τον χάσουμε.

Και τότε ποιος θα προστατεύσει τα καράβια μας που τά ’χουμε
βγαλμένα έξω εκεί στην αμμουδιά;
Ποιος θα γλυτώσει πια τους Έλληνες
απ’ την Γενοκτονία του 2010-15;

*

ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ

Μες στο νερό το άγαλμα πατεί·
νερό καλύπτει τον λευκό του τον αστράγαλο. Κι ενώ
τίποτε αυτό ποτέ δεν απαιτεί, για περιδέραιο
τις διψασμένες μέλισσες φορεί.
Και ουδόλως βγαίνει από αυτή του τη γαλήνη
όταν μια πεταλούδα του το λύνει.

*

Η ΟΥΡΑΝΙΑ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ 2.7.2014

Των νοσοκόμων έφτασε πρωί το συνεργείο
κ’ η Ουρανία βρέθηκεν ευθύς στο χειρουργείο.

Γαλαζοπράσινα φορεί, σκουφί μέχρι τον ώμον
νεράιδα των χειρουργικών κατέστη διαδρόμων.

Στη δεξιά της άραξε την ωοθήκη UFO
και να το διώξουν θέλουνε οι στρατιώτες πού ’χω.

Μαχαίρι θα του δείξουνε και σουβλερή τσιμπίδα
μήπως και απογειωθεί να φύγει για Κολχίδα,

για Μογγολία, Πήγασο, και μακρυνή Ανδρομέδα
για Μπεντελγκέζε, Αλδεβαράν, Βοώτη ή και Βέγα.

Και να ‘χ’ η Ουρανία μου τις δυο της ωοθήκες
έτοιμες για του σπέρματος τους φοβερούς κομήτες.

Φαντάζομαι να τρέχουνε τα σπέρματα ως γυρίνοι
να μπει το ένα εξ αυτών να φέρει την ειρήνη

στο σώμα που να γκαστρωθεί γύρευ’ εδώ και χρόνια
κι έβλεπε μ’ άσβεστο καημό τ’ αντρίκια παντελόνια.

Ύπνο βαθύ θα γεύεται τώρα και οι χειρούργοι
το UFO ν’ αποκολληθεί θα κάνουν οι πανούργοι.

Και σαν τη ράψουν, ξυπνητή πάλι θα μου τη φέρουν
με ξυρισμένο το μουνί και μ’ όσα ετούτοι ξέρουν

πως είναι απαραίτητα. Έφριξα εγώ σαν είδα:
Σα δέρμα κότας κρεμαστό έμοιαζε η κλειτουρίδα.

*

Μα μες στο μήνα τρίχωσε το έξοχο μουνί της,
μαύρισε και το χώριζε η ρόδινη σχισμή της.

Κι εγώ που τόσο νήστεψα τον έρωτα μαζί της
μένοντας μέρες είκοσι μακράν απ’ το κορμί της

τρελάθηκα κι ο πούτσος μου ήτανε αναμμένος
κ’ υπόφερε προσμένοντας να δροσιστεί ο καϋμένος.

Κι όταν οι μέρες πέρασαν κι έγιανε η πληγή της
μέσα της έσβησα μ’ ορμή όπως μετεωρίτης.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ

*