
Κρυονέρι, Ευθύμιος Φυτόπουλος, Drone Photos
*
Τα Λευκαδίτικα διηγήματα (Fagotto books, 2016 και εμπλουτισμένη επανέκδοση 2017) είναι το μοναδικό βιβλίο με διηγήματα του Δημήτρη Ε. Σολδάτου ανάμεσα στις δεκαεπτά ποιητικές συλλογές που εξέδωσε στην διάρκεια σαράντα χρόνων. Η συνεργασία με το Νέο Πλανόδιον στην στήλη αυτή θα ξεκινήσει με κάποια από τα εκδομένα του διηγήματα (επιμελημένα εκ νέου) και θα συνεχιστεί με ανέκδοτο υλικό. Ο τίτλος της στήλης είναι παρμένος από μια κριτική του συγγραφέα Μιχάλη Μακρόπουλου για τα Λευκαδίτικα διηγήματα στις 28.6.2016 στον ιστοχώρο Bookpress (https://bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/6619-lekfaditikadiigimata-soldatos): «Ένα πνεύμα νοσταλγικό, παλιομοδίτικο ίσως, μα γνήσιο κι ανυπόκριτο, περασμένο στο χαρτί με ελληνικά που η ομορφιά και η καθαρότητά τους σπανίζουν πλέον».
~.~
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Τι είν’ η ζωή; Ένα ψέμα, μια αυταπάτη,
μια χίμαιρα, μια σκιά. Στιγμή στου απείρου
το χάος είν’ ό,τι φαίνεται μεγάλο.
Γιατί η ζωή είν’ ένα όνειρο, τι άλλο!
Και τα όνειρα, είναι όνειρο του ονείρου.
Πέδρο Καλδερόν ντε λα Μπάρκα, Η ζωή είναι όνειρο,
Δράμα σε τρεις «ημέρες», μτφρ. Νίκος Χατζόπουλος, 2003
Όταν πέθανα, πήγα κατευθείαν στον ουρανό. Δεν το περίμενα! Εξάλλου δεν πίστευα στην άλλη ζωή. Καθισμένος σ’ ένα απαλότατο σύννεφο κοίταζα από ψηλά τον κόσμο, λες και βρισκόμουν σ’ αεροπλάνο. Να οι Μύλοι, να η Γύρα, να το ξωκκλήσι τ’ Αϊ-Γιάννη τoυ Αντζούση, να το Κρυονέρι ή Αγιονέρι: μάτια γοργόνας γαλαζοπράσινα, που έχει στήθος βράχια και μαλλιά πευκοβελόνες! Πώς να μην γίνεις ποιητής σ’ έναν τέτοιον τόπο; Αν κάποιος έφερνε τον ουρανό κάτω και πάνω την Λευκάδα, άνετα θα μπορούσε να είναι ο παράδεισος! Κι εγώ αυτόν τον παράδεισο τον είχα μόλις χάσει.
Ευτυχώς μπορούσα να βλέπω κι από κοντά, λες κι είχα στα μάτια κιάλια. Με το πέρασμα της ώρας όμως – αν μπορούμε να ισχυριστούμε πως υπήρχε χρόνος σ’ έναν τέτοιο χώρο – συνειδητοποίησα ότι το σκηνικό λειτουργούσε αλλιώς. Δηλαδή όλα αυτά ήταν μέσα στον νου μου. Έφτανε να σκεφτώ το σπίτι μου και το έβλεπα. Το ίδιο αν ήθελα να δω έναν φίλο μου ή μια γυναίκα, ας πούμε.
Εντάξει, είχε την πλάκα του το πράγμα βέβαια! Αλλά ούτε άγγελοι, ούτε διαβατήρια, ούτε Άγιος Πέτρος. Μόνον μια απέραντη συννεφένια έρημος ως εκεί που φτάνει το μάτι. Και δεν έκανε ούτε ζέστη ούτε κρύο. Ούτε το κορμί μου ήταν ακριβώς κορμί, ούτε εγώ ήμουν ακριβώς εγώ, μα μπορούσα συγχρόνως να είμαι και να μην είμαι.
Περίεργα πράγματα! Αλλά είχα την αίσθηση πως όπου να ’ναι θα ’παιρνα κάποιο μήνυμα, μια εντολή κάτι να κάνω ή θα ερχόταν κάποιος να με προϋπαντήσει. Δεν ήταν δυνατόν να βγάλω έτσι ολόκληρη αιωνιότητα, καθισμένος σ’ ένα απαλότατο σύννεφο και κοιτάζοντας σαν χαζός τους άλλους να ζούνε… (περισσότερα…)