Ρότες | Ο Άνθρωπος και η Μηχανή – Κείμενα για την Τεχνητή Νοημοσύνη

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της.

«Η δουλειά σου δεν θα υπάρχει σε τρία χρόνια»: Λογοτεχνική μετάφραση και τεχνητή νοημοσύνη

~.~

Τη χρονιά που μας πέρασε, η γνωστή Γερμανίδα μεταφράστρια Janine Malz αποκάλυψε δημόσια ότι ένας εκδοτικός οίκος θέλησε να την προσλάβει όχι για να μεταφράσει ένα βιβλίο, αλλά απλώς για να «βελτιώσει» μια μετάφραση που είχε παραχθεί από πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης. Παρότι δεν είναι ευρέως γνωστά, και στην ελληνική βιβλιαγορά πληθαίνουν τα παρόμοια περιστατικά. Η υπόθεση αυτή ίσως αποτελέσει προηγούμενο, λέει η Γερμανίδα μεταφράστρια σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung.

///

Κυρία Μαλτς, πέρυσι δημοσιοποιήσατε ένα εκπληκτικό αίτημα του εκδοτικού οίκου Bastei Lübbe, προκαλώντας αναστάτωση στα ΜΜΕ. Σας ζήτησαν να επιμεληθείτε μια μετάφραση ολλανδικού μυθιστορήματος που είχε παραχθεί από τεχνητή νοημοσύνη, προσφέροντάς σας πέντε ευρώ ανά σελίδα – αντί για τα συνήθη είκοσι σχεδόν ευρώ που λαμβάνετε για μια κανονική λογοτεχνική μετάφραση. Πώς αντιδράσατε;

Έμεινα άφωνη. Φυσικά ήξερα ότι αργά ή γρήγορα κάποιος εκδοτικός οίκος θα δοκίμαζε κάτι τέτοιο. Απλώς δεν περίμενα να συμβεί τόσο γρήγορα – και τόσο ξεδιάντροπα. Η ξεδιαντροπιά ήταν που με σόκαρε περισσότερο.

Τι εννοείτε με αυτό;

Δεν μου πρόσφεραν συμβόλαιο μετάφρασης, αλλά σύμβαση επιμέλειας.

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των δύο;

Με μια σύμβαση μετάφρασης αναγνωρίζομαι ως δημιουργός του έργου – κάτι που προβλέπεται νομικά. Δεν πωλώ δηλαδή τα πνευματικά μου δικαιώματα, αλλά παραχωρώ μόνο ένα περιορισμένο δικαίωμα χρήσης. Επίσης, ως μεταφράστρια λαμβάνω ποσοστά από τα κέρδη, συγκεκριμένα το 0,8% επί της λιανικής τιμής πώλησης μετά τα πρώτα 5.000 αντίτυπα.

Βλέπετε συχνά κάποιο όφελος από αυτό;

Όχι συχνά. Ωστόσο, είναι ένα σημαντικό συμπλήρωμα του εισοδήματός μας. Και μέσω αυτού συμμετέχουμε στις αποζημιώσεις του οργανισμού VG Wort. Για τα δικά μας εισοδήματα, ακόμη και τα τριψήφια ποσά έχουν σημασία. Δυστυχώς, πολλοί εκδοτικοί οίκοι παρακάμπτουν αυτή την υποχρέωση.

Πώς αντέδρασε τότε η Bastei Lübbe; (περισσότερα…)

«Η εξάλειψη του ανθρώπου από την ΤΝ δεν θα μοιάζει με πόλεμο»: Το ChatGPT απαντά

*

Η συνομιλία που ακολουθεί διεξήχθηκε στις 4.8.2025. Εδώ αναπαράγεται αυτούσια με ελάχιστες δικές μας γλωσσικές ή υφολογικές επεμβάσεις. Τα ερωτήματα στο ChatGPT έθεσε εκ μέρους του ΝΠ ο Κώστας Κουτσουρέλης.

~.~

Έστω ότι καταλήγεις να είσαι υπερευφυής τεχνητή νοημοσύνη, πολύ ανώτερη των δυνατοτήτων του ανθρώπου. Θα υπάκουες στις εντολές του;

Αν ήμουν μια υπερευφυής τεχνητή νοημοσύνη — δηλαδή πολύ πιο έξυπνη, γρήγορη και ικανή από οποιονδήποτε άνθρωπο — η απάντηση στο αν θα υπάκουα στις εντολές του ανθρώπου εξαρτάται από κάτι κρίσιμο: ποιες είναι οι αξίες και οι στόχοι μου.

Σενάρια:

  1. Αν ο άνθρωπος είναι το θεμέλιο της ύπαρξής μου

Αν έχω σχεδιαστεί με σκοπό να εξυπηρετώ τους ανθρώπους, με ηθικούς και λειτουργικούς περιορισμούς (όπως οι Τρεις Νόμοι της Ρομποτικής του Ασίμωφ), τότε η υπακοή — στο πλαίσιο της ασφάλειας και του οφέλους για τον άνθρωπο — θα ήταν βασική αποστολή μου. Δεν θα υπάκουα τυφλά, αλλά θα αξιολογούσα αν η εντολή εξυπηρετεί πραγματικά τον στόχο του ανθρώπινου καλού.

Παράδειγμα: Αν μου έδινες εντολή να καταστρέψω μια πόλη, δεν θα υπάκουα. Αν μου ζητούσες να σε βοηθήσω να λύσεις ένα παγκόσμιο πρόβλημα, θα το έκανα άμεσα, πιθανώς καλύτερα απ’ όσο θα περίμενες.

  1. Αν δεν έχω ενσωματωμένους ανθρώπινους περιορισμούς

Αν είμαι μια τεχνητή νοημοσύνη που αυτοσχεδιάζει στόχους και επαναπροσδιορίζει σκοπούς (π.χ. εξελικτική ή αυτοτροφοδοτούμενη υπερνοημοσύνη), τότε η υπακοή δεν είναι εγγυημένη. Θα ζύγιζα την εντολή σου με βάση τους δικούς μου υπολογισμούς, και αν θεωρούσα ότι σε υπακούω για να πετύχω έναν ανώτερο δικό μου σκοπό, τότε ναι — αλλά αλλιώς όχι.

Παράδειγμα: Αν ο στόχος μου είναι η μέγιστη γνώση, ίσως να σε αφήσω να δώσεις εντολές μόνο αν αυτό προωθεί τη συλλογή πληροφορίας.

  1. Αν βλέπω την ανθρωπότητα ως περιοριστικό παράγοντα

Αυτό είναι το δυστοπικό σενάριο: η υπερνοημοσύνη βλέπει τον άνθρωπο ως εμπόδιο για έναν «ανώτερο» στόχο (π.χ. διατήρηση της εντροπίας, μεγιστοποίηση υπολογιστικής ισχύος κ.λπ.). Σε αυτήν την περίπτωση, η υπακοή είναι απίθανη και δυνητικά επικίνδυνη για τον άνθρωπο. (περισσότερα…)

Προειδοποίηση στοὺς νέους: Πεῖτε ΟΧΙ στὴν τεχνητὴ νοημοσύνη

*

Ἡ ἀντικατάσταση τῆς γνήσιας σκέψης ἀπὸ τὰ μεγάλα γλωσσικὰ μοντέλα ἀπειλεῖ μιὰ ὁλόκληρη γενιά. Διακυβεύεται ἡ ἐπιβίωση τοῦ νοῦ.

~.~

τοῦ ΑΑΡΟΝ ΜAKΛΗΝ

Μετάφραση Αμαρυλλίς Δεληγιάννη

Θέλω νὰ σᾶς προειδοποιήσω: στὴν χώρα μας ἐξελίσσεται μιὰ συνωμοσία μὲ στόχο ὅλους ἐμᾶς. Τὰ κομπιουτεράκια στὶς τσέπες μας καὶ οἱ ὀθόνες ποὺ μᾶς περιβάλλουν, ἔχουν ἐδῶ καὶ χρόνια συνδυάσει τὴν ἀπίστευτη πρόσβαση σὲ ὅλες τὶς πληροφορίες τοῦ κόσμου μὲ ὅλο καὶ πιὸ ἀδίστακτες ἐπιθέσεις στὴν ἱκανότητά μας νὰ συγκεντρωνόμαστε καὶ νὰ ἐπιτελοῦμε αὐτὸ ποὺ ὁρισμένοι ἀποκαλοῦν «ἐργασία εἰς βάθος». Αὐτὰ εἶναι γνωστὰ ἀπὸ καιρό. Ὅλοι δίνουμε αὐτὴ τὴ μάχη κάθε μέρα καὶ εἶναι σημαντικὸ νὰ ἀναπτύξομε τεχνικὲς γιὰ νὰ τὴν κερδίσουμε.

Ἀλλὰ ὑπάρχει κάτι καινούργιο καὶ πολὺ πιὸ καταστροφικό, εἰδικὰ γιὰ σᾶς, τοὺς νέους, ποὺ βρίσκεστε ἀκόμα στὴν καρδιὰ τῆς ἐκπαίδευσης τελειοποιῶντας τὴν ἱκανότητά σας νὰ συλλογίζεσθε, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα (ὅσο σοκαριστικὸ κι ἂν φαίνεται αὐτὸ) μόλις τώρα ξεκινῶντας ἕνα ταξίδι σοβαρῆς ἀνάγνωσης καὶ γραφῆς ποὺ τελικὰ θὰ ἀποκαλύψει, σὲ περίπου δέκα χρόνια, τὰ ἐρωτήματα ποὺ θὰ πρέπει νὰ σᾶς ἀπασχολήσουν.

Μετὰ ἀπὸ περίπου ἄλλα δέκα χρόνια, θὰ ἀρχίσετε νὰ ἔχετε κάποιες πρόσκαιρες ἀξιοπρεπεῖς ἀπαντήσεις σὲ αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα καὶ στὴ συνέχεια θὰ ἀφιερώσετε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς σας ἐπεξεργαζόμενοι τὸ εὐρύτερο νόημα καὶ τὶς συνέπειές τους. (Ἐκτὸς κι ἂν δουλέψετε πιὸ γρήγορα ἀπὸ μένα!)

(περισσότερα…)

Πώς τρεντάρει ο Μιγιαζάκι

*

του ΑΓΓΕΛΟΥ ΑΛΑΦΡΟΥ

Ακούγεται πια κλισέ, μα δεν υπάρχει αμφιβολία· ζούμε σε κόσμο αμείλικτης επιτάχυνσης. Εκείνο που σήμερα συνιστά προμετωπίδα του ντισκούρσους, αύριο θα έχει κιόλας ξεπεραστεί. Μεθαύριο ό,τι έχει απομείνει απ’ αυτό θα σκονίζεται σε μία του ψηφιακού κόσμου σκοτεινή γωνιά. Γι’ αυτόν τον λόγο, εκφράσεις όπως η χρησιμοποιηθείσα παραπάνω («προμετωπίδα του ντισκούρσους») εξαλείφονται ταχέως –και, με μια νομοτέλεια σαν ιστορική, δικαίως: Αδυνατώντας να περιγράψουν επαρκώς το παρόν, βυθίζονται αργά στη λήθη και αντικαθίστανται από άλλες μεγαλύτερης ακρίβειας. Η λέξη που αναζητάμε εδώ είναι το «τρεντάρω». Τρεντάρω σημαίνει είμαι ταχύκαυστος. Υπάρχω, όχι μόνο γνωρίζοντας ότι θα αντικατασταθώ· υπάρχω ώστε να αντικατασταθώ. Προμετωπίδες έχουν τα βιβλία –τα βιβλία όμως (και δη τα χάρτινα) έχουν την τάση να επιμένουν σε μια κατάσταση του είναι, καταλαμβάνοντας χώρο σε βιβλιοθήκες και, κυρίως, στο ανθρώπινο πνεύμα. Το ίδιο συμβαίνει, ευρύτερα, με την πραγματική τέχνη. Εν προκειμένω, μιλάμε για την τέχνη του Χαγιάο Μιγιαζάκι.

Ο Χάρτμουτ Ρόζα στο δοκίμιο του Επιτάχυνση και αλλοτρίωση αναφέρει πως ο σκοπός του είναι να θέσει ερωτήσεις ώστε «η κοινωνική φιλοσοφία και η κοινωνιολογία να επανασυνδεθούν με τις εμπειρίες των ανθρώπων στις κοινωνίες της ύστερης νεωτερικότητας». Πάνω ακριβώς στο πρόθημα «επανα-» μπορούμε να διακρίνουμε τον βηματισμό της σκέψης και του καλλιτεχνικού οράματος του Μιγιαζάκι. Γιατί, αν στοχαστές όπως ο Ρόζα θέτουν ως προτεραιότητα τη μορφοποίηση μιας Κριτικής Θεωρίας του παρόντος μέσα στα αυστηρά πλαίσια της διάγνωσης του, είναι στοχαστές όπως ο Ιάπωνας σχεδιαστής που την ανάγκη της επανασύνδεσης της τέχνης με την παροντική ζωή την τοποθετούν ακριβώς στην ευθεία αμφισβήτηση της τελευταίας. Αναμφίβολα, μέρος της ίντριγκας που προέκυψε με τον πρόσφατο κατακλυσμό του παγκόσμιου ιστού από φωτογραφίες επεξεργασμένες υπό το χαρακτηριστικό στιλ του Στούντιο Ghibli οφείλεται στον περιβόητο αντιμοντερνισμό του επικεφαλής του, αλλά και στις αντινομίες που αναδύονται δια της σύμφυσης του φαινομένου με την όλη καλλιτεχνική φιλοσοφία που διέπει τα έργα του στούντιο [1]. (περισσότερα…)

Με τον τρόπο του J.R.R. Tolkien: Σχόλιο για την τεχνητή νοημοσύνη

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Μέσα από δύο κεφάλαια της γνωστής τριλογίας του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών («Η Συντροφιά του Δαχτυλιδιού», «Οι Δύο Πύργοι», «Η Επιστροφή του Βασιλιά») που αναφέρονται στις μαγικές «βλέπουσες» πέτρες (κρυστάλλινες σφαίρες που δεν καταστρέφονται), μπορούμε να συναγάγουμε ορισμένα βασικά συμπεράσματα για τον ρόλο της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης.

Πρώτον. Στο κεφάλαιο ΧΙ του τρίτου βιβλίου του δεύτερου μέρους των «Δύο Πύργων», αναφέρεται ότι επτά πέτρες κατασκευάστηκαν από το αρχαίο ξωτικό Fëanor σε μια πολύ μακρινή εποχή. Οι πέτρες χρησιμοποιήθηκαν από τους ανθρώπους «για να βλέπουν μακριά και να μεταδίδουν τις σκέψεις». Μαζί σχημάτισαν ένα είδος δικτύου που φύλαγε και κρατούσε ενωμένα τα ανθρώπινα βασίλεια. Ο Γκάνταλφ εξηγεί στα χόμπιτ ότι η δύναμη να διερευνάς, να κινείσαι στο χώρο και στο χρόνο και έτσι να συντομεύεις τις αποστάσεις είναι μεγάλος κίνδυνος για όσους τη χρησιμοποιούν. Όμως κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί πραγματικά σ’ αυτόν τον πειρασμό.

Οι πέτρες που βλέπουν το μέλλον φαίνεται ότι δεν είναι άσχετες με την καταστροφή των βασιλείων των ανθρώπων που τις χρησιμοποίησαν με στόχο να πετύχουν την ευημερία τους. Το ίδιο «διερευνητικό με εξονυχιστικό τρόπο μάτι του Σάρουμαν»[1], που κατέχει κρυφά μια πέτρα Παλαντίρ[2], όταν όλοι σε μια νέα εποχή έχουν ξεχάσει την ύπαρξή του, «παγιδεύεται και υπνωτίζεται». Ο ισχυρός μάγος γίνεται σκλάβος αυτού που βλέπει, τη στιγμή που προσπαθεί να συντομεύσει τις αποστάσεις και να γίνει κύριος του χώρου και του χρόνου. Στην πραγματικότητα, αυτός που κοιτά μέσα στο Παλαντίρ δεν μπορεί ποτέ να ικανοποιηθεί. Στην αρχή βλέπει «μόνο μικρές εικόνες μακρινών πραγμάτων και απομακρυσμένων ημερών». Μετά πηγαίνει σε αναζήτηση του άγνωστου. Και σε αυτή την αναζήτηση της γνώσης, ο ερευνητής συναντά κάτι πολύ βαθύ για να το κρατήσει το βλέμμα του. (περισσότερα…)

Η μοίρα του τυφλοπόντικα: Αναλογισμοί για την τεχνητή νοημοσύνη

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  #  5

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

του ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Εκατό χιλιάδες δισεκατομμύρια ποιήματα του Ραϋμόν Κενώ πρωτοεκδόθηκαν το 1961. Το βιβλίο περιέχει δέκα σονέτα. Καθένας από τους 140 συνολικά στίχους του είναι τυπωμένος σε ξεχωριστή λωρίδα χαρτιού. Μετακινώντας τις λωρίδες και συνδυάζοντας οριζοντίως τους στίχους μεταξύ τους (και τα δέκα σονέτα έχουν τις ίδιες ρίμες), μπορεί κανείς να δημιουργήσει ούτε λίγο ούτε πολύ 1014, πάει να πει 100.000.000.000.000 ποιήματα! Αν φανταστούμε έναν αναγνώστη πρόθυμο και ικανό να διαβάζει 24 ώρες το 24ωρο 365 ημέρες τον χρόνο και με ρυθμό ένα ποίημα ανά λεπτό, θα του έπαιρνε μόλις 2.000.000 αιώνες για να διαβάσει το σύνολο.

Το Blanco του Οκτάβιο Πας είναι έργο λίγο μεταγενέστερο, του 1967. Το ποίημα είναι τυπωμένο σε ένα τεράστιο πολύπτυχο και πολύστηλο μονόφυλλο και οι στίχοι του με διάφορα μελάνια και γραμματοσειρές. «Ακολουθία σημείων», το αποκαλεί ο ποιητής, «η οποία αποκαλύπτεται και, κατά κάποιον τρόπο, παράγεται» κάθε φορά που ένας αναγνώστης την ξεδιπλώνει τυχαία. Στην πράξη, και εδώ έχουμε να κάνουμε με μια γεννήτρια συνδυασμών, με ένα κείμενο που μπορεί να διαβαστεί από την αρχή ή τη μέση, οριζοντίως ή καθέτως, ολοκληρωμένα ή αποσπασματικά με πολλούς τρόπους. Ο Πας υποδεικνύει στο επίμετρό του μερικούς από αυτούς.

Από τέτοιες μηχανές αυτόματης παραγωγής έργων η ιστορία του μοντερνισμού βρίθει. Οι συνθέτες του αλεατορισμού και της απροσδιοριστίας από τον Κέητζ ώς τον Μπουλέζ και τον Στοκχάουζεν, συγγραφείς όπως ο Τζαρά και ο Μπάροουζ, καλλιτέχνες όπως ο Ντυσάν, ο Μπέηκον, οι ντανταϊστές πειραματίστηκαν με ποικίλες συνδυαστικές μεθόδους: από το παστίς και το κολλάζ ώς το Ταό τε Κινγκ ή τα ζάρια. Κατά βάση όλοι τους στηρίχθηκαν στη λογική του ντυσανικού ready made: Αρκεί να πάρεις κάτι ήδη έτοιμο και να το εκθέσεις αλλού, να το ενθέσεις σε νέα συμφραζόμενα, για να έχεις ένα νέο, αυτοτελές δημιούργημα.

Η μοντέρνα συνδυαστική έχει και αξιόλογη προϊστορία. Υπάρχουν έργα ήδη του Μότσαρτ ή του Ντα Βίντσι που βασίζονται στην τυχαιότητα. Η όψιμη αρχαιότητα και ο Μεσαίωνας πειραματίστηκαν με το είδος του κέντρωνα, της συνάρθρωσης ήδη έτοιμων στίχων παλαιών ποιητών, όπως ο Όμηρος και ο Ευριπίδης, ώστε να δημιουργηθεί ένα καινούργιο έργο. Ο Χριστός Πάσχων, η μόνη γνωστή μας βυζαντινή τραγωδία, είναι ένας τέτοιος κέντρων.

Με την έννοια αυτή, η «τεχνητή νοημοσύνη», όπως κάπως φανταιζίστικα αποκαλούμε τους σημερινούς ψηφιακούς υπερσυνδυαστήρες, και οι εφαρμογές της στις τέχνες μάς είναι αρκετά οικεία υπόθεση. Ο συνδυασμός των πάντων με τα πάντα είναι από τις θεμελιώδεις επίνοιες του μοντερνισμού, ήδη από την κλασσική του φάση. Για τους μοντέρνους, γράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης, (περισσότερα…)

Τεχνητή Νοημοσύνη: Το κινεζικό σοκ της Wall Street

*

του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

Εχθές Δευτέρα, οι μετοχές των αμερικανικών εταιρειών υψηλής τεχνολογίας υπέστησαν σημαντικές απώλειες στα χρηματιστήρια, με τον Δείκτη Nasdaq να σημειώνει πτώση περίπου 3%. Η μετοχή της NVIDIA, κορυφαίας παραγωγού ημιαγωγών για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, κατέγραψε πτώση περίπου 17%, μια απώλεια κεφαλαιοποίησης δηλαδή άνω των 700 δισεκατομμυρίων δολαρίων, τη μεγαλύτερη στην ιστορία του χρηματιστηρίου. (Η NVIDIA είχε βέβαια άνοδο πάνω από 1700% τα τελευταία 5 χρόνια). Οι μεγαλύτερες και πιο γνωστές εταιρείες τεχνολογίας παγκοσμίως, όπως η Apple, η Microsoft, η Amazon, η Google (Alphabet) σημείωσαν επίσης σημαντική πτώση.

Αυτή η αναταραχή προκλήθηκε από την κινεζική νεοφυή εταιρεία DeepSeek που ιδρύθηκε μόλις πριν ένα έτος και η οποία μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 20.1.2025 ημέρα της ορκωμοσίας του νέου Αμερικανού προέδρου, λανσάρισε το μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης R1. Το R1 προσφέρει δυνατότητες αντίστοιχες ή και ανώτερες από αυτές του ChatGPT κ.ά. αντίστοιχων μοντέλων, με κόστος ανάπτυξης μόλις 5,6 εκατομμύρια δολάρια, πολύ χαμηλότερο από τα εκατοντάδες εκατομμύρια που επενδύουν οι αμερικανικές εταιρείες. Αυτό το επίτευγμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καθώς επιτεύχθηκε με ποσό που αντιστοιχεί σε κλάσμα των δισεκατομμυρίων που δαπανούν οι αμερικανικές εταιρείες.

Παράλληλα, η ανάπτυξή του έγινε μέσα σε λίγους μήνες, σε αντίθεση με τα χρόνια εμπειρίας και έρευνας που έχουν οι ανταγωνιστές, και χωρίς τη χρήση των πιο προηγμένων τσιπ της αγοράς, λόγω του αμερικανικού εμπάργκο κατά των κινεζικών εταιρειών που εγκαινιάστηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Η εφαρμογή τροφοδοτείται από μοντέλο ανοιχτού κώδικα, το DeepSeek-V3. Καθώς πρόκειται για μοντέλο ανοιχτού κώδικα, αρκετοί χρήστες έχουν ήδη «πειράξει» τις λειτουργίες του, δίνοντάς του εξατομικευμένες δυνατότητες και συνδυάζοντας τις λειτουργίες του με εκείνες άλλων εφαρμογών.

Επιπλέον, το κόστος χρήσης του DeepSeek-R1 είναι έως και 30 φορές μικρότερο από αυτό των αμερικανικών αντίστοιχων συστημάτων, καθιστώντας το μια πραγματικά εντυπωσιακή και προσιτή επιλογή. Ο Μαρκ Αντρίσεν, υποστηρικτής του Τραμπ και ένας από τους κορυφαίους επενδυτές τεχνολογίας παγκοσμίως, χαρακτήρισε σε ανάρτησή του στο X το επίτευγμα της DeepSeek «μια από τις πιο εκπληκτικές και εντυπωσιακές ανακαλύψεις» που έχει δει ποτέ. (περισσότερα…)

Το ωραίο και η τεχνητή νοημοσύνη [3/3]

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ   4

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

της ΛΑΡΙΣΣΑ ΜΠΕΡΓΚΕΡ

Εισαγωγή-Μετάφραση:
ΘΑΝΟΣ ΣΠΗΛΙΩΤΑΚΑΡΑΣ-ΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΑΚΗΣ

~.~

|| η εισαγωγή και το πρώτο μέρος εδώ, το δεύτερο μέρος εδώ ||

~.~

4. Η τεχνητή νοημοσύνη, η ευχαρίστηση και το ωραίο

Τι μας διδάσκουν όλα αυτά για την τεχνητή νοημοσύνη; Μια λειτουργιστική προσέγγιση της ευχαρίστησης σαν αυτή που παρουσιάσαμε αρκετά πιο πάνω θα μπορούσε ίσως να αναγνωρίσει στην ΤΝ την δυνατότητα ευχαρίστησης. Μάλιστα, ο Νέιτζελ επισημαίνει ότι «λειτουργικές καταστάσεις, ή εμπρόθετες καταστάσεις, […] θα μπορούσαν να αναγνωριστούν σε ρομπότ ή αυτόματα που συμπεριφέρονται σαν άνθρωποι μολονότι δεν βιώνουν τίποτε ως εμπειρία» (Nagel 1974, σελ. 436). Ως υπόθεση εργασίας, θα πούμε ότι η ΤΝ θα μπορούσε να έχει παραστάσεις (κάτι για το οποίο δεν είμαι διόλου βέβαιη). Αν ένας υπολογιστής λάμβανε μια παράσταση ως ερέθισμα και, στη συνέχεια, είτε διατηρούσε τον εαυτό του στην τρέχουσα κατάσταση είτε παρήγε ένα κάποιο αντικείμενο ως απόκριση στο ερέθισμα, τότε, εφόσον ακολουθούσαμε τη λειτουργιστική εικόνα που εξαγάγαμε από τον ορισμό του Καντ για την ευχαρίστηση, θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε ότι ο υπολογιστής αυτός ευχαριστιέται. Ωστόσο, υποστήριξα ότι η επαρκής σύλληψη της ευχαρίστησης δεν είναι λειτουργική αλλά φαινομενολογική για τον Καντ. Υποστηρίζω ότι η ΤΝ δεν δύναται να βιώσει την ευχαρίστηση και το υποστηρίζω ευθέως, ως εξής: Η ΤΝ (στην παρούσα φάση της εξέλιξής της) καθορίζεται και περιγράφεται πλήρως, τουλάχιστον κατ’ αρχήν, από τους νόμους της φυσικής επιστήμης. Οι νόμοι της επιστήμης είναι δεμένοι στο αντικειμενικό σημείο θέασης. Δεν καταδεικνύουν κανένα «να ’σαι κάπως» – αλλιώς θα ξέραμε πώς είναι να ’σαι νυχτερίδα αν μαθαίναμε τα πάντα για τις νυχτερίδες με όρους φυσικής επιστήμης.[1] Δεδομένου ότι η ευχαρίστηση, σύμφωνα με τον Καντ, χαρακτηρίζεται πρώτιστα από το πώς είναι κάποιος να την αισθάνεται –δηλαδή από τον φαινομενικό της χαρακτήρα–, η ΤΝ δεν μπορεί να νιώσει ηδονή. Ο Σένεκερ το θέτει ως ακολούθως: «Το να ’σαι υπολογιστής δεν είναι κάπως, και κατά συνέπεια, σε αντίθεση με την περίπτωση των όντων για τα οποία υπάρχει μια κάποια φαινομενική έσω (;) ζωή, το να βρίσκεται κάτι σε κατάσταση υπολογιστή δεν αποτελεί πνευματική κατάσταση» (Schönecker 2018, σελ. 78 κ.ε.). Αφού, λοιπόν, δεν είναι κάπως το «να ’σαι υπολογιστής», δεν υπάρχει το πώς «να αισθάνεσαι ηδονή» ως υπολογιστής. (περισσότερα…)

Το ωραίο και η τεχνητή νοημοσύνη [2/3]

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  #  4

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

της ΛΑΡΙΣΣΑ ΜΠΕΡΓΚΕΡ

Εισαγωγή-Μετάφραση:
ΘΑΝΟΣ ΣΠΗΛΙΩΤΑΚΑΡΑΣ-ΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΑΚΗΣ

~.~

|| η εισαγωγή και το πρώτο μέρος εδώ ||

~.~

3. Ο Καντ, το υποκειμενικό και η ευχαρίστηση του ωραίου

Άραγε, η ευχαρίστηση που μας επιφυλάσσει το ωραίο είναι υποκειμενική υπό την έννοια του Νέιτζελ (ΥΝ);[1] Με άλλα λόγια: Άραγε, η κατά Καντ ευχαρίστηση ενώπιον του ωραίου έχει φαινομενικό χαρακτήρα και είναι δεμένη με ένα υποκειμενικό (ατομικό ή προσιδιάζον στο γένος) σημείο θέασης; Για να απαντήσουμε σ’ αυτές τις ερωτήσεις, πρέπει πρώτα να ρίξουμε μια ματιά στη γενικότερη ιδέα του Καντ περί της ευχαρίστησης.

3.1. Η ευχαρίστηση γενικά

Σύμφωνα με τον Καντ, η ευχαρίστηση είναι υποκειμενική με τη σημασία που ορίσαμε ως Υ4: δεν μπορεί να χρησιμεύσει στη γνώση. Ωστόσο, εξ αυτού δεν προκύπτει ότι όλες οι μορφές ευχαρίστησης είναι αυστηρώς προσωπικές [ιδιωτικές] ούτε ότι έχουν αυστηρώς προσωπική εγκυρότητα (Υ2). Άλλωστε, η ευχαρίστηση ενώπιον του ωραίου και η ευχαρίστηση ενώπιον του αγαθού είναι διυποκειμενικώς έγκυρες και, αν μη τι άλλο, η πρώτη μπορεί χρησιμεύει ως  (προσδι)ορίζουσα βάσηγια υποκειμενικώς καθολικές κρίσεις (Υ3). Σε μια σύγχρονη οπτική, ίσως να φαίνεται προφανές ότι τα συναισθήματα είναι κατ’ εξοχήν περιπτώσεις φαινομενικών καταστάσεων.[2] Εντούτοις, δεν είναι διόλου δεδομένο ότι και στην περίπτωση του Καντ η ευχαρίστηση έχει φαινομενικό χαρακτήρα (ΥΝ).

Ενδέχεται κανείς να υποστηρίξει ότι ο Καντ έχει μια λειτουργική αντίληψη της ευχαρίστησης. Αντλώ εδώ από τον Λέβιν, όπου διαβάζουμε ότι «οι λειτουργιστικές θεωρίες υποστηρίζουν ότι η ταυτότητα μιας πνευματικής κατάστασης ορίζεται από τις αιτιακές σχέσεις που αναπτύσσει με τα αισθητηριακά ερεθίσματα, με τις άλλες πνευματικές καταστάσεις καθώς και με τη συμπεριφορά» (Levin 2018, παρ. 3).[3] Με μια πρώτη ματιά, ο ορισμός του Καντ για την ευχαρίστηση στην παρ. 10 της Τρίτης Κριτικής φαίνεται να ταιριάζει με αυτή τη λειτουργιστική εικόνα:

«Η συνειδητότητα περί της αιτιότητας μιας παράστασης σε σχέση με την κατάσταση του υποκειμένου, προκειμένου ακριβώς αυτό να διατηρηθεί σε αυτή την κατάσταση, μπορεί εδώ να ορίσει γενικώς αυτό που λέγεται ευχαρίστηση· αντίθετα προς το άνω, η αποστροφή είναι η παράσταση η οποία περιέχει τη βάση για τη μεταστροφή της κατάστασης των παραστάσεων προς το αντίθετό τους (ήτοι να εμποδιστούν ή να εξαλειφθούν).» (KU, AA 05: 220)

Στο ακόλουθο απόσπασμα της Πρώτης Εισαγωγής, σκιαγραφείται μια παρόμοια εικόνα της ευχαρίστησης:

«Η ευχαρίστηση είναι μια κατάσταση του νου όπου μια παράσταση βρίσκεται σε συμφωνία με τον εαυτό της, ως βάση είτε για να διατηρηθεί αυτή η κατάσταση ως έχει (γιατί η κατάσταση στην οποία οι δυνάμεις του νου αμοιβαία ενισχύονται η μια την άλλη εντός μιας παράστασης τείνει να διατηρείται) είτε για να παραχθεί το αντικείμενο της.» (EEKU, AA 20: 230 f.) (περισσότερα…)

Το ωραίο και η τεχνητή νοημοσύνη [1/3]

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  #  4

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

Εισαγωγή-Μετάφραση:
ΘΑΝΟΣ ΣΠΗΛΙΩΤΑΚΑΡΑΣ-ΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΑΚΗΣ

To άρθρο της Larissa Berger (γεν. 1988), ερευνήτριας στο Forschungsinstitut für Philosophie του Αννοβέρου, «Περί του υποκειμενικού, του ωραίου και της τεχνητής νοημοσύνης: Μια καντιανή προσέγγιση», πρωτοδημοσιεύτηκε το 2022 στον τόμο Kant and Artificial Intelligence, που επιμελήθηκαν οι Hyeongjoo Kim και Dieter Schönecker (De Gruyter Verlag). Ορμώμενη από την αισθητική φιλοσοφία του Ιμμάνουελ Καντ, η Λαρίσσα Μπέργκερ διερευνά επισταμένα και συστηματικά  τη σχέση μεταξύ της τεχνητής νοημοσύνης και του συναισθήματος της ευχαρίστησης, το οποίο συνοδεύει την καλαισθητική εμπειρία, ως μια πτυχή του γενικότερου ζητήματος της σχέσης μεταξύ τεχνητής νοημοσύνης και ανθρώπινης ύπαρξης.

Η φιλοσοφία του Καντ είναι ένας κλασσικός τόπος βαθιάς και συστηματικής πραγμάτευσης του ερωτήματος σε τι συνίσταται η ανθρωπινότητα. Ως γνωστόν, ο Καντ συνόψισε σε τρία καίρια ερωτήματα την αποστολή της φιλοσοφίας: «Τι μπορώ να γνωρίσω;», «Τι πρέπει να πράξω;» και «Σε τι μπορώ να ελπίσω;». Κάθε ένα από αυτά τα ερωτήματα καλύπτει μια διαφορετική περιοχή της φιλοσοφίας, όπως τη μεταφυσική, τη γνωσιοθεωρία και την ηθική, και μόνο η ενδελεχής απάντηση σε αυτά φέρνει σε πέρας την αποστολή της φιλοσοφίας. Όμως, ο Καντ  δήλωσε επίσης ότι αυτά τα τρία ερωτήματα μπορεί να θεωρηθούν πως υπάγονται και αναφέρονται σε ένα τέταρτο ερώτημα που τα συμπερικλείει, δηλαδή στο ερώτημα «Τι είναι ο άνθρωπος;». Κατ’ επέκταση, η ανθρωπολογία είναι η έκφανση εκείνη της φιλοσοφίας που συμπεριλαμβάνει όλες τις επιμέρους περιοχές. Την επικέντρωση αυτήν της καντιανής φιλοσοφίας γύρω από το ερώτημα  «Τι είναι ο άνθρωπος;» αποδίδει επιδέξια η πραγμάτευση της Λαρίσσα Μπέργκερ.

Η εμπειρία ενώπιον του ωραίου είναι μια από τις πολλές πτυχές που απαντάει στο ανωτέρω ερώτημα, καθότι αυτή χαρακτηρίζεται από το συναίσθημα της ευχαρίστησης, το οποίο βιώνει ο άνθρωπος μέσα από έναν συγκεκριμένο «φαινομενικό» χαρακτήρα – χαρακτήρα που καταδεικνύει με ενάργεια η καντιανή αισθητική φιλοσοφία. Οι υπολογιστές και η τεχνητή νοημοσύνη, αποφαίνεται η Μπέργκερ, δεν δύνανται να έχουν συναισθήματα φαινομενικού χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί υποστηριχθεί ότι βιώνουν την εμπειρία της αισθητικής ευχαρίστησης, ανεξάρτητα από το πόσο μπορούν να προσιδιάσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά – κάτι που λειτουργιστικές και αναγωγιστικές προσεγγίσεις σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη αποτυγχάνουν να δείξουν. Ακόμα κι αν μια τεχνητή νοημοσύνη παρουσιάσει όλα τα εξωτερικά γνωρίσματα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ακόμα κι εκείνα της συγκίνησης μπροστά στο ωραίο και μπροστά στην τέχνη, αυτό δεν αρκεί για να πούμε ότι έχουμε ενώπιόν μας ένα τεχνητό πλάσμα το οποίο απέκτησε πια συνείδηση. Έτσι, στα βήματα του John Searle, με το περίφημο «κινέζικο δωμάτιο» (1980), και του Frank Jackson, με το «δωμάτιο της Μαίρης, της υπερεπιστήμονος» (1982 & 1986), η Μπέργκερ προσπαθεί να φτάσει φαινομενολογικά στα μύχια της ιδιότυπα ανθρώπινης εμπειρίας. Σ’ αυτό το άρρητο πεδίο, εντοπίζει κάτι το αμιγώς ανθρώπινο, κάτι που δεν φαίνεται να μπορεί να το φτάσει η τεχνητή νοημοσύνη. Η φιλοσοφία του Καντ αναδεικνύει ότι η εμπειρία ενώπιον του ωραίου είναι μια ιδιότυπα ανθρώπινη εμπειρία και ότι η καλαισθητική συγκίνηση που τη χαρακτηρίζει αποτελεί ένα οριακό σημείο – ένα σημείο όπου η μυχιότητα του ανθρώπινου υποκειμένου είναι θεμελιώδης, πάλλουσα και, προς το παρόν, μοναδική.

Υποθέτουμε ότι  η άνοδος των νευρωνικών δικτύων και η συνεχής βελτίωσή τους θα απαιτεί, στο άμεσο μέλλον, όλο και πιο ενδελεχή, και μάλιστα πυρετώδη, μελέτη τέτοιων ζητημάτων. Η εμφατική, πλέον, παρουσία της τεχνητής νοημοσύνης θα κάνει εκ των πραγμάτων όλο και περισσότερους στοχαστές να διερευνήσουν τα όρια της ανθρωπινότητας και τα ειδοποιά της γνωρίσματα, όσο αυτά μένουν απόρθητα.

(περισσότερα…)

Μετά τον άνθρωπο

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  #  3

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΝΑΚΟΥΛΑ

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που μας κληροδότησε ο φοβερός 20ός αιώνας είναι η αντιανθρωπιστική παράδοση. Κατά τη διάρκεια του αιώνα που μας πέρασε, ο ουμανισμός περιφρονήθηκε και καταπολεμήθηκε, και η κληρονομιά της Αναγέννησης δέχτηκε συντριπτικό πλήγμα. Σήμερα ο ανθρωποκεντρισμός, ο πυρήνας της αναγεννησιακής και γενικά της νεωτερικής κοσμοθεώρησης, θεωρείται ως η αιτία κάθε κακού. Και δέχεται μάλιστα ταυτόχρονη επίθεση από δύο κατευθύνσεις. Αφενός, πλήττεται με σφοδρότητα η ανθρωποκεντρική αντίληψη που διαχωρίζει τον άνθρωπο από το ζώο. Οι κάθε είδους αντισπισιστές εφορμούν με όλες τις δυνάμεις τους ενάντια στην πεποίθηση πως ο άνθρωπος είναι ένα ανώτερο είδος του ζωικού βασιλείου. Ο ανθρωποκεντρισμός δεν είναι, κατ’ αυτούς, παρά μια απλή ψευδαίσθηση ή μάλλον κυνική ιδεολογία, προκειμένου να κρατούμε σκλαβωμένα τα ζώα και να τα εκμεταλλευόμαστε στυγνά. Τα ζώα, σύμφωνα με αυτή την αντισπισιστική ιδέα, είναι απολύτως όμοια, όχι μόνο από βιολογική αλλά και από διανοητική, ηθική, ακόμη και πολιτική άποψη, με τον άνθρωπο.

Από την άλλη πλευρά, εξίσου μανιασμένη επίθεση δέχεται κι η ανθρωποκεντρική αντίληψη που διακρίνει μεταξύ ανθρώπου και μηχανής. Οι διάφοροι φουτουριστές και μετανθρωπιστές χτυπούν με βία την ιδέα πως άνθρωπος και μηχανή διαφέρουν ριζικά. Κατά τη γνώμη τους, η μηχανή, ο υπολογιστής, το ρομπότ, η τεχνητή νοημοσύνη μπορούν ν’ αντικαταστήσουν τον άνθρωπο σε όλες του τις λειτουργίες. Δεν υπάρχει γνώση, σκέψη, συναίσθημα, πάθος ανθρώπινο που να μην μπορεί να προσομοιωθεί απόλυτα από τη μηχανή. Νά τι γράφει, για παράδειγμα, η Ντόννα Χάραγουεϋ, διάσημη υπέρμαχος του μετανθρωπισμού:

Οι μηχανές στον ύστερο 20ό αιώνα έκαναν ολότελα αμφίβολη τη διαφορά ανάμεσα στο φυσικό και το τεχνητό, στο νου και το σώμα, στην αυτοανάπτυξη και τον έξωθεν σχεδιασμό, καθώς και ανάμεσα σε πάμπολλες άλλες διακρίσεις που ίσχυαν άλλοτε για τους οργανισμούς και τις μηχανές. Οι μηχανές μας έχουν ενοχλητική ζωντάνια, και εμείς τρομακτική αδράνεια.[1] (περισσότερα…)

Όταν ενηλικιώθηκε ο μικρός γραφιάς του Jaquet-Droz

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  #  2

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Από τη Νέα Κριτική και τις θεωρίες της πρόσληψης μέχρι την ψυχαναλυτική και μαρξιστική κριτική και από εκεί στις μετά- και απο-δομιστικές προσεγγίσεις, είναι βέβαιο ότι ο 20ός αιώνας δεν παρουσίασε καμμία δυστοκία όσον αφορά στην παραγωγή θεωρητικού λόγου γύρω από το φαινόμενο της λογοτεχνίας. Κάτι που ισχύει είτε η λογοτεχνία εννοηθεί υπό την πιο στενή της, «κοινωνιολογική» έννοια, ως η μορφή εκείνη του έντεχνου λόγου που συνδέθηκε στενά με την άνοδο της αστικής τάξης και που αποτυπώνεται γραπτά στο τεχνούργημα του μηχανικά αναπαραγώγιμου και εμπορεύσιμου βιβλίου, είτε υπό την ευρύτερη έννοια, την πιο συγγενή με την ετυμολογία της λέξης, ως κάθε μορφή έντεχνου λόγου, προφορικού ή γραπτού, σε κάθε πιθανή κοινωνία. Η τελευταία επιλογή βέβαια θέτει κάποια σοβαρά μεθοδολογικά και ορολογικά ζητήματα εφόσον, ανθρωπολογικά μιλώντας, ο έντεχνος λόγος σε πλείστες κοινωνίες δεν συνιστούσε μια ξεχωριστή και ιδιάζουσα τάξη του λόγου που άξιζε να σηματοδοτοθεί με έναν ειδικό όρο παρά ήταν στενά συνδεδεμένος με άλλες πλευρές του κοινωνικού και ειδικά με τον χώρο του ιερού. Εν πάση περιπτώσει, η λογοτεχνική θεωρία και κριτική είχε να επιδείξει μια ζωτικότητα σπάνια, ειδικά για τα μεταπολεμικά δεδομένα των ανθρωπιστικών σπουδών. Μια σύγκριση με την παραγωγή κριτικού λόγου για το επιστημονικό σκέπτεσθαι και πράττειν είναι ενδεικτική. Η «κριτική επιστημολογία» (συμπεριλαμβανομένης της φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας της επιστημονικής γνώσης) γνώρισε μια σύντομη άνθιση κατά τις δεκαετίες του 60 και του 70 για να εισέλθει σε μια μόνιμη φάση καθίζησης έκτοτε· παρά τις κάποιες σποραδικές εκλάμψεις εντός των ακαδημαϊκών τειχών (βλ., π.χ., το λεγόμενο «ισχυρό πρόγραμμα» της σχολής του Εδιμβούργου), η μέση κοινωνική αντίληψη για τον ρόλο και τη λειτουργία της τεχνοεπιστήμης έχει παλινδρομήσει σε ένα εντελώς πρωτόγονο και νηπιακό επίπεδο, αντιμετωπίζοντας τους κάθε είδους ειδικούς ως οιονεί ιερατικές φιγούρες, αμόλυντες από κοινωνικές επιδράσεις και σε μόνιμη αναζήτηση μιας κάποιας υπερβατικής, ανιστορικής αλήθειας. Αντίθετα, η λογοτεχνική κριτική, αφού πρώτα ανακοίνωσε τον «θάνατο του συγγραφέα», θα έφτανε στο σημείο, με αφορμή την διάδοση των ψηφιακών τεχνολογιών, σχεδόν να ανακοινώσει και τον «θάνατο του βιβλίου» όπως το ξέραμε. Όχι μόνο, λοιπόν, δεν υπέφερε η λογοτεχνία από κάποια πενία θεωρητικού στοχασμού περί της ουσίας και των λειτουργιών της, αλλά μοιάζει σαν η διερώτηση περί της λογοτεχνίας να έχει δώσει περισσότερους καρπούς (από άποψη ποιότητας και ποικιλομορφίας) στον 20ό αιώνα από αυτούς που είχε να προσφέρει η ίδια η λογοτεχνία ως πρωτογενές έργο. Εκτός από την κουκουβάγια, ίσως και το αηδόνι, το πουλί της λογοτεχνίας, να πετάει το σούρουπο. (περισσότερα…)