«Ένα τραγικό λάθος»

*

Τον Μάρτιο του 2014, δηλαδή μετά την ανατροπή του νομίμως εκλεγμένου προέδρου Γιανουκόβιτς, τη σφαγή στο Μέγαρο των Συνδικάτων της Οδησσού, την κατάληψη της Κριμαίας από τη Μόσχα και την ένοπλη εξέγερση των Ρωσσοουκρανών στο Ντονμπάς, ο Χέλμουτ Σμιτ, ο σπουδαίος Γερμανός πρώην καγκελάριος, παραχώρησε μια βαρυσήμαντη συνέντευξη στην εφημερίδα Bild. Και δεν μάσησε τα λόγια του για τα γεγονότα στη χώρα του Δνείπερου.

«Η απόπειρα της ΕΕ και της Κομμισιόν να προσαρτήσει την Ουκρανία είναι μεγαλομανία, δεν έχουμε καμία δουλειά εκεί. Οι γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν. Και εξαναγκάζουν την Ουκρανία να αποφασίσει, ελεύθερα τάχα μου, μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Δεν είναι ώρα αυτή ν΄ ανοίγουμε με ρητορεύματα τον δρόμο προς τον Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και σίγουρα δεν είναι για περισσότερους νατοϊκούς εξοπλισμούς. Αλλά ο κίνδυνος να χειροτερέψει η κατάσταση, όπως τον Αύγουστο του 1914, αυξάνεται μέρα με τη μέρα».

Ο διάδοχος του στη καγκελαρία, Χέλμουτ Κολ, την ίδια εκείνη περίοδο μιλώντας στον Τύπο, συμπλήρωνε στο ίδιο πνεύμα:

«Είναι καιρός να επιστρέψουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να αναγνωρίσουμε την πραγματικότητα. Το μέλλον της Ουκρανίας δεν θα αποφασιστεί από τη μια μέρα στην άλλη, και ο ουκρανικός λαός πρέπει να βρει τον δρόμο του μαζί με τη Ρωσσία και όχι εναντίον της. Η Δύση μπορεί να βοηθήσει την Ουκρανία να βοηθήσει τον εαυτό της, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αναγνωρίσει ότι η Ουκρανία είναι μια ειδική περίπτωση στα σύνορα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Τελικά, θα πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση για την Ουκρανία. Μπορώ να φανταστώ ότι η Ουκρανία θα γίνει μέλος της ΕΕ μεσοπρόθεσμα, χωρίς να είναι μέλος του ΝΑΤΟ».

Τα ίδια και ο δικός του διάδοχος, ο πρώην καγκελάριος Γκέρχαρντ Σραίντερ, και ο Έγκον Μπαρ,  αρχιτέκτονας της Ostpolitik και στενός συνεργάτης του καγκελαρίου Μπραντ, και τόσοι άλλοι νουνεχείς πολιτικοί εντός και εκτός Γερμανίας.

Στις απέναντι ακτές του Ατλαντικού, παρόμοιες προειδοποιήσεις είχαν διατυπωθεί ήδη πολλά χρόνια νωρίτερα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την επιστολή 50 επιφανών Αμερικανών πολιτικών, στρατιωτικών και διπλωματών, από τον Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα, υπουργό αμύνης του Κέννεντυ και του Τζόνσον ώς τον γερουσιαστή Γκάρυ Χαρτ, μετέπειτα προεδρικό υποψήφιο, προς τον πρόεδρο Κλίντον κατά της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ το 1997.

«Οι υπογράφοντες πιστεύουμε ότι η τρέχουσα απόπειρα διεύρυνσης του ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, η οποία βρέθηκε στο επίκεντρο των πρόσφατων συνόδων κορυφής του Ελσίνκι και του Παρισιού, αποτελεί πολιτικό λάθος ιστορικών διαστάσεων. Πιστεύουμε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ θα μειώσει τη συμμαχική ασφάλεια και θα διαταράξει την ευρωπαϊκή σταθερότητα για τους ακόλουθους λόγους:

– Στη Ρωσσία, η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, η οποία συνεχίζει να βρίσκει αντίθετο όλο το πολιτικό φάσμα, θα ενισχύσει τη αντιδημοκρατική αντιπολίτευση, θα υπονομεύσει όσους τάσσονται υπέρ των μεταρρυθμίσεων και της συνεργασίας με τη Δύση, θα ωθήσει τους Ρώσσους να αμφισβητήσουν ολόκληρη τη μεταψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων και θα υποδαυλίσει την αντίσταση της Δούμας στις συνθήκες START II και III.

– Στην Ευρώπη, η διεύρυνση του ΝΑΤΟ θα χαράξει μια νέα διαχωριστική γραμμή μεταξύ των ”εντός” και των ”εκτός” της συμμαχίας, θα ενισχύσει την αστάθεια και τελικά θα μειώσει το αίσθημα ασφάλειας των χωρών που δεν θα περιλάβει η επέκταση.

– Στο ΝΑΤΟ, η διεύρυνση την οποία η Συμμαχία έχει δηλώσει ότι είναι ανοικτού πέρατος, θα υποβαθμίσει αναπόφευκτα την ικανότητά της να εκπληρώσει την πρωταρχική της αποστολή και θα θέσει ζήτημα παροχής εγγυήσεων ασφαλείας των ΗΠΑ σε χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά συνοριακά και μειονοτικά ζητήματα και άνισο βαθμό ανάπτυξης του δημοκρατικού του πολιτεύματος.

– Στις ΗΠΑ, η διεύρυνση του ΝΑΤΟ θα πυροδοτήσει μια μακρά συζήτηση ως προς το απροσδιόριστο, αλλά σίγουρα υψηλό, κόστος της και θα θέσει υπό αμφισβήτηση τη δέσμευση των ΗΠΑ στη Συμμαχία, που παραδοσιακά και δικαίως θεωρείται κεντρικό στοιχείο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.»

Έκτοτε, οι σημαντικότεροι Δυτικοί διεθνοπολιτικοί αναλυτές επιβεβαίωσαν με τις αναλύσεις τους την ορθότητα των επισημάνσεων της επιστολής: ο Χένρυ Κίσσινγκερ, ο Στήβεν Μ. Ουώλτ, ο Λόρδος Όουεν, ο Τζων Τζ. Μερσχάιμερ… Ο τελευταίος σε ομιλία του τον Ιούνιο 2015 εξήγησε νηφάλια ποιος και γιατί ευθύνεται για τη σημερινή, όχι κρίση, αλλά διάλυση της πολυεθνικής, πολύγλωσσης και πολύθρησκης Ουκρανίας και τα σημερινά πάθη των λαών της. Όμως και ο τίτλος ενός άρθρου του Ουώλτ γραμμένου προ της ρωσσικής εισβολής δακτυλοδεικτεί τον υπαίτιο: «Liberal Illusions Caused the Ukraine Crisis: The greatest tragedy about Russia’s potential invasion is how easily it could have been avoided.»

Όμως την σαφέστερη προειδοποίηση για τις συνέπειες της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ τη χρωστάμε στον περίφημο Τζωρτζ Φ. Κένναν, τον κορυφαίο «κρεμλινολόγο» στρατηγιστή της μεταπολεμικής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Έλεγε ο Κένναν τον Μάιο του 1998 στον Τόμας Φρήντμαν των ΝΥΤ:

«Νομίζω ότι είναι η αρχή ενός νέου ψυχρού πολέμου. Νομίζω ότι οι Ρώσσοι θα αντιδράσουν βαθμηδόν πολύ αρνητικά σ’ αυτό και θα επηρεάσει την στάση τους. Νομίζω ότι είναι ένα τραγικό λάθος. Δεν υπήρχε κανένας απολύτως λόγος γι’ αυτό. Κανείς δεν απειλούσε κάποιον άλλον. Αυτή η επέκταση του ΝΑΤΟ θα κάνει τους ιδρυτές των ΗΠΑ να στριφογυρνούν στον τάφο τους. Αναλάβαμε την υποχρέωση να προστατεύσουμε μια ολόκληρη σειρά χωρών, παρόλο που δεν έχουμε ούτε τους πόρους ούτε την πρόθεση να το κάνουμε με σοβαρό τρόπο. Η επέκταση του ΝΑΤΟ είναι απλώς μια ελαφρόμυαλη ενέργεια… Δείχνει τόσο λειψή κατανόηση της ρωσσικής ιστορίας και της σοβιετικής ιστορίας. Φυσικά και η Ρωσσία θα αντιδράσει πολύ αρνητικά, και τότε θα μας πουν, είδατε, εμείς πάντα σας το λέγαμε, έτσι είναι οι Ρώσσοι. Όμως πρόκειται νέτα σκέτα για ένα καραμπινάτο λάθος».

ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ

*

*

*